Συνέντευξη Τύπου του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη μετά την ολοκλήρωση των εργασιών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βερσαλλίες
Καλησπέρα σας. Ολοκληρώθηκε πριν από λίγο το άτυπο Συμβούλιο Κορυφής των Βερσαλλιών, με την υιοθέτηση της Διακήρυξης των Βερσαλλιών καθώς και ενός κειμένου το οποίο αποτυπώνει τις απόψεις των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων για τα ζητήματα που αφορούν συγκεκριμένα στην ουκρανική κρίση.
Επιτρέψτε μου καταρχάς να εκφράσω για ακόμη μια φορά τον αποτροπιασμό μου, την οδύνη μου, για τις εικόνες τις οποίες βλέπουμε από την Ουκρανία με θύματα αμάχους.
Είχα την ευκαιρία να επισημάνω ακόμα μια φορά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το έντονο ενδιαφέρον της πατρίδας μας για τους ομογενείς μας στη Μαριούπολη, που είναι μια από τις πόλεις που δοκιμάζεται αυτή τη στιγμή από τον ρωσικό βομβαρδισμό.
Επισήμανα για ακόμη μια φορά την ανάγκη να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να επιτευχθεί κατάπαυση του πυρός και να μπορέσουν να δρομολογηθούν, να οργανωθούν, ανθρωπιστικοί διάδρομοι που θα επιτρέψουν σε αυτούς οι οποίοι θέλουν να αποχωρήσουν από την εμπόλεμη ζώνη, να το κάνουν με ασφάλεια.
Βέβαια, στα πλαίσια της συζήτησης στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στο γεγονός ότι ήδη στην Ευρώπη έχουν φτάσει πάνω από 2 εκατομμύρια πρόσφυγες από την Ουκρανία, πρωτίστως γυναίκες και παιδιά. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση που αντιμετωπίζει η ήπειρός μας εδώ και πολλές δεκαετίες. Ενδεικτικά αναφέρω ότι χρειαστήκαμε μήνες για να φτάσουμε σε αυτά τα νούμερα όταν είχαμε την κρίση της Συρίας. Εδώ έχουμε φτάσει σε αυτούς τους αριθμούς σε δυο εβδομάδες και δυστυχώς το φαινόμενο φαίνεται να βαίνει με ακόμα μεγαλύτερη ένταση.
Η Ελλάδα είναι έτοιμη να υποδεχθεί πρόσφυγες από την Ουκρανία, να τους φιλοξενήσει προσωρινά στα πλαίσια των γενικών κανόνων που ισχύουν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και στα πλαίσια αυτά συνεργαζόμαστε με κράτη-μέλη, χώρες της πρώτης υποδοχής-, εν προκειμένω τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, την Πολωνία, τη Σλοβακία, την Ουγγαρία, τη Ρουμανία- για να μπορέσουμε να υποδεχθούμε και εμείς οργανωμένα πρόσφυγες οι οποίοι θα θελήσουν να επιλέξουν τη χώρα μας για προσωρινό τόπο διαμονής όσο διαρκεί αυτή η φρίκη του πολέμου.
Βέβαια οφείλω να επισημάνω -το επεσήμανα και στο Συμβούλιο- ότι αυτή την αλληλεγγύη χωρίς αστερίσκους την οποία δείχνει η χώρα μας, την οποία δείχνουν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες σε αυτή την ανθρωπιστική κρίση, δυστυχώς δεν την είδαμε όταν η χώρα μας αντιμετώπισε αντίστοιχες προκλήσεις και ζήτησε μετ’ επιτάσεως ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και έναν δίκαιο καταμερισμό βαρών, όταν αντιμετωπίσαμε εμείς την προσφυγική κρίση της Ανατολικής Μεσογείου και όταν οι ροές που έφταναν στην Ελλάδα ήταν πολύ δύσκολα διαχειρίσιμες από την πατρίδα μας.
Ας είναι, λοιπόν, αυτή η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη την οποία δείχνουμε στους πρόσφυγες από την Ουκρανία το έναυσμα για να μπορέσουμε επιτέλους να συμφωνήσουμε και να προχωρήσουμε τη συζήτηση για το κοινό Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου, με δίκαιο επιμερισμό των βαρών, για ένα πρόβλημα το οποίο σαφώς και ξεπερνά τη δυνατότητα οποιουδήποτε κράτους-μέλους να το διαχειριστεί από μόνο του.
Έρχομαι τώρα σύντομα στα υπόλοιπα δύο μείζονα θέματα τα οποία συζητήθηκαν εκτενώς -θα έλεγα- στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Το πρώτο αφορά το ζήτημα της ενέργειας.
Υπάρχει μία διατύπωση στα συμπεράσματα, ότι η βούληση των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να μειώσουν την εξάρτησή τους από το ρωσικό φυσικό αέριο, το πετρέλαιο, τις πρώτες ύλες της Ρωσίας, όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Στέκομαι στο “όσο το δυνατόν πιο σύντομα”, διότι νομίζω είναι κοινός τόπος ότι δεν μπορεί από τη μία στιγμή στην άλλη να μηδενιστεί, όπως ενδεχομένως να ζητούσαν κάποιες χώρες, η εισαγωγή ρωσικού φυσικού αερίου, ρωσικού πετρελαίου. Αλλά στέκομαι ιδιαίτερα στο φυσικό αέριο στην ευρωπαϊκή αγορά.
