Οι σύγχρονες φυλές Ποιμενικών Σκύλων στην Ελλάδα αποτελούν γενετική εξέλιξη των «Μολοσσών» ή «Ηπειρωτικών» σκύλων, οι οποίοι αναφέρονται από την αρχαιότητα και τοποθετούνται γεωγραφικά στην περιοχή της Ηπείρου (η αρχαία ελληνική Μολοσσία, σημερινή Ήπειρος).
Η εξαιρετική σχέση των ποιμενικών σκύλων με τον άνθρωπο αναφέρεται ήδη από τα χρόνια του Ομήρου, ενώ τόσο ο Πλάτωνας όσο και ο Αριστοτέλης αναφέρονται στο ψυχισμό και την προσήλωση των σκύλων Μολοσσικής προέλευσης. Μεταγενέστερα, είναι ιστορικά αναγνωρισμένο πως ο Μέγας Αλέξανδρος χρησιμοποιούσε στις εκστρατείες του ποιμενικούς σκύλους της Ηπείρου, μεταξύ των οποίων ο διάσημος Περίτας που εκτιμάται ότι ανήκε στη φυλή Μολοσσού της Ηπείρου. Μολονότι μικρής έκτασης επιμειξίες μεταξύ φυλών ποιμενικών σκύλων δεν είναι δυνατό να αποκλειστούν, σήμερα πιστεύεται πως το γενετικό υπόβαθρο των γηγενών φυλών ποιμενικών σκύλων παραμένει γενικά αναλλοίωτο ανά τους αιώνες. Η γεωγραφική απομόνωση της οροσειράς της Πίνδου και η διαβίωση των ανθρώπων σε κλειστές, ημινομαδικές κοινωνίες συνέβαλλαν σημαντικά σε αυτό. Πρόκειται για στοιχεία που περιλαμβάνονται στον Οδηγό Εκτροφής και Εκπαίδευσης Σκύλων Φύλαξης Κοπαδιών, που εκδόθηκε με την επιμέλεια του Εργαστηρίου Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήματος Κτηνιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, στο πλαίσιο του προγράμματος LIFEARCPROM.
Μιλώντας στο Αθηναϊκό -Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής Χαράλαμπος Μπιλλίνης και το μέλος ΕΔΙΠ Αλέξιος Γιαννακόπουλος του Τμήματος Κτηνιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, και οι επίκουροι καθηγητές του Τμήματος Δημόσιας και Ενιαίας Υγείας, Δημήτριος Χατζόπουλος και Μαρία Σάτρα εξηγούν πως το πρόγραμμα έχει στόχο τη βελτίωση της συνύπαρξης ανθρώπου-αρκούδας σε τέσσερα εθνικά πάρκα της Νότιας Ευρώπης, τρία στην Ελλάδα και ένα στην Ιταλία.
Ο Ελληνικός Ποιμενικός είναι μεγαλόσωμη φυλή και διακρίνεται για την καλή σωματική του διάπλαση, που του επιτρέπει να διανύει μεγάλες αποστάσεις σε ορεινές και δύσβατες περιοχές. Παραδοσιακές ονομασίες έχουν επικρατήσει σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, προκειμένου να περιγράψουν άτομα της φυλής με συγκεκριμένους συνδυασμούς χρωμάτων, όπως μπασιούρης, γκέσος, μούργος, παρδάλης. Τα ζώα της φυλής διακρίνονται για την πίστη και την εργατικότητά τους, σε συνδυασμό με το θάρρος και το αρχέγονο ένστικτο προστασίας του ανθρώπου και των ζώων. Επίσης, άξιο αναφοράς είναι ότι το γεγονός πως κινούνται αυτόνομα κατά τη φύλαξη ή συνοδεία των κοπαδιών επιλέγοντας θέσεις από τις οποίες είναι δυνατή η επιτήρηση του περιβάλλοντος χώρου και η έγκαιρη ανίχνευση τυχόν απειλών.
Επιπλέον, ο Οδηγός Εκτροφής και Εκπαίδευσης Σκύλων Φύλαξης Κοπαδιών, κάνει αναφορά και στη φυλή Μολοσσού της Ηπείρου η οποία φαινοτυπικά είναι η πιο εύκολα αναγνωρίσιμη και θεωρείται πρόγονος των Μαστιφοειδών φυλών. Τα άτομα της φυλής ήταν αρκετά διαδεδομένα τόσο στην αρχαία Ελλάδα όσο και μετέπειτα στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα για τη φύλαξη κοπαδιών αιγοπροβάτων και βοοειδών στις ορεινές περιοχές της Ελλάδας και κυρίως σε περιοχές της Ηπείρου και της Θεσσαλίας. Τέλος, αναφορά γίνεται και στη φυλή Λευκό Ποιμενικό Τσοπανόσκυλο, το οποίο διαθέτει δυνατό σκελετό, ενώ προστατεύεται από τις χαμηλές θερμοκρασίες χάρη στο πυκνό και μακρύ του τρίχωμα. Σύμφωνα με τον Κυνολογικό Όμιλο Ελλάδος και τη Διεθνή Κυνολογική Ομοσπονδία όλες οι παραπάνω φυλές σκύλων είναι γηγενείς.
Τα τελευταία χρόνια καταγράφονται σημαντικές προσπάθειες για τη διατήρηση των Ελληνικών Φυλών Ποιμενικών Σκύλων, οι οποίες πραγματοποιούνται κυρίως από Περιβαλλοντικές Οργανώσεις αλλά και τους ίδιους τους κτηνοτρόφους, στο πλαίσιο διατήρησης της πολιτιστικής τους παράδοσης και της ανάγκης μείωσης των απωλειών ζωικού κεφαλαίου από επιθέσεις θηρευτών. Στις προσπάθειες αυτές συμμετέχει το Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας του Τμήματος Κτηνιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, όπου μέσα από το πρόγραμμα LIFEARCPROM, υλοποιεί μία εκτενή φαινοτυπική και συμπεριφορική αξιολόγηση σκύλων που ανήκουν στις Ελληνικές Φυλές Ποιμενικών Σκύλων και υποστηρίζει την ανάπτυξη ενός Δικτύου επικοινωνίας μεταξύ των ιδιοκτητών των αξιολογημένων σκύλων. Επιπρόσθετα, το Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας του Τμήματος Κτηνιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, παρέχει αφιλοκερδώς Κτηνιατρική Υποστήριξη στους αξιολογημένους σκύλους και κατευθύνει την πραγματοποίηση φυσικών οχειών μεταξύ επιλεγμένων ατόμων, με σκοπό την διατήρηση και επαύξηση του αριθμού των σκύλων που φέρουν τα επιθυμητά χαρακτηριστικά.
*Η φωτογραφία είναι του Απόστολου Μπούμπου ΑΠΕ-ΜΠΕ