Δεν είναι εύκολο να βγάλει κάποιος ακριβή συμπεράσματα για αυτά που συνέβησαν στο Πέραμα με τον νεκρό νεαρό από τα πυρά αστυνομικών. Για αυτή τη δουλειά υπάρχει η Δικαιοσύνη… Θα μάθει τις λεπτομέρειες όσων συνέβησαν, θα εντοπίσει αν έγινε κάτι λάθος και θα διαπιστώσει τι ή ποιος έφταιξε συγκεκριμένα για τον θάνατο του νεαρού. Από τα πολλά που αναφέρθηκαν για το περιστατικό, ωστόσο, υπάρχουν δύο πράγματα που είναι το λιγότερο ανησυχητικά για όποιον θέλει να ζει σε μία ευνομούμενη κοινωνία:
Το πρώτο είναι ότι δεν ακολουθήθηκε από τους αστυνομικούς η εντολή να σταματήσει η καταδίωξη του κλεμμένου οχήματος και το δεύτερο είναι ότι δόθηκε εντολή να σταματήσει η καταδίωξη του κλεμμένου οχήματος!
Πρώτον, εξυπακούεται ότι μία Αστυνομία στην οποία δεν λειτουργεί αποτελεσματικά η ιεραρχία δεν μπορεί να είναι άξια εμπιστοσύνης, για αυτό και όποιος αστυνομικός δεν έχει την πειθαρχία να ακολουθεί εντολές πρέπει οπωσδήποτε να τιμωρείται, χωρίς περιστροφές.
Δεύτερον, η Αστυνομία κατά βάση υπάρχει για να κυνηγάει τους κλέφτες. Η εντολή να σταματήσει η καταδίωξη προκειμένου να μη χτυπήσει κανείς, είναι υποτιμητική για το Σώμα.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε δύο ακόμη πράγματα: Υπάρχει ακόμα ερωτηματικό για το κατά πόσο η εντολή να σταματήσει η καταδίωξη έφτασε στα αυτιά των εμπλεκόμενων αστυνομικών, συνεπώς δεν υπάρχει λόγος να ασχοληθούμε περαιτέρω με αυτό. Ασχολείται ήδη η Δικαιοσύνη και φαίνεται πιθανό η εντολή απλώς να μην έφτασε στον προορισμό της. Το άλλο που πρέπει να σημειώσουμε είναι ότι στις ελληνικές υπηρεσίες γενικά δεν έχουμε ζητήματα πειθαρχίας, αλλά ζητήματα ευθυνοφοβίας. Το ότι δηλαδή βρέθηκε κάποιος που έδωσε διαταγή να μην κάνουν οι αστυνομικοί τη δουλειά τους, είναι πιο σοβαρό από το αν αυτή η διαταγή εισακούστηκε. Και, εδώ που τα λέμε, το τελευταίο μπορεί να συμβεί οποτεδήποτε λόγω μίας ατυχίας ή λόγω ενός μεμονωμένου απείθαρχου ατόμου… Το πρώτο όμως, στην Ελλάδα, είναι κανονική παθογένεια.
Για να το πούμε διαφορετικά, αν ο καθένας, οπουδήποτε, κάνει σωστά και ενσυνείδητα τη δουλειά του, το πρόβλημα της πειθαρχίας λύνεται από μόνο του ως αποτέλεσμα της καλής εργασιακής νοοτροπίας. Δεν ισχύει το ίδιο αντίστροφα. Ίσα ίσα που αν σε έναν οργανισμό υπάρχει πειθαρχία αλλά όχι σωστή δουλειά, η κακή νοοτροπία δεν αλλάζει, παρά διαχέεται πιο εύκολα σε όλα του τα επίπεδα. Και, δυστυχώς, αυτό το τελευταίο συμβαίνει όχι μόνο στην Αστυνομία, αλλά στην πλειοψηφία των δημόσιων υπηρεσιών της χώρας.
Τούτων λεχθέντων, το παράπονο που έχουμε, λ.χ., για έλλειψη αστυνόμευσης σε περιοχές με υψηλή παραβατικότητα, δεν είναι διαφορετικό από το παράπονο που έχουμε για την ταλαιπωρία που υφιστάμεθα στις ουρές και τα γκισέ της εφορίας και του ΙΚΑ. Απλώς εδώ και πολλά χρόνια ο γνωστός ωχαδερφισμός, που πάει χέρι χέρι με τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων, και η προαναφερόμενη ευθυνοφοβία, που μας έχει δώσει ένα σύστημα γεμάτο με σφραγίδες και υπογραφές αλλά μηδέν πρωτοβουλία, μας έχουν φτάσει στο άκρο να γίνεται ένα έγκλημα μπροστά σε αστυνομικούς και αυτοί να αποθαρρύνονται από το να αντιδράσουν. Είναι φοβερό αν το σκεφτούμε λίγο καλύτερα. Τουλάχιστον για τις άλλες υπηρεσίες ήρθε το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης και μας έσωσε από την ταλαιπωρία. Για την Αστυνομία, όμως, το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη έχει πολύ δουλειά να κάνει προκειμένου να αλλάξει νοοτροπίες δεκαετιών. Το έγκλημα, βλέπετε, δεν αποτρέπεται ψηφιακά…