Κατά την έναρξη της ομιλίας της στην Ολομέλεια της Βουλής στη συζήτηση του νομοσχεδίου «Για την ενίσχυση της Δικηγορικής Ύλης» η βουλευτής Βορείου Τομέα και Τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΠΑΣΟΚ –Κινήματος Αλλαγής, Μιλένα Αποστολάκη, τόνισε:
«Είναι γνωστό πως υπάρχουν δικογραφίες που αφορούν πολιτικά πρόσωπα στην εισαγγελία της Λάρισας κι είναι προφανές πως κάποιες από τις δικογραφίες αυτές θα φθάσουν στην Ολομέλεια της Βουλής. Κατά συνέπεια μετά την ολοκλήρωση στις 11 Μαρτίου των δύο κύκλων της ενορχηστρωμένης από την κυβερνητική πλειοψηφία μεθόδευσης για τη συγκάλυψη του εγκλήματος στα Τέμπη, είναι υπαρξιακή η ιστορική ευθύνη του συνόλου της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ και θα αναμένουμε μαζί με το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας να δούμε την απάντηση της ΝΔ όταν έρθει η ώρα αυτή».
Αναφορικά με την εκπρόθεσμη κατάθεση της υπ’ αρ, 112/10 τροπολογίας που αφορά σε μέτρα μείωσης του ενεργειακού κόστους για την προώθηση του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα και στη σύσταση Επιτροπή Ελέγχου του Συστήματος Ηλεκτρονικής Προέγκρισης του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας, η Μιλένα Αποστολάκη αναφέρθηκε στην παραβίαση από πλευράς Κυβέρνησης του αρ.74 παρ 5 εδ 3 του Συντάγματος, του αρ. 88 παρ 3 του Κανονισμού της Βουλής αλλά και του νόμου για το επιτελικό κράτος, που επιτάσσουν ως βασική αρχή καλής νομοθέτησης την κατάθεση τροπολογιών σχετικών με το αντικείμενο του υπό συζήτηση νομοσχεδίου, συνθήκη που εν προκειμένω δεν πληρούται. Επεσήμανε το γεγονός ότι έτσι καταδεικνύεται η πιο αναχρονιστική εκδοχή εμβαλωματικής νομοθέτησης με πρόχειρο και αποσπασματικό αποτέλεσμα, που δεν εισάγει και υπηρετεί μια ολοκληρωμένη πολιτική σε έναν τομέα ο οποίος υποτίθεται ότι αποτελεί προτεραιότητα για την κυβέρνηση, όπως είναι ο αγροτικός τομέας.
Κατόπιν τούτων η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής τόνισε πως «καλό θα ήταν ο κ. Μητσοτάκης να σταματήσει να δανείζεται όρους όπως “πολυδύναμος εκσυγχρονισμός” που ιστορικά και πολιτικά δεν του ανήκουν και δεν εμπεριέχονται στην πολιτική και τη διακυβέρνησή του».
Όσον αφορά στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο, η Μ. Αποστολάκη υπογράμμισε ότι «η κυβέρνηση, με το παρόν νομοσχέδιο διευρύνει την δικηγορική ύλη με στόχο τον κατευνασμό του δικηγορικού σώματος, καθώς επιχειρεί να αποκαταστήσει τις πολλαπλώς διαρραγείσες σχέσεις της με το δικηγορικό σώμα, μετά το νόμο για τη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών αλλά και μετά την τροποποίηση του ποινικού κώδικα και κώδικα ποινικής δικονομία. Το περιεχόμενό του υπό ψήφιση νομοσχεδίου περιλαμβάνει θετικές διατάξεις με στόχο την ενίσχυση της δικηγορικής ύλης, δε συνιστά όμως νομοθετική πρωτοβουλία με μεταρρυθμιστικό αποτύπωμα».
Η τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής υπογράμμισε ιδιαίτερα τη βραδύτητα στην απονομή δικαιοσύνης στη χώρα μας, την οποία η ετήσια έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας το 2020 κατατάσσει στην 146η θέση, με μέσο χρόνο επίλυσης μίας διαφοράς τα 4,6 χρόνια (1.711 ημέρες) και πρόσθεσε πως «η καθυστέρηση αυτή μπορεί μεταξύ άλλων να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά με την ολοκληρωμένη ψηφιακή μετάβαση της δικαιοσύνης, αλλά και με την περαιτέρω ενίσχυση της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών».
Σύμφωνα με τη Μ. Αποστολάκη, το υπό συζήτηση νομοσχέδιο επί της αρχής επιφέρει θετικά αποτελέσματα για τους δικηγόρους, αναθέτοντάς τους αντικείμενα, όχι ξένα προς αυτούς, αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο την απασχόληση και συνεπακόλουθα τα εισοδήματά τους. Παράλληλα απαλλάσσει τους δικαστές από το φόρτο εργασίας επί διαδικασιών μη δικαιοδοτικού χαρακτήρα ούτως ώστε να αφοσιωθούν στην ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης και, τέλος, επιχειρεί την εκκαθάριση και πληρωμή των αποζημιώσεων νομικής βοήθειας στους δικηγόρους μέσω στοχευμένων παρεμβάσεων και απλοποίηση των σχετικών διαδικασιών.
Η Μ. Αποστολάκη τόνισε ιδιαίτερα τον κίνδυνο που εμπεριέχει η διάταξη του άρθρου 21 του νομοσχεδίου, η οποία προβλέπει τη σύσταση μιας ομάδας «εθελοντών» υπαλλήλων του Υπουργείου Δικαιοσύνης για την εκκαθάριση των εκκρεμοτήτων του ΤΑΧΔΙΚ εντός 18 μηνών, η οποία, σε συνδυασμό με το γεγονός της παντελούς απουσίας πρόβλεψης ανθρώπινων και υλικών πόρων για το χρονικό διάστημα πέραν του ως άνω οριζόμενου, μόνο ασφάλεια δεν δικαιολογεί βάσιμη αισιοδοξία για την ολοκλήρωση του έργου και πραγμάτωση του σκοπού σύστασής της, αντιθέτως δημιουργεί βεβαιότητα για την εκ νέου σώρευση εκκρεμοτήτων στις πληρωμές του ΤΑΧΔΙΚ.
Τέλος, η Μ. Αποστολάκη αναφέρθηκε στις πάνω από 1700 κενές οργανικές θέσεις δικαστικών υπαλλήλων και την υποστελέχωση στις Γραμματείες των Δικαστηρίων, επισημαίνοντας ότι «με δεδομένο ότι στα περισσότερα αντικείμενα του νομοσχεδίου οι δικαστικοί υπάλληλοι θα αναλαμβάνουν όλες τις διαδικασίες, που αφορούν στην ανάθεση καθηκόντων προς τους εγγεγραμμένους στους καταλόγους δικηγόρους, αλλά και τη θεώρηση όλων των από αυτούς εκδοθησόμενων πράξεων ελλοχεύει ο κίνδυνος των επιπλέον καθυστερήσεων λόγω ελλείψεως προσωπικού».