Καθρέφτης της κοινωνίας είναι το σχολικό περιβάλλον με τις συνήθειες και τις συμπεριφορές των γονιών να αναπαράγονται από τα παιδιά. Το οικονομικό και πολιτιστικό περιβάλλον της γειτονιάς, αλλά και η συγκρότηση και η στήριξη της οικογένειας, σε μεγάλο βαθμό, καθορίζει την εξέλιξή τους στο σχολείο, επισημαίνουν οι εκπαιδευτικοί, ενώ η δέσμευση και ευαισθητοποίηση του εκπαιδευτικού προσωπικού παίζει μεγάλο ρόλο στο κατά πόσο άσχημες συμπεριφορές γίνονται ή όχι ανεκτές, προστατεύοντας τόσο τους διδάσκοντες, όσο και τους μαθητές.
Επίσης, η αλληλεπίδραση και συνύπαρξη μαθητών από την Ελλάδα και από άλλες χώρες, φαίνεται να είναι επωφελής για όλο το μαθητικό πληθυσμό. Δυστυχώς, ένα σημαντικό ποσοστό των παιδιών Ρομά δεν συνεχίζει στο Γυμνάσιο, ενώ δεν είναι πολλοί οι Ρομά, που τελικά τελειώνουν το δημοτικό.
Το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) συνομίλησε με εκπαιδευτικούς από σχολεία της Αττικής, στα Κάτω Πετράλωνα, τα Εξάρχεια, τα Άνω Λιόσια και τη Νέα Φιλαδέλφεια, οι οποίοι περιέγραψαν την καθημερινότητα στο σχολείο.
Η οικονομική κρίση χτύπησε και τα σχολεία
Τα Κάτω Πετράλωνα δεν ήταν ούτε πριν την οικονομική κρίση εύπορη περιοχή. Πόσο μάλλον, τα τελευταία χρόνια, που επλήγησαν πολλές μικρομεσαίες οικογένειες, οι οποίες απαρτίζουν την πλειονότητα του πληθυσμού. Για παράδειγμα, πολλά μαγαζιά στην περιοχή έκλεισαν.Στο 10ο Λύκειο φοιτούν Ελληνόπουλα, τόσο «χριστιανόπουλα», όσο και «μουσουλμανάκια» από το Γκαζοχώρι ή άθεα και παιδιά μετανάστες δεύτερης και τρίτης γενιάς, κυρίως με καταγωγή από την Αλβανία, κάποιοι Ρουμάνοι κλπ.
«Όλα τα παιδιά είναι ενταγμένα στα σύστημα, δε βλέπεις διαφορές λόγω καταγωγής, πηγαίνουν φροντιστήριο, δίνουν πανελλαδικές, αρκετά περνάνε, όμως λίγα σε καλές σχολές. Φέτος δυο πέτυχαν στο Πολυτεχνείο, μια στη Νομική και μια στην Ιατρική. Στην Ιατρική είχε πολλά χρόνια να περάσει κάποιος από το σχολείο μας και το κατάφερε μια μαθήτρια αλβανικής καταγωγής. Γενικά η περιοχή είναι πολιτιστικά και πολιτισμικά υποβαθμισμένη και αυτό αντανακλάται στα παιδιά, είτε είναι Έλληνες, είτε μετανάστες», εξηγεί ο Χρήστος Χατζηχρήστος, μαθηματικός στο 10ο Λύκειο.