Για να γίνει αυτό, θα χρειαστεί αφενός να μπορέσουμε να διευρύνουμε τους προμηθευτές φυσικού αερίου. Εκεί η Ελλάδα έχει ένα πολύ σημαντικό ρόλο να παίξει και ως πύλη εισόδου για LNG, υγροποιημένο φυσικό αέριο, αλλά και ως χώρα υποδοχής τού φυσικού αερίου το οποίο έχει ανακαλυφθεί και ενδεχομένως να ανακαλυφθεί και άλλο στην λεκάνη της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Όπως σας έχω πει και σε άλλο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, υπάρχει ένα πολύ έντονο ενδιαφέρον για την έναρξη της χώρας μας ως ενεργειακού κόμβου και πιστεύω ότι σε αυτή τη προσπάθεια που θα κάνουμε, να διαφοροποιήσουμε τις πηγές του φυσικού αερίου, έχουμε ένα κρίσιμο ρόλο να παίξουμε.
Υπάρχει και μία ακόμα σημαντική εθνική διάσταση σε αυτήν την ιστορία του υγροποιημένου φυσικού αερίου. Και αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι Έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν παραπάνω από το 20% του συνολικού στόλου καραβιών LNG παγκοσμίως. Είναι παραπάνω από 150 καράβια LNG τα οποία ανήκουν σε Έλληνες πλοιοκτήτες. Είναι και αυτή πιστεύω μια σημαντική εθνική διάσταση σε αυτή την ευρωπαϊκή προσπάθεια απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Ταυτόχρονα, έχουμε συμφωνήσει ότι πρέπει να επιταχύνουμε όσο είναι δυνατόν, και στα πλαίσια του «Fit for 55», την προσπάθειά μας να μειώσουμε την εξάρτησή μας από τους υδρογονάνθρακες συνολικά. Αυτό για την περίπτωση της χώρας μας, σημαίνει -πρώτα και πάνω απ’ όλα- ακόμα μεγαλύτερη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κάνει, στο τελευταίο της ανακοινωθέν, μία σειρά από πολύ ενδιαφέρουσες προτάσεις για το πώς αυτό μπορεί να υλοποιηθεί.
Στέκομαι ιδιαίτερα στην ευρωπαϊκή πρωτοβουλία να υπάρχει απλοποίηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τουλάχιστον σε επίπεδο κατεύθυνσης προς τα κράτη-μέλη, για τη διαδικασία αδειοδότησης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Δυστυχώς χρειαζόμαστε ακόμα πάρα πολύ χρόνο για να εγκαταστήσουμε μία ανεμογεννήτρια, ένα φωτοβολταϊκό πάρκο. Αυτό δεν είναι μόνο μία ελληνική ιδιαιτερότητα, είναι ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί. Πρέπει να τρέξουμε πιο γρήγορα.
Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας είναι η πιο φθηνή πηγή ενέργειας σήμερα. Όσο πιο πολύ μπει ανανεώσιμη πηγή ενέργειας στο σύστημα παραγωγής ενέργειας, τόσο πιο φθηνή θα είναι η ενέργεια η οποία θα φτάνει τελικά στον καταναλωτή.
Τώρα, ως προς τις βραχυπρόθεσμες προτάσεις, έγινε μία πολύ μεγάλη συζήτηση – και πρέπει να σας πω ότι υπήρχε ένα έντονο ενδιαφέρον από πολλά κράτη-μέλη- για την πρόταση την οποία κατέθεσα στην Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μία ευρωπαϊκή παρέμβαση στην χονδρεμπορική αγορά του φυσικού αερίου.
Και για αυτό και, μάλιστα, στην παράγραφο 12 των Συμπερασμάτων, μετά από αίτημά μου, γίνεται μία ρητή αναφορά πια στο ανακοινωθέν της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 8ης Μαρτίου, το οποίο μάλιστα αναφέρει πολύ συγκεκριμένα ότι θα εξεταστεί ως επιλογή ένα πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου ανάμεσα στις υπόλοιπες προτάσεις οι οποίες θα πρέπει να αξιολογηθούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το επιχείρημά μας είναι απλό αλλά πιστεύω και πειστικό: η αγορά αυτή έχει σταματήσει εδώ και πολύ καιρό να λειτουργεί με κανόνες αγοράς. Τι σημαίνουν οι κανόνες αγοράς; Ότι η τιμή προσδιορίζεται από την προσφορά και από τη ζήτηση. Είναι μία αγορά η οποία είναι θύμα κερδοσκοπίας. Και ενδεικτικά αναφέρω ότι μόλις τις τελευταίες τέσσερις ημέρες, από τη στιγμή δηλαδή που δημοσιοποιήθηκε η πρότασή μου και το ανακοινωθέν της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η αγορά φυσικού αερίου έχει πέσει κατά 50%. Από περίπου 220 που ήταν πριν από πέντε μέρες, γύρω στο 115 είδα ότι βρίσκεται πριν από περίπου μία ώρα.
Αυτό είναι η καλύτερη απόδειξη ότι αυτή δεν είναι μια αγορά η οποία λειτουργεί ομαλά, ότι είναι αντικείμενο κερδοσκοπίας και ότι αυτό είναι ένα πρόβλημα το οποίο πρέπει να αντιμετωπίσουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό αφορά την αγορά του φυσικού αερίου.
