ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ: Σχολιασμός της τρέχουσας επικαιρότητας – Α. Φαινόμενα βίας – Β. Σκοπιανό – Γ. Οικονομία

Α. Φαινόμενα βίας

Ο κ. Τσίπρας είναι πλέον προσωπικά υπεύθυνος για όσα συμβαίνουν.”

Όσα ζει η χώρα σε καθημερινή βάση πλέον δεν έχουν καμία σχέση με το παρελθόν. Στη Θεσσαλονίκη έγινε μια επίθεση σε βάρος ανδρών των ΜΑΤ που είχε ως εξόφθαλμο στόχο τη δολοφονία αστυνομικών. Γι’ αυτό ακριβώς και ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας επικοινώνησε με τον επικεφαλής τους, όχι μόνο για να εκφράσει την συμπαράσταση του αλλά για να τον διαβεβαιώσει ότι η επόμενη κυβέρνηση θα αποκαταστήσει το κύρος της αστυνομίας κάνοντας το αυτονόητο: Λύνοντας τα χέρια των αστυνομικών που κρατά δεμένα σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ ώστε να επιτελέσουν την αποστολή τους που είναι η διαφύλαξη της τάξης και η προστασία των πολιτών. Αυτό ήταν το νόημα και της χθεσινής παρεμβάσης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Κάθε  μέρα που περνά, αποδεικνύεται ότι ο κ. Τσίπρας δεν είναι  μόνο ο πρωθυπουργός των φόρων και του ψέματος, αλλά και ο πρωθυπουργός που ανέχεται την βία  και την ανομία. Ουδέποτε στο παρελθόν δεν υπήρξε κυβέρνηση που να ανέχεται, αν όχι να δικαιολογεί τη δράση αναρχικών παρακρατικών ομάδων.

Και αυτό από μόνο του αναδεικνύει τη διαφορά που υπάρχει σε σχέση με όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις οι οποίες δεν είχαν αυτού του είδους τις εξαρτήσεις από τις πάσης φύσεως “συλλογικότητες” και τους κάθε λογής Ρουβίκωνες. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει παραδώσει ολόκληρες γειτονιές σε συμμορίες. Έχει αφήσει τα πανεπιστήμιά  να μετατραπούν σε γιάφκες και ορμητήρια παραβατικών ομάδων στο όνομα δήθεν της προστασίας του ασύλου. Ο κ. Τσίπρας είναι πλέον προσωπικά υπεύθυνος για όσα συμβαίνουν.

Υπάρχει λύση και το έδειξε η αντίδραση του δημάρχου Τήνου ο οποίος -με τη βοήθεια ελάχιστων αστυνομικών και λιμενικών- κατάφερε να συλληφθούν  οκτώ μέλη του Ρουβίκωνα που είχαν εισβάλει νωρίτερα στο δημαρχείο του. Αυτό το αυτονόητο δεν κάνει ο κ. Τόσκας και η Κυβέρνηση επειδή ακριβώς δεν έχουν την πολιτική βούληση που απαιτείται. Ο χαρακτηρισμός του Ρουβίκωνα ως “ακτιβιστικής ομάδας” αποδεικνύει ότι δεν θέλουν να κάνουν τίποτε και ως εκ τούτου δεν αφήνουν και την αστυνομία να κάνει τη δουλειά της. Και όλα αυτά τη στιγμή που ο Ρουβίκωνας έχει στραφεί εναντίον της ίδιας της Βουλής, εναντίον ξένων πρεσβειών, συμβολαιογράφων και γιατρών, ενώ μπήκαν ακόμη και στο Υπ. Εθνικής Άμυνας. Προκαλούν ανασφάλεια και εκθέτουν τη χώρα διεθνώς. Ενώ, μάλιστα, ο αρμόδιος Υπουργός, αντιμέτωπος με τις διαμαρτυρίες θιγόμενων πρεσβειών, έχει υποσχεθεί τη σύλληψη και τιμωρία των δραστών, δεν κάνει απολύτως τίποτε. Προφανώς διότι -όπως δηλώνουν στελέχη της Κυβέρνησης- πρόκειται για τα “δικά τους παιδιά”.

Β. Σκοπιανό

Ο  Α. Τσίπρας διαπραγματεύεται στο ανώτατο δυνατό επίπεδο μια συμφωνία με την ΠΓΔΜ χωρίς ο ίδιος να έχει τη στήριξη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας στην οποία βασίζεται η Κυβέρνησή του.”

