ΝΔ: Σχολιασμοί των τελευταίων εξελίξεων της επικαιρότητας

Σχολιασμός της τρέχουσας επικαιρότητας

 Α. Για την Συνταγματική αναθεώρηση

H Νέα Δημοκρατία γνωστοποίησε τη θέση της για τη συνταγματική αναθεώρηση ήδη από το Ιανουάριο του 2016. Τότε δηλαδή που ο κ. Τσίπρας είχε μόλις κερδίσει τις εκλογές και οι δημοσκοπήσεις ουδόλως έδειχναν την επερχόμενη συντριβή του. Και ισχύει και σήμερα μέχρι κεραίας η ίδια θέση γιατί η  χώρα χρειάζεται μια γενναία αναθεώρηση του καταστατικού της χάρτη και όχι να συριζοποιηθεί ακόμη και το Σύνταγμά της όπως θέλει ο κ. Τσίπρας.

Αν κάνει δεκτά ο ΣΥΡΙΖΑ τα άρθρα που προτείνει προς αναθεώρηση η ΝΔ, τότε και η ΝΔ θα κάνει δεκτά τα άρθρα που προτείνει προς αναθεώρηση ο ΣΥΡΙΖΑ. Το λόγο μετά θα θα έχουν οι πολίτες οι οποίοι με την ψήφο τους στις εκλογές θα αποφασίσουν την κατεύθυνση των αλλαγών της αναθεώρησης.

Και δεν έχει καμία δικαιολογία να το αρνηθεί, αφού όπως διαβεβαιώνει κάθε τόσο, είναι απολύτως βέβαιος ότι θα κερδίσει τις εκλογές και θα καταστρέφει την Ελλάδα για μία ακόμη τετραετία.

Στην πραγματικότητα αποδεικνύει πως δεν θέλει καμιά συνταγματική αναθεώρηση, και αυτό που στην πραγματικότητα κάνει για μια ακόμη φορά είναι μια παράσταση αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης. Ξέρει ότι η συνταγματική αναθεώρηση αποτελεί την κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία. Ξέρει ότι το Σύνταγμα απαιτεί ευρύτερες συναινέσεις και χωρίς αυτές δεν μπορεί να ολοκληρωθεί καμιά αναθεώρηση. Όχι μόνο δεν τις επιδιώκει, αλλά σπεύδει να τις ναρκοθετήσει πριν καταθέσει τις προτάσεις του. Διότι ποια είναι εν τέλει η πρότασή του; Να κριθούν αναθεωρητέα μόνο τα άρθρα που προτείνει ο ίδιος;  Μπορεί έτσι να υπάρξει συναίνεση; Μπορεί έτσι να ολοκληρωθεί μια συνταγματική αναθεώρηση; Μην ψάχνει, λοιπόν, αλλού για το ποιος παίζει και ευτελίζει τους θεσμούς. Η ευθύνη είναι αποκλειστικά δική του.

Ο κ. Τσίπρας βεβαίως, εκτός από την ψυχραιμία του, έχει απωλέσει πια και τη μνήμη του. Τον Νοέμβριο του 2006 ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν ο βουλευτής που εισηγήθηκε να ενταχθεί στην αναθεώρηση η αλλαγή του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών. Κανείς από το Κόμμα του κ. Τσίπρα δεν τη συνυπέγραψε.

Το 2011, ο κ. Μητσοτάκης ως  βουλευτής της αντιπολίτευσης τότε έλεγε το εξής: «Αν εμείς πρώτοι δεν βάλουμε σε τάξη τα του οίκου μας, αν εμείς δεν λάβουμε πολύ τολμηρές πρωτοβουλίες για να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος, τέτοιες τάσεις αμφισβήτησης των νόμων που ψηφίζονται από αυτήν τη Βουλή μόνο θα εντείνονται.  Και δεν μπορούμε εμείς να ζητάμε από τους πολίτες να κάνουν πρόσθετες θυσίες, όταν καθόμαστε στο γυάλινο πύργο και προσποιούμαστε ότι δεν συμβαίνει τίποτα»

Τον Μάιο του 2014 ο κ. Τσίπρας κατήγγειλε ως «άκαιρη» την πρόταση αναθεώρησης της Κυβέρνησης Σαμαρά και λίγους μήνες μετά έριξε την Κυβέρνηση συμπράττοντας με τη Χρυσή Αυγή, τον Πάνο Καμμένο και τον Φώτη Κουβέλη. Το έπραξε, μάλιστα, εργαλειοποιώντας την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας που θέλει σήμερα να αλλάξει.

Τον Ιανουάριο του 2016 αρνήθηκε να απαντήσει στην πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη για μια γενναία και συναινετική αναθεώρηση την οποία θα στήριζαν από κοινού Κυβέρνηση και Αντιπολίτευση.

Και έτσι ήρθε ο Οκτώβριος του 2018 με τον κ. Τσίπρα να επιδιώκει να ευτελίσει ακόμη και την αναθεώρηση του Συντάγματος, μήπως και αποκρύψει για λίγες μέρες την αποσύνθεση της Κυβέρνησής του και τις δημόσιες αλληλοκατηγορίες των υπουργών του ότι χρηματίζονται.