Ταυτόχρονα, ζητήσαμε από την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να μας καταθέσει προτάσεις και για τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Γιατί έχει σημασία αυτό; Διότι η τελική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας καθορίζεται από τη λεγόμενη οριακή τιμή του συστήματος. Την τελευταία δηλαδή μονάδα ηλεκτρικής ενέργειας η οποία θα μπει στο σύστημα. Και σήμερα οι τιμές του φυσικού αερίου είναι αυτές οι οποίες καθορίζουν τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας.
Όταν σχεδιάστηκε η αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας σχεδιάστηκε με αυτό τον τρόπο για να ενθαρρύνουμε τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Είχε λογική αυτό όταν σχεδιάστηκε η αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας. Σήμερα, όμως, είναι ξεκάθαρο ότι στον τρόπο τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας υπάρχει μία βασική στρέβλωση και αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Άρα έχουμε δύο πεδία, δύο δρόμους στους οποίους μπορούμε να κινηθούμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να αντιμετωπίσουμε αυτό το μεγάλο ευρωπαϊκό πρόβλημα. Και όλοι αναγνωρίζουμε πια, όλες οι χώρες, ότι οι δυνατότητες των κρατικών προϋπολογισμών να απορροφήσουν αυτές τις αυξήσεις είναι εκ των πραγμάτων πεπερασμένες και χρειάζεται μία πρόσθετη ευρωπαϊκή παρέμβαση.
Δεν μπορώ να σας πω, μετά βεβαιότητος, ότι αυτή θα υλοποιηθεί. Αλλά αυτό το οποίο μπορώ να σας πω είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των χωρών φαίνεται να τάσσονται υπέρ της ανάγκης να γίνει μια παρέμβαση και στην αγορά του φυσικού αερίου αλλά και στην αγορά τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας.
Ταυτόχρονα, ως προς τα εθνικά μέτρα, την επόμενη εβδομάδα θα γίνουν συγκεκριμένες ανακοινώσεις για το νέο πλαίσιο στήριξης νοικοκυριών, επιχειρήσεων και αγροτών για να περιορίσουμε τις επιπτώσεις από τις σημαντικότατες ανατιμήσεις και τον πληθωρισμό που χτυπά και την ελληνική οικονομία.
Το γεγονός ότι αυτό είναι ένα πρόβλημα αποκλειστικά εισαγόμενο, δεν μας καθιστά αμέτοχους στο πρόβλημα. Πρέπει, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του προϋπολογισμού, να παρέμβουμε με έξυπνους τρόπους. Τονίζω, όχι με οριζόντιους τρόπους που θα τους ευνοήσουν τελικά όλους, και τους πιο προνομιούχους. Με έξυπνο τρόπο ώστε να ευνοήσουμε πρωτίστως τους λιγότερο προνομιούχους, τα πιο αδύναμα νοικοκυριά. Αυτά θέλουμε να στηρίξουμε. Ανακοινώσεις θα έχουν γίνει σε αυτή την κατεύθυνση -για το νέο πρόσθετο μέτρο στήριξης- μέχρι το τέλος της επόμενης εβδομάδος.
Τέλος, έγινε μια μεγάλη συζήτηση για τα ζητήματα που αφορούν στην αμυντική μας συνεργασία. Η Ευρώπη ξύπνησε απότομα από τον γεωπολιτικό της λήθαργο, ως αποτέλεσμα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Και κάποιοι από εμάς, που μιλούσαμε εδώ και καιρό για στρατηγική αυτονομία, για ανάγκη ενίσχυσης των αμυντικών μας δαπανών, για μεγαλύτερο συντονισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την ανάγκη η Ευρώπη από μόνη της, συμπληρωματικά προς το ΝΑΤΟ, να μπορεί να έχει τη δυνατότητα να υπερασπίζεται τα εθνικά, υπερεθνικά γεωπολιτικά της συμφέροντα. Ήμασταν λίγοι αυτοί που τα λέγαμε πριν από κάποιους μήνες, πριν από κάποια χρόνια. Τώρα γινόμαστε πολύ περισσότεροι και πολλές ευρωπαϊκές χώρες πια δεσμεύονται ότι θα αυξήσουν τους προϋπολογισμούς τους.
Κάποιες χώρες λένε ότι θα φτάσουν πιο γρήγορα στο 2% -όσες είναι μέλη του ΝΑΤΟ- σε σχέση με το τι είχαν προγραμματίσει. Η Γερμανία κάνει μια τεράστια στροφή στην πολιτική της, ουσιαστικά ακυρώνοντας μια πολιτική που έχει τις ρίζες της στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενισχύοντας σημαντικά τις αμυντικές της δυνατότητες.
Και, βέβαια, η χώρα μας έχει εδώ και καιρό δρομολογήσει ένα σημαντικό, αλλά εντός των δημοσιονομικών δυνατοτήτων, πρόγραμμα για να εξορθολογίσουμε τις Ένοπλες Δυνάμεις μας και να επενδύσουμε στην αποτρεπτική μας δυνατότητα.
