Σχολιασμοί της τρέχουσας επικαιρότητας
Α. Παραίτηση Κοτζιά
Ο κ. Τσίπρας απέπεμψε τον υπουργό Εξωτερικών του υποστηρίζοντας ότι δεν θα ανεχθεί καμία διγλωσσία στο ζήτημα της συμφωνίας των Πρεσπών. Απέπεμψε δηλαδή, τον άνθρωπο ο οποίος παραμένει ο θερμότερος υποστηρικτής της συμφωνίας και ταυτόχρονα κράτησε στην κυβέρνηση τον κ. Καμμένο, ο οποίος έχει δηλώσει ευθαρσώς ότι τη συμφωνία αυτή την απορρίπτει πλήρως. Υπάρχει οποιαδήποτε λογική στην επιλογή αυτή; Είναι πια απολύτως ξεκάθαρο ότι ο κ. Τσίπρας δεν είναι απλά ένας αδύναμος Πρωθυπουργός. Είναι ένας εκβιαζόμενος Πρωθυπουργός, όμηρος του κ. Καμμένου. Και όσο πιο γρήγορα τελειώσει αυτή η φαρσοκωμωδία, τόσο καλύτερα θα είναι για τη χώρα. Η Ελλάδα, ειδικά σήμερα, σε αυτές τις κρίσιμες γεωπολιτικές συγκυρίες, χρειάζεται μία κυβέρνηση σταθερή, αποφασισμένη η οποία θα μιλάει με μια φωνή και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Δεν την έχει σήμερα. Θα την αποκτήσει, όμως, σύντομα μετά τις επόμενες εκλογές.
O κ. Τσίπρας έσπειρε ανέμους και θερίζει θύελλες. Διαχειρίστηκε το ζήτημα του σκοπιανού έχοντας ως παράπλευρο στόχο τη διάσπαση της Ν.Δ. και τελικά κατάφερε να διασπάσει την κυβέρνησή του. Υπέκυψε στον εκβιασμό Καμμένου, ο οποίος τον είχε ενημερώσει για τις προτάσεις του στους Αμερικανούς και θυσίασε τον κ. Κοτζιά. Της παραίτησης, άλλωστε, είχε προηγηθεί τόσο το γεγονός ότι τον άφησε ακάλυπτο απέναντι στις καταγγελίες Καμμένου, όσο και δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου που άδειαζε τον κ. Κοτζιά με τη φράση «όποιος δυσφορεί στη διαδρομή, μπορεί να κατέβει από το τρένο». Η αποσύνθεση της κυβέρνησης δεν πρέπει να καταστεί ακόμη πιο επικίνδυνη για τα ζωτικά συμφέροντα της χώρας. Είναι αδιανόητο η κυβέρνηση να παραμένει άφωνη στις νέες προκλήσεις της Τουρκίας με την έκδοση παράνομων navtex και την αποστολή του “Μπαρπαρός” στην περιοχή που τέμνονται οι θαλάσσιες ζώνες Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου.
Η απόπειρα δημιουργίας τετελεσμένων σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της πατρίδας απαιτεί άμεση και αποφασιστική αντίδραση. Και ο πρωθυπουργός καθώς εν απογνώσει αυτοδιορίσθηκε και Υπουργός Εξωτερικών οφείλει με την νέα του ιδιότητα να θέσει το πολύ σοβαρό αυτό ζήτημα τόσο στη Σύνοδο Κορυφής στην Ε.Ε. όπου βρίσκεται, όσο και στο ΝΑΤΟ και τα Ηνωμένα Έθνη.
Β. Το καθεστώς Τσίπρα επεμβαίνει στη Δικαιοσύνη και κάνει τον συνήγορο της Χρυσής Αυγής
Είναι ανατριχιαστικό αυτό το απόσπασμα από την παρέμβαση Πολάκη που διέρρευσε χθες.
Διότι επιβεβαιώνει ότι οι άνθρωποι που κυβερνούν σήμερα την Ελλάδα δεν αναγνωρίζουν τους κανόνες λειτουργίας μια δημοκρατικής χώρας. Με τις δηλώσεις του κ. Πολάκη και κυρίως την αναφορά του ότι πρέπει πάση θυσία “να πάρουν την πραγματική εξουσία της χώρας”, -έτσι είπε επί λέξει- δείχνει ότι τους επόμενους μήνες δεν θα διστάσουν να κάνουν τα πάντα για να μην χάσουν τις καρέκλες, καθώς αισθάνονται προφανώς ότι τους ανήκουν. Δεν θα τους περάσει. Οι δημοκρατικές δυνάμεις της χώρας και οι πολίτες θα προστατεύσουν το Σύνταγμα και τους θεσμούς της. Θέλουν δεν θέλουν η χώρα θα οδηγηθεί σε εκλογές και σε αυτές θα ηττηθούν με πάταγο. Και η επόμενη Κυβέρνηση θα είναι όλων των Ελλήνων βάζοντας οριστικό τέλος στον κυνικό συνεταιρισμό αυτών των εξουσιομανών που κυβερνούν. Σε οποιαδήποτε ευνομούμενη και δημοκρατική χώρα ο Πρωθυπουργός θα είχε ήδη αποπέμψει οποιονδήποτε Υπουργό έλεγε έστω και τα μισά. Αντ’ αυτού, ο κ. Τσίπρας παραμένει άφωνος, προφανώς γιατί επί του παρόντος ασχολείται με τον κ. Κοτζιά.
Γ. Υποχωρεί η ανταγωνιστικότητα
Η ανάπτυξη ακόμη και σήμερα παραμένει αναιμική και είναι μια από τις χαμηλότερες στα κράτη μέλη της Ε.Ε. Δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά από μία κυβέρνηση η οποία δεν ενδιαφέρεται για τις επενδύσεις. Δείτε τι γίνεται τόσο στο Ελληνικό, όσο στις Σκουριές. Όπως είπε χθες ο πρόεδρος του κόμματος σε αυτές ειδικά δεν θα υπάρξει καμία χρονοτριβή. Εντός του 2019 και το Ελληνικό και οι Σκουριές θα έχουν ξεμπλοκάρει καθώς θα οι αρχές θα εκδώσουν τις σχετικές άδειες παρακάμπτοντας κάθε εμπόδιο. Αυτό άλλωστε είναι και το μεγαλύτερο στοίχημα: να πεισθούν πάντες, οι αγορές, οι πιστωτές, οι επενδυτές και κυρίως ο ελληνικός λαός ότι η Ελλάδα και θέλει και μπορεί να γίνει η αναπτυξιακή έκπληξη όλης της Ευρώπης. Και αυτό θα γίνει οικοδομώντας εμπιστοσύνη προς τη χώρα και τη νέα κυβέρνηση, για να υπάρξει οριστικά ένα τέλος με την αντίληψη που υπάρχει σήμερα ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να αλλάξει». Είναι εξωφρενικό σήμερα η Ελλάδα αντί να ανεβαίνει στους πίνακες της σχετικής κατάταξης να υποχωρεί. Στην ετήσια Έκθεση Ανταγωνιστικότητας του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ για το 2018 που δημοσιεύτηκε χθες, η Ελλάδα κατατάσσεται μόλις στην 57η θέση, υποχωρώντας κατά 4 θέσεις σε σχέση με πέρυσι. Ανάμεσα στις αρνητικές επιδόσεις που καταγράφονται, περιλαμβάνονται οι υψηλές φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις, η έλλειψη ρευστότητας, η χαμηλή ποιότητα των θεσμών και οι ποικίλες στρεβλώσεις στις αγορές προϊόντων και εργασίας.