Σας ευχαριστώ πολύ κύριε Πρόεδρε. Κύριε Υπουργέ, κυρίεςκαι κύριοι συνάδελφοι, θέλω να μείνω στο θέμα της ελληνογαλλικής κινηματογραφικής προσέγγισης και μάλιστα, ήταν μια ευκαιρία να δούμε και σε τι θεμέλια μπορεί να βασισθεί ή τουλάχιστον τι λέει η ιστορία ανάμεσα στον ελληνικό και γαλλικό κινηματογράφο και υπάρχουν βαθιές ρίζες.
Αν διαβάσει κάποιος θα δούμε από την εποχή του Ανρί Λακρουάμέχρι και την Αγλαΐα Μητροπούλου, δηλαδή τη δεκαετία του ‘50 και του ‘60 που είχαμε την ελληνική και γαλλική ταινιοθήκη, υπάρχουν βάσεις. Λογχεύει όμως ο κίνδυνος να μην έχουμε μια εμπορευματοποίηση, αν θέλετε, της έβδομης τέχνης επάνω στον ελληνικό και γαλλικό κινηματογράφο, μην ξεχνάμε ότι και ο Βασίλης Κεκάτος ως σκηνοθέτης βραβεύθηκε στο Φεστιβάλ Καννών αλλά να μην λησμονούμε και κάποιες ταινίες που είναι επηρεασμένες από τη γαλλική κουλτούρα,από αυτό το γαλλικό … δηλαδή,όπως είναι ο αείμνηστος Θόδωρος Αγγελόπουλος αλλά και ο Κώστας Γαβράς, σκηνοθέτης ο οποίος σηματοδότησε, αν θέλετε, αυτή την ελληνογαλλική, θα λέγαμε, κινηματογραφική, πολιτιστική προσέγγιση από τότε που ο ίδιος ο Κώστας Γαβράς ήταν Πρόεδρος στη Γαλλική Ταινιοθήκη ή από την εποχή του Ζιλ Ντασέν και αυτά είναι γνωστά. Άρα, λοιπόν, βάσεις υπάρχουν.
Επειδή ο κινηματογράφος,το ξέρει ο καθείς, περνάει μηνύματα οικονομικού, κοινωνικού κυρίως περιεχομένου, δηλαδή, μπορεί να αντικατοπτρίσει, αν θέλετε, τον πολιτισμό, την κουλτούρα, το επίπεδο λαών και επειδή υπάρχουν βάσεις της ελληνογαλλικής φιλίας, εμείς ως Ελληνική Λύση όμως κρατάμε κάποιες επιφυλάξεις, τις οποίες θα τις αναπτύξουμε βέβαια και κατ’ άρθροστην Ολομέλεια.Ξέρετε η εμπορευματοποίηση κάποιων κινηματογραφικών παραγωγών είναι αυτό το οποίο μας προβληματίζει, μας προβληματίζει για να μην έχουμε μια μετάλλαξη, αλλοίωση μιας κινηματογραφικής συμπαραγωγής κ. Υπουργέ, που έχουν τοποθετηθεί βάσεις κουλτούρας,βάσεις ποιότητας και ανθρώπων οι οποίοι διέπρεψαν ως σκηνοθέτες και ως ηθοποιοί. Υπάρχουν αυτές οι επιφυλάξεις διότι η εμπορευματοποίηση μπορεί πραγματικά να αλλοιώσει μηνύματα, να αλλοιώσει τη σύνθεση, για παράδειγμα, κάποιων αλλοδαπών οι οποίοι δεν θα είναι Έλληνες ή Γάλλοι, προκειμένου αυτοί να βάλουν τη δική τους πινελιά, να βάλουν τη δική τους σφραγίδα. Αυτό το αναφέρω απέναντι σε μία πλούσια ιστορία από τη δεκαετία ακόμη του ’50, δηλαδή,δεν είναι κάτι τωρινό αυτή η σύμπραξη, αυτή η συμπαραγωγή ελληνικού και γαλλικού κινηματογράφου, απέναντι, αν θέλετε, σε μία χολιγουντιανή εμπορευματοποίηση που έχει κατακλύσει τις τελευταίες δεκαετίες. Καλό είναι η έβδομη τέχνη να κρατήσει τα σκήπτρα, να κρατήσει δηλαδή αυτά τα μηνύματα που πρέπει να δώσει, αν θέλουμε να αναδείξουμε έναν ποιοτικό ελληνικό και γαλλικό κινηματογράφο σε μία χημεία πολιτιστική, κινηματογραφική, η οποία μπορεί να έλθει και να δημιουργήσει μια πάρα πολύ καλή αντίδραση για το κοινό. Θέλει όμως προσοχή. Θέλει προσοχή και για κάποιες αποφάσεις που για μία ακόμη φορά εμείς θα πούμε ότι μπορεί να είναι δυστυχώς «Κρεωντικές» και το λέω αυτό από πλευράς κάποιων προσώπων, οι οποίοι θα κινούν τα νήματα και θα καθορίζουν αυτές τις συμπαραγωγές.
Σε ό,τι αφορά στην κύρωση της παρούσας Συμφωνίας, είναι γνωστό, καταργείται αυτό που είχε από τις 12 Οκτωβρίου του 1973, δηλαδή αυτή η Συμφωνία επί των ελληνογαλλικών κινηματογραφικών σχέσεων, η οποία κυρώθηκε βέβαια με ένα νομοθετικό διάταγμα του 1974 και αντικαθίστανται από την προς Κύρωση Συμφωνία. Πρέπει να εναρμονιστούμε, πρέπει να εγκλιματιστούμε, αυτό δεν είναι κακό. Ειδικότερα, διαφοροποιούνται με την παρούσα Συμφωνία … συμμετοχήςσε συμπαραγωγές σε σχέση με τη Συμφωνία του 1973, καθώς μειώνεται το ελάχιστο και αυξάνεται το μέγιστο ποσοστό συνεισφοράς, τα οποία διαμορφώνονται σε 10% από 30% ή 20% και 90% από 70% και 80% αντίστοιχα. Να μην μπλέξουμε με τα νούμερα αλλά και αυτό επί τοις εκατό στο θέμα της ποσόστωσης έχει τη σημασία του.