Ψάχνουμε, ψάχνουμε, ψάχνουμε να βρούμε τι μας φταίει…
Είναι τόση η αβεβαιότητα για το σήμερα και το μέλλον, είναι τόσο μεγάλη η σύγχυση για τις ίδιες μας τις ζωές κι αυτές των παιδιών μας, που μοιάζει με πολυτέλεια –σχεδόν ντιλεταντισμό- η οποιαδήποτε ενασχόληση με το παρελθόν.
Κι όμως, χωρίς εθνική αυτοκριτική και αυτοσυνειδησία, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να δούμε κατάματα τις αιτίες και τις αλήθειες που μας έφεραν ως εδώ. Ούτε θα μπορέσουμε με συγκροτημένη σκέψη να δούμε τι πρέπει να κάνουμε για ν’ αντιμετωπίσουμε το εγγύς κι απώτερο μέλλον μας. Το σήμερα όλων μας έρχεται από το χθες και το αύριο από το παρελθόν…
Τα έχουμε κι άλλες φορές. Πάντα μας φταίνε οι άλλοι.
Οι κακοί, αυτοί που μας επιβουλεύονται, αυτοί που θέλουν να μας εξαφανίσουν, οι δανειστές, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΔΝΤ, οι Αμερικάνοι που είναι φονιάδες των λαών… όλοι μας φταίνε για όλα τα δεινά μας.
Αλλά, εμείς δεν καθόμαστε να σκεφτούμε τα αυτονόητα:
- Πώς καταφέραμε να χρεοκοπήσουμε, όταν τα τελευταία 40 χρόνια εισέρρευσαν στην Ελλάδα 1.250 δις ευρώ;
- Πώς καταφέραμε να μην έχουμε κράτος και να έχουμε δημιουργήσει τόσο στρεβλό μοντέλο ανάπτυξης;
Την απάντηση, την δίνουμε μεταξύ μας όλοι και μάλιστα περιπαικτικά:
Έγινε αυτό, επειδή είμαστε το τελευταίο κομμουνιστικό καθεστώς της Ευρώπης.
Αλλά, αυτό αρνούμαστε να το αλλάξουμε!
Μπορεί να μη γίναμε, το 1945, δορυφόρος της Σοβιετικής Ένωσης –με τον θλιβερό εμφύλιο που προκάλεσε η Αριστερά- αλλά μ’ αυτό το κράτος που φτιάξαμε δεν υπολειπόμαστε από τα πάλαι ποτέ κομμουνιστικά.
Πολύ περισσότερο, αφού αυτή η κατάσταση μεγεθύνθηκε σε δυσθεώρητα ποσοστά αναποτελεσματικότητας, διαφθοράς, αδιαφάνειας, λαϊκισμού και δημαγωγίας, από την άνοδο στην εξουσία του Ανδρέα Παπανδρέου, πριν 46 χρόνια.
Και ξέρετε ποιο είναι το πιο στρεβλό της υπόθεσης; Ότι ακόμη και σημερινοί υπουργοί της κυβέρνησης της Αριστεράς, ομολογούν ότι το δημόσιο είναι χώρος στάθμευσης της ήσσονος προσπάθειας. Όταν σημερινός υπουργός, ομολογεί ότι στο υπουργείο του «εργάζονται» 3 χιλιάδες υπάλληλοι και το 90% αυτών υπολειτουργεί ή δεν κάνει τίποτα, τότε γίνεται πλήρως κατανοητό ότι η χώρα πάσχει σοβαρότατα και δεν πρόκειται να δει φως στην άκρη του σκοτεινού τούνελ που βρίσκεται εγκλωβισμένη.
Το πιο τραγικό είναι ότι δεν θέλουμε ν’ αλλάξουμε το παραμικρό.
Δεν θέλουμε να γίνουμε σύγχρονη δυτικοευρωπαϊκή χώρα. Θέλουμε την βαθιά Ανατολή, το ραχάτι μας, τα σταυροκοπήματά μας, τον χρόνο ν’ αναπτύσσουμε τις θεωρίες συνωμοσίας μας στα καφενεία και στο διαδίκτυο, να τρέχουν οι μισθουλάκοι κι οι πρόωρες (για πολλούς) συνταξούλες, τα επιδόματα …ανοιχτομάτηδων τυφλών, η συντήρηση εκατοντάδων άχρηστων κι αντιπαραγωγικών οργανισμών… κι όλα καλά….
Σαράντα έξι χρόνια τώρα, εμποτιστήκαμε ακόμη περισσότερο με την Ανατολή κι ενώ έμπαιναν στη χώρα λεφτά με τα τσουβάλια, εμείς αντί να τα κάνουμε ανάπτυξη τα κάναμε μισθούς και συντάξεις στα 45 και 50 μας χρόνια. Εμποτιστήκαμε και με έναν ιδιότυπο αντιευρωπαϊσμό από τον Ανδρέα Παπανδρέου, που μας προέτασσε ως πρότυπα τις τριτοκοσμικές χώρες.
Την περίοδο 1981- 1990, ο Ανδρέας Παπανδρέου εκτίναξε το ελληνικό χρέος από το 25% που του το παρέδωσε ο Καραμανλής, στο 90% του ΑΕΠ! Κι η οικονομία συνεθλίβη και στις μέρες μας συνετρίβη. Αφού, τότε μπήκαν οι βάσεις να γίνει από παραγωγική, καταναλωτική σε ποσοστό άνω του 80% του ΑΕΠ.
