«Όπως τον θυμάμαι» θα μπορούσε να είναι ο τίτλος του ρεπορτάζ για τη ζωή και το έργο του Γέροντα Ιακώβου Τσαλίκη, από μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν κοντά του, τον γνώρισαν, τον αγάπησαν.
Η πρόσφατη αγιοκατάταξη τού για πολλά χρόνια χαρισματικού ηγουμένου της Ι.Μ. Οσίου Δαυίδ του Γέροντος, στη Βόρεια Εύβοια, στις 27 Νοεμβρίου, από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ξυπνά μνήμες και γεννά δέος, καθότι οι μαρτυρίες είναι ζώσες.
Όλες ομολογούν την αγιοσύνη του, την ταπεινοφροσύνη, την αγάπη και τον σεβασμό του στον πλησίον.
Ο μητροπολίτης Τανάγρας Πολύκαρπος επισημαίνει ότι το κήρυγμά του ήταν απλό, αλλά τόσο πολύ δυνατό που άγγιζε τις καρδιές των ανθρώπων. Έλεγε «οι άγιοί μας είναι ζωντανοί» και έτσι θύμιζε τον λόγο του Σωτήρος μας Χριστού. Αναφέρεται, επίσης, στον σεβασμό και την τελεία υπακοή προς τους προϊσταμένους του, αλλά και στη μεγάλη αγάπη του προς τους αδελφούς της μονής. «Μας ενίσχυε και οικονομικά, ενώ παράλληλα μας έδινε και την ευχή του», προσθέτει ο σεβασμιώτατος. Επιπρόσθετα, όπως λέγει, η αγάπη του για το μοναστήρι και την περιουσία του μοναστηριού έμοιαζε με την αγάπη του Ιησού για τον Οίκο του Πατρός του. Θυμάται ότι, όταν νοσηλεύτηκε με τον Ανδρέα Παπανδρέου στο ίδιο νοσοκομείο, του ζήτησε να μην πάρει την περιουσία του μοναστηριού. Μάλιστα, προκειμένου να λύσει κάποια διαφορά με κάποιον που διεκδικούσε κάτι από τη μονή, έβαζε μπροστά τον Όσιο Δαυίδ λέγοντας «δικά σου είναι όλα αυτά, εσύ φρόντισέ τα».
«Είναι μεγάλη ευλογία για τον τόπο μας»
Ο Χρήστος Καλυβιώτης, δήμαρχος Λίμνης Ευβοίας, τονίζει τα αισθήματα μεγάλης χαράς και ιδιαίτερης συγκίνησης, με τα οποία «οι πολίτες του τόπου μας και πολύ περισσότερο η Εκκλησία μας υποδέχθηκαν τη θεοφώτιστη απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την αγιοκατάταξη του Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη, τον οποίο πολλοί από εμάς έχουν γνωρίσει». Εκτιμά ότι το γεγονός αυτό «είναι πολύ ιδιαίτερο για τον τόπο μας, πέραν από τον θρησκευτικό, αλλά ιδιαίτερα και για τον κοινωνικό συμβολισμό του Γέροντος».
Αναφέρει ότι είχε «τη μεγάλη χαρά και την τιμή» να τον ζήσει από κοντά, όταν γινόταν η επέκταση του μοναστηριού του Οσίου Δαυίδ. «Ήμουν σε παιδική ηλικία και τον θυμάμαι με άλλους Γέροντες. Όταν τον γνωρίζαμε λέγαμε όλοι μας ότι αυτός είναι ένας άγιος άνθρωπος», υπογραμμίζει για να κάνει λόγο εν συνεχεία για τη σεμνότητά του και την αγάπη του που ήταν απερίγραπτες και συγκινητικές. «Έχαιρε μεγάλης εκτίμησης και αγάπης από όλους τους πολίτες, όλους τους πιστούς, οι οποίοι με θαυμασμό και πολλή πίστη υποκλίνονται. Μάλιστα, όσοι ανήκουν στον επιχειρηματικό τομέα βλέπουν ότι ο τόπος θα βιώσει ανάπτυξη και ότι ο άγιος μας βοηθά και τουριστικά και με τον θρησκευτικό τουρισμό και με τη βελτίωση του Δήμους μας, αλλά και γενικά της περιοχής μας, διότι θα έρθουν πιστοί από όλον τον κόσμο να τον προσκυνήσουν», συμπληρώνει. Ωστόσο, επανέρχεται στα πολλά και πολυποίκιλα συναισθήματα όλων, αλλά κυρίαρχο όλων, όπως σημειώνει, είναι η ευλάβεια στο άκουσμα του ονόματός του.
Τον περιγράφει ως ασκητική μορφή, σκελετωμένη, μορφή αγίου, όπως στις εικόνες. Τέλος, εκφράζει την εκτίμηση ότι «είναι μεγάλη ευλογία για τον τόπο μας και ευτυχία για όσους μπόρεσαν να τον ζήσουν από κοντά και τιμή. Υπάρχουν πολλές ζώσες μαρτυρίες για την αγιοσύνη του και τα θαύματά του ακόμη και όταν ήταν εν ζωή. Οι οδηγίες, οι συμβουλές του προς κάθε κατεύθυνση. Είμαστε πολύ τυχεροί που είχαμε την ευκαιρία στον τόπο μας να ζήσουμε αυτή τη σπάνια μορφή».
«Έπρεπε να γίνει άγιος»
Ο Παναγιώτης Σαλακίδης, ο οποίος τον γνώριζε παιδιόθεν, μιλά για έναν ευγενικό άνθρωπο, πράο, μειλίχιο, που «Έπρεπε να γίνει άγιος. Ήταν ηθικότατος, απέφευγε τις ακολασίες εντός και εκτός εισαγωγικών στις οποίες τις προέτρεπαν συνομήλικοί του».
