Κυριάκος Μητσοτάκης: Συζήτηση για το νομοσχέδιο για την Παιδεία

«Καταρχάς να ευχηθώ περαστικά στον συνάδελφο τον κ. Αλεξιάδη -πληροφορήθηκα ότι έχει μια περιπέτεια με την υγεία του- ευχόμαστε όλα τα καλά και σύντομα πάλι μαζί μας.

Κύριες και κύριοι βουλευτές,

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, «η Παιδεία είναι ο δεύτερος ήλιος των ανθρώπων». Και, ακριβώς, αυτή την ακτινοβολία του «δεύτερου ήλιου» υπηρετεί το νομοσχέδιο, το οποίο συζητούμε σήμερα. Είναι μία τολμηρή, μια συνεκτική δέσμη μεταρρυθμίσεων, που απελευθερώνει την ανώτατη εκπαίδευση από τον ασφυκτικό έλεγχο του Υπουργείου. Είναι μια δέσμη μεταρρυθμίσεων που καθιερώνουν την αξιολόγηση στα πανεπιστήμια, συνδέοντάς την με την χρηματοδότησή και την παραγωγή επιστημονικού έργου. Είναι μια δέσμη μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την έρευνα, αίροντας αγκυλώσεις γραφειοκρατίας που, δυστυχώς, την καθηλώνουν -όπως γνωρίζουν πολύ καλά, συνάδελφοι βουλευτές οι οποίοι είναι και πανεπιστημιακοί- οι οποίοι την καθηλώνουν την έρευνα εδώ και δεκαετίες. Αυτό το τρίπτυχο «σχεδιασμός-αξιολόγηση-ευελιξία» συμπυκνώνει το περιεχόμενο και τους στόχους των διατάξεων που εισηγείται, σήμερα, η κυβερνητική πλειοψηφία. Θεωρώ, όμως, ότι το πνεύμα τους είναι πολύ ευρύτερο. Θα έλεγα ότι είναι καθολικό. Η Παιδεία -το λέμε πολλές φορές σε αυτή την αίθουσα- αποτελεί πεδίο εθνικό και καθώς στη χώρα μας η δημόσια εκπαίδευση υπήρξε ανέκαθεν ιμάντας κοινωνικής κινητικότητας, μοχλός ατομικής προκοπής, αναδεικνύεται και σήμερα ως το πολιτικό σύνορο ανάμεσα στην πραγματική πρόοδο και στην καμουφλαρισμένη συντήρηση. Σε αυτά, λοιπόν, τα μεγάλα ζητούμενα καλείται να απαντήσει, τώρα, η Πατρίδα μας. Και η Κυβέρνησή μας σηκώνει το γάντι στις προκλήσεις των καιρών. Για αυτές τις θέσεις της, άλλωστε -μαζί με εκείνες για την Οικονομία και την Ασφάλεια των πολιτών- ψηφίστηκε από τους πολίτες και είναι αποφασισμένη να τις κάνει πράξη!

Στην αρχή της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα -με τον σκληρό διεθνή ανταγωνισμό, την κούρσα της τεχνολογίας, τις μεγάλες προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής, τα στοιχήματα της πράσινης ανάπτυξης- η εκπαίδευση παίρνει τον χαρακτήρα της πιο σημαντικής επένδυσης για κάθε τόπο. Δεν είναι τυχαίο ότι όλα τα προηγμένα κράτη συνδέουν το μέλλον τους με αυτήν και ιδίως με την τριτοβάθμια εκπαίδευση και την μεταπτυχιακή έρευνα. Και η Ελλάδα; Η Ελλάδα, δυστυχώς, εισέρχεται σε αυτό τον «πόλεμο της γνώσης» απογυμνωμένη: Μόλις πέρυσι, χωρίς προετοιμασία, χωρίς καμία ακαδημαϊκή αξιολόγηση, αναδιατάχθηκε ο ακαδημαϊκός χάρτης της χώρας. Με κριτήρια αμιγώς ψηφοθηρικά, λίγο πριν τις εκλογές, ιδρύθηκαν ανά την επικράτεια νέα πανεπιστημιακά τμήματα, αμφίβολης βιωσιμότητας. Πολλά εκ των οποίων -το θυμόμαστε καλά- ιδρύθηκαν με βουλευτικές τροπολογίες, τις οποίες έκανε δεκτές ο υπουργός, στην κυριολεξία, την τελευταία στιγμή.

