Στην ιστορική πορεία και εξέλιξη των κρατών και των εθνών υπάρχουν διάφορες περίοδοι ακμής και παρακμής, που αντικατοπτρίζουν αφενός την δυναμική των λαών και αφετέρου τις παγκόσμιες και διεθνείς συγκυρίες, όπως οι συμμαχίες ή τα κοινά συμφέροντα. Οι σχέσεις των γειτονικών κρατών είναι από τη φύση τους ανταγωνιστικές και διέπονται από την αρχή του ισχυροτέρου. Η ύπαρξη του Διεθνούς Δικαίου, του Δικαίου της Θάλασσας, τα Διεθνή Δικαστήρια, ο ΟΗΕ και λοιποί διεθνείς ή περιφερειακοί φορείς δεν είναι ικανοί να επιβάλλουν μια παγκόσμια τάξη, που θα διασφάλιζε την παγκόσμια ειρήνη και ευημερία των λαών.
Στο πλαίσιο αυτό κινούνται και οι σχέσεις ελληνισμού και τουρκισμού – οθωμανισμού από το Μαντζικέρτ το 1071 μχ μέχρι και σήμερα. Οι δύο αντίρροποι πολιτισμοί βρίσκονται σε μια συνεχή σύγκρουση και δεν βρήκαν ποτέ ένα κοινό βηματισμό. Ο κύριος λόγος της ασυμφωνίας και της μη αλληλοκατανόησης είναι οι πολυποίκιλες διαφορές, θρησκευτικές, εθνικές, οικονομικές, πολιτικές και πολιτισμικές, αλλά και ο διαφορετικός “ιστορικός χρόνος” που βιώνει κάθε λαός. Κάποιοι επαγγελματίες ιστορικοί που προωθούν το λεγόμενο “πολιτικώς ορθόν” και υποστηρίζουν ότι οι δύο λαοί ζούσαν ειρηνικά επί σειρά αιώνων και τίποτα δεν χωρίζει τις δύο εθνότητες, αφενός επιτελούν μια διατεταγμένη και εξαργυρωμένη αποστολή και αφετέρου αποσιωπούν προς ίδιον συμφέρον τα ιστορικά γεγονότα.
Τις τελευταίες δεκαετίες ο ελληνισμός βρίσκεται σε μια συνεχή παρακμή και ένα επιταχυνόμενο εκφυλισμό. Η άνευ προηγουμένου δημογραφική κάμψη, η πληθυσμιακή αντικατάσταση των Ελλήνων με συμπαγείς μουσουλμανικούς πληθυσμούς και η οικονομική καχεξία έχουν παραλύσει την χώρα, που αδυνατεί να αντιμετωπίσει και τα πλέον στοιχειώδη, όπως την εσωτερική ασφάλεια. Αντίθετα η Τουρκία βρίσκεται σε συνεχή και ραγδαία άνοδο, παρά τις δημοσιογραφικές αστειότητες περί αδύναμης ή απομονωμένης Τουρκίας ή παραπαίουσας τουρκικής οικονομίας. Την πλήρη ανισορροπία ισχύος μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας επιτείνει και η ηγεσία της κάθε χώρας. Ο Ερντογάν θεωρείται και είναι ένας από τους κορυφαίους παγκόσμιους ηγέτες, ενώ οι Έλληνες ομόλογοί του είναι πρόσωπα ανυπόληπτα στη διεθνή σκηνή. Μόνο τα ελληνικά μέσα μαζικής ενημέρωσης υποστηρίζουν το αντίθετο παρουσιάζοντας στους παθητικούς τηλεθεατές μια πλασματική και παραπλανητική εικόνα με το αζημίωτο βέβαια.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, πιθανότατα η ελληνική κυβέρνηση κατευθύνεται ηθελημένα, αλλά και με την παραίνεση των ισχυρών συμμάχων μας, να συμβιβαστεί και να επιλύσει τα ελληνοτουρκικά προβλήματα, ώστε να μετατραπεί το Αιγαίο σε θάλασσα ειρήνης. Η κυοφορούμενη πιθανή λύση θα είναι φυσικά εξαιρετικά επώδυνη για τα ελληνικά συμφέροντα, καθόσον η χώρα μας είναι εκείνη που θα αναγκαστεί να εκχωρήσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα σε ξηρά, θάλασσα και αέρα. Οι “Πρέσπες του Αιγαίου” θα είναι πολύ πιο επαίσχυντες και καταστροφικές για τον ελληνισμό και θα αποτελέσουν τη συνέχεια της μικρασιατικής καταστροφής. Ότι διασώθηκε τότε θα χαθεί τώρα χωρίς πόλεμο, αλλά με την διπλωματική συναίνεσή μας.
