Για το προσυνέδριο της Νέας Δημοκρατίας – Γράφει ο Δρ. Σίμος Ανδρονίδης

Όπως διαβάζουμε στην διαδικτυακή έκδοση της εφημερίδας ‘Πρώτο Θέμα,’[1] την Δευτέρα 11 Μαρτίου, θα πραγματοποιηθεί στην πόλη της Θεσσαλονίκης, το προσυνέδριο της Νέας Δημοκρατίας. Το συνέδριο του κυβερνώντος κόμματος θα λάβει χώρα την περίοδο 5-7 Απριλίου, στο Ζάππειο Μέγαρο, στην Αθήνα. Στο προσυνέδριο της Θεσσαλονίκης κεντρικός ομιλητής ήσαν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.

Σίμος Ανδρονίδης
Γράφει ο Δρ. Σίμος Ανδρονίδης

Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως το συγκεκριμένο προσυνέδριο αποτελεί (αποτέλεσε) μία καλή ευκαιρία ώστε αφενός μεν να προχωρήσουν τα στελέχη του κόμματος, παρουσία και του ίδιου του πρωθυπουργού και προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, σε έναν στοιχειώδη απολογισμό των κυβερνητικών και κομματικών πρωτοβουλιών του τελευταίου χρονικού διαστήματος, και, αφετέρου δε, να συζητήσουν επισταμένως το πως θα εφαρμοστεί απρόσκοπτα το ψηφισμένο νομοσχέδιο[2] που εν προκειμένω προβλέπει την ψήφιση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων εν Ελλάδι.

Από την στιγμή μάλιστα όπου διάφορες αντιπολιτευτικές δυνάμεις ‘ονειρεύονται’ (βλέπε το κόμμα της ‘Νέας Αριστεράς’), την συγκρότηση κοινωνικοπολιτικών μετώπων με στόχο την μη-εφαρμογή του νόμου. Θεωρητικώ τω τρόπω, θα επισημάνουμε πως η Νέα Δημοκρατία δεν υπήρξε κόμμα που να ομνύει στην έννοια της «ριζοσπαστικής επιστροφής»,[3] για να παραπέμψουμε στην ανάλυση του Michael Shafir.

 Και τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Σημαίνει πως και δεν παραπέμπει στο απώτερο κομματικό παρελθόν (περίοδος της πρώιμης Μεταπολίτευσης που συνοδεύθηκε από την πολιτική κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή), όπως πράττουν κόμματα όπως το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα-Κίνημα Αλλαγής και το ΚΚΕ.

Και επίσης, δεν σπεύδει να υιοθετήσει ασμένως «αρχές και αξίες που κινητοποίησαν» την Νέα Δημοκρατία σε μία παλαιότερη χρονική περίοδο, όπως μπορεί να συμβαίνει με το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, το οποίο δεν διστάζει να αντλήσει στοιχείο από το Ανδρεοπαπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980, κάτι ευδιάκριτο στην ρητορικών πολλών στελεχών του.

 Υπό αυτό το πρίσμα, εκτιμούμε πως η Νέα Δημοκρατία υπό την προεδρία του Κυριάκου Μητσοτάκη, είναι ένα πολιτικό κόμμα που επενδύει περισσότερο στο μέλλον (και αυτός είναι ένας λόγος για την «εκλογική της επιτυχία»,[4] σύμφωνα με την διατύπωση του Αντώνη Έλληνα), αφού πρώτα έχει φροντίσει να διατυπώνει προτάσεις για όλα τα θέματα που αφορούν το παρόν.

Στην ανάλυση μας, δεν διστάσαμε να κάνουμε χρήση της έννοιας της «εκλογικής επιτυχίας» του Αντώνη Έλληνα, ακριβώς διότι μπορεί να μας βοηθήσει να αντιληφθούμε πλήρως το ‘γιατί’ η ηγετική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας έλαβε την απόφαση να διεξαγάγει προσυνέδριο στην Θεσσαλονίκη.

Ως εκ τούτου, θα υπογραμμίσουμε πως η ηγετική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας τελεί ακόμη και σήμερα, υπό την επίδραση της ‘εκλογικής της επιτυχίας’ (άνετες εκλογικές νίκες στις βουλευτικές εκλογές του Μαϊου και του Ιουνίου του 2023), κάτι που την ωθεί στο να λάβει μία τέτοια απόφαση την στιγμή όπου ο πολιτικός χρόνος είναι ‘πυκνός’.[5]

Την στιγμή όπου η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος βγήκε από μία απαιτητική κοινοβουλευτική δοκιμασία, νομοθετώντας για την ψήφιση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων εν μέσω κοινωνικών και πολιτικών αντιδράσεων.[6]

Την στιγμή όπου διάφορες δυνάμεις επιδιώκουν να δημιουργήσουν εκ νέου ένα κλίμα εχθροπάθειας και μνησικακίας εντός κοινωνίας, με αφορμή την εξέλιξη των ερευνών για το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών.

