Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Κινήματος Αλλαγής, Κώστας Σκανδαλίδης, τοποθετήθηκε στην ολομέλεια της Βουλής, στη συζήτηση επί του πορίσματος της Εξεταστικές Επιτροπής «για τη διερεύνηση της επιχείρησης πολιτικής χειραγώγησης της κοινής γνώμης, ευτελισμού των θεσμών και κατασπατάλησης δημοσίου χρήματος».
Ο κ. Σκανδαλίδης, αναφέρθηκε στο γεγονός, πως υπάρχει θεσμικό κενό, το οποίο αφορά, την εφαρμογή του σχετικού άρθρου του Συντάγματος για τη δυνατότητα της Αντιπολίτευσης να προτείνει τη δημιουργία εξεταστικών επιτροπών. Γιατί, δεν είναι δυνατόν η πρώτη ουσιαστικά διαδικασία εφαρμογής αυτής της διάταξης να τιναχθεί στον αέρα τόσο εύκολα και με τόσο έωλα επιχειρήματα και από τη μία, αλλά και από την άλλη μεριά. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται οπωσδήποτε αλλαγή στον Κανονισμό της Βουλής.
Στη συνέχεια, επισήμανε το γεγονός ότι είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί εν τοις πράγμασι, η δυνατότητα άσκησης της ελεγκτικής αρμοδιότητας του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης και η δυνατότητα της Εθνικής Αντιπροσωπείας να αξιολογεί τη λειτουργία αυτού του θεσμού.
Σχετικά με την κατανομή δημοσίου χρήματος, σε ό,τι αφορά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ανέφερε πως πρέπει να υπάρξει ένας έλεγχος και από αντιπροσώπους της ΕΣΗΕΑ και να τεθούν συγκεκριμένα κριτήρια. Τα χρήματα δηλαδή του Ελληνικού λαού, που δίνει το κράτος στα δημόσια μέσα, να διανέμονται με βάση κριτήρια για το πως αξιολογούνται και αξιοποιούνται. Βάση ενός τρόπου ενίσχυσης της πολιτισμικής μας ταυτότητας, της παιδείας, της εκπαίδευσης, και τα λοιπά.
Αναφερόμενος στο πολιτικό πλαίσιο που αφορά τη διαδικασία, ο κ. Σκανδαλίδης δήλωσε κατηγορηματικά, πως «δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Εμείς θεσμοθετούσαμε πάντα βήμα με βήμα –και όχι άρτια- τη διαφάνεια και εσείς αντιστεκόσασταν, ένθεν και ένθεν.»
Και συνέχισε, λέγοντας πως δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι για το ίδιο θέμα, στις δύο πανομοιότυπες προτάσεις εξεταστικών επιτροπών του τελευταίου διαστήματος, η μία είχε ως θύμα της τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος έγινε θύτης της δεύτερης. Ενώ ο θεσμικός εγγυητής της πρώτης, Κυριάκος Μητσοτάκης, έγινε χειραγωγός στη δεύτερη.
Τέλος, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Κινήματος, υπογράμμισε ότι: «Η δημοκρατία έχει ανάγκη από θεσμική ανασυγκρότηση. Το πολιτικό σύστημα οφείλει να διδαχτεί επιτέλους ότι οι παθογένειες που το ίδιο δημιούργησε δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν, αν δεν υπάρχουν ριζικές αλλαγές σε θεσμικό επίπεδο, που να προστατεύουν τη διαφάνεια και ταυτόχρονα, να αποτρέπουν τη χειραγώγηση.»
Ακολουθεί ολόκληρη η τοποθέτηση:
Αυτή η συζήτηση φέρνει πολύ φορτίο από το παρελθόν. Και επειδή έχει γίνει πάρα πολλές φορές στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, το γεγονός ότι επαναλαμβάνεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και με τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα, είναι φανερό πως οδηγεί στην επανάληψη μιας κατάστασης που δεν τιμά τόσο εμάς όσο και τη σχέση μας με το σήμερα και τη νέα εποχή.
Υπάρχουν δύο διαφορετικά επίπεδα, το θεσμικό μέρος και το πολιτικό μέρος. Θέλω να τα ξεχωρίσω και να μείνω επ’ ολίγον στο θεσμικό μέρος, γιατί έχουν ήδη μιλήσει οι συνάδελφοι από το Κίνημα Αλλαγής, όπως και ο εισηγητής μας κ. Καμίνης.