Θεωρώ σημαντικό ότι πάλι μετά από ελληνική παρέμβαση στην ενότητα της άμυνας, υπάρχει αναφορά στο άρθρο 42, παράγραφος 7 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι ουσιαστικά η ευρωπαϊκή ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής.
Είναι σημαντικό να λέμε ότι, εκτός από το Άρθρο 5 του ΝΑΤΟ, η ίδια η Ευρώπη έχει δεσμευτεί ότι θα στηρίξει, σε περίπτωση που οποιοδήποτε κράτος δεχθεί απειλή, επίθεση, (θα στηρίξει) θα προστρέξει στη στήριξη ενός ευρωπαϊκού κράτους που μπορεί να βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση.
Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία διότι υπάρχουν κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν είναι κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, όπως η Φινλανδία και η Σουηδία, που δεν μπορούν να επικαλεστούν το ΝΑΤΟ για τη συλλογική τους άμυνα.
Κατέθεσα και πάλι την πρότασή μου, την επιχειρηματολογία μου, γιατί πρέπει οι αμυντικές δαπάνες ή τουλάχιστον οι υπερβάλλουσες αμυντικές δαπάνες -οι αμυντικές δαπάνες δηλαδή πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των αμυντικών δαπανών- να μην προσμετρούνται στο έλλειμμα και στο χρέος.
Αυτή η πρόταση κατατέθηκε και στο πλαίσιο της γενικότερης συζήτησης η οποία αρχίζει και παίρνει πια τη δική της δυναμική για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας.
Είναι μια συζήτηση η οποία θα αργήσει να ολοκληρωθεί. Αυτή τη στιγμή διεξάγεται πρωτίστως σε επίπεδο Υπουργών Οικονομικών. Είναι σημαντικό, όμως, το γεγονός ότι και αρκετές άλλες ευρωπαϊκές χώρες επιχειρηματολογούν ότι η άμυνα και οι αμυντικές δαπάνες είναι μία διαφορετικής τάξης κατηγορία από τις υπόλοιπες δαπάνες. Γιατί η άμυνα είναι ο υπέρτατος αυτοσκοπός οποιασδήποτε χώρας και κατά συνέπεια οι αμυντικές δαπάνες θα πρέπει να κατατάσσονται σε μια διαφορετική κατηγορία. Πόσω μάλλον αν ισχυριζόμαστε ότι θέλουμε, ως Ευρώπη, να ενισχύσουμε συνολικά τις αμυντικές μας δυνατότητες.
Να σταματήσω εδώ, λέγοντάς σας ότι έχουμε ένα νέο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, εξαιρετικά σημαντικό, σε δύο εβδομάδες από τώρα στις Βρυξέλλες και πολλή δουλειά η οποία πρέπει να γίνει από τώρα μέχρι τις 24 Μαρτίου.
Οι χώρες του Νότου είναι σε απόλυτο συντονισμό, ειδικά για τα ζητήματα που αφορούν στην αγορά της ενέργειας. Είναι πολύ πιθανό να υπάρξει μία συνάντηση, κατά πάσα πιθανότητα στη Ρώμη, μεταξύ της Ιταλίας, της Ελλάδος, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας πριν τη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου. Έτσι ώστε να συντονίσουμε τις πρωτοβουλίες μας ειδικά στα ζητήματα της ενέργειας, τα οποία προτάσσουμε σε απόλυτη προτεραιότητα και όπου θα απαιτήσουμε -όπως σας είπα- ευρωπαϊκές απαντήσεις σε ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα.
Γεωργία Σκιτζή (ΕΡΤ): Κύριε Πρόεδρε, ήθελα να σας ρωτήσω, αναφερθήκατε στην πρόταση, τη δική σας των έξι σημείων. Μας είπατε αναλυτικά ότι ως ένα βαθμό υιοθετήθηκε σε πρώτο επίπεδο. Ήθελα να σας ρωτήσω, πότε περιμένετε να κατατεθούν επίσημα οι προτάσεις αυτές; Και τι αντίκρισμα εκτιμάτε ότι θα έχει για τους πολίτες αν τελικά υιοθετηθούν.
Και αν μου επιτρέπετε και ένα δεύτερο σκέλος σε εθνικό επίπεδο, αν μπορείτε να μας πείτε κάτι περισσότερο για τα έκτακτα αυτά μέτρα στα οποία προσανατολίζεται -όπως μας είπατε- η κυβέρνηση, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ανατιμήσεις στην ενέργεια.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Για το μεν πρώτο, το χρονοδιάγραμμα είναι πολύ συγκεκριμένο. Έχουμε ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να μάς κάνει συγκεκριμένες προτάσεις στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Όπως ξέρετε, οι προτάσεις αυτές πρέπει να γίνουν αποδεκτές από το Συμβούλιο. Αλλά οι προτάσεις θα γίνουν μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες. Και ευελπιστώ ότι θα συμπεριλαμβάνουν και επιλογές στην κατεύθυνση όσων έχω και εγώ, αλλά και άλλοι συνάδελφοί μου, προτείνει. Εφόσον οι προτάσεις αυτές υιοθετηθούν θα δούμε μείωση, εκ των πραγμάτων, των τιμών του φυσικού αερίου.
