Όταν στις 15 Οκτωβρίου 1940 στη σύσκεψη στο Παλάτσο Βενέτσια πάρθηκε η τελική απόφαση για την εισβολή στην Ελλάδα κανείς δεν πίστευε ότι λίγους μήνες μετά οι Έλληνες, που τόσο υποτιμούσαν οι Στρατηγοί του Μουσολίνι θα κυνηγούσαν τους Ιταλούς στη Β. Ηπειρο και θα ελευθέρωναν για μια ακόμη φορά την πολύπαθη εκείνη γωνιά του Ελληνισμού.
Όμως για να έρθει αυτή η νίκη χρειάστηκαν μια σειρά από παράγοντες υλικοί , ηθικοί, πνευματικοί, τακτικοί, εδαφικοί που έγειραν την πλάστιγγα της νίκης προς την Ελλάδα. Ας δούμε κάποιους από αυτούς.
ΗΘΙΚΗ ΥΠΕΡΟΧΗ
Ο Ιταλός στρατιώτης συμμετέχει σε έναν πόλεμο κατακτητικό που εκφράζει αρκετούς φανατικούς και τους συνειδητοποιημένους φασίστες αλλά η πλειονότητα των Ιταλών στρατιωτών δεν τον θέλει. Η Ιταλική κοινωνία αντιπαθούσε κατά το μεγαλύτερο ποσοστό το φασιστικό καθεστώς.
Η Μεραρχία των αλπινιστών Τζούλια που επιλέχτηκε για να «τσακίσει» τη ραχοκοκαλιά της Ελληνικής άμυνας πέρασε «από κόσκινο» δύο φορές για την αφοσίωσή της στα φασιστικά ιδεώδη. Και όμως δύο φορές οι άνδρες της οργάνωσαν αντιπολεμική διαδήλωση και συγκρούστηκαν με την αστυνομία στα λιμάνια λίγο πριν αναχωρήσουν για την Αλβανία.
Από την άλλη οι Έλληνες πολεμούν για την πατρίδα, για την ελευθερία αλλά και για Δημοκρατία. Στα χρόνια του μεσοπολέμου τα πατριωτικά ιδανικά γαλουχούσαν τη νεολαία.
Οι γονείς τα αδέρφια ή άλλοι συγγενείς των νέων ήταν πολεμιστές της Μ. Ασίας. Οι αφηγήσεις για τις μάχες τους ηρωισμούς τις κακουχίες , τους θριάμβους , αλλά και την καταστροφή δημιουργούσαν στους νέους, πρότυπα για μίμηση. Πολλοί εκπαιδευτικοί στο Δημοτικό, στο Γυμνάσιο , στο Πανεπιστήμιο , πολεμιστές οι ίδιοι στη Μ. Ασία αποτελούν ζωντανό παράδειγμα για τη νεολαία. Οι συμμετέχοντες στην εκστρατεία που λίγο έλλειψε να πραγματώσει τη Μεγάλη ιδέα ενέπνεαν τους στρατευμένους.
Οι διδάσκοντες, όλων των βαθμίδων και όλων των σχολείων, μεταδίδουν, σε κάθε ευκαιρία, πατριωτικές ιδέες, και καλλιεργούν ανώτερα εθνικά ιδανικά και ηθικές αξίες. Οι μαθητές είναι σεμνοί. Η συμπεριφορά τους ακολουθεί παραδοσιακούς κανόνες, που τηρούνται. Μπορεί να είναι ντυμένοι φτωχικά αλλά συμπεριφέρνονται με ευπρέπεια και, κυρίως σέβονται τους ηλικιωμένους.
Τα πανεπιστήμια αναστατώνονται από τους αγώνες των φοιτητών ενθουσιασμένων από νέες αντιλήψεις και δημοκρατία και ελευθερίες. Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936 έκανε περισσότερο επιθυμητή τη δημοκρατία, ενώ η μικρή διάρκειά της δεν πρόλαβε να μετατρέψει τα φρονήματα. Σκεφτείτε να είχε προλάβει να «κοσκινίσει» τη νεολαία και τον στρατό και να έστελνε στην Πίνδο και στο Καλπάκι μόνο «εθνικόφρονες» σαν εκείνους που στην Αθήνα παριστάνουν τα παλικάρια αλλά στα κρυφά βάζουν την κόρη του Μεταξά, να πιέζει τον πατέρα της για να μην στρατεύονται «παιδιά της ΕΟΝ».