Η Νέα Δημοκρατία αλλά και οι πολίτες δεν έχουν καμία ενημέρωση και καμία πληροφόρηση σχετικά με την πορεία των διαπραγματεύσεων. Ό,τι γίνεται γνωστό προέρχεται από τα Σκόπια, τον κ. Ζάεφ και την κυβέρνηση του. Δια των αξιωματούχων των Σκοπίων έγινε γνωστό για παράδειγμα ότι ο κ. Τσίπρας είχα αποδεχθεί αρχικώς την απαράδεκτη πρόταση για “Μακεδονία του Ίλιντεν’’. Η Κυβέρνηση το μόνο που κάνει είναι να διαρρέει ορισμένες αποσπασματικές και σε πολλές περιπτώσεις αλληλοαναιρούμενες πληροφορίες. Η Νέα Δημοκρατία θα τοποθετηθεί υπεύθυνα αν και εφόσον υπάρξει συμφωνία. Είναι, βέβαια, αυτονόητο ότι σε μία τέτοια περίπτωση η Κυβέρνηση θα πρέπει να διαβεβαιώσει τα κόμματα αλλά και τους πολίτες πρωτίστως, ότι η πρόταση της υιοθετείται από το σύνολο της κυβερνητικής πλειοψηφίας.

Ο  Α. Τσίπρας διαπραγματεύεται στο ανώτατο δυνατό επίπεδο μια συμφωνία με την ΠΓΔΜ χωρίς ο ίδιος να έχει τη στήριξη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας στην οποία βασίζεται η Κυβέρνησή του. Αυτό είναι το δομικό πρόβλημα αυτής της υπόθεσης. Ως τι διαπραγματεύεται ο Α. Τσίπρας; Ως τι διαπραγματεύεται ο κ. Κοτζιάς; Προς το παρόν αυτό που συμβαίνει είναι ότι ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Εξωτερικών διαπραγματεύονται ως εκπρόσωποι των Κομμάτων τους και όχι ως εκπρόσωποι της Κυβέρνησης. Ο Α. Τσίπρας δεν έχει  στο μείζον αυτό ζήτημα την έγκριση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας που τον στηρίζει για να μπορεί να καταλήξει σε οποιαδήποτε μορφής συμφωνία. Ο κυβερνητικός εταίρος του έχει δηλώσει κατ’ επανάληψη όχι μόνον ότι δεν θα ψηφίσει μια τέτοια συμφωνία, αλλά και ότι θα εμποδίσει «με οποιοδήποτε τρόπο τη χρήση του όρου “Μακεδονία” στην ονοματοδοσία της γειτονικής χώρας».Είναι αυτονόητο πως για τη Ν.Δ. είναι αδιανόητη οποιαδήποτε δέσμευση της χώρας, πόσο μάλλον όταν -όπως όλα δείχνουν- πρόκειται για μία εθνικά επιζήμια συμφωνία.

H Ελλάδα επιδιώκει την επίλυση του ζητήματος αλλά δεν πρέπει να είναι η επισπεύδουσα σε αυτή την υπόθεση. Καταρχάς, η Ελλάδα δεν μπορεί να καταθέσει προκαταβολικά τα όπλα προκειμένου να πάρει μια υποσχετική για μελλοντική συμμόρφωση της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Τα Σκόπια είναι που θέλουν, σε κάθε περίπτωση, να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με την Ε. Ε.. Η άλλη πλευρά είναι εκείνη η οποία θέλει να μπει στο ΝΑΤΟ. Για να υπάρξει λύση, θα πρέπει να δεσμευθεί η γειτονική χώρα ότι δεν σκοπεύει να καπηλευτεί τους όρους: “μακεδονικό έθνος”, “μακεδονική ταυτότητα” και “μακεδονική γλώσσα”. Eπιβάλλεται, πρωτ’ απ’ όλα, η εγκατάλειψη της εμμονής των Σκοπιανών στον αλυτρωτισμό. Όχι μόνο με την απάλειψη των σχετικών συνταγματικών αναφορών, αλλά και με τη διασφάλιση ότι δεν θα υπάρξουν αλυτρωτικές παραπομπές μέσα από τα σύμβολα, την ταυτότητα, τη γλώσσα. Μόνο τότε μπορεί να προχωρήσει η συζήτηση για όνομα που να ισχύει erga omnes, δηλαδή έναντι όλων και για όλες τις χρήσεις, εντός και εκτός του γειτονικού κράτους.