«Τον γνώριζα από τριών ετών. Είχαμε στενή οικογενειακή σχέση, μας χώριζε ένας δρόμος μόλις πέντε μέτρων. Στο σπίτι μου έρχονταν με την αδελφή του την οποία αφού πάντρεψε, όπως ήταν τότε η κοινωνική επιταγή, αποφάσισε να γίνει μοναχός», αφηγείται. Δεν ξεχνά ότι η πόρτα του κελιού του ήταν πάντα ανοιχτή για εκείνον, αλλά και ότι πριν μονάσει έκανε κατηχητικό στα παιδιά, όπου και πήγαινε ο κ. Σαλακίδης.
Ωστόσο, κατά την άποψή του, «εκ Ναζαρέτ δύναται τι αγαθόν είναι;» και «ουδείς προφήτης δεκτός εν τη πατρίδι αυτού», διότι όταν ακούστηκε ότι θα γίνει η αγιοκατάταξή του άρχισαν οι αντιρρήσεις. «Για αυτό σας είπα ‘’ουδείς προφήτης δεκτός εν τη πατρίδι αυτού’’. Με ρωτούσαν, για να με σαρκάσουν ενδεχομένως, αυτοί είναι οι άγιοι της Εκκλησίας μας, σαν τον Γιακουμή; Διότι Γιακουμή τον φωνάζαμε. Τους απαντούσα ότι γνώριζαν τι έχει κάνει ο Γιακουμής και ότι δεν ζήτησε να αγιαστεί, άλλοι τον αγίασαν».
«Τον π. Ιάκωβο τον είχε αγιοποιήσει η κοινωνία πολύ πριν πεθάνει»
Ο Γιάννης Φαφούτης, δημοσιογράφος-φωτορεπόρτερ, θυμάται ότι στα 40 χρόνια που έκανε ρεπορτάζ στη Βορειοκεντρική Εύβοια για το «Πανευβοϊκόν Βήμα» της Χαλκίδας, είχε την ευκαιρία να συναντήσει και να συνομιλήσει πολλές φορές με τον π. Ιάκωβο Τσαλίκη.
Εκφράζει την πεποίθηση ότι σελίδες μπορούμε να γράψουμε για τον π. Ιάκωβο, αλλά αρκείται στις αναμνήσεις του: «Τον θυμάμαι στα πέτρινα πεζούλια που βρίσκονται μπροστά στο καθολικό να κάθεται με τους επισκέπτες του μοναστηριού. Ο καθένας του έλεγε τα προβλήματά του κι αυτός του αφουγκραζόταν με προσοχή. Μεγάλο προσόν να ακούς τον συνομιλητή σου. Και ο π. Ιάκωβος το είχε αυτό το προσόν. Κι ύστερα, τον άκουγες να δίνει τις δικές του συμβουλές απλές, κατανοητές, χωρίς περιστροφές. Ένας λόγος που σε καθήλωνε. Είναι αυτό που καμία φορά δεν περιγράφεται με λόγια».
Κάνει, όμως, λόγο και ένα άλλο βίωμά του, παράδοξο για το επάγγελμά του: «Όλα αυτά τα χρόνια δεν μπόρεσα να σηκώσω τη φωτογραφική μηχανή να του βγάλω έστω και μία φωτογραφία. Αισθανόμουν ότι δεν μπορούσα να κάνω την παραμικρή διακοπή της σκέψης του. Σε όσους λέω ότι εγώ με το τεράστιο φωτογραφικό αρχείο της περιοχής δεν έχω μία φωτογραφία δεν με πιστεύει κανείς». Επίσης, ανασύρει μνήμες από το 1981, στα μεγάλα χιόνια, όταν «μετά πολλών βασάνων και κόπων έφτασα με κάποιο στρατιωτικό όχημα στο μοναστήρι τον βρήκα μαζί με τους άλλους δύο καλόγερους του μοναστηριού (μόνο τρεις ήταν τότε) μπροστά από την είσοδο του καθολικού να ξεχιονίζουν με τα φτυάρια και να έχουν ανοίξει διάδρομο ύψους δύο περίπου μέτρων.
Θυμάμαι και την ημέρα της κηδείας του τον Νοέμβρη του 1991. Η κοσμοσυρροή από όλη την Ελλάδα ήταν τέτοια που δεν έπεφτε καρφίτσα μέσα και έξω από το μοναστήρι. Ήταν η επιβεβαίωση της λαϊκής συνείδησης και της αποδοχής. Τον π. Ιάκωβο τον είχε αγιοποιήσει η κοινωνία πολύ πριν πεθάνει».
* Η μνήμη του Οσίου Ιακώβου Τσαλίκη θα εορτάζεται στις 22 Νοεμβρίου.
Ο Γέροντας γεννήθηκε στις 5 Νοεμβρίου 1920 και εγκατέλειψε την επίγεια πορεία του στις 21 Νοεμβρίου 1991.
Από το 1938 η ζωή του ήταν καθαρά ασκητική. Έτρωγε λίγο, κοιμόταν ελάχιστα, προσευχόταν συνεχώς και εργαζόταν σκληρά.
Σε ηλικία 32 ετών, ο Ιάκωβος γίνεται δόκιμος μοναχός και στις 19 Δεκεμβρίου 1952 στην Χαλκίδα ο μητροπολίτης Γρηγόριος τον χειροτόνησε ιερέα.
Στις 25 Ιουνίου 1975, ανέλαβε το πηδάλιο της Ι.Μ. Οσίου Δαυίδ του Γέροντος.
ΑΠΕ-ΜΠΕ