Η ελληνική κοινωνία στο μεσοπόλεμο είναι υγιής. Η μεσοαστική τάξη διατηρεί παραδοσιακές συνήθειες, αυστηρές ηθικές αρχές και πατριωτικές ιδέες. Η καθημερινή συμπεριφορά των πολιτών διέπεται από έμφυτη ευγένεια και σεβασμό προ παντός στους ηλικιωμένους, προ παντός στις πόλεις.
Η κοινωνία είναι πειθαρχημένη και ιεραρχημένη, από άποψη ηλικίας. Ζούσε με την πίκρα και την οικονομική δυσπραγία της Μικρασιατικής καταστροφής αλλά δεν υπέφερε από σύγχυση ιδεών, ούτε από τις μάστιγες της εποχής μας (ναρκωτικά, ληστείες, εγκλήματα, σκάνδαλα, πολιτική διαφθορά). Εκείνη η κοινωνία είναι που ανέθρεψε τους νέους με υψηλά ιδανικά και τους εκτόξευσε να υπερασπίσουν την τιμή και την ελευθερία της Ελλάδος. Ήταν κοινωνία φτωχή αλλά κοινωνία ηθικά ακμαία, σε αντίθεση με την ιταλική που είχε οδηγηθεί από τον φασισμό σε παρακμή.
ΓΝΩΡΙΜΟ ΕΔΑΦΟΣ
«Μια από τις αρχές της στρατηγικής, έλεγε ο Δ. Μαχάς, είναι να βάζουμε το στρατό να πολεμά σε έδαφος που να το ξέρει όσο γίνεται καλύτερα». Ο ιταλικός πολεμάει σε έδαφος ξένο, άγνωστο. Ο ελληνικός σε πάτριο «υπέρ βωμών και εστιών». Στην Ήπειρο πολεμούν οι νέοι της Ηπείρου που γνωρίζουν το έδαφος καλύτερα από κάθε άλλον. Και το υπερασπίστηκαν καλύτερα από κάθε άλλον. Στην Πίνδο πολεμούν Θεσσαλοί κατά 90%. Στα συντάγματα πεζικού 2ο Βόλου, 4ο Λαρίσης, 5ο Τρικάλων, στην ταξιαρχία ιππικού και στις μονάδες πυροβολικού, υπηρετούσαν Θεσσαλοί. Μαζί τους πολεμούσαν πεζοναύτες του 7ου Συντάγματος Χαλκίδας και λίγοι προεπιστρατευμένοι. Εφτανησιώτες και Πελοποννήσιοι στα συντάγματα 51ο Τρικάλων και 52ο Λαρίσης. Από τους Θεσσαλούς τουλάχιστον 25% είναι Βλάχοι, καταγόμενοι από την Πίνδο που την ξέρουν πολύ καλά. Αλλά και οι άλλοι Θεσσαλοί, έχουν δεσμούς με βουνά αφού, η περιοχή της είναι κατά 64% ορεινή. Και αφού από την δική τους Πίνδο, τη Θεσσαλική, είναι προετοιμασμένοι και για αυτήν στην οποία πολεμούν. Πολέμησαν λοιπόν και αυτοί σε έδαφος γνώριμο. Σχετικά έλεγε ο Δ. Παπαδόπουλος σωματάρχης του Β’ Σ.Σ.:
- «Τα θεσσαλικά τμήματα πολέμησαν έκτακτα στην Πίνδο. Το περίμενα αυτό. Ήξερα τους Θεσσαλούς. Είχα ξαναπολεμήσει μαζί τους όταν υπηρετούσα στην 1η Μεραρχία».
