Η Ακροδεξιά χρωστάει πολλά στην Αριστερά για την άνοδό της – Γράφει ο Μιχάλης Δεμερτζής

Μετά τις τελευταίες εκλογές, γίνεται μεγάλη κουβέντα για την αύξηση των ακροδεξιών κομμάτων στην ελληνική Βουλή. Ωστόσο, αυτό το γεγονός δεν αποτελεί τόσο μεγάλη έκπληξη, αν αναλογιστούμε τη γενικότερη άνοδο της Ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη τα τελευταία 15 χρόνια.

 

Και παρ’ ότι η Αριστερά δηλώνει μονίμως σοκαρισμένη από τέτοιου είδους εκλογικά αποτελέσματα, η ίδια έχει παίξει πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτή την άνοδο. Πιο συγκεκριμένα, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η άνοδος της Ακροδεξιάς συμπίπτει με την άνοδο της Αριστεράς σε πολιτική δύναμη εξουσίας σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ανάμεσα σε αυτές και η δική μας.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Όπως έχει τονιστεί σε πολλές σχετικές αναλύσεις, ο λόγος που μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση οι ανεπτυγμένες κοινωνίες είναι πιο ευάλωτες στον λαϊκισμό και την ακραία πολιτική ρητορική είναι, αδρομερώς, η σοσιαλμιντιακού τύπου πολιτική επικοινωνία και ο εκ του ασφαλούς αντισυστημισμός τους. Αυτός ο αντισυστημισμός έχει πολύ περισσότερο Αριστερά παρά Ακροδεξιά μέσα του, παρ’ ότι όσο προχωράμε πιο βαθιά στην κρίση της παγκοσμιοποίησης, εκφράζεται όλο και περισσότερο με ψήφους προς φασιστικά/νεοναζιστικά κόμματα.

Για να καταλάβουμε όμως καλύτερα γιατί μας απασχολεί ξανά ο Φασισμός τόσα χρόνια μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, πρέπει να ρίξουμε μια ματιά στο τι συνέβη από τότε μέχρι τώρα. Όλα αυτά τα χρόνια, λοιπόν, συντηρείτο (και όσο ανέβαινε το βιοτικό επίπεδο των Ευρωπαίων, μεγεθυνόταν) ένας αντικαπιταλισμός δομημένος από αριστερά επιχειρήματα και τροφοδοτούμενος από έναν αριστερό ακτιβισμό που έχει ως αυτοσκοπό τη διαμαρτυρία και τη σύγκρουση, ακριβώς επειδή αυτά τα επιχειρήματα είναι σαθρά.

Για την ακρίβεια, η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση πραγματοποιεί τα πιο τολμηρά σοσιαλιστικά όνειρα, όπως είναι π.χ. ο διεθνισμός, τα μειωμένα ωράρια εργασίας ή η ευρύτερη διανομή πλούτου, και η Αριστερά παρά ταύτα καταφέρνει να έχει μεγάλο ακροατήριο χάρη στη γοητεία της αντίδρασης και την περιπτωσιακή κριτική της στις καπιταλιστικές μεθόδους. Στη δημοκρατία και στο φιλελεύθερο κράτος, βλέπετε, η κριτική είναι από θεμιτή έως απαραίτητη, για αυτό και αφήσαμε την Αριστερά να κηρύττει.

Τον Φασισμό, αντιθέτως, προσπαθήσαμε να τον βάλουμε στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας αμέσως μετά την στρατιωτική του ήττα, αλλά έχει κι αυτός ένα πλεονέκτημα που τον κάνει πολύ ανθεκτικό: τον εθνικισμό. Όπως δηλαδή γοητεύει τα πλήθη η αντιδραστικότητα της Αριστεράς, έτσι τα γοητεύει και ο εθνικισμός της Ακροδεξιάς, με τη διαφορά ότι, σε αντίθεση με την αριστερή αντιδραστικότητα, η έλξη του εθνικισμού αυξάνεται κατακόρυφα όταν η κοινωνία αισθάνεται ανασφάλεια. Πριν την οικονομική κρίση, εν προκειμένω, ο εθνικισμός φυτοζωούσε καταναλώνοντας ημιθανή ρατσιστικά στερεότυπα και παρωχημένες θεωρίες περί εθνικής καθαρότητας, δηλαδή ιδεολογήματα που δεν είναι αρκετά για να αναστήσουν τον Φασισμό στην Ευρώπη του 21ου αιώνα.

