Μ-Λ ΚΚΕ: Σχολεία «στρατώνες»… με επιχειρηματικά καθήκοντα!

Μ-Λ ΚΚΕ: Σχολεία «στρατώνες»… με επιχειρηματικά καθήκοντα!

 

Οι νομοθετικές παρεμβάσεις της Υπουργού Παιδείας, της περιόδου 2020-2022 και οι τελευταίες μέσα στο τρέχον έτος, αποτελούν μια βραδυφλεγή βόμβα στο “κλίμα” του σχολείου. Η επιδείνωση των εργασιακών συνθηκών τείνει να απογειωθεί, η πίεση και η ανασφάλεια δημιουργεί ολοένα και περισσότερες αποικίες στο εκπαιδευτικό σώμα  και ο κίνδυνος μιας κατάστασης εμφύλιας διαμάχης είναι ορατή και έτοιμη να διαχυθεί και προς “τα κάτω” και να επηρεάσει κάθε μέλος του εκπαιδευτικού προσωπικού.

Όπως είναι γνωστό τον Σεπτέμβριο που μας πέρασε η υπουργός Παιδείας προχώρησε σε νέους «θεσμούς» που «λειτουργούν» ήδη στα σχολεία, τους Μέντορες και τους ενδοσχολικούς συντονιστές.

Με τον πρώτο θεσμό, του  Παιδαγωγικού Συμβούλου – Μέντορα (που έχει και βοηθό) ήδη σε πολλές περιπτώσεις έχουν αρχίσει να δημιουργούνται ομαδοποιήσεις και εξουσιαστικές βαθμίδες μέσα στα σχολεία, κόβοντας σε φέτες τους συλλόγους των εκπαιδευτικών και αποδυναμώνοντας την όποια συνοχή τους.

Ο δεύτερος θεσμός, οι  Ενδοσχολικοί Συντονιστές (Συντονιστές Τάξεων ή Συντονιστές Γνωστικών Πεδίων), η θητεία των οποίων συνεκτιμάται για την επιλογή τους ως στελέχη της εκπαίδευσης, έχει πλέον φανεί ξεκάθαρα ότι δεν αποτελεί τίποτε παραπάνω από μια ακόμη «διαβάθμιση» – διάσπαση στο «σώμα» του συλλόγου διδασκόντων, έναν ακόμη πολιορκητικό κριό στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.

Μέντορες και Ενδοσχολικοί Συντονιστές διοικητικά τελούν υπό την εποπτεία του διευθυντή της σχολικής μονάδας, οπότε για πρώτη φορά θεσμικά, επιχειρείται να οργανωθεί ένας συνεκτικός μηχανισμός επιβολής της αξιολόγησης μέσα στον ίδιο σχολικό χώρο.

Η αυτονομία…του συγκεντρωτισμού!

Την ίδια ώρα με όχημα την αυτονομία της σχολικής μονάδας και την κακόφημη αξιολόγηση σχολείων και εκπαιδευτικών το υπουργείο Παιδείας επιχειρεί να επιβάλλει νέα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια στη λειτουργία των σχολικών μονάδων και στρώνει το έδαφος για την κατηγοριοποίησή τους καθώς και την κατηγοριοποίηση και χειραγώγηση των δεκάδων χιλιάδων μόνιμων και αναπληρωτών εκπαιδευτικών.

Καθόλου τυχαία στον πρόσφατο νόμο «Αναβάθμιση του σχολείου, ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών και άλλες διατάξεις» ανάμεσα σε άλλα από τη μία παραχωρεί υπεραρμοδιότητες στους διευθυντές των σχολικών μονάδων και στα στελέχη εκπαίδευσης και από την άλλη αποδυναμώνει τον ρόλο συλλογικών οργάνων όπως οι σύλλογοι διδασκόντων.

Συγκεκριμένα  με ένα νέο άρθρο (97) με τίτλο «Υπαλλακτικός τρόπος άσκησης των αρμοδιοτήτων… από τον Διευθυντή ή τον Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας» δίνεται η δυνατότητα στον Διευθυντή της σχολικής μονάδας,   σε συνεργασία με τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης,  να προβεί σε όσες από τις ενέργειες της αρμοδιότητας του συλλόγου διδασκόντων εξακολουθούν να παραλείπονται και οι οποίες έχουν σχέση με την αυτοαξιολόγηση, προγραμματισμό και ομάδες δράσεων επαγγελματικής ανάπτυξης.

Στο νέο πλαίσιο ο Διευθυντής μπορεί να βαθμολογεί τον εκπαιδευτικό που έχει τοποθετηθεί στη σχολική του μονάδα, να τον τιμωρεί, να του αναθέτει υπερωριακή διδασκαλία, την εκτέλεση εξωδιδακτικών εργασιών, εκτός του διδακτικού και εντός του εργασιακού ωραρίου, να  καθορίζει τον τρόπο και το χρόνο διεξαγωγής των παιδαγωγικών συνεδριών, να αναθέτει τη διδασκαλία των μαθημάτων χωρίς να δεσμεύεται από τις δηλώσεις προτίμησης των εκπαιδευτικών.