Ήδη τη βλέπουμε. Θέλω να το τονίσω αυτό: Μόνο και μόνο με την «απειλή» της παρέμβασης, οι αγορές προσαρμόζονται και περιορίζονται τα φαινόμενα κερδοσκοπίας.
Από εκεί και πέρα δεν έχω να σας πω κάτι παραπάνω για τα εθνικά μέτρα. Θα κάνετε λίγη υπομονή. Θα έχουν ανακοινωθεί μέχρι το τέλος της επόμενης εβδομάδος. Θα είναι μέτρα πάντως που θα καλύπτουν όλο το φάσμα των παρεμβάσεων που είμαστε σε θέση να κάνουμε. Τη φιλοσοφία των μέτρων που δρομολογούμε πιστεύω ότι την έχω περιγράψει και στην εισαγωγή μου. Θα επαναλάβω και πάλι ότι οι πιο ωφελημένοι θα είναι οι πιο αδύναμοι.
Σπύρος Μουρελάτος (ΑΝΤ1 και ΑΠΕ): Κύριε Πρόεδρε, σας άκουσα με ενδιαφέρον σε ό,τι αφορά την ανταπόκριση των εταίρων μας και στη δική σας πρόταση, αλλά και γενικά στις προτάσεις που έχουν κατατεθεί και θέλω να σας ρωτήσω: τι εντύπωση αποκομίσατε από τη συζήτηση περί ευρωομολόγου; Γνωρίζουμε ότι η Γαλλία είναι που προωθεί μία τέτοια συζήτηση.
Και ένα δεύτερο ερώτημα αν μου επιτρέπετε: τι εντύπωση αποκομίζετε από τη δική σας πρόταση για εξαίρεση των υπερβαλλουσών -όπως μας είπατε- αμυντικών δαπανών από το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας. Αν έχει βρει ευήκοα ώτα αυτή η πρόταση και αν μπορεί να προχωρήσει έτσι ώστε να εξασφαλιστεί μεγαλύτερος δημοσιονομικός χώρος στην Ελλάδα για να κάνετε εσείς περισσότερες παρεμβάσεις.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Για το μεν δεύτερο, σας απάντησα ότι η συζήτηση τώρα ξεκινάει. Είναι μία συζήτηση η οποία γίνεται σε πρώτη φάση σε επίπεδο ECOFIN, και σε επίπεδο Υπουργών Οικονομικών.
Έχουμε καταθέσει, ως χώρα, συγκεκριμένες προτάσεις στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης. Είναι νωρίς όμως ακόμα να πούμε πού θα καταλήξει. Είναι -όπως καταλαβαίνετε- πάρα πολύ σημαντική διότι εμείς είμαστε οι πρώτοι οι οποίοι θέλουμε να μη θέσουμε σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα. Διότι είμαστε μία χώρα με μεγάλο χρέος. Η προσδοκία μας είναι ότι με το που θα περάσει η κρίση, θα παράγουμε πρωτογενή πλεονάσματα, το ύψος των οποίων απομένει να καθοριστεί. Και θα χρειαστεί και εμείς να μειώσουμε το χρέος μας ως ποσοστό του ΑΕΠ, πράγμα το οποίο θα γίνει πρωτίστως μέσα από την ανάπτυξη.
Θέλουμε, λοιπόν, μία πολιτική η οποία να είναι τόσο ισορροπημένη ώστε να μην θέτει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα, από την άλλη να μην υπονομεύει την ανάπτυξη. Είδαμε στη χώρα μας, με πολύ επώδυνο τρόπο, πού οδήγησαν οι πολιτικές της ακραίας λιτότητας και πιστεύω τα συμπεράσματα αυτά θα ληφθούν υπόψη από τους Ευρωπαίους όταν σχεδιάσουμε, με μεγαλύτερη ευελιξία, τους κανόνες του νέου Ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας.
Για το θέμα του ευρωομολόγου, κοιτάξτε, αυτή η συζήτηση αναπαρήχθη από Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Θέλω να θυμίσω ότι η Ευρώπη έκανε ήδη ένα πάρα πολύ σημαντικό βήμα όσον αφορά το NextGenerationEU και το Ταμείο Ανάκαμψης.
Αποτέλεσε μία τομή στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης η δυνατότητά μας να δανειστούμε σε υπερεθνικό επίπεδο και να διοχετεύσουμε και δάνεια, αλλά κυρίως επιχορηγήσεις, στα κράτη-μέλη για να δρομολογήσουν σημαντικές επενδύσεις.
Είμαστε στην αρχή ακόμα αυτής της προσπάθειας. Τα χρήματα τώρα αρχίζουν να εκταμιεύονται.
Από την άλλη, υπάρχουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες, μέσα στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα, δεν θα αναφερθώ σε άλλες αλλά είναι σημαντικές ευρωπαϊκές χώρες, που ισχυρίζονται ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει μία απόσταση μεταξύ των επενδυτικών αναγκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της δυνατότητας των εθνικών προϋπολογισμών όλων των χωρών, όχι μόνο της Ελλάδος, να τις χρηματοδοτήσουν. Είτε μιλάμε για ψηφιακή μετάβαση, είτε μιλάμε για περιβάλλον, είτε μιλάμε για άμυνα.