Τα προβλήματα μεταξύ των παιδιών προέρχονται από το περιβάλλον τους, η δική τους πραγματικότητα είναι διαφορετική
Στη γειτονιά των Κάτω Πετραλώνων δρουν συμμορίες, κυρίως μέσω οπαδών ομάδων, γίνεται διακίνηση ελαφρών ναρκωτικών και τα παραπάνω μεταφέρονται και στο σχολείο, περιγράφει ο κ. Χατζηχρήστος. Άλλοι μαθητές συμμετέχουν, άλλοι όχι, άλλοι ανάλογα με την περίσταση. «Πριν τρία χρόνια είχαμε σύγκρουση στο σχολείο Αλβανών από τη μια Ρουμάνων με Χρυσαυγίτες από την άλλη. Η συμπλοκή δεν έγινε για εθνοτικές διαφορές, απλώς ήταν θέμα παρέας. Κάποιος πείραξε το φίλο του άλλου, και μαζεύτηκαν οι άλλοι να τον υποστηρίξουν. Επίσης, υπήρχε Χρυσαυγίτης, που είχε κολλητό φίλο μουσουλμάνο. Του λέγαμε πώς γίνεται, μπερδευόταν, δεν είχε τι να πει. Στο τέλος παράτησε τη Χρυσή Αυγή. Τα σύνορα μεταξύ των παιδιών δεν είναι τόσο καθαρά, είναι πιο μπλεγμένα, δεν μπορείς να τα διαχωρίσεις με απόλυτο τρόπο. Πολλά πράγματα είναι περισσότερο υποβαλλόμενα από τους γονείς ή από τη γειτονιά, παρά από την πραγματικότητα των ίδιων των παιδιών», σύμφωνα με τον κ. Χατζηχρήστο.
Όταν ο σύλλογος καθηγητών προστατεύει διδάσκοντες και μαθητές
Στο 1ο Λύκειο Νέας Φιλαδέλφειας, όπου φοιτούν ως επί το πλείστον Ελληνόπουλα, αλλά και πολλά παιδιά με καταγωγή από την Αλβανία, την Πολωνία, τη Ρουμανία, χώρες της Αφρικής, τη Σρι Λάνκα κλπ, οι καθηγητές και ο μαθητές έχουν πολύ καλές σχέσεις μεταξύ τους και η καθημερινότητα κινείται ομαλά, επισημαίνει η φιλόλογος Χριστιάνα Αμοράτη. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο σύλλογο καθηγητών, που είναι αρκετά προοδευτικός και ευαισθητοποιημένος. «Δεν υπάρχει καμία ανοχή στη βία, το ρατσισμό και παρόμοιες συμπεριφορές. Αν τυχόν κάποιος εκδηλώσει τέτοιες απόψεις, αμέσως συζητάμε μαζί του, δεν το αφήνουμε. Έχει εμπεδωθεί η κουλτούρα του διαλόγου και της ισοτιμίας των ανθρώπων», αναφέρει η κ. Αμοράτη.
Χάρις στον ενεργό σύλλογο καθηγητών δεν γίνονται ανεκτές, αρά και σε μεγάλο βαθμό δε συμβαίνουν, όπως σε άλλα σχολεία, παρεμβατικές συμπεριφορές γονέων, πχ, να πιέζουν, ακόμα και να εκβιάζουν τους καθηγητές να βάλουν υψηλότερους βαθμούς στα παιδιά τους.
Η αλληλεπίδραση και η συνολικότερη μόρφωση στη φιλοσοφία του σχολείου
Στο 35ο δημοτικό σχολείο της Αθήνας στα Εξάρχεια, η αλληλεπίδραση των μαθητών με διαφορετικές καταγωγές, είναι το ζητούμενο και ενθαρρύνεται. Μάλιστα φέτος, που καταργήθηκαν οι ΔΥΕΠ (Δομές Υποδοχής για την Εκπαίδευση των Προσφύγων), οι εγγραφές αυξήθηκαν, έφτασαν τους 120 οι μαθητές.
«Το σχολείο έχει παράδοση σε αυτόν τομέα. Έχουν περάσει παιδιά από κάθε γωνιά της γης, περίπου από είκοσι χώρες, το Βέλγιο, τη Ρωσία, τις Φιλιππίνες, την Ιταλία, όλα τα Βαλκάνια, το Ζαΐρ, το Μπαγκλαντές και τελευταία από τη Συρία, το Ιράν και το Αφγανιστάν», σημειώνουν οι δάσκαλοι Αργύρης Γεωργατζής και Μπάμπης Μπαλτάς.
