Όσο περνά ο καιρός, τόσο περισσότερο γίνεται αντιληπτό στη Δύση ότι ο Ερντογάν παραμένει απρόβλεπτος και δεν χαλιναγωγείται ούτε από την προοπτική της σχέσης της Τουρκίας με την Ευρώπη. Που ούτως ή άλλως φαίνεται να απομακρύνεται όλο και περισσότερο.
Κι αυτό καθιστά και τη χώρα μας «ευάλωτη», πολύ περισσότερο όταν βρίσκεται στη δίνη μιας οικονομικής κρίσης που δείχνει ατέλειωτη.
Η κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά και όλος ο μηχανισμός της Αριστεράς, που δεν έχει και την καλύτερη σχέση με τον πατριωτισμό, οφείλουν να έχουν τις κεραίες τους σε συνεχή εγρήγορση.
Στα εξωτερικά ζητήματα και δη σ’ αυτά με την Τουρκία, δεν δικαιολογείται το «ναι σε όλα» που εκφράζει ο πρωθυπουργός στις απαιτήσεις των δανειστών για τα οικονομικά.
Πολύ περισσότερο όταν ο Ερντογάν επιχειρεί να ηγεμονεύσει την περιοχή, ειδικά μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου.
Οι εξοπλισμοί στους οποίους επιδίδεται η Τουρκία, η «επιχείρησή» της να γεμίσει την Ελλάδα και την Ευρώπη πρόσφυγες και λαθρομετανάστες, οι συνεχείς αναθεωρητικές βλέψεις διεθνών συνθηκών και ο βιασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο εσωτερικό της χώρας από τον Ερντογάν, με φυλακίσεις ακόμη και βουλευτών, οφείλουν να καθιστούν άγρυπνη την ελληνική διπλωματία.
Ιδανικά, για την Ελλάδα η Τουρκία θα έπρεπε για πολλούς και διάφορούς λόγους να είναι ήδη στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Εξ ου κι ήταν πάγια τακτική πολλών προηγούμενων κυβερνήσεων η στήριξη προς αυτή την κατεύθυνση.
Μα τώρα, με την ροπή προς τον αυταρχισμό και με όλα όσα κάνει ο Ερντογάν, το ζήτημα είναι λεπτό. Δεν μπορούν να γίνονται ανεκτά όλα αυτά. Υπερβαίνουν τον αξιακό κώδικα της Ελλάδας και της Ευρώπης.
Σ’ αυτό είναι βέβαιο ότι πρώτιστο ρόλο θα παίξουν –κατά τα φαινόμενα- οι Γάλλοι και οι Γερμανοί. Όπου, οι εκλογές στη Γαλλία, όπως δείχνουν τα πράγματα, θα κριθούν ανάμεσα στον Σαρκοζί και στη Λεπέν. Που ακούνε Τουρκία και βγάζουν φλύκταινες…
Στη δε Γερμανία ο υπουργός Εξωτερικών Στάιμαγερ –και σχεδόν σίγουρος νέος Πρόεδρος της χώρας- βρίσκεται σε ανοικτή και δημόσια αντιπαράθεση με τους Τούρκους. Το ίδιο συμβαίνει και με τους Αυστριακούς και τους Ολλανδούς.
Άρα, βρισκόμαστε μπροστά στο φαινόμενο του παγετώνα για τις Ευρωπαϊκές χώρες και τις σχέσεις τους με την Τουρκία.
Συνεπώς και αυτονοήτως οι ελληνοτουρκικές σχέσεις μπαίνουν σε περίοδο αβεβαιότητας. «Παγώνουν»! Είναι σαφές.
Πολύ περισσότερο αφού ο Ερντογάν θεωρεί εχθρική πράξη την μη έκδοση –ακόμη- των 8 Τούρκων αξιωματικών που ζήτησαν άσυλο στη χώρα μας μετά το πραξικόπημα.
Κι ο Ερτογάν, βγάζει πάλι στο τραπέζι το χαρτί του μεταναστευτικού.
Απειλεί ότι αν δεν ελευθερωθεί η βίζα για τους Τούρκους ταξιδιώτες στην Ε.Ε., θα οδηγήσει τη συμφωνία Ε.Ε. – Τουρκίας σε κατάρρευση και θα στείλει στην Ευρώπη 3 εκ. πρόσφυγες!
Κι η Ελλάδα;
Ο πρωθυπουργός επιχείρησε –μάλλον σωστά- να εμφανιστεί θετικός στις σχέσεις της Τουρκίας με την Ε.Ε. Αλλά το κύρος της Ελλάδας δεν είναι πια ισχυρό στην Ευρώπη.
Κι όχι μόνο αυτό, Η Ελλάδα κινδυνεύει να θεωρηθεί ότι υπερασπίζεται τον Ερντογάν και το αυταρχικό καθεστώς του. Και μάλιστα την ώρα που αυτός την απειλεί ευθέως και ταυτοχρόνως εμφανίζει θλιβερές μαξιμαλιστικές θέσεις στο Κυπριακό.
Ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών βρίσκονται μπροστά σε εξελίξεις που θα επισφραγίσουν το μέλλον της Κύπρου, τις εξελίξεις στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και την βέβαιη επιχείρηση της Τουρκίας να καταστήσει την Ελλάδα έναν δορυφόρο της.
Σ’ αυτές τις εξελίξεις η Ελλάδα προσέρχεται αποδυναμωμένη αφού δεν μπορεί να αντιδράσει ουσιαστικά στο άνοιγμα της στρόφιγγας των προσφυγικών ροών από τον Ερντογάν, που οδηγεί και σε αποσταθεροποίηση των νησιών του Αιγαίου.
Και δη με πρωταγωνιστές ανθρώπους (Τσίπρα – Κοτζιά) που επ’ ουδενί πείθουν ότι μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των δεδομένων.
Και το εθνικά ταπεινωτικό δίλημμα που κατά πάσα πιθανότητα θα τεθεί.
Δηλαδή να υπογράψουν την παραμονή των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο!
Για να μην οδηγήσουν σε ναυάγιο –άρα και να αναλάβουν την ευθύνη- τη συμφωνία στην οποία έχουν καταλήξει οι Νίκος Αναστασιάδης και Μ. Ακιντζί.
Είπαμε: Η ισορροπία της τρίχας!