Ο Δ. Μαχάς έλεγε:
«Η Τζούλια εθεωρείτο η καλύτερη μονάδα του ιταλικού στρατού. Είχε όλα τα εφόδια για ορεινό αγώνα. Οι στρατιώτες της καταγόταν από τις Άλπεις και ήταν ειδικά εκπαιδευμένοι για ορεινό αγώνα. Την επίλεκτη αυτή μονάδα την αντιμετώπισαν οι Θεσσαλοί αρκετοί από τους οποίους ήταν πεδινοί αλλά και βουνίσιοι και Βλάχοι όπως προείπαμε.. Οι Θεσσαλοί στρατιώτες ήταν εξαιρετικοί, όπως βέβαια και οι Στερεοελλαδίτες
- και οι Πελοποννήσιοι. Οι Θεσσαλοί είναι πειθαρχικοί, υπομονετικοί, λιτοδίαιτοι με αντοχή στις κακουχίες του πολέμου. Στην Πίνδο οι Θεσσαλοί στρατιώτες πεδινοί και ορεινοί νίκησαν τους Αλπίνους της Ιταλίας».
Ο Στρατηγός Γ. Τσολάκογλου διοικητής του Γ’ Σ.Σ γράφει στα απομνημονεύματά του για τους Μακεδόνες :
« «Οι Μακεδόνες – θα κάμω την παρέκλισιν ταύτην ως αισθανόμενος , ότι οφείλεται φόρος τιμής και θαυμασμού προς αυτούς – είναι φλογεροί πατριώται , ενθουσιώδεις και υψηλόφρονες. Πάντες , πανταχού όπου μετέβαινον , εξεδήλουν την χαρά των και την εμπιστοσύνην των προς τον αναδημιουργούμενον Στρατόν και πάντες εδεικνύοντο ότι είχον πλήρη επίγνωσιν των συνεπειών ενός ολοκληρωτικού πολέμου και των ανακυπτουσών δι’ όλους υποχρεώσεων. Ούτοι επωφελούντο πάσης ευκαιρίας διά να επιδείξουν εμπράκτως τον πατριωτισμόν των και την προθυμοποίησίν των προς κάθε θυσίαν. Κατά την μερικήν κινητοποίησιν του Σεπτεμβρίου 1939 απέστειλαν προθύμως , εγκαίρως και με ενθουσιασμόν τα τέκνα των προς στράτευσιν , παρέδωσαν τα προς επίταξιν κτήνη και είδη και εν τέλει παρητήθησαν πάσης αποζημιώσεως (λόγω επιτάξεως κτηνών , αυτοκινήτων , τρακτέρ και άλλων αναλώσιμων ειδών).
Κατά τον πόλεμον επέδειξαν όλας τας αρετάς (πειθαρχίαν , πρωτοβουλίαν , τόλμην , επιθετικόν πνεύμα , εγκαρτέρησιν εις τας παντοίας κακουχίας και στερήσεις του πολέμου) και ακλόνητον πίστιν επί την νίκην.
ΕΠΙΘΕΤΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ
Το σύνολο των Ελλήνων αξιωματικών κατέχεται από επιθετικό πνεύμα (εκτός από λίγους ηττοπαθείς που λίγο έλλειψε να χαρίσουν τη νίκη στους Ιταλούς με το περιβόητο σχέδιο ΙΒ). Ευτυχώς η «απειθαρχία» του Στρατηγού Κατσιμήτρου έδωσε τη νίκη στα Ελληνικά όπλα.
Στις επιχειρήσεις στην Πίνδο συμμετέχουν τρεις Στρατηγοί και ένας στην Ήπειρο. Επίσης δέκα Συνταγματάρχες , άλλοι τόσοι Αντισυνταγματάρχες , Ταγματάρχες, Λοχαγοί κ.α. Οι ανώτεροι αξιωματικοί δεν αρκούνται στο ρόλο του «θεατή της μάχης» αλλά πολεμούν πολλές φορές στην πρώτη γραμμή. Θυμίζουν κάτι από τους Ομηρικούς ήρωες. Ο Στρατηγός Παπαδόπουλος Δ/της του Β’ Σ.Σ. έλεγε πως: « οι προκλήσεις της Ιταλίας σφυρηλάτησαν την ενότητα των Ελλήνων αξιωματικών και ενίσχυσαν το επιθετικό τους πνεύμα». Πολλοί από αυτούς είναι ήρωες της Μικρασιατικής εκστρατείας και εμπνέουν σεβασμό σε κατώτερους αξιωματικούς και στρατιώτες. ( ο Στρατηγός Κατσιμήτρος είχε πολεμήσει τους Ιταλούς στο Μαίανδρο ποταμό, ο Αρχιστράτηγος Παπάγος ήταν επιτελάρχης της ταξιαρχίας ιππικού στη Μ. Ασία, ο Φριζής, ο Βραχνός , ο Δαβάκης σφυρηλατήθηκαν στη φωτιά του Μικρασιατικού πολέμου).
