Τις επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία, με αφορμή και την αφρικανική σκόνη, εξηγεί ο πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, καθηγητής Καρδιολογίας Γιώργος Κορχιδάκης.
Ο καθαρός αέρας είναι θεμελιώδους σημασίας για την υγεία μας. Σήμερα υπάρχουν ισχυρά στοιχεία που δείχνουν πώς η ατμοσφαιρική ρύπανση επηρεάζει διάφορες πτυχές της υγείας σε ακόμη χαμηλότερες συγκεντρώσεις από ό,τι πιστεύαμε τα προηγούμενα χρόνια. Κάθε χρόνο, η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση εξακολουθεί να εκτιμάται ότι προκαλεί εκατομμύρια θανάτους και την απώλεια υγιών ετών ζωής. Το φορτίο των νόσων που αποδίδονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση εκτιμάται τώρα ότι είναι στο ίδιο επίπεδο με άλλους σημαντικούς παγκόσμιους κινδύνους για την υγεία, όπως η ανθυγιεινή διατροφή και το κάπνισμα.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση αυξάνει τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα από καρδιαγγειακές και αναπνευστικές παθήσεις και από καρκίνο του πνεύμονα, με αυξανόμενες ενδείξεις επιπτώσεων και σε άλλα συστήματα του ανθρώπινου σώματος. Η αύξηση των ασθενειών που οφείλονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση συνεπάγεται επίσης σημαντική οικονομική επιβάρυνση. Ως αποτέλεσμα, οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο επιδιώκουν να βελτιώσουν την ποιότητα του αέρα και να μειώσουν την επιβάρυνση της δημόσιας υγείας και το κόστος που συνδέεται με την ατμοσφαιρική ρύπανση.
Ατμοσφαιρική ρύπανση και καρδιαγγειακές παθήσεις
Η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία, με αφορμή τις πρόσφατες καιρικές συνθήκες, θέλει να ενημερώσει ότι η έκθεση σε σωματίδια σκόνης της ερήμου είναι γενικά αποδεκτό ότι θέτει σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία με ανάλογο ίσως τρόπο με την ατμοσφαιρική ρύπανση. Επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι τόσο η καρδιαγγειακή θνησιμότητα όσο και η νοσηρότητα αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια αμμοθύελλας αφρικανικής σκόνης.
Συγκεκριμένα οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι οι επισκέψεις για καρδιαγγειακές παθήσεις στα τμήματα επειγόντων των νοσοκομείων αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια των επεισοδίων σκόνης (26%) ενώ οι εισαγωγές για ισχαιμική καρδιοπάθεια ήταν 16% έως 21% υψηλότερες τις ημέρες με αμμοθύελλα σε σύγκριση με άλλες ημέρες.
Από την οπτική της παθοφυσιολογίας τα εισπνεόμενα σωματίδια σκόνης που εναποτίθενται στις πνευμονικές κυψελίδες αντιδρούν χημικά με τα υγρά και τους ιστούς του ανθρωπίνου σώματος και στη συνέχεια εισέρχονται στην κυκλοφορία. Τα συγκεντρωμένα σωματίδια της καταιγίδας σκόνης προκαλούν αύξηση στην καρδιακή συχνότητα και τη μέση αρτηριακή πίεση και μείωση της καρδιακής συσταλτικότητας.
Σε καρδιαγγειακό επίπεδο, υπάρχει αγγειοσύσπαση και αυξημένη αρτηριακή πίεση, μαζί με μια συστηματική φλεγμονώδη διαδικασία που προκαλείται από την απελευθέρωση στην κυκλοφορία φλεγμονωδών μεσολαβητών και προθρομβωτικών παραγόντων. Σύμφωνα με τους επιστήμονες όλες αυτές οι μεταβολές οδηγούν σε αύξηση των επειγόντων καρδιαγγειακών συμβαμάτων για διάστημα έως και 4-5 ημέρες μετά την αυξημένη συγκέντρωση σωματιδίων αφρικανικής σκόνης. Επιπλέον, οι τοξικές ιδιότητες των σωματιδίων της αφρικανικής σκόνης μπορεί να τροποποιηθούν με ανάμειξη με εκπομπές ρύπων από βιομηχανικές περιοχές σε διαφορετικές διαδρομές μεταφοράς.
Η αυξανόμενη διαθεσιμότητα πληροφοριών σχετικά με τις καταιγίδες σκόνης από επίγειες παρατηρήσεις, αριθμητικά μοντέλα και δορυφορική τηλεπισκόπηση αποδεικνύει ότι υπάρχει πλέον η δυνατότητα διερεύνησης των επιπτώσεων στην υγεία με περισσότερες λεπτομέρειες μέσω συνεργασίας ιατρών και περιβαλλοντικών επιστημόνων καθώς ο παγκόσμιος χαρακτήρας της πρόκλησης απαιτεί ενισχυμένη παγκόσμια απάντηση.
Από το 1987, ο ΠΟΥ εκδίδει -περιοδικά- κατευθυντήριες γραμμές για την ποιότητα του αέρα με βάση την υγεία για να βοηθήσει τις κυβερνήσεις και τους πολίτες να μειώσουν την έκθεση του ανθρώπου στην ατμοσφαιρική ρύπανση και τις δυσμενείς επιπτώσεις της. Το 2015, η Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας ενέκρινε ένα ψήφισμα ορόσημο για την ποιότητα του αέρα και την υγεία, αναγνωρίζοντας την ατμοσφαιρική ρύπανση ως παράγοντα κινδύνου για μη μεταδοτικές ασθένειες όπως ισχαιμική καρδιαγγειακή νόσο, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, άσθμα και καρκίνο αλλά και το οικονομικό κόστος που λαμβάνουν.
ΑΠΕ-ΜΠΕ