Με τον θάνατο της Βασίλισσας Ελισάβετ, βρήκαμε οι Έλληνες ακόμα έναν λόγο για να μαλώνουμε μεταξύ μας αυτές τις ημέρες. Οι σχετικές αντιδράσεις, συγκεκριμένα, στην ελληνική γωνιά των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ήταν πολλές και διαφορετικές και, ως συνήθως, κατέληγαν στα του οίκου μας, ώστε να επιδοθούμε στο αγαπημένο μας χόμπι του τσακωμού.
Κάποιοι έκαναν χιούμορ με τον θάνατο της 96χρονης γυναίκας, κάποιοι την έβριζαν, κάποιοι τα έβαλαν με τη μοναρχία γενικά, κάποιοι με το Ηνωμένο Βασίλειο γενικότερα, κάποιοι με τη Δύση ολόκληρη… «Δεν δούλεψε ποτέ της» ο ένας, «Για βασιλιάδες δεν κλαίμε» ο άλλος, «Τι δουλειά έχουν οι βασιλιάδες στη δημοκρατία;» ο παράλλος κτλ. Απέναντί τους, εκείνοι που μιλούσαν για σεβασμό προς τον θεσμό ή προς το ίδιο το πρόσωπο… «Ένας άνθρωπος πέθανε» έγραψαν πολλοί, «Είναι το τέλος μίας εποχής» κάποιοι άλλοι, «Ήταν το σύμβολο μίας ολόκληρης χώρας» κτλ.
Και κάπως έτσι, άρχισαν σίγα σιγά και οι τσακωμοί για το παρελθόν μας και τους δικούς μας βασιλιάδες και για το σήμερα και τα καλά και τα «άσχημα» της δημοκρατίας μας. Εντωμεταξύ, και στο Ηνωμένο Βασίλειο δημοκρατία έχουν οι άνθρωποι και μάλιστα από τις πιο ανεπτυγμένες θεσμικά. Η μοναρχία εκεί έχει μείνει ως κάτι συμβολικό και, κατά μία έννοια, εμπορικό, αφού οι βασιλικοί τύποι είναι σήμερα ένα κανονικό τουριστικό προϊόν της Βρετανίας (της Αγγλίας κυρίως). Ίσως να είναι και κάτι παραπάνω όμως…
Ο Βρετανός καλλιτέχνης και γνωστός φιλέλληνας Στίβεν Φράι έχει παρατηρήσει ότι πολλά από τα πιο πετυχημένα έθνη των ημερών μας έχουν μονάρχες. Εκτός από το Ηνωμένο Βασίλειο, ο συγκεκριμένος θεσμός έχει επιβιώσει και στη Δανία, τη Σουηδία, την Ολλανδία, τη Νορβηγία, τον Καναδά, την Ιαπωνία κ.α. Σύμφωνα με τον Φράι, η παραδοσιακή μοναρχία, ως ο ανώτατος πολιτειακός θεσμός, πιθανόν να παίζει κάποιο ρόλο στην επιτυχία αυτών των χωρών: Όπως λέει, έχει ιδιαίτερη σημασία το να υποχρεώνεται μία κυβέρνηση να δίνει τακτικά αναφορά σε κάποιον άλλον, έστω και εθιμοτυπικά. Κατά μία έννοια, λειτουργεί σαν τακτική υπενθύμιση των πεπραγμένων της, μέχρι να περάσει η τετραετία της και να δώσει κανονική αναφορά στον λαό διά των εκλογών.
Αυτό δεν σημαίνει, φυσικά, ότι οι βασιλιάδες είναι ο λόγος που τα εν λόγω έθνη είναι πετυχημένα. Όλα έχουν να κάνουν με την εμπιστοσύνη στους θεσμούς της δημοκρατίας. Στην Ελλάδα, ας πούμε, καλώς δεν έχουμε βασιλιά. Εάν πρόκειται ποτέ να παραχωρήσουμε σε πρόσωπα ρόλο πολιτειακό διά βίου, πρέπει πρώτα να πιστέψουμε ανεπιφύλακτα στους θεσμούς μας. Σε όλες τις σύγχρονες βασιλευόμενες δημοκρατίες της Δύσης, το εγχώριο θεσμικό τοπίο είναι στέρεο και τα πρόσωπα είθισται να το υπηρετούν ευλαβικά. Στην Ελλάδα όμως είμαστε μαθημένοι να το παρακάμπτουμε, για αυτό και στον τόπο μας οι βασιλιάδες έφερναν τον διχασμό και για αυτό καλώς τους καταργήσαμε στην προσπάθειά μας να εκσυγχρονιστούμε ως έθνος.
Στον λαό, βλέπετε, αρέσει να συνδέεται με τον ηγέτη του χωρίς μεσάζοντες. Αυτό ισχύει παντού και όσοι ηγέτες θέλησαν να συγκεντρώσουν όλες τις εξουσίες επάνω τους το εκμεταλλεύτηκαν, από τον Λουδοβίκο 14ο μέχρι τον Χίτλερ και από τον Πούτιν μέχρι τον Ερντογάν.
Ακόμα και σε πιο δυτικές χώρες, υπήρξαν και υπάρχουν ακόμα πολιτικοί ηγέτες που όταν οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν τους κάνουν τα κέφια, τους παρουσιάζουν ως εμπόδιο και αρχίζουν την αντισυστημική ρητορική και, ως κυβερνήτες, τα δημοψηφίσματα. Από τον Βίκτορ Όρμπαν έως τον Αλέξη Τσίπρα, όταν η κοινοβουλευτική δημοκρατία τους περιόρισε, επέλεξαν να την αμφισβητήσουν ανοιχτά. Κάτι που η – για εβδομήντα ολόκληρα χρόνια Βασίλισσα του Ηνωμένου Βασιλείου και των λοιπών Βασιλείων της Κοινοπολιτείας των Εθνών – Ελισάβετ η Δεύτερη δεν έκανε ποτέ…