Την ίδια ώρα που συνέβαινε αυτό, έμπαινε, μεθοδικά, στο περιθώριο η Ανεξάρτητη Αρχή, που ήταν  αρμόδια για την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου. Χωρίς αντικειμενικά κριτήρια επιδόσεων, τα κονδύλια για τα πανεπιστήμια συσσωρεύονταν στο ταμείο του Υπουργείου για να μοιραστούν κατά το δοκούν. Ενώ οι «Ειδικοί Λογαριασμοί Έρευνας» βάλτωναν στη γραφειοκρατία, με συνέπεια όλο και περισσότερα ερευνητικά-επιστημονικά προγράμματα να εγκαταλείπουν τα ελληνικά ανώτατα ιδρύματα. Αδιάψευστος μάρτυρας, ο Ευρωπαϊκός Ερευνητικός Δείκτης: To 2018, η χώρα μας είχε 19.852 επιστημονικές δημοσιεύσεις, η Αγγλία είχε 211.000, η Γερμανία 180.000, η Γαλλία 120.000, άλλες τόσες και η Ιταλία. Πρόκειται, βέβαια, για χώρες με μεγαλύτερο πληθυσμό και με παράδοση στην έρευνα. Αλλά και κατά κεφαλήν αναγωγή να κάνετε, θα αντιληφθείτε το βαθμό της υστέρησης. Και αυτή η υστέρηση δίνει και το μέτρο της προσπάθειας που έχουμε να κάνουμε.

Όμως, υπάρχει και μια άλλη όψη: Το γεγονός ότι και μέσα σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες η Ελλάδα συγκρατείται ακόμα στην 17η θέση μεταξύ 38 κρατών, ένα δηλώνει: Ότι το δημόσιο πανεπιστήμιο αντιστέκεται και παράγει. Και ότι παρά το μεθοδικό ξήλωμα της σημαντικής μεταρρύθμισης του 2011, οι «εργάτες» του -οι καθηγητές, οι φοιτητές, οι ερευνητές- επιμένουν να προκόβουν, υπερβαίνοντας τα εμπόδια που το ίδιο το κράτος συχνά βάζει. Και αυτές οι νησίδες της προόδου και της αριστείας είναι εδώ, είναι μαζί μας, μας καλούν να τις πολλαπλασιάσουμε μέσα από ένα συνολικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο. Θα το ξαναπώ: Έχω βαθιά πίστη στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο. Το οποίο, όμως, θα ανοίξει πραγματικά τα φτερά του μόνο αν του δοθούν οι δυνατότητες να αποφασίζει το ίδιο για το ταξίδι του στη γνώση και την έρευνα. Κάτι που επιχειρεί να κάνει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Είναι μια πρόταση Ελευθερίας για τα δημόσια πανεπιστήμια. Μια πρόταση χειραφέτησης. Μια πρόταση Ελευθερίας αλλά και ευθύνης, ταυτόχρονα.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Στα παραπάνω δεδομένα απαντάμε, σήμερα, με ένα νομοσχέδιο το οποίο κάνει τρία σημαντικά βήματα που οδηγούν τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια στη νέα εποχή: Βήμα πρώτο. Η χώρα αποκτά Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης. Ένα όργανο το οποίο έρχεται να αντικαταστήσει την παλιά ΑΔΙΠ με διευρυμένες, όμως, με ενισχυμένες αρμοδιότητες. Κυρίως, όμως, να αποτελέσει και ένα θεσμικό αντίβαρο στις όποιες παρεμβάσεις της εκάστοτε Κυβέρνησης, του εκάστοτε Υπουργού. Είναι στην ουσία ένα ανεξάρτητο όργανο προώθησης της αυτονομίας της Παιδείας απέναντι σε ένα συγκεντρωτικό «κράτος-πατερούλη». Γιατί η Εθνική Αρχή θα είναι, στο εξής, ο έγκυρος αρωγός της Πολιτείας στη χάραξη μιας μακρόπνοης στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση. Μιας στρατηγικής η οποία -όλοι θα συμφωνήσουμε, φαντάζομαι- ότι θα πρέπει να ξεπερνάει και τον ορίζοντα του εκάστοτε εκλογικού κύκλου. Ακριβώς γι΄ αυτό και πρέπει, κυρία Υπουργέ, να συγκροτείται από πρόσωπα υψηλού, υψηλοτάτου, ακαδημαϊκού επιπέδου: Ο Πρόεδρός θα επιλέγεται από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, ενώ τα μέλη του Ανώτατου Συμβουλίου, όπως και του Συμβουλίου Αξιολόγησης και Πιστοποίησης, θα ορίζονται από τον Πρόεδρο της Αρχής και από δύο καθηγητές πρώτου βαθμού. Λειτουργώντας ανεξάρτητα, αξιοποιώντας διεθνή πρότυπα, αποφασίζοντας με κριτήρια επιστημονικά, τα στελέχη της νέας Αρχής θα συμβάλουν, σταδιακά, μεθοδικά, στην αναδιάταξη, αλλά  και στην κατανομή των τμημάτων ανά την επικράτεια. Όχι, πλέον, με όρους τοπικισμού ή ψηφοθηρικών κελευσμάτων. Αλλά με βάση τις υπαρκτές ανάγκες και της κοινωνίας αλλά και της οικονομίας. Η κεντρικότερη, όμως, αποστολή αυτού του νέου θεσμού είναι η συνεχής αξιολόγηση των ανώτατων ιδρυμάτων με κριτήρια τα οποία θα προτάσσουν τον παραγωγικό ρόλο αλλά και την κοινωνική διάσταση των πανεπιστημίων. Ώστε κάθε σχολή να μπορεί να ακολουθεί, πια, τη δική της δυναμική. Με μετρήσιμους στόχους, να αναβαθμίζεται διαρκώς. Μία διαδικασία, που γεφυρώνεται με την επόμενη μεγάλη τομή του νομοσχεδίου που δεν είναι άλλο από το βήμα το τολμηρό, το οποίο κάνουμε, να συνδέσουμε την αξιολόγηση των πανεπιστημίων με τη χρηματοδότησή τους.

