Η Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά ή Μονή Σουμελά, το πασίγνωστο χριστιανικό ορθόδοξο μοναστήρι κοντά στην Τραπεζούντα, σύμβολο επί 16 αιώνες του Ποντιακού Ελληνισμού, άνοιξε και πάλι τις πόρτες του στο κοινό.
Αρκετά χρόνια ήταν κλειστό προκειμένου να γίνουν εργασίες αποκατάστασης και ανακαίνισης. Ένα μέρος από το ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά με τις μοναδικές αγιογραφίες είναι και πάλι επισκέψιμο στο κοινό.
Εντυπωσιακή η αποκατάσταση και η αναπαλαίωση των υδραγωγείων, της πύλης και των σκαλοπατιών. Έγινε καθαρισμός του περιβάλλοντα χώρου, αφαιρέθηκαν 4000 τόνοι βράχων και συντηρήθηκε μονοπάτι μήκους 300 μέτρων. Οι εργασίες μάλιστα, όπως βεβαιώνει ο γραμματέας τουρισμού της τουρκικής επαρχίας Αλί Αϊβατζόγλου, επισπεύσθηκαν προκειμένου να είναι το μοναστήρι προσβάσιμο εύκολα για το κοινό και το τεράστιο έργο εγκαινιάστηκε πριν από λίγο καιρό.
Να θυμίσουμε ότι τον Ιούνιο του 2010 το Τουρκικό Κράτος έδωσε άδεια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για να τελεστεί στην ιστορική μονή η λειτουργία για την γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στις 15 Αυγούστου 2010 στην Παναγία Σουμελά. Εκείνη ήταν και η πρώτη φορά ύστερα από 88 έτη που το μοναστήρι λειτούργησε και πάλι σαν εκκλησία, καθώς τα τελευταία χρόνια είχε μετατραπεί σε μουσείο.
Η Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά ή Μονή Σουμελά λειτουργούσε σαν μοναστήρι μέχρι την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.
Το ιστορικό της Ιεράς Μονής
Σύμφωνα με την παράδοση, το 386 οι Αθηναίοι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος οδηγήθηκαν στις απάτητες βουνοκορφές του Πόντου μετά από αποκάλυψη της Παναγίας, με σκοπό να ιδρύσουν μοναστήρι. Εκεί, σε σπήλαιο της απόκρημνης βουνοπλαγιάς και σε υψόμετρο 1063 μέτρα, είχε μεταφερθεί από αγγέλους η ιερή εικόνα της Παναγίας της Αθηνιώτισσας.
Οι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν με τη συμπαράσταση της γειτονικής μονής Βαζελώνα κελί και στη συνέχεια εκκλησία μέσα στη σπηλιά, στην οποία είχε μεταφερθεί θαυματουργικά η εικόνα. Το σοβαρό πρόβλημα της ύδρευσης του μοναστηριού λύθηκε, επίσης σύμφωνα με την παράδοση, κατά θαυματουργό τρόπο. Η ανθρώπινη λογική αδυνατεί να απαντήσει στο θέαμα που βλέπουν και οι σημερινοί ακόμη προσκυνητές, να αναβλύζει αγιασματικό νερό μέσα από ένα γρανιτοειδή βράχο. Οι θεραπευτικές του ιδιότητες έκαναν πασίγνωστο το μοναστήρι όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους μουσουλμάνους.
Κοντά στο σπήλαιο χτίστηκε το 1860 ένας πανοραμικός τετραώροφος ξενώνας 72 δωματίων και άλλοι λειτουργικοί χώροι για τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς και βιβλιοθήκη. Γύρω από τη μονή ανοικοδομηθηκαν μικροί ναοί αφιερωμένοι σε πολλούς αγίους.
Οι ιδρυτές του μοναστηριού συνέχισαν τη δράση τους και εκτός των τειχών της μονής. Σε απόσταση 12 χιλιομέτρων, απέναντι από το χωριό Σκαλίτα, έχτισαν το ναό του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης και σε απόσταση 2 χιλιομέτρων το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας, όπου οι μοναχοί το 1922 έκρυψαν την εικόνα της Μεγαλόχαρης, τον σταυρό του αυτοκράτορα Μανουήλ Γ΄ του Κομνηνού και το χειρόγραφο Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου.
Η μονή κατά καιρούς υπέφερε από τις επιδρομές ληστρικές, εξαιτίας της φήμης και του πλούτου που απέκτησε. Μερικά περιστατικά συνδέονται και με θαυματουργικές επεμβάσεις της Παναγίας για τη σωτηρία του μοναστηριού. Σε κάποια από αυτές τις επιδρομές λεηλατήθηκε από ληστές και, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, καταστράφηκε, για να ανασυσταθεί από τον Τραπεζούντιο Όσιο Χριστόφορο το 644.
Στη μονή εκχώρησαν μεγάλη περιουσία και πολλά προνόμια, κτήματα, αναθήματα και κειμήλια οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου και αργότερα κυρίως οι αυτοκράτορες της Τραπεζούντας. Μεγάλοι ευεργέτες της μονής ήταν ο Μανουήλ Γ Κομνηνός (1390-1417) και ο Αλέξιος Γ (1349-1417) και ο Αλέξιος Γ (1349-1390). Ο πρώτος προσέφερε στη μονή ανεκτίμητης αξίας Σταυρό με Τίμιο Ξύλο. Ο Αλέξιος Γ΄ που η Παναγία τον έσωσε από μεγάλη τρικυμία και τον βοήθησε να νικήσει τους εχθρούς της, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης την οχύρωσε καλά, έχτισε πύργους, νέα κελιά και ανακαίνισε τα παλαιά της κτίσματα.
Επίσης χάρισε 48 χωριά και εγκατέστησε 40 μόνιμους φρουρούς για την ασφάλειά της. Λόγω της μεγάλης προσφοράς ανακηρύχθηκε ως «νέος Κτήτωρ». Πολλά από τα προνόμια που χορήγησαν οι Κομνηνοί στη μονή επικυρώθηκαν και επεκτάθηκαν επί Τουρκοκρατίας με σουλτανικά φιρμάνια και πατριαρχικά σιγίλλια.
Επίσης Σουλτάνοι αναγράφονται στους κώδικες της μονής ως ευεργέτες.
Πολύτιμα έγγραφα και αρχαία χειρόγραφα φυλάσσονταν στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού, ανάμεσά τους και το πρώτο ελληνικό χειρόγραφο του Διγενή Ακρίτα.
Οι μοναχοί πριν την αναγκαστική έξοδο του 1923 έκρυβαν μέσα στο παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας την εικόνα της Παναγίας, το Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου και τον σταυρό του αυτοκράτορα της Τραπεζούντας Μανουήλ Κομνηνού με το Τίμιο Ξύλο, που μετά από πολλές περιπέτειες ενθρονίστηκαν στη Μονή Σουμελά, στην Καστανιά της Βέροιας, στην Παναγία των Ποντίων.
Φωτογραφίες από την ανακαινισμένη πρόσφατα μονή και το γύρω περιβάλλον με τα καταρρακτάκια και τα τεράστια δένδρα