Συμπληρώθηκε ένας χρόνος από την ημέρα που οι Έλληνες έστειλαν σπίτια τους τα μέλη του θιάσου που τους κυβερνούσε και παρέδωσαν την εξουσία και τις τύχες τους στα χέρια του Μητσοτάκη και της πολιτικής κανονικότητας.
Στον χρόνο αυτό η κυβέρνηση Μητσοτάκη επανέφερε την κανονικότητα σε πολλούς τομείς του δημόσιου βίου όπως τη δημοκρατική ομαλότητα, τη θεσμική ηρεμία, τη δημόσια τάξη ενώ αντιμετώπισε με εξαιρετικά αντανακλαστικά τις δυο μεγάλες κρίσεις που της προέκυψαν. Του Έβρου και της πανδημίας.
Ταυτοχρόνως κατάφερε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των αγορών προς την ελληνική οικονομία, με αποτέλεσμα τα επιτόκια δανεισμού της χώρας να είναι ευθέως ανταγωνιστικά με τα αντίστοιχα των μεγάλων χωρών της Ευρωζώνης.
Η αλήθεια, όμως, είναι –αναφορικά με την πανδημία- ότι η οικονομία μας βρέθηκε στη δίνη της. Όπως όλες οι οικονομίες όλων των χωρών της υφηλίου. Σ’ αυτή τη δίνη θα βρίσκεται μέχρι να βρεθούν φάρμακα που θα προλαμβάνουν και θα θεραπεύουν τον ιό. Αυτό συμβαίνει και θα συμβαίνει επειδή πλέον οι οικονομίες δεν έχουν σύνορα και το χρήμα ρέει χωρίς περιορισμούς.
Ακόμη, λοιπόν, κι αν η υγειονομική εικόνα της χώρας είναι καλή εξ αιτίας των χειρισμών της ελληνικής κυβέρνησης και της αυτοπειθαρχίας του μεγάλου ποσοστού της κοινωνίας, η ελληνική οικονομία δεν θα μπορούσε να έχει ανοδική πορεία όταν η διεθνής είναι σε ύφεση. Επιπλέον δεν θα μπορούσε, επί παραδείγματι, το ελληνικό χρηματιστήριο να έχει συνεχείς ανοδικές τάσεις όταν τα διεθνή κατακρημνίζονται. Το ίδιο συμβαίνει με το διεθνές εμπόριο, την αγορά εργασίας, την κατανάλωση.
Άρα, όταν συμβαίνουν όλα αυτά και ταυτοχρόνως μεγάλες οικονομίας (ΗΠΑ) νοσούν βαρύτατα, τι δυνατότητες έχει ο Μητσοτάκης να έχει οικονομία σε ρυθμούς ανάπτυξης;
Νομίζω ότι αυτό που μπορεί να κάνει είναι να παίξει άμυνα. Μέχρι τώρα φαίνεται ότι το κάνει καλά. Δηλαδή, διατηρεί σε αντιμετωπίσιμα επίπεδα το υγειονομικό ζήτημα και ταυτοχρόνως επιχειρεί να αξιοποιεί με τον καλύτερο τρόπο τα ευρωπαϊκά κονδύλια ώστε να τροφοδοτεί με ρευστότητα την οικονομία και να συντηρεί την κατανάλωση, το βιοτικό επίπεδο και τις θέσεις εργασίας.
Προσέξτε: Αυτά νομίζω ότι δεν αρκούν. Σε μια χώρα σαν τη δική μας που η μεγάλη βιομηχανία του τουρισμού συντηρεί σχεδόν μονοθεματικά την οικονομία, πρέπει να σκεφτούμε κι άλλα πράγματα. Πρέπει να σκεφτούμε αλλαγές στο παραγωγικό μοντέλο. Πρέπει να προχωρήσουμε σε βαθιές κι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και διαρθρωτικές αλλαγές. Δηλαδή, σε πεδία στα οποία η κυβέρνηση, μέχρι τώρα, δεν έχει αποδειχτεί όσο τολμηρή θα έπρεπε.