Έτσι, τα κονδύλια του κρατικού Προϋπολογισμού δεν θα διατίθενται, πλέον, με βάση τα σχέδια των Υπουργών, τις παρεμβάσεις βουλευτών ή διαφόρων ομάδων πίεσης. Αλλά με όρους επιδόσεων στη μόρφωση και στον καθημερινό πολιτισμό που θα διαμορφώνεται μέσα από τις σχολές. Και το σύνολο των ιδρυμάτων θα βαθμολογείται μέσω μιας διευρυμένης βεντάλιας κριτηρίων: Από το διεθνές επιστημονικό τους αποτύπωμα, από την απορρόφηση των αποφοίτων τους στην αγορά εργασίας, μέχρι το σεβασμό στην ισότητα των φύλων, την παροχή προσβασιμότητας σε άτομα με ειδικές ανάγκες στην καθημερινή τους λειτουργία. Όπως συμβαίνει, δηλαδή, σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου.  Προσοχή, όμως: Το Κράτος εξακολουθεί να εγγυάται τη βιωσιμότητα  των σχολών: H ετήσια επιχορήγηση θα καταρτίζεται κατά 80% βάσει αντικειμενικών δεδομένων, αριθμός φοιτητών, κόστος σπουδών, γεωγραφική θέση του κάθε ιδρύματος. Όμως, σε ποσοστό 20% θα καθορίζεται από δείκτες, που θα επιλέγουν τα ίδια: ποιότητα διδασκαλίας, πρωτοτυπία της επιστημονικής έρευνας, δυναμική εξωστρέφεια. Όλα αυτά θα αποτελούν, ένα κίνητρο για μεγαλύτερη κρατική χρηματοδότηση.