Με λίγα λόγια, ο διευθυντής συγκεντρώνει υπερεξουσίες και συνάμα δημιουργούνται διαφορετικές κατηγορίες εκπαιδευτικών μέσα σ’ ένα σχολείο.

«Στρατώνες» με επιχειρηματικά καθήκοντα

Την ίδια ώρα έχει διογκωθεί ο αριθμός των στελεχών – ελεγκτών των εκπαιδευτικών. Οι 540 συντονιστές εκπαιδευτικού έργου έγιναν 800 σύμβουλοι εκπαίδευσης με διαβαθμίσεις, αφού μέσα από το σώμα αυτό θα επιλέγονται οι επόπτες ανά περιφέρεια και νομό.

Οι παραπάνω παρεμβάσεις φανερώνουν την έντονη ελεγκτική διάθεση με μια αυστηρή ιεραρχική και κατακερματισμένη δομή, μετατοπίζοντας το σχολείο από παιδαγωγικό κύτταρο σε οργανισμό με ιδιωτικοοικονομικούς όρους λειτουργίας. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι προβλέπεται αυστηρή ποινή επαγγελματικής καθίζησης για οκτώ χρόνια αν κάποιος σύμβουλος εκπαίδευσης δεν υλοποιήσει τη διαδικασία της αξιολόγησης, δίνοντας το σύνθημα η υπουργός ότι όσοι ενδιαφέρεστε οφείλετε να είστε «ταγμένοι».

Είναι φανερό πως η κυβέρνηση και το ΥΠΑΙΘ και με αυτή τη νέα παρέμβαση έρχεται να γυρίσει την εκπαίδευση δεκαετίες πίσω ή αλλιώς να μετατρέψει τα σχολεία σε στρατώνες με επιχειρηματικές καθήκοντα και τους διευθυντές σε σχολάρχες.

Σχολικό “Νταχάου”

Αυτή η διαδικασία θα ισοπεδώσει το παιδαγωγικό κλίμα της τάξης και θα δημιουργήσει ένα καθεστώς πελατειακών σχέσεων μέσα στο σχολείο, αφού οι εκπαιδευτικοί θα είναι υποτελείς στους διευθυντές, καθώς από εκείνους θα εξαρτάται η εκπαιδευτική και επαγγελματική τους πορεία.

Είναι φανερό ότι επιχειρείται να επιβληθεί μόνιμο καθεστώς φόβου και χειραγώγησης των εκπαιδευτικών, ώστε κάθε απόκλιση από το πρότυπο του υποταγμένου εκπαιδευτικού να κρίνεται σαν δημοσιοϋπαλληλικό παράπτωμα ή  αντιεπιστημονική παρέκκλιση. Αυτό το πλαίσιο μεταφέρει τις ευθύνες για τα εκρηκτικά προβλήματα του σημερινού σχολείου στον εκπαιδευτικό.

Η νέα αυτή ιεραρχική δομή σε συνδυασμό με την ατομική αξιολόγηση διαλύει τον δημοκρατικό και συλλογικό τρόπο λειτουργίας του σχολείου, ενώ παράλληλα κατεδαφίζεται η παιδαγωγική διάσταση της εκπαίδευσης. Το καινούργιο μοντέλο βασίζεται στη φιλοσοφία της εξατομίκευσης, του εσωτερικού ατέρμονου ανταγωνισμού συγκέντρωσης μορίων για επιβίωση και ανέλιξη σε ένα γραφειοκρατικό και διεκπεραιωτικό σχολείο.

Να το πούμε καθαρά: Εάν τα μέτρα αυτά προχωρήσουν το κλίμα στα σχολεία, που έχουν μεταβληθεί σε κέντρα διερχομένων, χωρίς σταθερό προσωπικό, με εργασιακές σχέσεις διαλυμένες, θα πλημμυρίσει από τον τοξικό ανταγωνισμό, το χαφιεδισμό και την τρομοκρατία και θα κυριαρχήσει μια κατάσταση εμφύλιας διαμάχης που θα διαχυθεί και προς “τα κάτω” και θα επηρεάσει κάθε μέλος του προσωπικού.

Οι υπερεξουσίες του διευθυντή και η ακύρωση του αποφασιστικού ρόλου του συλλόγου διδασκόντων, σε ένα επίπεδο που δεν έχει προηγούμενο στο παρελθόν, επιχειρούν να ολοκληρώσουν τη μετατροπή του σχολείου σε επιχείρηση, στόχος που είναι δεμένος με ένα νήμα με τη λεγόμενη αυτονομία της σχολικής μονάδας, δηλαδή την αναζήτηση πόρων από το ίδιο το σχολείο, ακόμα και με χορηγούς, αφού εγκαταλείπεται ουσιαστικά από το κράτος.

Προηγούμενο άρθροΣυγχαρητήρια επιστολή του Δημάρχου Αλεξάνδρειας Παναγιώτη Γκυρίνη για τη διάκριση του 7ου Δημοτικού Σχολείου στον 7ο Διεθνή Μαθητικό Διαγωνισμό
Επόμενο άρθροΕυχαριστήρια επιστολή του «Έρασμου»