ΟΠΛΙΣΜΟΣ
Επικρατεί η λανθασμένη αντίληψη ότι ο ελληνικός στρατός υστερούσε δραματικά νίκησαν τους πάνοπλους Ιταλούς. Αυτά ήταν βέβαια απλοϊκά επιχειρήματα σε οπλισμό. Πάντα ακούγαμε για τους ξυπόλητους και άοπλους Έλληνες που που σκόπευαν να εκθειάσουν και να εξυψώσουν τα κατορθώματα των Ελλήνων στην Αλβανία. Το έπος του Σαράντα υπήρξε αξεπέραστο κατόρθωμα και πήρε μυθικές διαστάσεις. Βέβαια για χάρη της ιστορικής αλήθειας θα πρέπει να πούμε πως παρότι υπήρξε εγκληματική ολιγωρία της Ελληνικής ηγεσίας όσον αφορά τις προμήθειες του στρατού, ο Στρατηγός –Δικτάτορας Θ. Πάγκαλος αγόρασε το 1926:
1752 πολυβόλα Χότσκις Τσεχοσλοβακίας
6.000 οπλοπολυβόλα Χότσκις
32 βαριά αντιαεροπορικά Χότσκις
100.000 τυφέκια Μάνλιχερ
25.000 Αραβίδες Μάνλιχερ
192 Ορειβατικά πυροβόλα 75/19
120 ορειβατικά πυροβόλα 105/19
Και ακολούθησαν μικρότερες παραγγελίες την περίοδο 1935-1940 πολλές από τις οποίες έμειναν ανεκτέλεστες. Τα οπλοπολυβόλα και τα πολυβόλα Χότσκις κατασκευής Τσεχοσλοβακίας, του Ελληνικού στρατού υπερτερούν από τα Ιταλικά Φίατ και Μπρέντα. Θερμαίνονται λιγότερο από τα Ιταλικά και σπάνια παθαίνουν εμπλοκές. Το οπλοπολυβόλο Χότσκις, σχεδιασμένο και με επινοήσεις Ελλήνων αξιωματικών πολεμιστών στη Μ.Ασία,ήταν το ιδεωδέστερο αυτόματο για ορεινό αγώνα . Το μικρό σχετικά βάρος του (7 κιλά περίπου), ελαφρότερο από το αντίστοιχο Ιταλικό, διευκόλυνε την μεταφορά του από τους κουρασμένους μαχητές στις ατελειωτες πορείες και στις μάχες στις κορυφές των βουνών.
Για τα κανόνια, κατασκευής όλα των εργοστασίων Σκόντα της Τσεχοσλοβακίας, θα παραθέσουμε τη γνώμη του αντισυνταγματάρχη Θεόδωρου Βουδικλάρη, διοικητή μοίρας, ορειβατικού πυροβολικού της ΧVης Μεραρχίας. «Τα υπέροχα ορειβατικά μας κανόνια των 75/19 και των 105/19 τα ασυγκρίτως καλύτερα των αντιστοίχων ιταλικών(..) εις αυτά οφείλονται κατά μέγα μέρος αι επιτυχίαι μας εις το Έπος 1940-41»
Η κατασκευή από την τότε Τσεχοσλοβακία οπλισμού ανώτερου από τον Ιταλικό, προκαλεί δικαιολογημένες απορίες. Υπάρχει όμως εξήγηση.
. Επειδή Η Τσεχοσλοβακία αποτελούσε μέλος της αυστριακής αυτοκρατορίας και κατείχε την Αυστριακή τεχνολογία και επιτύγχανε ανθεκτικότερα ατσάλια πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Με την διάλυση της αυτοκρατορίας, επιστήμονες και βιομηχανίες της Τσεχοσλοβακίας συνέχιζαν φαίνεται την συνεργασία τους με αυστριακές και αποκτούσαν καλά ατσάλια.
Οι Ελληνες πεζοί έφεραν τυφέκια Μάνλιχερ, σενάουερ των εργοστασίων Στάγιερ της Αυστρίας. Γερό, ελαφρύ, ευθύβολο επαναληπτικό και ταχύ, παρείχε στον μαχητή αίσθημα δύναμης και υπεροχής. Το Ιταλικό ατομικό τυφέκιο Μάνλιχερ Καρκάνο ήταν πολύ κατώτερο.