Πού θα οδηγήσει αυτή η συζήτηση δεν είμαι ακόμα έτοιμος να σας το πω. Νομίζω ότι έχουμε ακόμα πολύ δρόμο να διανύσουμε. Εάν φανταζόμαστε μία δεύτερη εκδοχή του NextGeneration νομίζω ότι είναι κάτι που εμείς σαφώς θα το εισηγούμασταν και θα το θέλαμε αλλά είναι πολύ πρόωρο ακόμα να σας πω ότι μπορεί να διαμορφωθεί μία συναίνεση για μία τέτοια πρωτοβουλία αυτή τη στιγμή.
Γιάννης Καντέλης (ΣΚΑΪ): Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να σας πάω στο ταξίδι σας στην Κωνσταντινούπολη την Κυριακή και τη συνάντηση με τον κύριο Erdoğan.
Καταρχάς τι περιμένετε, τι αισιοδοξείτε -αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτό το ρήμα- ότι μπορεί να αποφέρει αυτή η συνάντηση με τον Τούρκο Πρόεδρο και ποια θα είναι η αντίδραση αν δούμε πάλι την Τουρκία να βάζει όλα αυτά τα μη αποδεκτά από τη χώρα μας ζητήματα στο τραπέζι του διαλόγου;
Και αν μου επιτρέπετε, μαθαίνουμε ότι είχατε μία συζήτηση με τον κ. Scholz, γιατί και αυτός θα πάει στην Κωνσταντινούπολη τη Δευτέρα, αν βλέπουμε τη Γερμανία να αλλάζει και τη στάση της -που δεν ήταν πάντα πολύ θετική το προηγούμενο διάστημα- στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Για το δεύτερο ερώτημα σας δεν έχω κάτι να σας πω. Ενημέρωσα τον κ. Scholz εν συντομία, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής για την επικείμενη συνάντησή μου με τον Πρόεδρο Erdoğan και θα αναμένω να με ενημερώσει και αυτός για το τι θα συζητήσει μαζί του μετά, τη Δευτέρα.
Κοιτάξτε να δείτε. Πιστεύω ότι αυτή η συνάντηση είναι επιβεβλημένη. Και είναι επιβεβλημένη διότι αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζουμε, όλες οι χώρες της περιοχής, όλες οι χώρες του κόσμου, της Ευρώπης, της ανατολικής Μεσογείου, μια πολύ μεγάλη γεωπολιτική πρόκληση.
Η Ελλάδα και η Τουρκία είμαστε δυο χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ. Ουσιαστικά είμαστε οι πυλώνες της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Και όταν υπάρχουν τόσο μεγάλες γεωπολιτικές προκλήσεις είναι λογικό να συνομιλούμε και να βλέπουμε πώς δεν θα προσθέσουμε και άλλες εστίες αναταραχής και γεωπολιτικής αβεβαιότητας σε ένα ήδη πολύ φορτισμένο ευρωπαϊκό τοπίο.
Πιστεύω ότι θα είναι μια συζήτηση που ελπίζω να διεξαχθεί σε καλό κλίμα. Από εκεί και πέρα η Ελλάδα προσέρχεται σε αυτές τις συζητήσεις με τη βεβαιότητα ότι έχει το Διεθνές Δίκαιο με το μέρος της και έχουμε απάντηση τεκμηριωμένη σε οποιοδήποτε επιχείρημα μπορεί να προταθεί από την άλλη μεριά.
Κρατώ, όμως, ως θετικό το γεγονός ότι με την ευκαιρία της επίσκεψης μου στο Πατριαρχείο, που ήταν δρομολογημένη για την ημέρα της Ορθοδοξίας, και παίρνοντας ίσως αφορμή από τη δήλωση που έκανα στη Βουλή, ότι θα έβλεπα θετικά μια συνάντηση με τον πρόεδρο Erdoğan, υπήρξε αυτή η πρόσκληση για αυτό το γεύμα. Μερικές φορές και αυτά τα γεύματα μπορεί να είναι και λίγο πιο -δεν θα πω χαλαρά- με λιγότερο αυστηρό και τυπικό πρωτόκολλο.
Όπως έχω πει πολλές φορές, Ελλάδα και Τουρκία πρέπει να συνομιλούμε. Το παράθυρό μας είναι πάντα ανοιχτό στον διάλογο. Η πόρτα μας είναι κλειστή σε οποιαδήποτε πρόκληση και σε οποιαδήποτε αμφισβήτηση κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Σοφία Φασουλάκη (ΟΡΕΝ): Καλησπέρα κ. Πρόεδρε. Μετά τη ρωσική εισβολή όλοι συμφωνούν ότι η αρχιτεκτονική ασφάλειας στην Ευρώπη έχει αλλάξει. Τα κράτη-μέλη βλέπουμε ότι επιδίδονται σε νέους εξοπλισμούς. Το είπατε και εσείς ο ίδιος πριν. Το ακούσαμε και από τον Καγκελάριο Scholz για το «μαμούθ» πρόγραμμα εξοπλισμών, 100 δισ. ευρώ στη Γερμανία.