Σε κάθε περίπτωση, η ευρεία συνταγματική αναθεώρηση θα συντελεστεί. Αν ο κ. Τσίπρας την υπονομεύσει τώρα οι αλλαγές θα γίνουν σίγουρα μετά τις εκλογές. Τότε που προφανώς η Κυβέρνηση της Ν.Δ. θα συμπεριλάβει και κάποιες από τις αυτονόητες προτάσεις που υιοθέτησε όψιμα ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως η αλλαγή του άρθρου 86.

Σχετικά με το άρθρο 16, είναι αδιανόητο να απαγορεύεται στην Ελλάδα η ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων, όταν αυτό επιτρέπεται, όχι μόνο σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και την Τουρκία, αλλά ακόμη και στη Βόρειο Κορέα. Το 2,5% του Α.Ε.Π. της Κύπρου είναι από την εκπαίδευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ μιλά για ώριμες συνθήκες, ως προς τα άρθρα που προτείνει. Ας δει τις δημοσκοπήσεις γι αυτό το θέμα.  Δείχνουν ότι οι πολίτες σε ποσοστά άνω του 70% θέλουν αυτήν την αλλαγή. Δεν είναι όμως μόνο το 16.

 Β. Για τον Κωνσταντίνο Κατσίφα

Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να φροντίσει για την απόλυτη διαλεύκανση αυτής της υπόθεσης. Ταυτόχρονα, βέβαια, δεν υπάρχει κανένας λόγος να διαταραχθούν οι σχέσεις ανάμεσα στους δύο λαούς. Η αλήθεια είναι, ωστόσο, πως διετελέσθη μια ανθρωποκτονία. Αυτό δεν αμφισβητείται και γι αυτό σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να διερευνηθούν οι αιτίες υπό τις οποίες συνέβη αυτό το τραγικό περιστατικό. Εν προκειμένω, ελεγχόμενη είναι η αλβανική αστυνομία. Αφού αποδεδειγμένα υπήρχε τετρακόπτερο της Αλβανικής αστυνομίας που κατέγραψε ο,τι ακριβώς συνέβη γιατί δεν το δίνουν οι αρχές της Αλβανίας στη δημοσιότητα;

Ο Αλβανός Πρωθυπουργός εκείνο που έπρεπε να κάνει σε ένα ευνομούμενο Κράτος είναι να διατάξει την πλήρη διερεύνηση με κάθε αμεροληψία και με κάθε διαφάνεια αυτής της υπόθεσης. Ο θανών είναι ένας Έλληνας πολίτης ο οποίος αυτή τη στιγμή κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες έχει χάσει τη ζωή του. Ελεγχόμενη είναι η αλβανική αστυνομία, και είναι τελείως απαράδεκτο σε αυτή την υπόθεση να παίρνει θέση ο Αλβανός Πρωθυπουργός κάνοντας απαράδεκτες δημόσιες κρίσεις.

Γ. Για τις εξαγγελίες Τσίπρα

Στο τέλος της κυβερνητικής του θητείας, ο κ. Τσίπρας θυμήθηκε όψιμα τους πιο αδύναμους τους οποίους υποτίθεται πως θέλει να προστατέψει.  Οι πολίτες όμως γνωρίζουν πλέον τι σημαίνει προστασία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Από την αύξηση 6% στις εισφορές των συνταξιούχων μέχρι την κατάργηση του ΕΚΑΣ και από τη μείωση του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης μέχρι την περικοπή του αφορολογήτου, οι πολιτικές του κ. Τσίπρα μόνον τους πιο αδύναμους δεν υπηρετούν.

Ένα κόμμα που τόσο ως αντιπολίτευση όσο και ως κυβέρνηση έκανε τα πάντα για να υπονομεύσει σημαντικές επενδύσεις για τη χώρα, δε μπορεί να κάνει λόγο για προσπάθεια ανακοπής επενδύσεων από την αντιπολίτευση. Οι Σκουριές ή το Ελληνικό είναι δύο ενδεικτικά παραδείγματα. Από εκεί και πέρα, οι επενδυτές δεν περιμένουν από τον κ. Μητσοτάκη να μάθουν ότι η ελληνική οικονομία πηγαίνει ασθμαίνοντας. Το γνωρίζουν οι πάντες εντός και εκτός Ελλάδος, με εξαίρεση ίσως το Μέγαρο Μαξίμου. Δυστυχώς, το αν θα έρθει ή όχι μία επένδυση δεν καθορίζεται από μία δήλωση ή ομιλία αλλά από το κατά πόσον κάθε χώρα δημιουργεί ένα περιβάλλον φιλικό για επενδύσεις. Δυστυχώς, η κυβέρνηση κάνει πως δεν καταλαβαίνει κάτι που είναι απολύτως στοιχειώδες. Διότι αρνείται να παραδεχθεί ότι οι δικές της πολιτικές έχουν καθηλώσει την ελληνική οικονομία και έχουν αποτρέψει την υλοποίηση σημαντικών επενδύσεων.

Προηγούμενο άρθροΟ Ν. Χουντής στη συγκέντρωση και πορεία κατά της «Ελληνογερμανικής Συνέλευσης» στο Ηράκλειο
Επόμενο άρθροΑνακοίνωση της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας για την Παγκόσμια Εβδομάδα Μητρικού Θηλασμού (1-7 Νοεμβρίου 2018)