Όπως έχει δείξει η Ιστορία, οι κοινωνίες περισσότερο προοδεύουν μετά από μεγάλες κρίσεις παρά από ηθελημένες αποφάσεις. Για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάστηκε την παγκόσμια οικονομική κρίση για να εφεύρει έναν μηχανισμό οικονομικής στήριξης των μελών της (ESM). Ή, ακόμα καλύτερο παράδειγμα, η ίδια η ύπαρξη της Ένωσης οφείλεται στη μεγαλύτερη κρίση που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα, τον ‘Β Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ελληνική κοινωνία, που μας ενδιαφέρει και περισσότερο εδώ, προοδεύει και αυτή μέσα από κρίσεις, αλλά φαίνεται ότι έχει τους δικούς της, αλλοπρόσαλλους ρυθμούς, καθώς σε κάποιους τομείς της η πρόοδος είναι βασανιστικά αργή. Καλύτερο παράδειγμα από εκείνο των φυσικών καταστροφών δεν υπάρχει. Εδώ και αρκετά χρόνια, ως χώρα έχουμε φωτιές και πλημμύρες σε ετήσια βάση και αν έχουμε δει μία χειροπιαστή βελτίωση στην αντιμετώπισή τους, αυτή ήρθε πολύ πρόσφατα και δεν είναι άλλη από την υπηρεσία ειδοποίησης 112. Σε ό,τι αφορά την πρόληψη των ίδιων των φαινομένων ή την αναβάθμιση των υποδομών που αυτά απειλούν δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια πραγματική διαφορά. Το 112 βέβαια δεν είναι για να υποτιμάται. Κάθε άλλο: Σώζει ζωές.
Από την άλλη, μετά την τελευταία ακραία πλημμύρα στην Θεσσαλία και τις εικόνες που έρχονται σχεδόν καθημερινά από το εξωτερικό με παρόμοια φαινόμενα, πιθανόν να μην αρκεί να έχουμε απλώς νεότερες υποδομές. Πιθανόν αυτό που χρειαζόμαστε να είναι μία εντελώς νέα οπτική. Πιο συγκεκριμένα, όταν βλέπουμε πολύ ακραία καιρικά φαινόμενα, τα οποία κάποτε ήταν σπάνια στις μεσογειακές χώρες, να συμβαίνουν πλέον κάθε χρόνο, η χωροταξία μας μάλλον θα πρέπει να σχεδιάζεται όχι με βάση το τι μας εξυπηρετεί αλλά το ποιο είναι το χειρότερο δυνατό σενάριο. Και αυτό, στην όμορφη και ζεστή Ελλάδα, δεν έχει συμβεί ποτέ.
Με άλλα λόγια, ακόμα και οι πιο σύγχρονες υποδομές της χώρας, όπως π.χ. η Εθνική Οδός, δεν έχουν φτιαχτεί με προδιαγραφές που να ανταποκρίνονται στις συνθήκες της τρέχουσας κλιματικής κρίσης. Για την ακρίβεια, ούτε καν η κοινή μας λογική δεν έχει αυτές τις προδιαγραφές: Το πρώτο πράγμα που μας συστήνουν οι Αρχές και κάνουμε όλοι όταν έχει δυνατή βροχή, είναι να μείνουμε σπίτι μας. Να, όμως, που αυτό μπορεί να είναι λάθος όταν έρχεται μεγάλη πλημμύρα.
Υπό αυτό το πρίσμα, ποια μπορεί να είναι η καλύτερη ανταπόκριση όταν υπάρχει πρόγνωση για δυνατές βροχές; Να εκκενώνουμε τα σπίτια μας; Και, αν ναι, πότε ακριβώς; Πριν τη βροχή ή αφού δούμε ότι το πάει για πλημμύρα; Δεδομένων ότι φθινόπωρο και χειμώνα βρέχει αρκετά συχνά και ότι δεν υπάρχει ακόμα κάποιο σύστημα πρόγνωσης που να μπορεί να προβλέψει πόσοι τόνοι νερού θα πέσουν, καμία υπηρεσία πολιτικής προστασίας στον κόσμο δεν μπορεί να απαντήσει με σιγουριά σε αυτά τα ερωτήματα.
Οι μόνες πραγματικές απαντήσεις στο ζήτημα είναι ο πλήρης εκσυγχρονισμός και η επιχειρησιακή εγρήγορση των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης, η δημιουργία υποδομών που θα αντέχουν σε ακραίες καιρικές συνθήκες και, για να λέμε τα σύκα σύκα, γκρέμισμα όλων εκείνων των κατασκευών που μπορεί να επιδεινώσουν την καταστροφή… Από μπαζωμένα ρέματα και προχειροφτιαγμένους δρόμους μέχρι άναρχους οικισμούς και αυθαίρετα σπίτια. Όλα αυτά βέβαια για να τα πραγματοποιήσει κάποιος θα χρειαστεί πολλά χρήματα, που είναι πολύ αμφίβολο αν υπάρχουν, αλλά δεν είναι εκεί το πρόβλημα. Θα χρειαστεί, επίσης, να συγκρουστεί με την κοινωνία την ίδια, σε βαθμό αυτοκαταστροφικό. Και αυτό, στην όμορφη και ζεστή Ελλάδα, δεν έχει συμβεί ποτέ…