Όπως έχουμε ξαναπεί, ως κόμμα εξουσίας σε μία δυτική δημοκρατία, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ελάχιστα να κερδίσει και πάρα πολλά να χάσει αν υποστηρίξει ανοιχτά τη Ρωσία στον πόλεμο της Ουκρανίας. Από την άλλη όμως, τα στελέχη και οι πιστοί ακόλουθοί του, ως γνήσιοι αριστεροί, πολύ απλά δεν μπορούν να εναντιωθούν στη μεγάλη μητέρα Ρωσία, ποτέ και για τίποτα.
Συνεπώς, είναι πάρα πολύ δύσκολο στον Αλέξη Τσίπρα να κάνει ότι ενδιαφέρεται για τους Ουκρανούς, ακόμα κι αν απέναντί του είναι ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν. Συγκεκριμένα, στην πρόσφατη συνάντηση μεταξύ των δύο, ο αρχηγός της αξιωματικής μας αντιπολίτευσης επιδόθηκε στη γνωστή συριζαϊκή τακτική τού «ναι μεν, αλλά» σε ό,τι αφορά το Ουκρανικό, δύο μόλις μέρες μετά την επίσκεψη Μπάιντεν στο Κίεβο: Να βοηθήσουμε μεν οι Έλληνες την Ουκρανία, είπε, αλλά χωρίς να στείλουμε όπλα. Με άλλα λόγια, την ώρα που ολόκληρη η Δύση αυξάνει τη βοήθειά της προς την Ουκρανία, ο Αλέξης Τσίπρας θέλει η Ελλάδα να είναι η μόνη χώρα που θα τη μειώσει.
Κάλεσε, επίσης, τη διεθνή κοινότητα να φροντίσει ώστε να τερματιστεί η εισβολή και να επαναφέρει τη Μόσχα στο δρόμο της διπλωματίας. Ωραία αιτήματα σε πρώτη ανάγνωση, μόνο που δεν μπορούν να γίνουν και τα δύο μαζί. Αν ο οποιοσδήποτε από τη Δύση ανοίξει διπλωματικό δίαυλο με τη Μόσχα την ώρα που οι Ουκρανοί ακόμα πολεμούν, θα έχει πάψει πρακτικά να στηρίζει την Ουκρανία και, από την άλλη, αν φροντίσει για το τέλος της εισβολής κάποιος από τη διεθνή κοινότητα (δηλαδή το ΝΑΤΟ), η Μόσχα θα έρθει στο διπλωματικό τραπέζι από μόνη της. Γενικώς, εάν βλέπαμε τη συνάντηση Μπλίνκεν-Τσίπρα και δεν ξέραμε τη σχέση της ελληνικής Αριστεράς με τη Ρωσία, θα λέγαμε ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάστηκε παντελώς αφελής και ανενημέρωτος επάνω στο ουκρανικό ζήτημα.
Σε όλα αυτά, τώρα, κάποιος ενδέχεται να αντιτείνει ότι ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να περάσει για δυτικός ηγέτης, επειδή ξεκίνησε την κουβέντα λέγοντας ότι η ρωσική εισβολή είναι «παράνομη και αιματηρή». Τι σύμπτωση, όμως, που ακριβώς με τα ίδια λόγια ξεκίνησαν και οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ τις δικαιολογίες για την αποχή τους από το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου για την παραπομπή του Πούτιν σε ειδικό διεθνές δικαστήριο. Το «η ρωσική εισβολή είναι παράνομη και αιματηρή» είναι προφανώς η κασέτα που βάζει η κυβερνώσα Αριστερά, αμέσως πριν ξεκινήσει τα «αλλά» για να μας δικαιολογήσει κάθε φιλορωσική ή ουδετεροφανή στάση της στο ουκρανικό ζήτημα.
Ωστόσο, ό,τι κασέτα κι αν βάλει, ό,τι ποίημα κι αν απαγγείλει ο ΣΥΡΙΖΑ για να προσποιηθεί το συστημικό κόμμα εξουσίας, οι πράξεις του μιλούν από μόνες τους. Ο Αλέξης Τσίπρας, εν προκειμένω, μας λέει ότι θέλει την συνδρομή των ΗΠΑ υπέρ της Ελλάδας στα ελληνοτουρκικά, αλλά το κόμμα του δεν ψήφισε καμία από τις αμυντικές συμφωνίες της Ελλάδας με τις ΗΠΑ και εμφανίζεται να αντιδρά στα πάντα, από την δημιουργία της βάσης στην Αλεξανδρούπολη έως την προμήθεια των F-35. Την ίδια ώρα, όταν δεν διαφωνούν με τη βοήθεια προς την Ουκρανία εντός Βουλής, τα στελέχη του κόμματός του υποστηρίζουν την Ρωσία εκτός, είτε μιλάμε για το ψήφισμα στο Ευρωκοινοβούλιο είτε για τα εγκώμια Πούτιν στο τελευταίο τους συνέδριο είτε για την αντινατοϊκή ρητορική τους στα ΜΜΕ.
Εν κατακλείδι, από τον πηγαίο φιλορωσισμό του μέχρι τον νευρωτικό αντιαμερικανισμό του, ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύει συνεχώς ότι έχει βαθιά εγγεγραμμένο στο γενετικό του υλικό έναν αντιδυτικισμό, ο οποίος του προκαλεί δυσανεξία στην ελληνική εξωτερική πολιτική, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί σε βάθος πολλών δεκαετιών. Μόνο τα τελευταία δύο χρόνια να δούμε, αντιδρά στις πιο σημαντικές αμυντικές συμφωνίες της χώρας (με ΗΠΑ και Γαλλία), υιοθετεί την τουρκική προπαγάνδα στο Αιγαίο και έχει έναν αρχηγό που φαίνεται να μην καταλαβαίνει τι διακυβεύεται στην Ουκρανία, λες και είναι υποψήφιος ηγέτης μίας άλλης χώρας, σε άλλη ήπειρο. Στη Λατινική Αμερική ίσως. Χιλή ή Κούβα… Πάντως, όχι στην Ευρώπη και σίγουρα όχι στην Ελλάδα.