Μία μέρα πριν τις εκλογές της 21ης Μάη, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανακοίνωσε την «επενδυτική βαθμίδα» που θα προκύψει από τις αξιολογήσεις των γνωστών οίκων αξιολόγησης «Fitch», «Standard and Poor’s» και Moody’s την επομένη των εκλογών.
Αφορά στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και συγκεκριμένα: το κρατικό χρέος απαλλάσσεται από την κατηγορία των «σκουπιδιών», τα εγχώρια χρεόγραφα θα γίνονται διεθνώς αποδεκτά, θα υπάρξει αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού, συμμετοχή στα προγράμματα της Ευρωπαϊκή Κεντρικής Τράπεζας κ.ά., τα οποία θα συμβάλλουν στο «επενδυτικό κλίμα», αλλά από την άλλη προϋποθέτουν την παραπέρα οικονομική εξόντωση του εργατικού και αγροτικού παράγοντα.
Θυμίζουμε πως η χώρα μας βγήκε από την «επενδυτική βαθμίδα» το 2010, ευθύς αμέσως μετά από τις αποφάσεις του ΔΝΤ και την κατάταξη του κρατικού χρέους στην κατηγορία «σκουπίδι». Τώρα, τόσο η ΝΔ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ αποδέχθηκαν με ικανοποίηση την νέα εξέλιξη, προφανώς για μετά τις εκλογές, στην οποία όποιος κι αν έρθει στην εξουσία θα κομπάζει αναλόγως για τις «επιτεύξεις» του. Άλλωστε, μπορεί μεν τα δύο κόμματα να μην είναι τα ίδια, ωστόσο στις υπόγειες διαδρομές τους ομονοούν σε τρία βασικά ζητήματα:
α) στο ζήτημα της ένταξης στην ΕΕ,
β) στο θέμα του ΝΑΤΟικής και αμερικανικής Συμφωνίας και
γ) στην αύξηση των «επενδύσεων» στην χώρα με την οικονομική στήριξη ντόπιων και ξένων μονοπωλίων.
Όλα αυτά συνοψίζονται στην εξάρτηση της χώρας από τα ξένα κέντρα, τα οποία παρεμβαίνουν απροκάλυπτα στις πολιτικές εξελίξεις. Ως προς το τρίτο ζήτημα επισημαίνουμε τη γλυκιά προσμονή των 30+6,7 δισ. του «Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας» της ΕΕ, που εισάγει το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ασφάλειας, τα «ευρωπαϊκά εξάμηνα», το τετραετές Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Σταθερότητας, το «πάγωμα» της επιδοματικής πολιτικής, τον αποκλεισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από το «Ταμείο» κλπ.
Η επανάκτηση της «επενδυτικής βαθμίδας» είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων, όπως για παράδειγμα η πορεία της οικονομίας, το χρέος, το πλεόνασμα ή έλλειμμα του προϋπολογισμού, η πορεία των μεταρρυθμίσεων αλλά και η πολιτική κατάσταση. Να σημειώσουμε πως τα 36,7 του «Ταμείου» θα χρηματοδοτηθούν από το ντόπιο χρηματοπιστωτικό σύστημα -δηλ. με χρήματα των λαϊκών νοικοκυριών-προς όφελος των «επενδυτών», αλλά και της επόμενης κυβέρνησης, η οποία θα ωφεληθεί από τον χαμηλότοκο δανεισμό που αποτελεί μέρος της «επενδυτικής βαθμίδας».
Από τη στιγμή που το «Ταμείο», αποτελεί ουσιαστικά νέο Μνημόνιο, συνοδεύεται από μία σειρά αντιλαϊκών προαπαιτούμενων και νέων σκληρών μέτρων, τα οποία καλείται να πληρώσει και πάλι ο λαός. Εξάλλου, η αναφορά στα νέα ματωμένα «πρωτογενή πλεονάσματα» της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, αυτά αποτελούν προϋπόθεση και για το «Ταμείο» και για την «επενδυτική βαθμίδα».