Το τρίτο σημαντικό βήμα που κάνει το νομοσχέδιο είναι η απελευθέρωση της έρευνας και της καινοτομίας. Οι δύο αυτοί δείκτες μπορεί, σήμερα, να αποτελούν κεντρικές προτεραιότητες σε όλα τα ανεπτυγμένα κράτη, αφού εκεί κρύβεται η ανταγωνιστικότητα των οικονομιών τους, στην Ελλάδα, όμως, κινδυνεύουν να μετατραπούν σε έναν εφιάλτη που κρύβεται πίσω από τέσσερα γράμματα: ΕΛΚΕ. Διαβόητοι «Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων και Έρευνας» δημιουργήθηκαν ως μια πηγή άρδευσης, υποτίθεται, πρωτοπόρων επιστημονικών προγραμμάτων που φύονται στα ελληνικά πανεπιστήμια. Στην πράξη, όμως, κατέληξαν ολοένα και πιο δαιδαλώδεις  και αδιαφανείς μηχανισμοί, μακριά από τους στόχους τους. Η Υπουργός όπως και πολλοί συνάδελφοι εξέθεσαν συγκεκριμένα παραδείγματα γύρω από την αφόρητη γραφειοκρατία που διέπει το σημερινό πλαίσιο λειτουργίας των ειδικών λογαριασμών Κονδυλίων και Έρευνας. Αυτό, αλλάζει. Οι νέες ρυθμίσεις απαλλάσσουν τους επιστημονικούς υπεύθυνους της έρευνας από διαδικαστικά βάρη τα οποία θεωρούμε ότι είναι παντελώς περιττά. Η λειτουργία των ΕΛΚΕ γίνεται απλούστερη, γίνεται γρηγορότερη, γίνεται περισσότερο διαφανής τελικά και λιγότερο γραφειοκρατική. Η στόχευση κάθε προγράμματος έτσι θα  εξειδικεύεται. Η εξέλιξή του θα παρακολουθείται και η πρόοδός του θα είναι διαρκώς μετρήσιμη. Αυτό εξάλλου ήταν και πάγιο αίτημα των ερευνητών και των πανεπιστημιακών όλης της χώρας. Το ικανοποιούμε σήμερα. Είμαι σίγουρος ότι θα τονώσει την καινοτομία και την έρευνα που τόσο έχει ανάγκη η εθνική οικονομία.

Κυρίες και κύριοι βουλευτές,

Παρουσίασα συνοπτικά τις τρεις μεγάλες τομές του νομοσχεδίου. Είναι μια συνέχεια πολλών πρωτοβουλιών για την ανώτατη Παιδεία, που ξεκίνησαν με την προσπάθεια για την αποκατάσταση του πραγματικού πανεπιστημιακού ασύλου. Συνεχίστηκαν με την έναρξη των ξενόγλωσσων προγραμμάτων και την απελευθέρωση των μεταπτυχιακών σπουδών και συνοδεύονται από την ενίσχυση των συνεργασιών με φημισμένα ιδρύματα άλλων χωρών.  Στο πλαίσιο της πρόσφατης επίσκεψης που κάναμε στις Η.Π.Α., μαζί με την υπουργό Παιδείας, είχαμε την ευκαιρία να διαγνώσουμε το εντονότατο ενδιαφέρον, σημαντικότατων αμερικανικών πανεπιστημίων  και τεχνολογικών ιδρυμάτων  για συνεργασία με ελληνικά πανεπιστήμια. Ενδεικτικά, αναφέρω ότι σε μία ανοιχτή πρόσκληση την οποία κάναμε για να διαγνώσουμε αυτό το ενδιαφέρον, να εντάξουμε αμερικανικά πανεπιστήμια σε ένα πρόγραμμα για 12 πανεπιστήμια τα οποία θα επισκεφτούν  τη χώρα μας τα τέλη Μαρτίου, είχαμε 190 αμερικανικά πανεπιστήμια τα οποία εκδήλωσαν ενδιαφέρον να διερευνήσουν τις προοπτικές συνεργασίας με ελληνικά δημόσια ακαδημαϊκά ιδρύματα. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, τις τεράστιες  προοπτικές οι οποίες ανοίγονται σε αυτό το πεδίο. Θέλω να χαιρετίσω και τη σημαντική προσπάθεια την οποία κάνει το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο με το πρώτο ξενόγλωσσο  πρόγραμμα το οποίο προσφέρεται σε φοιτητές του εξωτερικού με δίδακτρα κατά την άποψή μου εξαιρετικά λογικά για την ποιότητα των γνώσεων που θα παρέχει και το οποίο ήδη έχει αρχίσει να διαφημίζει στο εξωτερικό και μπορώ να σας πω ότι συγκεντρώνει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον από φοιτητές του εξωτερικού. Εξάλλου ποιος δεν θα ήθελε να έρθει να σπουδάσει ιστορία, φιλοσοφία, κλασικές σπουδές στην Ελλάδα, στο Εθνικό Καποδιστριακό  Πανεπιστήμιο. Και όμως όλα αυτά τα τελείως αυτονόητα για τη δική μας παράταξη, τουλάχιστον δεν έγιναν πράξη, εδώ και τόσα χρόνια,  ήρθε η ώρα να σπάσουμε αυτό το ταμπού των ιδεοληψιών και να κάνουμε επιτέλους, όλοι μαζί, ένα μεγάλο άλμα  για το μέλλον.