Και, πέραν αυτού, η Νέα Δημοκρατία έχει την πολυτέλεια και λόγω της ευφορίας που διακατέχει τα στελέχη της, να πραγματοποιήσει ένα καθ’ όλα ήρεμο προσυνέδριο, εν αντιθέσει με ό,τι συνέβη πριν από λίγες ημέρες με τον ΣΥΡΙΖΑ, χαράσσοντας την στρατηγική της για το επόμενο χρονικό διάστημα. Και ο παράγοντας που ακούει στο όνομα ‘ηρεμία’ είναι παρά πολύ σημαντικός, καθότι μπορεί να συμβάλλει στο να καταστεί ένα συνέδριο επιτυχημένο. Με ποιον τρόπο;

Η ηρεμία είναι αυτή που δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες (έλλειψη αντεγκλήσεων και αντιπαραθέσεων), προκειμένου να προκύψουν τεκμηριωμένες (και όχι βιαστικές και πρόχειρες και εμπεριστατωμένες επεξεργασίες για μία σειρά από θέματα.

Ένα συνέδριο ή προσυνέδριο[7] που διεξάγεται μέσα σε κλίμα έντασης, δεν προσφέρεται για κάτι τέτοιο. Και αν μη τι άλλο, η Νέα Δημοκρατία επί προεδρίας Κυριάκου Μητσοτάκη, έχει αποδείξει και πως μπορεί να παραγάγει διαρκώς νέες ιδέες  και πως μπορεί να τις κοινοποιεί στο ευρύ κοινό την κατάλληλη στιγμή.


 