Με δυο λόγια, ο λαός δεν έχει σε τίποτα να ωφεληθεί από τις «ευοίωνες» προοπτικές της μεγαλοαστικής τάξης. Αντίθετα έχει να καταβάλει το τίμημα των επιλογών του πολιτικού προσωπικού της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, όποιο κι αν σχηματίσει κυβέρνηση, είτε αυτοδύναμη, είτε σε συνεργασία με άλλα αστικά κόμματα. Όμως, πέρα από το «Ταμείο» με τα γνώριμα αντιλαϊκά χαρακτηριστικά των Μνημονίων (αντεργατική νομοθεσία, αντιλαϊκές «μεταρρυθμίσεις» σε Παιδεία, Υγεία και Πρόνοια, πτωχευτικό Δίκαιο για τα νοικοκυριά, πλειστηριασμοί των «κόκκινων» δανείων των λαϊκών νοικοκυριών, ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, ιδιωτικοποίηση της Ασφάλισης κλπ), είναι σκόπιμο να εστιάσουμε στις επιπτώσεις που θα έχει για το λαό μας η «επενδυτική βαθμίδα».
Και πρώτα απ’ όλα την «κωδικοποίηση» και επέκταση της αντεργατικής νομοθεσίας. Πλάι στα 714 τερατουργήματα των μνημονιακών Νόμων, έρχεται να προστεθεί μία εξίσου μεγάλη αντιδραστική Νομοθεσία. Όσο για το ελληνικό αξιόχρεο, θα ανεβαίνει βαθμίδες, θα περιορίζονται οι ανάγκες για ταμειακά διαθέσιμα που βρίσκονται σήμερα, δηλαδή στα 35 με 40 δισ. €, και το ελληνικό δημόσιο θα μπορεί να προχωρήσει στη σταδιακή μείωσή τους σε επίπεδα ακόμα και των 15 δισ. €. Πάνω σ’ αυτά προέκυπτε το κόστος των προεκλογικών προγραμμάτων για το οποίο έριζαν η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο σήμερα, τα λαϊκά νοικοκυριά βογκάνε από την αύξηση των τιμών των προϊόντων λαϊκής κατανάλωσης, των μισθών και μεροκάματων που δεν φθάνουν για την κάλυψη ακόμα και στοιχειωδών αναγκών.
Φτώχεια, ανεργία, πλειστηριασμοί λαϊκών κατοικιών (πρόβλεψη για 700.000 πλειστηριασμούς από το νέο φορέα διαχείρισης που στηρίζει την αρπακτική διάθεση των διαφόρων ξένων funds και ντόπιων απατεώνων), φοροληστεία (με το 95% να αφανίζει τα λαϊκά νοικοκυριά), ενεργειακό, ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού (Νόμοι Κατρούγκαλου, Βρούτση, Αξιόγλου και Χατζιδάκη), ελαστικοποίηση και εντατικοποίηση της εργασίας, σφαγή των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και ελευθεριών ήταν το αποτέλεσμα της μνημονιακής πολιτικής της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ την τελευταία δεκαετία μετά την προσφυγή του Γ. Παπανδρέου προς το ΔΝΤ και την ΕΕ.
Ο πρωτογενής και δευτερογενής τομέας αποσαθρώθηκαν και ιδιαίτερα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που συνεχίζουν να βάζουν λουκέτο, προσθέτοντας άλλες 500.000 ανθρώπων στον εφεδρικό στρατό των ανέργων. Κοντά σ’ αυτά ήρθε και η επιδοματική κοροϊδία της κυβέρνησης Μητσοτάκη με τα διάφορα pass και «καλάθια», που δήθεν ανακούφισαν τα εργατολαϊκά νοικοκυριά. Η προοπτική της «επενδυτικής βαθμίδας» αφενός «παγώνει» την πολιτική των δεκάδων επιδομάτων, αφετέρου προωθεί προνόμια, ενισχύσεις και νομοθετική διευκόλυνση στο ντόπιο και ξένο «επενδυτικό» κεφάλαιο, αποκλειομένων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Η συγκέντρωση και η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, επεκτείνεται σε όλους τους τομείς της οικονομίας.
Παράλληλα, τόσο τα ντόπια και ξένα μονοπώλια όσο και οι τράπεζες θησαύρισαν από την εφαρμογή αυτής της αντεργατικής πολιτικής της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, η οποία τους χάρισε δισεκατομμύρια ευρώ με την νομοθετική και πολιτική τους στήριξη. Εξάλλου οι δήθεν «επενδύσεις» αφορούν κυρίως το ξεπούλημα μπιρ παρά (ΟΣΕ, ΔΕΗ, ΟΤΕ, αεροδρόμια και άλλων δημόσιων δομών, μέρους της Παιδείας και της Υγείας, του Ασφαλιστικού κ.ά.), καθώς και την επικείμενη παραχώρηση της ΕΥΔΑΠ και του νερού στα ξένα μονοπώλια. Αποτελούν το κάδρο των «αναπτυξιακών κινήτρων» και «του επενδυτικού κλίματος» (φοροαπαλλαγή, προνόμια, οικονομικές ενισχύσεις προς το κεφάλαιο) για το οποίο κομπάζει το πολιτικό προσωπικό της ντόπιας και ξένης ολιγαρχίας.
