Τον λένε Μήτσο και μοιάζει με Μήτσο. Σίγουρα δεν του πάει να λέγεται Αριστοτέλης ή Πλάτωνας. Για κάποιον λόγο, αρκετοί άνθρωποι τείνουν να μοιάζουν με το όνομά τους. Έτσι, μερικές φορές μπορεί κανείς με απρόσμενη ακρίβεια να ταιριάξει ένα όνομα με το πρόσωπο ενός αγνώστου, σύμφωνα με μια νέα ισραηλινο-γαλλική επιστημονική έρευνα.
Μάλιστα, χάρη σε αυτή την ικανότητα να ταιριάξει κανείς ένα όνομα με ένα πρόσωπο, είναι δυνατό να προγραμματισθεί ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής, ώστε να ταιριάζει ονόματα και πρόσωπα με αυτόματο τρόπο.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη Γιονάτ Ζουέμπνερ του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό ψυχολογίας “Journal of Personality and Social Psychology”, πραγματοποίησαν μια σειρά από πειράματα με 300 συμμετέχοντες.
Σε κάθε πείραμα, ο εθελοντής έβλεπε μια έγχρωμη φωτογραφία ενός αγνώστου και έπρεπε να μαντέψει το όνομα του εικονιζόμενου, έχοντας να διαλέξει από ένα κατάλογο πέντε ονομάτων. Αν η απάντηση ήταν καθαρά τυχαία, το ποσοστό επιτυχίας των συμμετεχόντων έπρεπε να είναι 20% (δηλαδή μία πιθανότητα στις πέντε να βρει κανείς το σωστό όνομα στην τύχη).
Όμως, το ποσοστό επιτυχίας αποδείχθηκε ότι ήταν από 25% έως 40%, πράγμα που σημαίνει ότι πέρα από την τύχη, παίζουν ρόλο και άλλοι παράγοντες. Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό οφείλεται κυρίως στα πολιτισμικά στερεότυπα που συνοδεύουν κάθε όνομα.
Όπως έδειξαν τα πειράματα, ένας Ισραηλινός μπορεί να ταιριάξει πολύ καλύτερα τα ισραηλινά από ό,τι τα γαλλικά ονόματα με τα πρόσωπα, ενώ ένας Γάλλος είναι πολύ καλύτερος με τα γαλλικά ονόματα από ό,τι με τα ισραηλινά. Επιπλέον, για κάποιο λόγο, μερικά ονόματα είναι πιο εύκολο να τα προβλέψει κανείς και να τα συσχετίσει με ένα πρόσωπο, σε σχέση με άλλα ονόματα.
Ακόμη, το στίλ κουρέματος ή κόμμωσης παίζει καθοριστικό ρόλο στο ταίριασμα ενός προσώπου με ένα όνομα. Το ποσοστό επιτυχίας στην πρόβλεψη ενός ονόματος ήταν κατά μέσο όρο 30% όταν στη φωτογραφία δεν φαίνονταν τα μαλλιά, αλλά 36% όταν φαίνονταν.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές εκπαίδευσαν ένα αλγόριθμο υπολογιστή να κάνει αυτός το ταίριασμα ονομάτων και προσώπων. Έχοντας κάθε φορά να διαλέξει ανάμεσα σε δύο ονόματα για κάθε πρόσωπο (η διαδικασία επαναλήφθηκε για πάνω από 94.000 πρόσωπα), ο υπολογιστής είχε επιτυχία 54% έως 64%, πάνω από το 50% που θα περίμενε κανείς αν η επιλογή ήταν μόνο τυχαία.
Οι ψυχολόγοι θεωρούν πιθανό ότι πολλοί άνθρωποι υποσυνείδητα προσαρμόζουν την εμφάνισή τους έτσι ώστε να μοιάζουν περισσότερο με αυτό που η κοινωνία θα περίμενε από αυτούς με βάση το όνομά τους. Είναι, κατά βάση, σύμφωνα με τη Ζουέμπνερ, η ίδια διαδικασία συμμόρφωσης με τα στερεότυπα, που ισχύει π.χ. με το φύλο και με τη φυλή, όταν οι άνθρωποι προσαρμόζουν την εικόνα τους ανάλογα με τις προσδοκίες των τρίτων από αυτούς.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει αυτά τα στερεότυπα στον τρόπο που φαντάζεται κανείς το πτρόσωπο ενός ονόματος. Για παράδειγμα, κάποιος με το όνομα Μπομπ γίνεται φαντασιακά αντιληπτός ότι θα έχει πιο στρογγυλό πρόσωπο από κάποιον που τον λένε Τομ. Στην πορεία, ο Μπομπ, χωρίς να το καταλάβει, μπορεί να διαμορφώσει το πρόσωπό του (π.χ. αλλάζοντας το χτένισμά του), έτσι ώστε αυτό να φαίνεται πιο στρογγυλό.
Σύμφωνα με τους ψυχολόγους, η νέα μελέτη επιβεβαιώνει ότι το όνομα έχει τη δική του δύναμη πάνω στον άνθρωπο, συνεπώς το όνομα που διαλέγουν οι γονείς για το παιδί τους, μπορεί να το επηρεάσει υποσυνείδητα στην κατοπινή ζωή του.
Παύλος Δρακόπουλος