Οι εκπαιδευτικοί στο συγκεκριμένο σχολείο προκρίνουν τη συμβίωση ως την καλύτερη διδακτική μέθοδο, σε αντιδιαστολή με τον αμιγή, και άρα απομονωμένο από το κοινωνικό γίγνεσθαι μαθητικό πληθυσμό. «Ιδιαίτερα στην περίπτωση των προσφύγων, στα μαθήματα που είχαν οργανωθεί μέσα στους καταυλισμούς, η συμμετοχή ήταν μικρή. Από την ώρα που ήρθαν στο “κανονικό” σχολείο, οι γνωσιακές τους προσδοκίες αυξήθηκαν. Προχωρούν γρήγορα, τόσο στη γλώσσα, όσο και στα μαθήματα. Ειδικά τα πρωτάκια και δευτεράκια σημειώνουν αμέσως μεγάλη πρόοδο, είναι πολύ δεκτικά», τονίζουν οι δάσκαλοι.
Επίσης, και τα ελληνόπουλα αποκομίζουν κέρδος. Το μάθημα εμπλουτίζεται, για παράδειγμα στη γεωγραφία, όταν άλλοι γνωρίζουν περισσότερα για την Ευρώπη, άλλοι για την Ασία, άλλοι για την Αφρική. «Μας ενδιαφέρει ο συνολικός δείκτης ευφυίας των παιδιών, η γλώσσα, απαραίτητη μεν, δεν αποτελεί παρά το επικοινωνιακό εργαλείο», υποστηρίζουν.
«Βέβαια, τα πράγματα δεν είναι πάντα ιδανικά. Υπήρχαν γονείς, και μπορεί να ξαναϋπάρξουν, που αντέδρασαν, λέγοντας “οι ξένοι είναι πάρα πολλοί”. Επιμείναμε, όμως, στη φιλοσοφία της συμβίωσης, το σχολείο δεν ενέδωσε στις ακραίες φωνές. Σιγά- σιγά πείστηκαν και οι πιο δύσπιστοι, καθότι είδαν, πως το πρακτικό κομμάτι, αυτό που τελικά ενδιαφέρει όλους τους γονείς, δηλαδή να “προχωρούν τα παιδιά τους στα γράμματα”, συνέβαινε με επιτυχία», περιγράφουν οι δύο δάσκαλοι.
Πέρα από το καθιερωμένο σχολικό πρόγραμμα, το δραστήριο και εξωστρεφές διδακτικό προσωπικό και η υποστηρικτική διεύθυνση του σχολείου συμβάλει με εξωσχολικές δράσεις στην πιο ολοκληρωμένη μόρφωση των μαθητών. Σημαντική παράμετρος στην αποτελεσματικότερη λειτουργία του σχολείου, αποτελεί το πνεύμα συνεργασίας, που έχει αναπτυχθεί με τη γειτονιά, τις αυτόνομες δομές, τις μη κυβερνητικές οργανώσεις και τους δασκάλους. Τα παιδιά παίρνουν μέρος σε εκδρομές, επισκέψεις στο Αρχαιολογικό Μουσείο, που είναι δίπλα, τα πάρκα, τις πλατείες, οργανώνουν εκθέσεις, φτιάχνουν χάρτες με την ιστορία της γειτονιάς τους και διοργανώνουν ξεναγήσεις και εκδηλώσεις.
Μαθητές Ρομά: μεγάλο ζήτημα η σχολική διαρροή
Το 2ο δημοτικό Άνω Λιοσίων, βρίσκεται σχεδόν μέσα στον καταυλισμό του Άι Γιάννη. Περιτριγυρίζεται κυρίως από παράγκες και λίγα σπίτια. Το 85% των μαθητών είναι Ρομά και το υπόλοιπο παιδιά παλιννοστούντων από τον Εύξεινο Πόντο και λίγα με καταγωγή από την Αλβανία.