Η επερχόμενη δήθεν περιβαλλοντική προστασία του «εμπορίου των ρύπων», με μοχλό την «πράσινη ανάπτυξη» («Fit» for 55» που σηματοδοτεί την αύξηση των τιμών της ενεργειακής και ψηφιακής τεχνολογίας και της «ρήτρας αναπροσαρμογής» και των «τελών διανομής στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος), οι ΣΔΙΤ, η παραπέρα ιδιωτικοποίηση της δημόσιας δωρεάν Παιδείας και Υγείας, οι ναύλοι, οι πρώτες ύλες, η πολιτική του κόστους-οφέλους, η δήθεν θωράκιση της Δικαιοσύνης και των τραπεζών κ.ά., που ψήφισαν από κοινού ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, αποτελούν παραμέτρους της «επενδυτικής βαθμίδας» και της «δημοσιονομικής ισορροπίας» προς όφελος της ολιγαρχίας και των ξένων «επενδυτικών» μονοπωλίων, αλλά με τη συνεχιζόμενη αφαίμαξη της αγροτιάς και των λαϊκών νοικοκυριών.
Η αναβάθμιση της Ελλάδας από την «επενδυτική βαθμίδα» αποτελεί προϋπόθεση ώστε να επανέλθουν στην αχαλίνωτη κερδοσκοπία οι μεγάλες επιχειρήσεις, το Χρηματιστήριο και οι τράπεζες. Το κόστος δανεισμού στις διεθνείς αγορές θα μειωθεί σημαντικά, ενώ ταυτόχρονα θα μπορεί η επερχόμενη κυβέρνηση να προσελκύσει «επενδυτές» τόσο για τις μετοχές όσο και για τα ομόλογά της. Περιττό να πούμε πως το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων θα μετακυλιστεί στο λαό, προκαλώντας σημαντική οικονομική αφαίμαξη.
Σαν συμπέρασμα των νέων εξελίξεων μπορούμε να διαπιστώσουμε: α) την ένταση της πολιτικής των πιέσεων, εκβιασμών και απειλών των ξένων ιμπεριαλιστικών κέντρων και την άτακτη υποχώρηση και υποταγή των όποιων κυβερνήσεων στις απαιτήσεις των δανειστών που προοιωνίζουν νέα δεινά για το λαό μας, β) τη βέβαιη πρόβλεψη επικείμενων βάρβαρων μέτρων, που θα επιχειρηθεί να συγκαλυφθούν από την «επενδυτική βαθμίδα», γ) την πλήρη αποδοχή του καθεστώτος εξάρτησης και υποτέλειας που εξωραΐζεται από τις δημαγωγικές δηλώσεις Μητσοτάκη και Τσίπρα περί «αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας» και τέλος δ) τη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής της λιτότητας, που οδηγεί στην παραπέρα εξάπλωση της ανεργίας, της φτώχειας και της εξαθλίωσης κάτω από το βαρύ ζυγό της εξάρτησης από τον ευρωπαϊκό και αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
Σε αυτή τη νέα τροπή που επιβάλλουν τα ξένα κέντρα και το πολιτικό κατεστημένο της ντόπιας ξενόδουλης ολιγαρχίας, που επιβαρύνεται ξανά με κυβερνητικές «δεσμεύσεις», «μεταρρυθμίσεις», μηχανισμούς εποπτείας και αξιολόγησης, καθώς και ένα βαρύ φορτίο ασφυκτικών αντιλαϊκών μέτρων, ο μόνος δρόμος -που θα στρέφεται ενάντια σε κάθε αντιλαϊκή συμφωνία και σε κάθε αντιλαϊκό συμβιβασμό- δεν είναι άλλος από το μαζικό αγώνα του λαού μας ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση και την άγρια καπιταλιστική εκμετάλλευση.