Της Isabelle Lasserre*
Από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος, στις 24 Φεβρουαρίου, οι δυτικές χώρες εμμένουν στη γραμμή της μη άμεσης ανάμιξης. «Κάνουμε τα πάντα ώστε αυτός ο πόλεμος να μη μετατραπεί σε έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο», σημειώνει ένας διπλωμάτης.
«Στηρίζουμε την Ουκρανία με όλα τα δυνατά μέσα, χωρίς να μπαίνουμε σε ευθεία σύγκρουση με τη Ρωσία». Γι’αυτό άλλωστε οι ΗΠΑ και η Ευρώπη αρνήθηκαν να ικανοποιήσουν το αίτημα του Προέδρου Ζελένσκι για εγκαθίδρυση μιας ζώνης απαγόρευσης των πτήσεων πάνω από την Ουκρανία.
Όμως οι κίνδυνοι επέκτασης της σύγκρουσης είναι πάντα εδώ. Και εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το αν ο Πρόεδρος Πούτιν θα διασχίσει τις κόκκινες γραμμές. Θα αποφασίσει, για να δοκιμάσει την αντίσταση του ΝΑΤΟ, να βομβαρδίσει πομπή όπλων που περνά από την Πολωνία; Θα ανοίξει νέο μέτωπο στην Υπερδνειστερία, με κίνδυνο να εμπλακεί στον πόλεμο η Ρουμανία; Θα χρησιμοποιήσει τακτικά πυρηνικά όπλα στο πεδίο της μάχης;
Οι νέες δεσμεύσεις του Προέδρου Μπάιντεν, που αύξησε τη βοήθεια προς την Ουκρανία στα 33 δισεκατομμύρια δολάρια (τα 20 από τα οποία έχουν στρατιωτικό χαρακτήρα), που άλλαξε τον στόχο του Λευκού Οίκου (να αποδυναμωθεί η Ρωσία ώστε να μην μπορέσει να επιτεθεί εκ νέου στους γείτονές της) και θα ήθελε αλλαγή καθεστώτος στη Μόσχα («αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να παραμείνει στην εξουσία» είπε στην Πολωνία), προκαλούν ανησυχία σε αρκετούς Ευρωπαίους.
Στο Βερολίνο, στο Παρίσι ή στις Βρυξέλλες, ορισμένοι φοβούνται ότι ο στόχος του Μπάιντεν να υποτάξει τη Ρωσία δεν αφήνει άλλη επιλογή στον Πρόεδρο Πούτιν από την κλιμάκωση. Μέχρι πού μπορεί να φτάσει για να πετύχει κάποιου είδους νίκη; Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει. Ενώ όμως στην αρχή οι Ευρωπαίοι καταλόγιζαν στον Μπάιντεν ατολμία, τώρα ανησυχούν.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, που από την εποχή του Ομπάμα ήθελαν να απεμπλακούν από την Ευρώπη για να στραφούν στην Ασία, πιστεύουν τώρα ότι η Ουκρανία μπορεί να κερδίσει τον πόλεμο. Ο Μπάιντεν κατηγορεί τον Πούτιν ότι διαπράττει γενοκτονία στην Ουκρανία. Ο Εμανουέλ Μακρόν, αντιθέτως, κρατά τους διαύλους ανοιχτούς. «Η τέχνη της διπλωματίας συνίσταται στο να βρίσκεις τους δρόμους και τα μέσα του διαλόγου», τονίζει μια πηγή της γαλλικής προεδρίας. «Όλοι γνωρίζουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη συμφωνία για την ασφάλεια χωρίς τη Ρωσία».
Αιχμάλωτοι της γεωγραφίας τους, καταδικασμένοι να ζουν δίπλα στον μεγάλο ρώσο γείτονα, οι Ευρωπαίοι είναι πιο εκτεθειμένοι από την μακρινή Αμερική στις συνέπειες του πολέμου. Εξακολουθώντας να εκφράζουν την αλληλεγγύη τους στην Ουκρανία, το Παρίσι, το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες αναζητούν έτσι έναν τρόπο να δοθεί τέλος στον πόλεμο μέσω διαπραγματεύσεων. Όπως λένε, θέλουν να προσφέρουν στον Πούτιν μια «πόρτα εξόδου» για να τελειώσει το συντομότερο αυτός ο πόλεμος.
Η ιδέα αυτή είναι λανθασμένη και επικίνδυνη, υποστηρίζει η Τόρνικε Γκορντάτζε, ειδικός για τη Ρωσία και ερευνήτρια στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Σπουδών. Όχι μόνο επειδή ο Πούτιν δεν έχει δώσει ενδείξεις ότι θέλει μια τιμητική έξοδο. Αλλά κι επειδή η προσφορά μιας «πόρτας εξόδου» θα επιβεβαιώσει στα μάτια του την εικόνα μιας Δύσης δειλής και παρακμιακής.
Με την αμερικανική θέση είναι ευθυγραμμισμένες και οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, με πρώτη την Πολωνία. Ύστερα από μια επιφανειακή ενότητα, λοιπόν, στην αρχή του πολέμου, οι διαφορές ανάμεσα στα δύο μέρη της Ευρώπης ήρθαν και πάλι στην επιφάνεια.
(*) H Ιζαμπέλ Λασέρ είναι αρθρογράφος της Figaro
ΑΠΕ-ΜΠΕ / Le Figaro