Ένας από τους κύριους πυλώνες του Ελληνισμού αποτελεί η ορθοδοξία και η εκκλησία που την διακονεί. Χωρίς τον κλήρο που υπεράσπισε και μετέδωσε την πίστη μας, αλλά και τα γράμματα, κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας είναι βέβαιο ότι δεν θα υφίστατο το σημερινό ελληνικό κράτος. Ας μην μας διαφεύγει ότι κατά τους αιώνες της σκλαβιάς δεν ήταν τόσο δυνατό το αίσθημα του έθνους, όπως είναι σήμερα, αλλά ο διαχωρισμός ήταν κυρίως θρησκευτικός.
Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι υπήκοοι διαχωριζόντουσαν σε τέσσερα μιλλέτ με βάση αποκλειστικά την θρησκεία, το μιλλέτ των Μουσουλμάνων, των Χριστιανών, των Εβραίων και των Αρμενίων. Το μιλλέτ των χριστιανών ονομαζόταν και Ρούμ μιλλέτ από τη λέξη ρωμιός και σε αυτό ανήκαν όλοι οι Έλληνες. Σε περίπτωση που ένας ορθόδοξος χριστιανός ασπαζόταν το Ισλάμ αυτόματα μεταπηδούσε στο αντίστοιχο μιλλέτ των μουσουλμάνων και απολάμβανε διαφορετικά δικαιώματα. Εξυπακούεται ότι σε μια τέτοια περίπτωση, βίαιου ή οικειοθελούς εξισλαμισμού, ο εξισλαμισμένος θεωρείτο αυτόματα Τούρκος και όχι Έλληνας. Η εθνική ταυτότητα συνέπιπτε απόλυτα με τη θρησκευτική και κάθε διαχωρισμός τους εθεωρείτο πρακτικά και θεωρητικά αδύνατος.
Στον αντίποδα, στα δυτικά μεσαιωνικά χριστιανικά βασίλεια που προέκυψαν από τη διάλυση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η εξουσία της καθολικής εκκλησίας ήταν σχεδόν απόλυτη. Ο Πάπας με τους κατά τόπους καρδιναλίους ασκούσε την πραγματική εξουσία. Τα ευρωπαϊκά κράτη, όπως η Ισπανία και η Γαλλία, ήταν έρμαια των επιθυμιών και φιλοδοξιών του κάθε Ποντίφικα, ο οποίος εκθρόνιζε ή ενθρόνιζε βασιλείς. Ήταν φυσικό επόμενο και μετά από αρκετούς θρησκευτικούς πολέμους, ο διαχωρισμός του κράτους από την εκκλησία στη Δύση να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της εθνικής ανεξαρτησίας των ευρωπαϊκών λαών.
Τις τελευταίες δεκαετίες, μετά την μεταπολίτευση, πολλά μέλη της ελληνικής πολιτικής και πολιτιστικής ελίτ, κυρίως αριστερών αλλά και δεξιών πεποιθήσεων, κατέβαλαν προσπάθειες να διαχωρίσουν το ελληνικό κράτος από την εκκλησία. Χαρακτήριζαν την ορθοδοξία ως μεσαιωνικό απολίθωμα που εμποδίζει την πρόοδο. Τόνιζαν πως δεν μπορεί η Ελλάδα να είναι οπισθοδρομική, αλλά οφείλει να είναι ευρωπαϊκή και εκσυγχρονισμένη χώρα. Ακολουθούσαν το δυτικό πρότυπο εμποτισμένοι από ένα στείρο μιμητισμό, αγνοώντας τις διαφορετικές ιστορικές συνθήκες και παράγοντες που διαμόρφωσαν τα έθνη – κράτη στη Δύση και στη Ελλάδα. Οι περισσότεροι υποστηρικτές της «εκκοσμίκευσης του κράτους» ήταν και είναι φανατικοί εθνομηδενιστές και άθεοι, που ηθελημένα ή αθέλητα εξυπηρετούν συμφέροντα τρίτων.
Αλλά και ένας πιθανός διαχωρισμός κράτους και εκκλησίας, που τελικά θα επέβαινε σε βάρος της χώρας μας, δεν σημαίνει ότι η εκκλησία θα έχανε τη δύναμή της. Πιθανόν να συνέβαινε το ακριβώς αντίθετο. Τρανταχτά παραδείγματα είναι το τι συμβαίνει στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στις ΗΠΑ παρά το ότι υπάρχει σαφέστατος διαχωρισμός κράτους και εκκλησίας, η τελευταία έχει τεράστια δύναμη. Η κοινωνία είναι εξαιρετικά συντηρητική και δεν μπορεί να εκλεγεί κανείς κυβερνήτης, γερουσιαστής ή και πρόεδρος χωρίς την ευλογία της. Κανείς δεν τολμά να συγκρουστεί μαζί της γιατί έχει τεράστια δύναμη σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Το αντίθετο συμβαίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου κράτος και εκκλησία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Ο βασιλέας ή η βασίλισσα της Αγγλίας προΐσταται της αγγλικανικής εκκλησίας και διορίζουν τον αρχιεπίσκοπο. Όμως η εξουσία της αγγλικανικής εκκλησίας είναι ανύπαρκτη, κανείς ουσιαστικά δεν την υπολογίζει και παραμένει περισσότερο ένα διακοσμητικό και παραδοσιακό στοιχείο της αγγλικής κοινωνίας.
Συμπερασματικά, η όποια προσπάθεια στην Ελλάδα διαχωρισμού κράτους και εκκλησίας είναι εξαιρετικά επικίνδυνη, διχαστική και θα δημιουργήσει σοβαρότατα προβλήματα. Άλλωστε γιατί να γίνει; ποιους εξυπηρετεί; και τι θα κερδίσουμε; Η όλη αυτή τάση προέρχεται από «διανοούμενους» και «πολιτικούς» που διακατέχονται από ένα κόμπλεξ για τη θρησκεία και το ελληνικό έθνος. Είναι εμποτισμένοι με ένα μίσος για την ορθοδοξία και την Ελλάδα, η οπαία τους γέννησε και τους δημιούργησε. Ως αυτοκαταστροφικοί θα έπρεπε να αναζητήσουν θεραπεία στο πρόβλημά τους σε ειδικούς επιστήμονες και ας μας αφήσουν ήσυχους.