Το πλαίσιο το οποίο θέτουμε σε εφαρμογή, δίνει στο ακαδημαϊκό και στο ερευνητικό προσωπικό των ανώτατων ιδρυμάτων κίνητρα για  να  μπορούν να βελτιώνουν το επιστημονικό τους έργο, και να αναβαθμίσουν ταυτόχρονα και τη δική τους θέση. Και οι φοιτητές με αυτόν τον τρόπο θα  αποκτούν πρόσβαση σε προγράμματα σπουδών σύγχρονα και από καθηγητές αυξημένων προσόντων. Κάτι που αυτόματα καθιστά πιο ισχυρά και πιο ανταγωνιστικά τα πτυχία τους. Αλλά και οι υποψήφιοι φοιτητές θα επιλέγουν, καθώς η διαδικασία της αξιολόγησης θα παρέχει σε αυτούς και στις οικογένειές τους μια σαφή και αντικειμενική εικόνα του επιπέδου σπουδών της σχολής ή του τμήματος που τελικά θα επιλέξουν. Και τελικά τα  πανεπιστήμια, και αυτό είναι το πιο σημαντικό αποκτούν τα ίδια, τη δυνατότητα να καθορίζουν την πορεία τους, διαχειριζόμενα ανάλογα και τους πόρους τους. Και βέβαια κυρία Υπουργέ, θέλω να τονίσω ότι με αυτόν τον τρόπο, ένα βάρος της ευθύνης περνάει πια από το Υπουργείο Παιδείας στις διοικήσεις των δημόσιων πανεπιστημίων. Μερικές φορές αισθάνομαι ότι υπήρχαν πρυτάνεις και διοικήσεις που ίσως κάπου να βολεύονταν με αυτήν τη λογική  ότι τελικά όλες τις σημαντικές αποφάσεις θα πρέπει να τις λάβει ο Υπουργός ή η Υπουργός Παιδείας.  Αυτό αλλάζει τώρα. Ελευθερία, όπως σας είπα και πριν, σημαίνει ευθύνη και η ευθύνη αυτή θα αποτυπωθεί μέσα από μια διαδικασία αξιολόγησης που θα μετατοπίσει τελικά το βάρος της λήψης των σημαντικών αποφάσεων  από το Υπουργείο στα ίδια τα πανεπιστήμια. Έτσι τουλάχιστον, αντιλαμβάνομαι προσωπικά την έννοια του αυτοδιοίκητου των  πανεπιστημίων και όχι συνταγματικά μεν  κατοχυρωμένη, πλην όμως στην πράξη ακυρωμένη από ένα σύστημα το οποίο τελικά μετέθετε σημαντικές αποφάσεις πάντα στην γραφειοκρατία του Υπουργείου ή τελικά στον ίδιο τον Υπουργό.

Θέλω να τονίσω ότι οι μεταρρυθμίσεις για τις οποίες μιλάμε σήμερα και από τις οποίες πιστεύω ότι θα προκύψουν πολύ σημαντικά οφέλη για το δημόσιο πανεπιστήμιο δεν θα στοιχίσουν ούτε ένα ευρώ -επαναλαμβάνω ούτε ένα ευρώ-  στα δημόσια ταμεία! Οι μεγάλες αλλαγές συχνά δεν είναι ζήτημα χρημάτων, αλλά απόφασης.