Επί του προκειμένου, λοιπόν, η αποδεικτική διαδικασία απέκρυψε ουσιαστικά το περιεχόμενο της διαρκούς επικοινωνίας μεταξύ Υπουργείου και διαφημιστικής εταιρείας που ανέλαβε να κατανείμει τα ποσά της διαφημιστικής καμπάνιας. Ταυτόχρονα, δεν επέτρεψε να επαληθευτούν οι βαριές κατηγορίες του ΣΥΡΙΖΑ. Απέκλεισε την παρουσία και τη μαρτυρία του ιδιοκτήτη της «OPINION» και ταυτόχρονα απεδείχθη ότι δεν λειτουργούν οι κυρωτικοί μηχανισμοί που προβλέπει ο νομοθέτης σε βάρος των εταιρειών δημοσκοπήσεων, κάτι που αφορά τη λειτουργία του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης.
Υπάρχει θεσμικό κενό, κάτι που τονίστηκε κατά κόρον. Αυτό το κενό αφορά, πρώτον, την εφαρμογή του σχετικού άρθρου του Συντάγματος για τη δυνατότητα της Αντιπολίτευσης να προτείνει τη δημιουργία εξεταστικών επιτροπών. Δεν είναι δυνατόν η πρώτη ουσιαστικά διαδικασία εφαρμογής αυτής της διάταξης να τιναχθεί στον αέρα τόσο εύκολα και με τόσο έωλα επιχειρήματα και από τη μία μεριά, αλλά και από την άλλη μεριά. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται οπωσδήποτε αλλαγή στον Κανονισμό της Βουλής
Δεύτερον, πιστοποιεί την ανάγκη να διασφαλιστεί εν τοις πράγμασι η δυνατότητα άσκησης της ελεγκτικής αρμοδιότητας του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, όπως βέβαια και η δυνατότητα της Εθνικής Αντιπροσωπείας να αξιολογεί τη λειτουργία αυτού του θεσμού. Παρουσιάστηκαν και από τον κ. Καστανίδη κάποιες συγκεκριμένες προτάσεις σε ό,τι αφορά αυτό το θέμα.
Αυτή η συζήτηση δεν γίνεται εν κενώ. Υπάρχει η ευρωπαϊκή εξέλιξη. Υπάρχει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή που κίνησε δημόσια διαβούλευση για την επικείμενη ευρωπαϊκή πράξη για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης που αφορά τη διαφάνεια και την ανεξαρτησία τους, τις προϋποθέσεις για την υγιή λειτουργία τους και τη δίκαιη κατανομή των κρατικών πόρων. Παραδείγματος χάριν, ανεξαρτησία των δημόσιων μέσων ενημέρωσης, διαφάνεια και δίκαιη κατανομή της κρατικής διαφήμισης.
Εγώ στην προηγούμενη συζήτηση που έγινε με αφορμή την πρόταση για τη σύσταση της Εξεταστικής Επιτροπής, είχα κάνει τρεις πολύ απλές προτάσεις που σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι οι καλύτερες. Άλλωστε, έχουμε κάνει κι άλλες προτάσεις τις οποίες παρουσίασε και ο κ. Κατρίνης σήμερα στην τοποθέτησή του.
Εγώ πιστεύω ότι με συγκεκριμένα κριτήρια για να κάνει κάθε φορά τις κατανομές του δημοσίου χρήματος σε ό,τι αφορά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, να υπάρχει ένας έλεγχος και από αντιπροσώπους της ΕΣΗΕΑ. Μπορούσαμε να πάρουμε μια απόφαση να προστατέψουμε τον δημοσιογραφικό κόσμο απέναντι στη χειραγώγηση που γίνεται ουσιαστικά στα πλαίσια της λειτουργίας των μέσων, άρα να τους δώσουμε τη δυνατότητα αντί να τα εκμεταλλεύεται ο καθένας με απλά «μπλοκάκια», να πάμε μέσα από συλλογικές συμβάσεις και, άρα, να διασφαλίσουμε και τη μέγιστη δυνατή –δεν γίνεται στον απόλυτο βαθμό- ανεξαρτησία της λειτουργίας του δημοσιογράφου. Όλοι οι δημοσιογράφοι πιστεύουν ότι ουσιαστικά υπηρετούν ένα λειτούργημα.
Επιπλέον, ό,τι χρήματα δίνει στα δημόσια μέσα το κράτος, που είναι χρήματα του ελληνικού λαού, να πηγαίνουν με κριτήρια στο πώς αξιολογούνται και πώς αξιοποιούνται, με έναν τρόπο ενίσχυσης –το λέγαμε παλιά, φαίνεται λίγο παραδοσιακό, αλλά δεν είναι παραδοσιακό, είναι πολύ σύγχρονο- της πολιτισμικής μας ταυτότητας, της παιδείας, της εκπαίδευσης, κλπ. Μαζί με όλες τις άλλες προτάσεις, νομίζω ότι θα μπορούσαμε να βοηθήσουμε προς αυτήν την κατεύθυνση.