Για να συμβεί, λοιπόν, η ανάσταση του Φασισμού χρειάστηκαν η επίθεση της κρίσης στα εισοδήματά μας και μία ανεπτυγμένη «αντιπαγκοσμιοποιητική» ιδεολογία, την οποία η άβολη αλήθεια είναι πως την παρείχε η Αριστερά, όπως παρείχε και μέρος της κοινωνίας που νωρίτερα εκείνη είχε μυήσει στον ριζοσπαστισμό ώστε η ιδεολογία να γίνει κίνημα. Υπάρχει βέβαια και ο παράγοντας του μεταναστευτικού, ο οποίος αναμφισβήτητα ανέπτυξε σημαντικά τον Φασισμό, αλλά, ως φυσικό επακόλουθο της οικονομικής κρίσης, η επιρροή του ήταν κατά βάση δευτερογενής.

Ειδικότερα, όταν ξεκίνησε η κρίση, αν θυμάστε, όλοι έριξαν το φταίξιμο για τα δεινά τους στις ελίτ. Δεν το έριξαν ούτε στους μετανάστες ούτε σε άλλους λαούς. Αυτό έγινε παντού, όχι μόνο στην Ελλάδα. Για αυτό και ο εναλλακτικός πολιτικός λόγος που κυριάρχησε στην αρχή της κρίσης, σχεδόν σε όλη τη Δύση, ήταν αριστερός. Οι αγορές, οι τράπεζες, τα χρηματιστήρια, τα γκόλντεν μπόις και το παλιό πολιτικό σύστημα ήταν ο εχθρός και αυτά ήταν που κατέβασαν τον κόσμο στους δρόμους. Αλλά, ως εχθρός, όλα τούτα ήταν αόριστα. Ποιοι ακριβώς είναι «οι αγορές»; Με τι μοιάζουν τα «γκόλντεν μπόις»;

Μέσα σε αυτή την παράκρουση ήταν που εμφανίστηκε το μεταναστευτικό ζήτημα, κι εκεί ακριβώς ήταν που οι λαοί βρήκαν τον εχθρό τους, έστω έναν εχθρό, για να μπορέσουν να προσωποποιήσουν τα προβλήματά τους. Εκεί ο κόσμος έπαψε να κατεβαίνει πλέον μαζικά στους δρόμους γιατί υπήρχε πια η ξεκάθαρη ακροδεξιά πρόταση του «έξω οι ξένοι» για να τον εκπροσωπεί και να εκφράσει την αντισυστημική οργή του… Για αυτό και δεν το έχει σε τίποτα ένας πολίτης που πριν λίγα χρόνια φώναζε στις πλατείες της Ιταλίας ή της Ελλάδας αριστερά συνθήματα κατά του παγκόσμιου κεφαλαίου, να ψηφίσει μετά «Λέγκα του Βορρά» ή «Σπαρτιάτες» στις εκλογές.

Συνοψίζοντας, ο αντισυστημισμός, έχοντας ως πρόσχημα την αντίσταση ενάντια στην εκμετάλλευση των αδυνάμων, ξεκίνησε αριστερός στις πλατείες και, με σύνθημα πια την «επιστροφή» της εκάστοτε χώρας στους πολίτες της, κατέληξε ακροδεξιός με νέας γενιάς ναζιστές στα κοινοβούλια. Αυτά δεν τα σημειώνουμε για να αθωώσουμε εκείνους που ψήφισαν Ακροδεξιά. Στη δημοκρατία την πρωτογενή ευθύνη την έχει ο πολίτης. Τα σημειώνουμε, γιατί πολλοί εκφράζουν την άποψη ότι η Ακροδεξιά μεγάλωσε, επειδή η Αριστερά απέτυχε να περάσει τα μηνύματά της στο κοινό. Το αντίθετο, όμως, συνέβη: Η Αριστερά πέτυχε, και μαζί της πέτυχε και η Ακροδεξιά.

Προηγούμενο άρθροΣυνέντευξη του Κυβερνητικού Εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη στο Κεντρικό Δελτίο Ειδήσεων της ΕΡΤ1 και τον δημοσιογράφο Γιώργο Κουβαρά
Επόμενο άρθροΗ Οικοτεχνική τυροκόμηση … περιβαλλοντικά