Οι φήμες, που κυκλοφορούν επίσημα και ανεπίσημα στον τύπο και σε άλλα μέσα και σκοπό έχουν να προετοιμάσουν την ελληνική κοινή γνώμη, αναφέρουν σε γενικές γραμμές τα παρακάτω:
- Τα χωρικά ύδατα στην ηπειρωτική Ελλάδα θα καθοριστούν στα 12 νμ. Στις νήσους που βρίσκονται δυτικά του 25ου μεσημβρινού στα 10 νμ. Όλοι οι νήσοι και νησίδες κείμενες ανατολικά του 25ου στα 6 νμ.
- Η επήρεια των νήσων και νησίδων για τον καθορισμό της Υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ θα είναι μηδενική ή περιορισμένη ανάλογα της θέσης κάθε μίας νήσου.
- Όλοι οι νήσοι του ανατολικού Αιγαίου θα αποστρατικοποιηθούν βαθμιαία. Στην αρχή με περιοδική επάνδρωση, μετά με συνεχή μείωση και τέλος πλήρη αποχώρηση όλου του βαρέος υλικού και μέσων των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
- Η Τουρκία θα υπογράψει ένα σύμφωνο μη επιθέσεως και καλής γειτονίας με την Ελλάδα, που θα περιλαμβάνει εμβάθυνση των οικονομικών, εμπορικών, πολιτιστικών, τουριστικών και διπλωματικών σχέσεων των δύο χωρών.
Η υπογραφή μιας τέτοιας ή παρόμοιας ολέθριας συμφωνίας ουσιαστικά και τυπικά θα θέτει σε εφαρμογή το όραμα της “γαλάζιας πατρίδας” της Τουρκίας, θα απομονώνει όλα τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου από τον εθνικό κορμό, καθιστώντας τα όμηρα της Άγκυρας, η οποία θα δύναται να τα καταλάβει όποτε θέλει χωρίς καμία ιδιαίτερη προσπάθεια. Επιπλέον θα αποκόπτει οριστικά και αμετάκλητα την Κύπρο από την Ελλάδα και θα μας στερεί ενός τεράστιου πλούτου, που ενώ σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας ήταν δικός μας, θα πρέπει να το δωρίσουμε στην Άγκυρα, λόγω φόβου, δειλίας και ραγιαδισμού. Η χώρα μας ουσιαστικά θα μετατραπεί σε κρατίδιο ελεγχόμενο από την Τουρκία. Το χειρότερο είναι ότι οι αφελείς δεν γνωρίζουν πως ακόμα και εάν υπογράψουν μια τέτοια κατάπτυστη συμφωνία για να κερδίσουν λίγα χρόνια ή δεκαετίας ηρεμίας, η Τουρκία θα εμφανιστεί αργότερα και πάλι με νέες αξιώσεις διεκδικώντας νέες περιοχές και απαιτώντας καινούργιες υποχωρήσεις.
Ας ελπίσουμε, οι φήμες και οι διαδόσεις να είναι ανυπόστατες και η χώρα μας να μείνει σταθερή στις πάγιες θέσεις της σχετικά με τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και την αποδοχή ότι με την Άγκυρα έχουμε μια μόνο διαφορά να επιλύσουμε και αφορά στην υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ. Ο φόβος είναι ότι όταν υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά. Η άποψη μερικών ειδικών ότι ο ελληνικός λαός θα “καταπιεί” τη νέα συμφωνία και δεν θα αντιδράσει εκτιμάται ότι δεν ευσταθή. Πιστεύουν ότι η κυβέρνηση επιστρατεύοντας όλα τα μέσα, με το αζημίωτο, για να παρουσιάσουν την καταστροφική νέα τάξη στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο ως επικερδή και επωφελή για την Ελλάδα, θα επηρεάσει θετικά ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινής γνώμης. Άλλωστε τα συνθήματα που θα κυριαρχήσουν στα ΜΜΕ είναι έτοιμα. Θα επαναλαμβάνονται διαρκώς από ειδήμονες οι φράσεις όπως, “τι θέλετε πόλεμο με την Τουρκία;”, “η ειρήνη είναι το ύψιστο αγαθό”, “επιτέλους λύσαμε τα προβλήματα με την Άγκυρα”, “η λύση είναι δίκαιη και βγήκαμε κερδισμένοι”, “τι είχαμε, τι χάσαμε”, κλπ.
Η διολίσθηση της πατρίδος μας σε επικίνδυνες ατραπούς εξυπηρετώντας ξένα συμφέροντα βρίσκεται προ των πυλών. Στο πλαίσιο αυτό εργάζεται αόκνως μια μερίδα του ελληνικού λαού και ισχυρότατοι επιχειρηματικοί κύκλοι που σκοπό φανερό έχουν την συνεργασία των δύο λαών και συγκαλυμμένο την εξυπηρέτηση δικών τους συμφερόντων εις βάρος του έθνους. Δεν γνωρίζουμε το αποτέλεσμα, ελπίζουμε οι υποψίες μας να είναι ψευδείς εικασίες.