[1] Βλέπε σχετικά, ‘Τη Δευτέρα στη Θεσσαλονίκη το προσυνέδριο της ΝΔ με ομιλία Μητσοτάκη,’ Διαδικτυακή έκδοση εφημερίδας ‘Πρώτο Θέμα,’ 09/03/2024, Τη Δευτέρα στη Θεσσαλονίκη το προσυνέδριο της ΝΔ με ομιλία Μητσοτάκη (protothema.gr)
[2] Ως προς το νομοσχέδιο που αφορά τον γάμο των ατόμων του ιδίου φύλου, αυτό ήδη εφαρμόζεται στην πράξη, με ομόφυλα ζευγάρια να προγραμματίζουν τους γάμους τους στα δημαρχεία των περιοχών όπου διαμένουν. Η εφαρμογή του νομοσχεδίου, διευκολύνεται από παράγοντες όπως είναι η μη-ύπαρξη οργανώσεων που να επιθυμούν να εμποδίσουν την τέλεση του γάμου μεταξύ δύο ατόμων του ιδίου φύλου. Η συνδρομή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η οποία δεν έσπευσε σε κανένα σημείο της διαβούλευσης που προηγήθηκε να διατυπώσει ενστάσεις, ξεκινώντας αμέσως να εφαρμόζει ως η πλέον αρμόδια αρχή, έναν ‘νόμο του κράτους’. Τρίτον, το γεγονός πως το νομοσχέδιο που πλέον έχει καταστεί ‘νόμος του κράτους’, άπτεται της ιδιωτικής σφαίρας πρωτίστως. Ή αλλιώς, της ιδιωτικής ζωής των ατόμων, που είναι απολύτως ελεύθερα ως έλλογα όντα να πράξουν αυτό που θέλουν και επιθυμούν. Ακόμη και οι ακραίες αντιδράσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, δεν στρέφονται κατά του νομοσχεδίου, με στόχο την ακύρωση του στην πράξη (πως θα μπορούσε άλλωστε να συμβεί κάτι τέτοιο; ), αλλά, κατά της κυβέρνησης, της Προέδρου της Δημοκρατίας την οποία εμπλέκει με άκομψο και αντι-θεσμικό τρόπο στο πολιτικό παίγνιο, και, κατά των βουλευτών εκείνων της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης που τάχθηκαν υπέρ του νομοσχεδίου. Με στόχο την ‘τιμωρία’ τους ή αλλιώς, τον ‘ηθικό κολασμό’ τους που πρέπει να ‘είναι ανάλογος του αμαρτήματος’ (με εκκλησιαστικούς όρους) που ‘διέπραξαν’: Ήτοι, με τον αποκλεισμό τους από το ‘σώμα’ της Εκκλησίας.
[3] Βλέπε σχετικά, Shafir, Michael., ‘Radical politics in East Central Europe Part IX: The Romanian Radical Return,’ RFE//RL East European Perspectives, 3, 1, 2001a. Ο Micheal Shafir κάνει το εξής πρωτότυπο επιστημονικά: Αντί ενός βιβλίου με θέμα τα μετα-κομμουνιστικά Ρουμανικά πολιτικά κόμματα που επενδύουν στην έννοια της «ριζοσπαστικής επιστροφής», συνέγραψε μία σειρά άρθρων με αυτό το θέμα, τα οποία δημοσιεύθηκαν όλα το έτος 2001, υπό μορφή συνέχειας, στο επιστημονικό περιοδικό RFE/RL East European Perspectives. Τη εξαιρέσει του τελευταίου άρθρου, το οποίο δημοσιεύθηκε στο Romanian Journal of Society and Politics. Εν είδει υποθέσεως εργασίας, θα υποστηρίξουμε πως ένας εκ των πιο βασικών λόγων για τους οποίους αναπτύχθηκε ένα εθνικιστικό ‘ρεύμα’ σε χώρες των Βαλκανίων και της Κεντροανατολικής Ευρώπης μετά την πτώση των αυταρχικών κομμουνιστικών καθεστώτων, ήσαν και το γεγονός πως τα καθεστώτα αυτά, επί πολλά έτη, κατέστειλαν σκληρά αυτές τις εθνικιστικές ιδέες, θεωρώντας τες μη-συμβατές με το κομμουνιστικό-σοσιαλιστικό πρότυπο ‘διαπαιδαγώγησης’ του πολίτη, με αποτέλεσμα, μετά την πτώση τους να προκύψουν, και μάλιστα αρκετές εκ του μηδενός, ουκ ολίγες εθνικοπατριωτικές ή εθνικιστικές οργανώσεις που θεώρησαν πως έφθασε ‘η στιγμή για να πάρουν την εκδίκηση τους για όλα αυτά τα χρόνια των στερήσεων και των απαγορεύσεων.’
[4] Σαφώς, κάποιος αναλυτής θα μπορούσε να τονίσει πως η πραγματοποίηση προσυνεδρίων σε διάφορες πόλεις της περιφέρειας δεν είναι πλέον κάτι άγνωστο για την ελληνική πολιτική κουλτούρα. Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής και ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως από το 2015 και έπειτα, έχουν ενσωματώσει την συγκεκριμένη πρακτική στην λειτουργία τους, πραγματοποιώντας διάφορα θεματικά προσυνέδρια, στο εγκάρσιο σημείο όπου αυτά ουσιαστικά προετοιμάζουν το έδαφος για την διεξαγωγή του συνεδρίου που σχεδόν αποκλειστικά γίνεται στην Αθήνα. Όσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, η ενσωμάτωση αυτής της πρακτικής στην λειτουργία του, είναι διαδικασία που σχετίζεται τόσο με την μετατροπή του σε κόμμα εξουσίας εν καιρώ κοινωνικής και πολιτικής κρίσης, όσο και με την οργανωτική του ανάπτυξη και μετεξέλιξη, η οποία κατέστησε σχεδόν ‘αναγκαία’ την πραγματοποίηση τέτοιων συνεδρίων ώστε να εκφράζονται και να λαμβάνουν τον λόγο όσο περισσότερα μέλη γίνεται. Βλέπε σχετικά, Ellinas, Antonis., ‘Organizing Against Democracy: The Local Organizational Development of Far Right Parties in Greece and Europe,’ Cambridge, Cambridge University Press, 2020. Για ακτιβιστικά πολιτικά κόμματα όπως η γνωστή Χρυσή Αυγή, δεν τίθεται κανένα ζήτημα πραγματοποίησης προσυνεδριακών διαδικασιών. Μήπως όπως το ίδιο δεν μπορούμε να πούμε και για το ΚΚΕ;
[5] Ο δεύτερος παράγοντας φυσικά, είναι η πολιτική της κυριαρχία (διαβάζεται και αλλιώς: πολιτική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη) η οποία θυμίζει έντονα την πολιτική κυριαρχία που είχε επιτύχει την περίοδο 1974-1980.
[6] Την περίοδο της Μεταπολίτευσης (οι βάσεις τέθηκαν την περίοδο προ της Πασοκικής ‘Αλλαγής’ του 1981, όταν η τότε ηγεσία του ΚΚΕ στήριζε με ζέση το ΠΑΣΟΚ και εργάζονταν για την άνοδο του στην εξουσία), καλλιεργήθηκε ουσιαστικά το έδαφος για την εκκόλαψη και την ανάπτυξη της στρατηγικής της «εργαλειακής επιτρεπτικότητας», κατά τους Τρύφωνα Γρομπανόπουλο & Βασιλική Γεωργιάδου. Και τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Σημαίνει πως δεν δημιουργήθηκαν «σαφείς διαχωριστικές γραμμές, με αποτέλεσμα» να αντιμετωπίζεται το ΚΚΕ «με μια ουδετερότητα και χαλαρότητα». Κινούμενοι σε ένα θεωρητικό πλαίσιο, θα πούμε πως δεν είμαστε υπέρμαχοι εκείνης της αντίληψης που κάνει λόγο για την ‘πρωτοφανή πολιτικοϊδεολογική ασυλία που απολαμβάνει το ΚΚΕ’ την περίοδο της Μεταπολίτευσης, τιθέμενο διαρκώς στο ‘απυρόβλητο’. Αντιθέτως, είμαστε υπέρμαχοι ή θιασώτες της  έννοιας της «εργαλειακής επιτρεπτικότητας», πράγμα που σημαίνει πως πιστεύουμε πως το ΚΚΕ αντιμετωπίστηκε μεν (άρα, δεν έχει τεθεί στο ‘απυρόβλητο’), σε πολιτικοϊδεολογικό και αξιακό επίπεδο, από την άλλη όμως, δεν αντιμετωπίστηκε όσο σκληρά θα έπρεπε. Και εδώ όμως προκύπτουν εξαιρέσεις, με την πλέον χαρακτηριστική να είναι η κοινοβουλευτική αντιπαράθεση στην οποία ‘παρέσυρε’ την ηγεσία του κόμματος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, λίγο μετά την έναρξη της Ρωσικής στρατιωτικής εισβολής στην Ουκρανία. Ακόμη παλαιότερα, η σκληρή πολιτικοϊδεολογική αντιπαράθεση που είχε μαζί του ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος ήσαν εκ των πρώτων πολιτικών που έθεσαν ανοιχτά στο τραπέζι της συζήτησης το κατά πόσον ένα δογματικό, κομμουνιστικό κόμμα μπορεί να θεωρηθεί ‘προοδευτικό και ανοιχτό.’ Βλέπε σχετικά, Γρομπανόπουλος, Τρύφων., ‘Η ακροδεξιά στη μετακομμουνιστική Νοτιανατολική Ευρώπη: η εξέταση των περιπτώσεων Βουλγαρίας, Ρουμανίας και Σερβίας,’ Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, 2020, Διαθέσιμη στο: Η ακροδεξιά στη μετακομμουνιστική Νοτιανατολική Ευρώπη: η εξέταση των περιπτώσεων Βουλγαρίας, Ρουμανίας και Σερβίας (didaktorika.gr) Πολύ περισσότερα από τον Τρύφωνα Γρομπανόπουλο σχετικά με την έννοια της «εργαλειακής επιτρεπτικότητας», γράφει η Βασιλική Γεωργιάδου στο κλασικό πλέον ‘Ή Άκρα Δεξιά και οι συνέπειες της συναίνεσης. Δανία, Νορβηγία, Ολλανδία, Ελβετία, Αυστρία, Γερμανία,’ Εκδόσεις Καστανιώτης, 2008. Όπως ίσως αντιληφθεί ο αναγνώστης, η αναφορά μας στο ΚΚΕ έγινε με αφορμή τις απλοϊκές και προδήλως εσφαλμένες δηλώσεις του Γενικού του Γραμματέα περί ‘sugar daddies.’
[7] Σε αυτή την πολιτική συγκυρία, ακόμη και ένα προσυνέδριο της Νέας Δημοκρατίας, μπορεί να παραγάγει περισσότερη πολιτική από ό,τι η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.
Προηγούμενο άρθροΚυρ. Μητσοτάκης: Το ΤΕΚΑ αλλάζει τις αντιλήψεις μας για την αποταμίευση και την σημασία της ασφαλισμένης εργασίας
Επόμενο άρθροΟΗΕ-έκθεση: Ο κόσμος μετά την Covid ανέκαμψε, ξεχνώντας τους φτωχούς