Το αντίθετο θα σας έλεγα. Το να μπορέσει η χώρα μας να μετατραπεί σε ένα περιφερειακό εκπαιδευτικό κέντρο προσελκύοντας φοιτητές από το εξωτερικό, οι οποίοι θα καταβάλλουν δίδακτρα για να μπορούν να σπουδάζουν προπτυχιακά ή μεταπτυχιακά στην Ελλάδα, θα δώσει τη δυνατότητα στα πανεπιστήμια να έχουν μια σημαντική πρόσθετη πηγή εσόδων. Η απελευθέρωση του ΕΛΚΕ από την γραφειοκρατία -του προηγούμενου καθεστώτος- θα τους δώσει τη δυνατότητα να διεκδικήσουν περισσότερα ερευνητικά προγράμματα, να είναι ακόμα πιο ανταγωνιστικά στον Ευρωπαϊκό ερευνητικό χάρτη.

Το νομοσχέδιο συμπεριλαμβάνει και άλλες διατάξεις τις οποίες κρίνω ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικές, όπως η θέσπιση -για πρώτη φορά στη χώρα- του Κρατικού Πιστοποιητικού Πληροφορικής. Αλλά και την συμβολική δυνατότητα, συμβολική αλλά ταυτόχρονα πολύ ουσιαστική δυνατότητα που δίνουμε στα σχολεία να μπορούν να αποφασίζουν τα ίδια για τις μαθητικές εκδρομές. Θυμάμαι, να μου περιγράφει η Υπουργός πόσα διαφορετικά στάδια αδειών και υπογραφών χρειαζόντουσαν για να μπορέσει ένα σχολείο να κάνει μια μαθητική εκδρομή. Αυτό αλλάζει πια. Έχουμε αρκετή εμπιστοσύνη στα σχολεία και στις διευθύνσεις τους, να μπορούν να αποφασίζουν τα ίδια για το που θα πηγαίνουν εκδρομές.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Η κρίση μάς έκανε να συνειδητοποιήσουμε ότι η επένδυση στην Παιδεία αποτελεί μια προϋπόθεση εθνικής επιβίωσης. Πιστεύω ότι όλοι μας αφήνουμε πίσω αυτό το απατηλό στερεότυπο ενός πτυχίου το οποίο απλά αποτελεί το αυτόματο διαβατήριο για μια σίγουρη δουλειά είτε στο Δημόσιο, είτε στον ιδιωτικό τομέα. Έχουν αλλάξει οι καιροί πια και έχει έρθει η ώρα να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα. Και οι σημερινοί φοιτητές, είναι οι πρώτοι οι οποίοι γνωρίζουν, ότι ο πανεπιστημιακός τίτλος που θα αποκτήσουν δεν πρέπει να είναι ένα ξερό χαρτί. Το ειδικό βάρος του θα κρίνεται απ’ τη σκληρή δουλειά που προηγήθηκε στη σχολή που τον χορήγησε. Οι αυστηροί κριτές του μέλλοντός δεν θα είναι, πια, μια δημόσια υπηρεσία η οποία θα δώσει σε κάποιον ο οποίος διεκδικεί την είσοδό του στο Δημόσιο τον χαρακτηρισμό Π.Ε. και όχι Δ.Ε.. Οι αυστηροί κριτές του μέλλοντος θα είναι άλλοι. Θα είναι η μεταβαλλόμενη κοινωνία και η ανταγωνιστική οικονομία. Γι’ αυτό, ακριβώς, και δεν σταματάμε. Θα ακολουθήσει ένα πλήρες σχέδιο για μεταρρυθμίσεις στη δευτεροβάθμια και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Θα το κάνουμε με μέθοδο, με διάλογο, χωρίς αιφνιδιασμούς, χωρίς εκπλήξεις. Αν και έχουμε ήδη περιγράψει σε μεγάλη λεπτομέρεια ποιες είναι οι προθέσεις μας, σχετικά με την αναμόρφωση των σχολείων, θα διεξάγουμε αυτόν τον διάλογο, όμως, ταυτόχρονα με την αποφασιστικότητα ότι έχει έρθει η ώρα να γυρίσουμε σελίδα. Με νέα μαθήματα με νέους τρόπους διδασκαλίας, που θα δίνουν την πρωτοβουλία στους διδάσκοντες, στους καθηγητές, στους δασκάλους, στους διευθυντές και όχι στο Υπουργείο. Στο λύκειο, στο γυμνάσιο, στο δημοτικό, στο νηπιαγωγείο χτυπά, τελικά, η καρδιά της γνώσης. Όπως και στην προσχολική αγωγή, στην προσχολική ηλικία διαμορφώνεται και ο σκελετός των χαρακτήρων των αυριανών πολιτών. Διαμορφώνονται εν πολλοίς και ενδεχόμενες ανισότητες, που θα συνοδεύουν τα παιδιά για το υπόλοιπο της ζωής τους.