Συμβαίνει δε και κάτι εξόχως παράδοξο. Όπως και στη διαπραγμάτευση για την τάχα καθαρή έξοδο, έτσι και για το Σκοπιανό, η Κυβέρνηση -αντιπολιτεύεται την αντιπολίτευση, σε μία απέλπιδα προσπάθεια να μεταθέσει τις δικές τις ευθύνες στη ΝΔ για τη δεινή θέση στην οποία έχει φέρει τη χώρα. Ας συνειδητοποιήσουν επιτέλους ότι εδώ και τρία χρόνια βρίσκονται στην κυβέρνηση και όχι στην αντιπολίτευση και ότι η Νέα Δημοκρατία δεν έχει την παραμικρή ευθύνη για τα αδιέξοδα τα οποία μόνοι τους έχουν προκαλέσει στη χώρα. Στο κάτω κάτω αν ο ΣυΡιζΑ και οι ΑΝΕΛ καίγονται να μάθουν πραγματικά τι θα έκανε η Νέα Δημοκρατία στη θέση τους, δεν έχουν παρά να προκηρύξουν εκλογές και να βρεθούν και επισήμως στη θέση της αντιπολίτευσης.

Γ. Οικονομία

Για το αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί, την αποκλειστική ευθύνη τη φέρει η σημερινή Κυβέρνηση η οποία επί τρία και πλέον χρόνια έκανε ότι περνούσε από το χέρι της για να θέσει υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία της χώρας, να επιδεινώσεις τις οικονομικές προοπτικές της και τελικά να υπονομεύσει την έξοδο στις αγορές. “

Κυβερνητικά στελέχη άλλοτε αφήνουν να φανεί ότι η Νέα Δημοκρατία ζητά προληπτική γραμμή και άλλοτε υποστηρίζουν ότι ο κ. Μητσοτάκης θέλει νέο Μνημόνιο. Νέο Μνημόνιο όμως υπάρχει ήδη με μέτρα που ψήφισαν οι ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και φτάνει μέχρι το 2022. Πρόκειται για το κείμενο 40 σελίδων με τίτλο «Συμπληρωματικό Μνημόνιο» που αποκάλυψε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και προσπάθησε να κρύψει ο κ. Τσίπρας. Το κείμενο αυτό περιγραφή τουλάχιστον 20 δεσμεύσεις Που έχει υπογράψει ο κύριος Τσίπρας και ο κύριος Καμμένος με πιο χαρακτηριστικές τις περικοπές συντάξεων, την πλήρη κατάργηση του ΕΚΑΣ, τη μείωση του αφορολόγητου, την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% μέχρι και το 2022. Επιπλέον -όπως ομολόγησε ο κ. Ταακαλωτος θα υπάρχει στο ίδιο διάστημα αυστηροτατη επιτροπεία.

Αν δεν θέλουν να το πουν 4ο Μνημόνιο ας το πουν όπως θέλουν. Είναι όμως Μνημόνιο και το έχουν ήδη ψηφίσει. Σε ό,τι αφορά τους ισχυρισμούς κυβερνητικών στελεχών για προληπτική γραμμή απάντησε ξεκάθαρα στη Βουλή ο κ. Μητσοτάκης. Ουδέποτε, στη διάρκεια της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, η Νέα Δημοκρατία πρότεινε κάτι τέτοιο.  Είναι δε πρωτοφανές -και ισχύει και για άλλα ζητήματα- η Κυβέρνηση να απευθύνεται στην αντιπολίτευση ως εάν εκείνη να έχει την ευθύνη της δικής της αποτυχίας. Για το αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί, την αποκλειστική ευθύνη τη φέρει η σημερινή Κυβέρνηση η οποία επί τρία και πλέον χρόνια έκανε ότι περνούσε από το χέρι της για να θέσει υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία της χώρας, να επιδεινώσεις τις οικονομικές προοπτικές της και τελικά να υπονομεύσει την έξοδο στις αγορές.

 

Προηγούμενο άρθροΚίνημα Αλλαγής: Οι απειλές για πειρατικές ενέργειες δεν περνούν
Επόμενο άρθροΕισήγηση του Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, στη σύσκεψη για τη δημιουργία Μητροπολιτικού Πάρκου στο Γουδή