Έρχομαι τώρα στο πολιτικό πλαίσιο.
Ο καθένας σ’ αυτήν την Αίθουσα μπορεί εύκολα να προβλέψει την κατάληξη και αυτής της διαδικασίας για την έκδοση του πορίσματος της Εξεταστικής Επιτροπής, όπως και σε όλες τις προηγούμενες. Ο καθείς και το πόρισμά του. Οποία πρωτοτυπία! Διάλογος κωφών! Ευθεία χειραγώγηση από την κρατούσα Πλειοψηφία, επιλεκτική επιλογή μαρτύρων όχι μόνο για να μη διαφωτίσει πλευρές, αλλά ακόμη και για να συσκοτίσουν και να αποπροσανατολίσουν.
Αυτό είναι κάτι που το ζήσαμε επανειλημμένα. Οφείλω να σας πω, όμως, ότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Εμείς θεσμοθετούσαμε πάντα βήμα με βήμα –και όχι άρτια- τη διαφάνεια και εσείς αντιστεκόσασταν, ένθεν και ένθεν. Εμείς στέλναμε τα στελέχη μας στη δικαιοσύνη και εσείς προσπαθείτε να τα απαλλάξετε προτού συζητηθεί καν το θέμα. Εμείς είμαστε συνεπείς με την αρχή «όλα στο φως» και εσείς κρύβετε τα προβλήματα κάτω από το χαλί.
Δεν είναι τυχαίο ότι για το ίδιο θέμα οι δύο πανομοιότυπες προτάσεις εξεταστικών επιτροπών σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, η μία όταν έγινε είχε θύμα της πρώτης τον Αλέξη Τσίπρα που γίνεται θύτης στη δεύτερη εξεταστική, ο δε θεσμικός εγγυητής της πρώτης Κυριάκος Μητσοτάκης έγινε χειραγωγός στη δεύτερη. Δεν πρόκειται για πολιτικό μεταμορφισμό. Πρόκειται για θέατρο του παραλόγου και για θέατρο που υποβαθμίζει κυριολεκτικά τη λειτουργία του Κοινοβουλίου, γιατί με τα αντίθετα επιχειρήματα οι δύο παρατάξεις στη μία και στην άλλη Επιτροπή διατυπώνουν τον ίδιο προβληματισμό, μόνο που στη μία έχει την ταμπέλα του ΣΥΡΙΖΑ εναντίον της Νέας Δημοκρατίας και στην άλλη έχει της Νέας Δημοκρατίας εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχουν τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα είτε υπεράσπισης της Κυβέρνησης, είτε υπεράσπισης της Αντιπολίτευσης.
Άρα, λοιπόν, θέλω κλείνοντας να πω κάτι το οποίο το θεωρώ πάρα πολύ σημαντικό. Όλοι μιλάμε για το τέλος της Μεταπολίτευσης. Όλοι! Το λέτε όλοι! Τα κόμματα έχουν εξαντλήσει τη δυνατότητά τους, μπήκαμε σε μια καινούργια εποχή, γίνονται τρομακτικές ανακατατάξεις. Όλοι μιλάνε για το ότι η δημοκρατία έχει ανάγκη από μια θεσμική ανασυγκρότηση. Θα τη συμφωνήσουμε; Το πολιτικό σύστημα οφείλει μετά από μια ατελείωτη διαδρομή να διδαχτεί επιτέλους ότι οι παθογένειες που το ίδιο δημιούργησε δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν, αν δεν υπάρχουν ριζικές αλλαγές σε θεσμικό επίπεδο που να προστατεύουν τη διαφάνεια και, ταυτόχρονα, να αποτρέπουν τη χειραγώγηση.
Το λέω με πλήρη συνείδηση γιατί κανείς δεν αρνείται τη σύμφυση οικονομικής και πολιτικής εξουσίας στη σημερινή εποχή και σε παγκόσμιο επίπεδο και σε εθνικό επίπεδο. Κανείς δεν αρνείται τις διαπλοκές που μπορούν να υπάρξουν. Υπάρχει, όμως, ένα θέμα δημοκρατίας και διαφάνειας, ότι δηλαδή όλα αυτά θα πρέπει να απομυθοποιηθούν και να τεθούν στο φως της δημοκρατίας, σε μία σοβαρή θεσμική ανασυγκρότησή της. Μπορούμε να το κάνουμε αυτό; Κάτι θα έχουμε προσφέρει και κυρίως θα έχουμε προσφέρει κάτι πιο απλό, ότι δηλαδή την επόμενη φορά δεν θα συζητήσουμε τα ίδια πράγματα με τα ίδια επιχειρήματα που τη μια φορά χρησιμοποιεί το ένα κόμμα και την άλλη φορά χρησιμοποιεί το άλλο