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Ίσως σε κάποιους αυτά τα λόγια μου να ακούγονται ως συμβουλές. Είναι, όμως, οι πολιτικές μου θέσεις που τις διατυπώνω στη γλώσσα της αλήθειας: Χωρίς σύγχρονη Παιδεία, έρευνα και καινοτομία δεν υπάρχει νέος πλούτος και ευημερία. Χωρίς ευημερία και κοινωνική συνοχή δεν υπάρχει μέλλον για έναν τόπο! Αυτό το μέλλον είμαστε έτοιμοι να το χτίσουμε. Τώρα ξέρουμε και μπορούμε! Μόλις προχθές, είδα μία δημοσκόπηση, σύμφωνα με την οποία -σχεδόν 8 στους 10 Έλληνες- 78%, αν δεν κάνω λάθος, δήλωσε πως συμφωνεί με τη σύνδεση της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων με την αξιολόγησή τους. Είναι ένα ακόμα μήνυμα  ωριμότητας των πολιτών, και νομίζω ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις έχουμε καθήκον αυτό το μήνυμα να το ακούσουμε και να συμβαδίσουμε με το αίτημα της κοινωνίας. Η ουσία του νομοσχεδίου, μέχρι στιγμής, απ’ όσο έχω παρακολουθήσει τη συζήτηση, έχει συναντήσει σποραδικές αντιδράσεις. Εκκινούσαν περισσότερο από συντεχνιακές λογικές ή από την ανάγκη να υπερασπιστεί η Αξιωματική Αντιπολίτευση την πολιτική την οποία ακολούθησε. Η ακαδημαϊκή κοινότητα, όμως, στη μεγάλη της πλειοψηφία, συντάχθηκε με το πνεύμα του νομοσχεδίου, συμφώνησε με το γράμμα του. Καλό είναι λοιπόν, ο κάθε βουλευτής πριν από την ονομαστική ψηφοφορία να ξανασκεφτεί τη θέση του πριν διατυπώσει  ένα αβασάνιστο «όχι». Ο χώρος της εκπαίδευσης απαιτεί την ίδια αίσθηση ευθύνης ανάλογη με αυτή των εθνικών θεμάτων. Και καλό θα ήταν επιτέλους, να μην βάζουμε  το μέλλον των νέων μας στην αρένα του κομματικού ανταγωνισμού. Μπορούμε να διαμορφώσουμε μια εθνική συναίνεση για να φτιάξουμε μαζί τα δημόσια πανεπιστήμια της Ελλάδας. Με ερευνητικά προγράμματα, που θα ενισχύουν την εθνική οικονομία. Με σύγχρονες σπουδές, που θα οδηγούν, τελικά, τα παιδιά μας σε καλές δουλειές, με ελευθερία και δημιουργία για τις επόμενες γενιές. Και τότε, ποιος ξέρει; Ίσως συμμεριστώ και εγώ ένα παλιό σύνθημα που ακουγόταν στα αμφιθέατρα από την αριστερά: «Πρώτοι στα μαθήματα, Πρώτοι στον αγώνα!».

Σας ευχαριστώ πολύ».

Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή1 Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή3 Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή4 Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή8 Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή9

Προηγούμενο άρθροΒιωματικά Σεμινάρια από τον «Έρασμο» και στην Αλεξάνδρεια
Επόμενο άρθροΣυλλόγος Προσκυνητών Αγίου Όρους Αλεξάνδρειας: Τακτική Γενική Συνέλευση