Ήθελα να ρωτήσω αν και η Ελλάδα αναμένεται να προχωρήσει στα επόμενα χρόνια σε περαιτέρω εξοπλισμούς από αυτούς που έχει ήδη συμφωνήσει. Και αν συμφωνήθηκε στη Σύνοδο η ενίσχυση των αμυντικών δαπανών, των περαιτέρω αμυντικών δαπανών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσα σε αυτό το πλαίσιο που ζούμε και υπό τη σκιά βέβαια της κρίσης αυτής, της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Και αν μου επιτρέπετε, ένα τελευταίο: πιστεύετε ότι όλο αυτό, η ρωσική εισβολή, θα μπορούσε να μας οδηγήσει, να οδηγήσει τις χώρες-μέλη σε ένα ράλι εξοπλισμών αφήνοντας πίσω το κοινωνικό κράτος;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Η Ελλάδα είχε δρομολογήσει σημαντικές επενδύσεις στις Ένοπλες Δυνάμεις πολύ πριν βρεθούμε αντιμέτωποι με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Για λόγους οι οποίοι νομίζω ότι είναι απολύτως κατανοητοί και άπτονται των δικών μας ιδιαίτερων γεωπολιτικών συνθηκών.
Ταυτόχρονα όμως οποιαδήποτε επένδυση στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι επένδυση σε ευρωπαϊκές ένοπλες δυνάμεις και επένδυση φυσικά και στις δυνατότητες τις οποίες έχει συνολικά το ΝΑΤΟ.
Νομίζω ότι είναι βέβαιο ότι η συζήτηση για την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας θα αλλάξει. Το ΝΑΤΟ θα εξακολουθεί να παίζει πρωταρχικό ρόλο ως πυλώνας ασφάλειας και ως θεμέλιο της ευρωατλαντικής συμμαχίας. Ταυτόχρονα όμως, η συζήτηση -όπως σας είπα- για την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία θα αναθερμανθεί και σίγουρα θα συνοδευτεί και από πρόσθετους πόρους.
Το ερώτημά σας είναι αν αυτοί οι πόροι θα είναι εθνικοί ή ευρωπαϊκοί. Σε πρώτη φάση θα είναι εθνικοί. Όπως σας είπα εμείς έχουμε άποψη για το πώς πρέπει οι δαπάνες αυτές να αντιμετωπίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο προσμέτρησης στο έλλειμμα. Αλλά από εκεί και πέρα πιστεύω ότι θα ήταν πολύ θετικό, στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης, να μπορέσουμε να δρομολογήσουμε και κάποια κοινά ευρωπαϊκά projects, αμυντικά, για προκλήσεις οι οποίες είναι κοινές για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.
Θα ήταν ευχής έργον να βλέπαμε μια σημαντική ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, ας πούμε, για ζητήματα που αφορούν το cyber, την κυβερνοάμυνα, καθώς οι προκλήσεις αυτές είναι κοινές για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Και θα μου φαινόταν πολύ λογικό να μπορούσαμε να είχαμε πρόσβαση σε ευρωπαϊκή τεχνογνωσία, ευρωπαϊκούς πόρους, καθώς όλες οι χώρες λίγο-πολύ αντιμετωπίζουν παρεμφερείς προκλήσεις.
Το ράλι εξοπλισμών είναι μια φορτισμένη λέξη και όπως έχω πει πολλές φορές και στην πατρίδα μας πρέπει να ισορροπήσουμε μεταξύ της στήριξης του κοινωνικού κράτους και της ανάγκης να πρέπει να εξασφαλίσουμε, με τρόπο που κανείς δεν θα μπορέσει ποτέ να διανοηθεί ότι έχει περιθώριο να αμφισβητήσει, την κυριαρχία μας, τις Ένοπλες Δυνάμεις μας και την αποτρεπτική μας ισχύ.
Η Ελλάδα είναι μια αμυντική χώρα, είναι μια αμυντική δύναμη. Αλλά ταυτόχρονα προβάλει την ισχύ των νομικών της επιχειρημάτων αλλά και την ισχύ των όπλων της, όπου και όπως αυτό χρειάζεται και απαιτείται. Και οι αμυντικές δαπάνες που έχουμε δρομολογήσει, θέλω να το τονίσω αυτό, δεν ήταν ποτέ εις βάρος της υλοποίησης του κυβερνητικού μας προγράμματος.
Ήμασταν συνεπείς στο να μειώσουμε τους φόρους, ήμασταν συνεπείς στο να μειώσουμε τις εισφορές. Έχουμε στηρίξει το κοινωνικό κράτος. Έχουμε στηρίξει το σύστημα υγείας και έχουμε προγραμματίσει αυτές τις δαπάνες -γιατί αυτές, όπως ξέρετε, είναι μακροχρόνιες δαπάνες- με ένα τέτοιο τρόπο ώστε να μη θέσουν σε αμφισβήτηση βασικούς πυλώνες της οικονομικής και της κοινωνικής μας πολιτικής.
Γιάννης Χρηστάκος (MEGA): Κύριε Πρόεδρε, είπατε πριν από λίγο ότι η Ευρώπη έδειξε να ξυπνά από τον γεωπολιτικό της λήθαργο. Προσερχόμενος χθες εδώ, στην Σύνοδο, αν θυμάμαι καλά, είπατε ότι ωρίμασε μέσα σε 15 μέρες.
