Το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα έχει βαθιές ρίζες στο αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα της Ελλάδας και πολλές δεκαετίες ανεξάρτητης δημόσιας παρουσίας και δράσης στην πολιτική ζωή του τόπου.
Το Μ-Λ ΚΚΕ το χωρίζει χάσμα, ιδεολογικό και πολιτικό με το σημερινό ΚΚΕ -και για την ακρίβεια με τη γραμμή που προβάλλει η εκάστοτε ηγεσία του στις δεκαετίες αυτές. Πρόκειται για θεμελιώδεις διαφορές ανάμεσα στο κομμουνιστικό κίνημα και στον ρεφορμισμό με κομμουνιστικούς τίτλους και σύμβολα.
Η ηγεσία του ΚΚΕ υπήρξε χειροκροτητής της κατεδάφισης του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση και τις άλλες πρώην σοσιαλιστικές χώρες, συνένοχος και συνεργός στη δυσφήμιση του σοσιαλισμού και στη διαστρέβλωση της ιστορίας του ελληνικού και διεθνούς Κομμουνιστικού κινήματος στα χρόνια που μεσολάβησαν από το ’89-’90. Αν και πρόβαλλαν και εξακολουθούν να προβάλλουν παραλλαγές και καιροσκοπικές μεταλλάξεις της αμφίεσης, η βασική γραμμή τους διατηρεί ατόφια την ίδια ουσία.
Αυτοί θεωρούν την Ελλάδα «ιμπεριαλισμό» και όχι εξαρτημένη από τον ιμπεριαλισμό χώρα. Απαρνήθηκαν τον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία και τον αποδοκιμάζουν σαν αγώνα κάτω από «ξένη σημαία». Στην κορύφωση της κρίσης με τη χρεοκοπία της χώρας και την επιβολή των μνημονίων, απέρριπταν τον αγώνα κατά των μνημονίων και εξωραΐζουν στην πράξη το διεθνή νεοαποικιακό έλεγχο της χώρας στο όνομα ενός κούφιου αντικαπιταλισμού, που ανησυχούσε κατά τα αλλά μην τυχόν και φύγουμε από την Ευρωπαϊκή Ένωση (και το ευρώ). Κυριολεκτικά έστελναν τον κόσμο στο ΣΥΡΙΖΑ εκχωρώντας σ’ αυτόν την εκπροσώπηση της αριστεράς με το επιχείρημα αποθέωσης του καιροσκοπικού παραλογισμού ότι το ΚΚΕ «δεν είναι Αριστερά αλλά κομμουνιστές»!
Στο όνομα μιας υποτιθέμενης ταξικής καθαρότητας καθιέρωσαν και διαιωνίζουν την επιζήμια διασπαστική πρακτική του ΠΑΜΕ στους μαζικούς αγώνες με τις ξεχωριστές ώρες και πλατείες κλπ, παίζοντας γενικά το ρόλο πυροσβέστη των αγώνων, ελέγχου και ποδηγέτησης των ανυπότακτων εργατικών λαϊκών δυνάμεων της ελληνικής κοινωνίας. Η γραμμή του με δυο λόγια αποτελεί συμβολή όχι στην καταδίκη και ανατροπή αλλά στον εξωραϊσμό της αντιλαϊκής εξουσίας και όλου του σάπιου και διεφθαρμένου συστήματος της εξάρτησης και της εθνικής υποτέλειας.
Αλλά είναι πολύ αποκαλυπτική για το είδος της πολιτικής που εφαρμόζουν τα πεπραγμένα του όχι μόνο στις προηγούμενες περιόδους αλλά και σε όλα τα τελευταία τέσσερα χρόνια της διακυβέρνησης Μητσοτάκη και του λεγόμενου επιτελικού κράτους, που αποδείχθηκε σκοτεινό παρακράτος παρακολουθήσεων, ασύδοτος και ανεξέλεγκτος μηχανισμός ρεμούλας, συγκάλυψης μιντιακής μονοφωνίας και εξαγοράς. Απέναντι στα αίσχη που διαπράχθηκαν στα χρόνια αυτά και που τα κυβερνητικά φερέφωνα έκαναν κάθε τι για να τα αποσιωπήσουν και να τα σβήσουν από τη συλλογική μνήμη του, το ΚΚΕ συντάχθηκε με τη λογική του «μετά θα λογαριαστούμε» σε συμπόρευση με τον Τσίπρα και το Βαρουφάκη.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, εκμεταλλευόμενη την πανδημία, μετέτρεψε την αντιμετώπισή της σε μοχλό τρομοκράτησης, αστυνομοκρατικής κατάπνιξης και φίμωσης του λαού και της νεολαίας. Την αντιμετώπισε σαν ευκαιρία για να αποδιαλύσει το ΕΣΥ και να πριμοδοτήσει τους ιδιώτες κλινικάρχες, για να επιβάλει πρόστιμα και τιμωρητικές απολύσεις, για να επιβάλει το αντεργατικό τερατούργημα του Χατζηδάκη, για να προωθήσει τις ιδιωτικοποιήσεις παντού, που οικτρή συνέπειά τους στους σιδηροδρόμους ήταν το έγκλημα των Τεμπών. Από τις γυμναστικές επιδείξεις καθωσπρεπισμού και προσαρμογής την Πρωτομαγιά στο Σύνταγμα ως τον ενταφιασμό της απεργίας για το νόμο Χατζηδάκη και ως τις τεράστιες λαϊκές κινητοποιήσεις για την καταδίκη του εγκλήματος των Τεμπών, έγνοια της ηγεσίας του ΚΚΕ δεν ήταν η «κλιμάκωση» των αγώνων στην οποία ορκιζόταν αλλά η αποκλιμάκωση, το σιωπητήριο και η ταφόπλακα στους αγώνες, η μετατροπή των αγώνων σε εκλογοθηρικές εκστρατείες ενόψει τότε των εκλογών, που τελικά έγιναν στις 21 Μαΐου.
Σαν κατακλείδα, χαρακτηριστικό της τελευταίας περιόδου, είναι η υπερψήφιση από το ΚΚΕ μαζί με το ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ του μποναμά 600 ευρώ που προσφέρει η κυβέρνηση Μητσοτάκη στους φύλακες της «Ασφάλειας», προκειμένου να τους επιβραβεύσει για το κοπιαστικό έργο τους, να τονώσει το ηθικό τους και να σβήσει την κατακραυγή λίγο μετά από μία ακόμα δολοφονία νεαρού Ρομά από αστυνομικά πυρά.
Τέτοια είναι με δυο λόγια η δήθεν «μόνη πραγματική αντιπολίτευσή του». Σε αυτά και σε πολλά άλλα σαν αυτά συνοψίζονται οι διαφορές του Μ-Λ ΚΚΕ με την ιδεολογική και πολιτική γραμμή του ΚΚΕ.