Υπήρχε βέβαια η καταλυτική υπεροχή των Ιταλών σε έμψυχο υλικό καθώς διέθεταν περίπου 80.000 στρατιώτες (ο Στρατάρχης Μπαντόλιο που φαίνεται πως δεν υποτιμούσε τον Ελληνικό στρατό ζητούσε περισσότερες δυνάμεις) , ανεξάντλητα εφόδια (παρότι ο Στρατηγός Βισκόντι Πράσκα παραπονιόταν πως δεν ήταν αρκετά),μεγαλύτερος αριθμό πυροβόλων, καταλυτική υπεροχή της Ιταλικής αεροπορίας.
Ο εντυπωσιακός ιταλικός στόλος και η κατοχή των Δωδεκανήσων που αποτελούσαν μια πρώτης τάξης βάση στο Αιγαίο για το στόλο και την αεροπορία της Ιταλίας.
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ.
Το Ελληνικό ιππικό ήταν άριστα εκπαιδευένο με το δόγμα «να ελίσσεται εφίππως και να μάχεται πεζή». Το Ελληνικό πεζικό πολεμούσε με το «πυρ και κίνηση» το σπουδαιότερο δόγμα μάχεσθαι πριν από τα μηχανοκίνητα. Σύμφωνα με αυτό, το οπλοπολυβόλο υποστηρίζει με το πυρ μια ημιομάδα 5-6 στρατιωτών. Αυτοί αναλαμβάνουν «κίνηση» και προωθούνται τρέχοντας σε νέες θέσεις. Οι στρατιώτες με την σειρά τους βάλλουν από αυτές τις θέσεις με τα Μάνλιχερ και καλύπτουν την ημιομάδα των οπλοπολυβολητών να αναλάβει και αυτή κίνηση και να μεταφέρει τρέχοντας το οπλυπολυβόλο της πιο μπροστά.
Ο ΄Ελλην στρατιώτης μπορεί με αυτή την τακτική να κινείται με σιγουριά σε απόσταση από το οπλοπολυβόλο του και επίσης με αυτό, μπορεί να αναπτύσσει στο πεδίο της μάχης επιθετικότητα και πρωτοβουλία.
Ο Ιταλός στρατιώτης με κατώτερο τυφέκιο δεν διαθέτει τέτοιο πυρ. Γι΄ αυτό και στο πεδίο της μάχης υστερεί από τον Έλληνα ενώ συχνά αχρηστεύεται ιδίως όταν δεν τον πλαισιώνει αυτόματο. Εφοδιάζονται οι Ιταλοί με περισσότερες επιθετικές χειροβομβίδες και με πιστόλια για να έχουν πυρ, αλλά αυτά είναι χρήσιμα σε λίγες περιπτώσεις.
Το Μάνλιχερ διέθετε ένα ακόμη σπουδαίο πλεονέκτημα: την εφ ’όπλου λόγχη. Με την λόγχη το Μάνλιχερ είναι μακρύτερο κατά μισό περίπου μέτρο από το αντίστοιχο Ιταλικό Μάνλιχερ Καρκάνο. Στα χέρια των Ελλήνων πολεμιστών γινόταν ακαταμάχητο όπλο σαν τη σάρισα των αρχαίων Μακεδόνων. Η εκπαίδευση των ανδρών στη λογχομαχία ήταν σκληρή επίμονη και επίπονη και τώρα απέδιδε καρπούς όπως ομολογεί και ο Στρατηγός Βισκόντι Πράσκα στο πόνημά του «Εγώ εισέβαλα στην Ελλάδα».
Η τακτική του Ελληνικού στρατού στην Ήπειρο με το «πυρ και κίνηση»σε συνδυασμό με τον καλύτερο οπλισμό την υπέρτερη εκπαίδευση την ηθική και ψυχολογική ανωτερότητα έδωσαν τελικά τη νίκη αλλά και την αιώνια δόξα στους μαχητές του Βορειοηπειρωτικού μετώπου.
Με τιμή
Γρηγόρης Γιοβανόπουλος
Δάσκαλος