Οι ευρωπαίοι πολίτες παρακολουθούν τις κυβερνήσεις τους και τους ηγέτες τους με αφορμή και την πρώτη -μετά τις πρώτες μέρες του πολέμου- Σύνοδο που κάνατε εδώ, τα αποτελέσματα που υπήρχαν, να υπάρχει μια ατολμία, αν μου επιτρέπετε, σε αντίθεση με τις πρώτες μέρες, σε μια μεγαλύτερη αλληλεγγύη προς την Ουκρανία. Και αναφέρομαι, βέβαια, στο θέμα και του αιτήματος προς ένταξη, είτε άλλων ζητημάτων βοηθείας πέραν της αντιμετώπισης του προσφυγικού. Και βλέπουν και διαφωνίες, τουλάχιστον έτσι όπως εμείς τις είδαμε δημοσιογραφικά από τα κράτη-μέλη, και στα θέματα της οικονομικής αντιμετώπισης και των βραχυπρόθεσμων μέτρων, τις δικές σας προτάσεις για άμεση ανακούφιση πολιτών και επιχειρήσεων.
Πιστεύετε ότι παίρνει τα μαθήματα της, τα ιστορικά, η Ευρωπαϊκή Ένωση; Από αυτά που συζητήσατε εδώ, στο διήμερο, ή θα παραμείνουμε πάλι έχοντας πρωταρχικό μας σκοπό το ευρώ και τη διατήρηση του, όπως κάποιες χώρες το προέταξαν πληροφορούμαι, μην πιστεύοντας ότι πρέπει τώρα να τοποθετηθούν χρήματα, είτε μέσω δανεισμού είτε μέσω άλλων πόρων, που έχει πάρα πολλούς η Ευρωπαϊκή Ένωση;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Να θυμηθείτε λίγο που βρισκόμασταν την τελευταία φορά που βρεθήκαμε στις Βρυξέλλες, όταν έκανε αυτή την πολύ συγκινητική παρέμβαση στο Συμβούλιο ο Πρόεδρος Zelensky. Τότε δεν είχαμε καν πάρει αποφάσεις για το βασικό πλαίσιο των κυρώσεων. Και μέσα σε 15 μέρες, νωρίτερα, σε πολύ λιγότερες μέρες, η Ευρωπαϊκή Ένωση συμφώνησε και επέβαλε το σκληρότερο πακέτο κυρώσεων που έχει ποτέ δρομολογήσει. Πιέζοντας αφόρητα τη ρωσική οικονομία, ως όφειλε να κάνει.
Εδώ συζητάμε για μια παραβίαση συνόρων και για μια ευθεία επίθεση σε μια δημοκρατική χώρα, μέσα στην Ευρώπη. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση των αρχών και των αξιών να γίνει ανεκτό.
Η Ευρώπη χτίστηκε και οικοδομήθηκε μέσα από τις στάχτες του B’ Παγκοσμίου Πολέμου με κύριο μέλημα να διασφαλίσει την ειρήνη και να μην ξαναγίνει ποτέ ένας πόλεμος στην Ευρώπη, να περιορίσει τις όποιες αυτοκρατορικές φιλοδοξίες και να κατοχυρώσει το απαραβίαστο των συνόρων. Και αυτά αμφισβητήθηκαν.
Και η Ευρώπη θα ήταν αδιανόητο να μείνει με σταυρωμένα τα χέρια. Και η Ελλάδα, όπως έχω πει πολλές φορές, είχε ένα λόγο παραπάνω να συμμετέχει ενεργά σε αυτή την προσπάθεια.
Άρα δεν συμφωνώ μαζί σας ότι δεν υπήρξε σημαντική και καλά οργανωμένη ευρωπαϊκή αντίδραση. Και αν κρίνουμε ότι πρέπει να κλιμακώσουμε και άλλο τις κυρώσεις δεν θα έχουμε καμία δυσκολία να το κάνουμε.
Είμαστε όμως πάρα πολύ σαφείς, και εμείς και το ΝΑΤΟ και οι σύμμαχοί μας από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού: θα ενισχύσουμε την Ουκρανία αλλά δεν θα πολεμήσουμε στην Ουκρανία. Είμαστε πολύ ξεκάθαροι σε αυτό, δεν δεσμευόμαστε, δεν μιλάμε για μία χώρα η οποία είναι μέλος του ΝΑΤΟ ώστε να ισχύει το Άρθρο 5.
Έχουμε όμως μία υποχρέωση να ενισχύσουμε την Ουκρανία με όλα τα μέσα που έχουμε στη δυνατότητά μας, για να μπορέσει να αμυνθεί απέναντι σε αυτή την εισβολή και αυτό κάνουμε ευρωπαϊκά και αυτό έκανε και η Ελλάδα χωρίς αναστολές και χωρίς επιφυλάξεις και δεν έχω καμία αμφιβολία ότι κάναμε το σωστό.
Εξάλλου, τελικά αν δείτε, πρακτικά όλες οι ευρωπαϊκές χώρες προσήλθαν σε αυτή τη γραμμή. Δεν έχουμε ουσιαστικά εξαιρέσεις, όλες στήριξαν την Ουκρανία και με αμυντικό εξοπλισμό.
Θα ήμασταν λοιπόν εμείς, με όλες αυτές τις γεωπολιτικές ιδιαιτερότητες που έχουμε, η εξαίρεση στον κανόνα της Ευρώπης; Νομίζω θα ήταν ένα μεγάλο σφάλμα ως προς την εξωτερική μας πολιτική.