Δεν μπορώ να κατανοήσω, επί παραδείγματι, για ποιον λόγο δεν προχωράμε ως χώρα στον περιορισμό του μη μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων (ασφαλιστικές εισφορές, φόροι, γραφειοκρατία, αδειοδοτήσεις κλπ), που θα τους δώσει μεγάλες ανάσες οξυγόνου και κυρίως θα τις καταστήσει ανταγωνιστικές στο εξωτερικό.
Δεν μπορώ να κατανοήσω για ποιον λόγο η κυβέρνηση ανέχεται την υστέρηση του δημοσίου τομέα και την αδυναμία του να ακολουθήσει τις επιταγές των καιρών ή και την απόλυτη ψηφιοποίηση της χώρας.
Δεν μπορώ να κατανοήσω για ποιον λόγο η κυβέρνηση δεν στέλνει σπίτια τους (παράδειγμα αναφέρω) όσους έχουν «χρεωμένα στην υπηρεσία τους» τηλέφωνα και δεν τα σηκώνουν στης κλήσεις των πολιτών. Εν ανάγκη ας φτιάξουν ένα μεγάλο call center σε κάθε οργανισμό (ΕΦΚΑ, ΔΕΗ κλπ) όπως έχουν όλες οι μεγάλες εταιρείες του ιδιωτικού τομέα.
Δεν μπορώ να καταλάβω για ποιον λόγο εξακολουθούν να υπάρχουν νόμοι που καλύπτει ο ένας τον άλλο, με αποτέλεσμα τη δημιουργία χάους αρμοδιοτήτων και γραφειοκρατίας. Γιατί δεν καταργείται μεγάλος όγκος «νομικών σκουπιδιών», όπως αποδέχονται οι πάντες ότι υπάρχουν, για να ελαφρώσουν και τα δικαστήρια αλλά κυρίως η οικονομία και η κοινωνία;
Δεν μπορώ να καταλάβω τι παιγνίδι παίζουν οι τράπεζες. Ναι, όντως είναι πληγωμένες και απολύτως ευάλωτες. Ναι υστερούν και σε επίπεδο εισροής επενδυτικών κεφαλαίων που θα μπορούσαν να λειτουργούν ως venture capital και να χρηματοδοτούν ένα επιχειρηματικό σχέδιο. Όμως, η μη χρηματοδότηση μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων είναι μέγα ζήτημα που πρέπει ν’ αντιμετωπιστεί. Δεν ισχυρίζομαι ότι πρέπει ν’ αντιμετωπιστεί με παρεμβάσεις του κράτους που ήδη είναι ασφυκτικές αν όχι κομμουνιστικές. Θα μπορούσε όμως ν’ αντιμετωπιστεί με μεταρρύθμιση επενδυτικής κουλτούρας.
Ακούστε: Οι Έλληνες εύποροι αντί να το «παίζουν» Σκρουτζ, θα μπορούσαν να μικροχρηματοδοτούν μέσω τραπεζών μικρές επιχειρήσεις ή startups. Λίγη φαντασία απαιτείται και πίστη.
Όπως λοιπόν μεταρρυθμίζεται ταχύτατα και δημιουργείται το ψηφιακό κράτος (Πιερρακάκης), όπως δημιουργήθηκε το εξαιρετικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα «Αντώνης Τρίτσης» (Θεοδωρικάκος αλλά και ΕΕΤΑΑ με πρόεδρο τον Ηλία Γιάτσιο και Διευθύνοντα σύμβουλο τον Σπύρο Σπυρίδων) πρέπει να μεταρρυθμιστεί κι η οικονομία.
Πρέπει να πούμε λοιπόν και ταυτοχρόνως να το υποστηρίζουμε με παρρησία και σθένος ότι η ελληνική οικονομία έχει την δυνατότητα ν’ απογειωθεί αφού ο Μητσοτάκης διαμορφώνει ασφαλές επενδυτικό περιβάλλον. Για να είναι ασφαλές το ελληνικό επενδυτικό περιβάλλον πρέπει να γίνουν άμεσα μεταρρυθμίσεις. Πριν από οποιαδήποτε σκέψη εκλογών…
Οι μεταρρυθμίσεις είναι το κλειδί πασπαρτού που ξεκλειδώνει το αύριο της Ελλάδας προς όφελος των πολλών… Θα τολμήσουμε;