Οι παλιότεροι θα θυμούνται ότι δεν μπορούσε να επιβιώνει με άλλον τρόπο, πλην των συνεχών υποτιμήσεων της δραχμής και των δανεικών. Οι παλαιότεροι, επίσης, θα θυμούνται ότι εκείνη την περίοδο η δραχμή υποτιμήθηκε 46% έναντι του δολαρίου, αλλά το παραγωγικό αποτέλεσμα ήταν μηδενικό, αφού η χώρα δεν είχε ικανότητα παραγωγής, άρα και εξαγωγών. Τότε, το 1989, η Ελλάδα έγινε η 16η πιο υπερχρεωμένη χώρα του κόσμου και η πρώτη μεταξύ των 12 της ΕΟΚ. Κι από 130 χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους που είχε το 1981, έφτασε τις 700 χιλιάδες το 1989!
Συμπερασματικά: Τι έγινε τότε; Αντί με την ένταξή μας στην ΕΟΚ και τον πακτωλό χρημάτων που εισέρρευσαν στην Ελλάδα, να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για λεωφόρους ανάπτυξης , εμείς στήσαμε ένα απορρυθμισμένο κράτος, το πιο πελατειακό από την απελευθέρωση και μετά και ζήσαμε επί δεκαετίες με επιδοτήσεις, εισροή κεφαλαίων της Ευρώπης, ενώ μας χρειαζόντουσαν και… δανεικά!
Κι όταν μετά από τρεις εκλογικές αναμετρήσεις (1989) και εκλογικά συστήματα ακυβερνησίας (όρα Μένιου Κουτσιόγιωργα), ανέλαβε την εξουσία ο Μητσοτάκης με ποσοστό που άγγιζε το 50%, είχε κυβερνητική πλειοψηφία…. ενός βουλευτή. Κι αυτού… δανεικού (Κατσίκης) από τη ΔΗΑΝΑ του Κωστή Στεφανόπουλου.
Κι αυτή η κυβέρνηση, όταν επιχείρησε μεταρρυθμίσεις, όταν επιχείρησε να βάλει το μαχαίρι στο κόκκαλο, έπεσε εκ των έσω… Κι ενώ τότε (1990), σε όλη την υφήλιο άρχισε να διαμορφώνεται ένα νέο οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον εξ αιτίας της πτώσης του υπαρκτού σοσιαλισμού, εμείς απαιτούσαμε να διαιωνίζουμε το κομμουνιστικό μας κράτος!
Παρ’ όλα αυτά όμως, το 1996 ο Σημίτης με σημαία τον εκσυγχρονισμό της χώρας και την προσπάθειά του (ημιτελή κι αναποτελεσματική λόγω πολιτικού κόστους) ν’ αποκοπεί από τον ομφάλιο λώρο του βαθέως ΠαΣοΚ και του κρατισμού, κατάφερε να βάλει τη χώρα στην Ευρωζώνη και να δημιουργηθεί μια νέα ευνοϊκή περίοδος ευκαιριών.
Η χώρα αναλαμβάνει τους Ολυμπιακούς του 2004 και μέσω αυτών προγραμματίζονται σημαντικά έργα υποδομών και δείχνει τη θέληση –ακόμη και μέσω του άκρατου καταναλωτισμού της- να μετασχηματίσει τις παραγωγικές της δυνάμεις. Και μάλιστα παρά την λυσσαλέα αντίδραση της Αριστεράς που βροντοφώναζε «όχι» σε κάθε επιχειρούμενη μεταρρύθμιση. Κι όχι μόνο της Αριστεράς, αλλά και των εγχώριων πολιτικών και οικονομικών ελίτ, που δημιουργούσαν αεριτζίδικες προϋποθέσεις ανάπτυξης (όρα Χρηματιστήριο), με πολιτικές παρεμβάσεις και καθοδήγηση.
Η ευκαιρία χάθηκε και πάλι, παρά το γεγονός ότι μέσα σε επτά (7) χρόνια εισέρρευσαν στην Ελλάδα περισσότερα από 700 δισεκατομμύρια ευρώ (!!!), που έμειναν ανεκμετάλλευτα στο επίπεδο των παραγωγικών δομών της οικονομίας.
Από τότε και μετά, η χρεοκοπία ήταν θέμα χρόνου.
Πολύ περισσότερο αφού η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας που ανέλαβε την εξουσία, πάλι το κράτος είχε λάφυρο και πάλι στο κράτος … στάθμευσε τους πελάτες της…
Κι οι ευκαιρίες που είχε η χώρα ν’ αλλάξει διάσταση, δεν υπάρχουν πια.
Ούτε θα υπάρξουν.
Πολύ περισσότερο όσο εμείς βολευόμαστε με τις καρέκλες του δημοσίου και τις, έστω και ψαλιδισμένες, συνταξούλες…
Πολύ περισσότερο όταν η σημερινή κυβέρνηση εξακολουθεί ν’ ακολουθεί κατά γράμμα τις επιταγές του επαχθούς κρατισμού και να συντρίβει κάθε σκέψη επένδυσης ή προόδου του ιδιωτικού τομέα στη χώρα…
Πολύ περισσότερο αφού είμαστε τέτοιος λαός που δεν θέλαμε το…. email Χαρδούβελη και το έχουμε πληρώσει από τότε εκατονταπλάσιο…
Μικροί, άβουλοι, αγράμματοι και σκεπτόμενοι με το θυμικό κι όχι τη λογική…
Λαός και κοινωνία που είχε κι έχει μόνο δικαιώματα και όχι υποχρεώσεις! Κι αυτά τα «δικαιώματα» τα διεκδικούσαμε –ακόμη το κάνουμε- με καταλήψεις, επεισόδια, σπασίματα δημοσίων υπηρεσιών κι άλλα παρόμοια ξεσπάσματα της ελληνικής τεστοστερόνης…
Άραγε, θα ενηλικιωθούμε πολιτικά και πότε;
Ή θα εξακολουθούμε να ζούμε στο μανιχαϊστικό μας σύμπαν;