Τα παιδιά από τον Πόντο και την Αλβανία προχωρούν κανονικά. Έρχονται οι γονείς, ρωτούν, μιλούν καλύτερα τη γλώσσα από τους μαθητές Ρομά, παρότι οι γονείς τους μιλούν σπαστά. Στην συντριπτική πλειοψηφία των Ρομά, τα πράγματα είναι κάπως αλλιώς…
«Η καθημερινότητά μας είναι διαφορετική από τα υπόλοιπα σχολεία», αναφέρει ο δάσκαλος Γιάννης Μαρούτας. «Καταρχάς, σε μας ουσιαστικά τώρα, το Σεπτέμβριο, γίνονται οι εγγραφές, ενώ ο κανονισμός προβλέπει να τελούνται το Μάιο. Ως το τέλος του καλοκαιριού είχαν γραφτεί για το νέο έτος μόλις 5 παιδιά. Και η δυναμικότητα του σχολείου είναι 180 μαθητές. Παρότι η Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης γνωρίζει την κατάσταση και μας διευκολύνει, όσο μπορεί, τελικά αρκετοί δάσκαλοι έρχονται κατά τη διάρκεια της χρονιάς, όταν έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο».
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η σχολική διαρροή. «Μπορεί να μην έρθουν κάποιες ημέρες τα παιδιά ή να διακόψουν τελείως για διάφορους λόγους. Μετά τα Χριστούγεννα, πολλά παιδιά δεν επιστρέφουν, ενώ μετά το Πάσχα ο μαθητικός πληθυσμός μένει ο μισός. Για παράδειγμα όταν βρέχει, ή έγινε φασαρία στον καταυλισμό, οι γονείς τα κρατούν σπίτι. Επίσης, οι γονείς δεν ξυπνούν τα παιδιά για το σχολείο. Όταν δεν έχουν όρεξη, δεν έρχονται και κανείς δεν τους πιέζει. Τα παιδιά, που θέλουν να έρθουν στο μάθημα, έρχονται μόνα τους», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Έχουμε παιδιά ως 16 χρόνων στο σχολείο», λέει ο κ. Μαρούτας και προσθέτει: «Μπορεί κάποια να φύγουν για ένα χρόνο και να επιστρέψουν τον επόμενο, πηγαίνουν να βοηθήσουν τους γονείς τους στη δουλειά, κάποια κορίτσια να παντρευτούν, κλπ. Ιδιαίτερα τα κορίτσια μετά τα 12 δεν τα στέλνουν πια στο σχολείο. Οι γονείς φοβούνται μήπως τα πειράξουν στο δρόμο. Και είναι κρίμα, επειδή υπάρχουν κορίτσια, που θέλουν να συνεχίσουν το σχολείο».
Πέρσι τελείωσαν 10 με 15 παιδιά Ρομά την έκτη τάξη και από αυτά περίπου 6 πήγαν στο Γυμνάσιο. «Να φανταστείτε, στο Γυμνάσιο, που είναι δίπλα, φοιτούν το πολύ 20 παιδιά Ρομά. Ο κανόνας λέει, πως τα παιδιά που μελετούν, παρακολουθούν, συμμετέχουν έστω και λίγο και τελικά αποφοιτούν, προέρχονται από οικογένειες κάπως συγκροτημένες, ένας από τους γονείς έχει σταθερή δουλειά κλπ», επισημαίνει.
Παλιότερα πρόσφερε το σχολείο στους μαθητές μέσω προγραμμάτων κολατσιό. Μετά, κάτι αντίστοιχα προγράμματα μέσω του Δήμου, δεν προχώρησαν. Για φέτος, αναφέρει ο κ. Μαρούτης, δεν ξέρει τι θα γίνει. «Πολλά παιδιά έρχονται νηστικά στο σχολείο. Προσπαθούμε να βάλουμε και τους γονείς να ενεργοποιηθούν, οι οποίοι είναι στην ουσία και οι ίδιοι παιδιά. Στην πρώτη δημοτικού έχουμε γονείς μαθητών 18- 19 χρονών. Δεν μπορεί να έρχεται το παιδί στο ολοήμερο με ένα παριζάκι».
ΑΠΕ-ΜΠΕ