Το ΥΠΑΙΘ, παρά τις μεγάλες αντιδράσεις του κλάδου, προχωρά για δεύτερη συνεχή χρονιά σχεδόν με πανομοιότυπο τρόπο, σε εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα για μαθητές της Στ’ Δημοτικού και Γ΄ Γυμνασίου, η επονομαζόμενη και ελληνική PISA.
Οι εξετάσεις θα αφορούν και φέτος στα γνωστικά αντικείμενα της Νεοελληνικής Γλώσσας και των Μαθηματικών και θα υλοποιηθούν σε αντιπροσωπευτικό δείγμα τουλάχιστον 6.000 μαθητών σε ανώνυμη βάση, από τουλάχιστον 600 συμμετέχουσες σχολικές μονάδες.
Εάν την περσινή χρονιά τα σωματεία των εκπαιδευτικών κάναμε προσπάθεια να αποκαλύψουμε τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης, φέτος οι δηλώσεις της υπουργού, οι πράξεις αλλά και η έκθεση της εκτίμησης του περσινού διαγωνισμού είναι τόσο αποκαλυπτικά που διαγράφουν οποιαδήποτε αμφιβολία μπορεί να υπήρχε.
Πρώτον, το επιχείρημα ότι τα αποτελέσματα των εξετάσεων τύπου PISA θα βοηθήσουν στη βελτίωση των αναλυτικών προγραμμάτων το έχει ακυρώσει η ίδια η κυβέρνηση, αφού τα αναλυτικά προγράμματα γράφτηκαν πριν τις εξετάσεις, σήκωσαν θύελλα αντιδράσεων από τις επιστημονικές ενώσεις και τα σωματεία των εκπαιδευτικών και μετά τα αποτελέσματα των εξετάσεων δεν υπήρξε πρακτικά καμία αλλαγή.
Δεύτερον, οποιαδήποτε εκτίμηση, μετά την συγγραφή, θα μπορούσε να ήταν χρήσιμη κατά την εφαρμογή των αναλυτικών προγραμμάτων, ώστε να προσδιοριστούν τα αποτελέσματα. Το υπουργείο εκτιμά ότι «σε επίπεδο διατύπωσης προτάσεων εκπαιδευτικής πολιτικής σημειώνεται ότι η ανάγκη ενίσχυσης της κριτικής σκέψης των μαθητών, όπως προέκυψε μέσα από την πρώτη εφαρμογή των Εθνικών Εξετάσεων Διαγνωστικού Χαρακτήρα, συνιστά κυρίαρχη βάση στην οποία θεμελιώνονται οι προωθούμενες αλλαγές στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, με αφετηρία την εκπόνηση των νέων Προγραμμάτων Σπουδών» πριν καν αυτά εφαρμοστούν. Έχουμε δηλαδή την παγκόσμια επιστημονική πρωτοτυπία η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων μιας έρευνας για ένα επιστημονικό έργο να γίνεται αφού σχεδιαστεί και πριν υλοποιηθεί!!!
Τρίτον, η ίδια υπουργός χαρακτηρίζει αυτές τις εξετάσεις ως έναν από τους τρεις βασικούς πυλώνες της αξιολόγησης, της κατηγοριοποίησης δηλαδή των σχολείων που με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στην υποβάθμιση των μορφωτικών δικαιωμάτων της πλειοψηφίας των μαθητών.
Τέταρτον, η κυβέρνηση δεν προχώρησε ούτε σε ένα μέτρο που μπορεί πραγματικά να αναβαθμίσει το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας. Αιτήματα που χρόνια τώρα ο κλάδος αναδεικνύει, όπως η κατάσταση της σχολικής στέγης και των υποδομών, ο αριθμός των μαθητών ανά τάξη, η κάλυψη των αναγκών με μόνιμο προσωπικό ώστε να σταματήσει η αθλιότητα της αναπλήρωσης, η κάλυψη όλων των μαθητών που έχουν ανάγκη από παράλληλη στήριξη, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί σε όλα τα σχολεία, ειδικά μετά την όξυνση των προβλημάτων που κληρονομήσαμε από την πανδημία και την τραγική διαχείριση των κλειστών σχολείων, αλλά και ζητήματα που έχουν να κάνουν με το ίδιο το περιεχόμενο του σχολείου, τα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά βιβλία.
Ποια είναι λοιπόν η πραγματική στόχευση; Έχουμε αρκετή πείρα τόσο από τις «εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις» της χώρας μας αλλά και της ΕΕ και το πού οδηγούν τέτοιου είδους εξετάσεις.
Ακόμα και το όνομα που δόθηκε (ελληνική PISA), όσο οξύμωρο και αν είναι να βαφτίζεται ελληνικό το Πρόγραμμα Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών (Programme for International Student Assessment), δεν είναι καθόλου αθώο. Οι εξετάσεις της PISA διεξάγονται κάθε τρία χρόνια στη Γλώσσα (κατανόηση κειμένου), Μαθηματικά και Φυσικές Επιστήμες, ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ και, όπως μας πληροφορεί το ΙΕΠ, «Η PISA είναι πνευματικό παιδί του ΟΟΣΑ και είναι ένα εργαλείο, προκειμένου οι βέλτιστες πρακτικές που υπάρχουν στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ να γενικευτούν και να υιοθετηθούν στα υπόλοιπα εκπαιδευτικά προγράμματα» και συνεχίζει «η έλλειψη ίσων ευκαιριών ειδικά για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα δεν οφείλεται στις κοινωνικές ανισότητες αλλά στο ότι οι χαμηλού επιπέδου μαθητές δεν έχουν πρόσβαση σε σχολεία με εκπαιδευτικούς υψηλών προσόντων». Για αυτό βάζει στόχο για τα εκπαιδευτικά συστήματα «την προσέλκυση εκπαιδευτικών με αυξημένα προσόντα, οι οποίοι διαρκώς θα εκπαιδεύονται με αξιολογήσεις και επιμορφώσεις και θα κρατούν τους καλύτερους».
Τα αποτελέσματα του διαγωνισμού είναι τελείως διαφορετικά και αποκαλυπτικά. Το παρακάτω γράφημα με τα αποτελέσματα του διαγωνισμού το 2009 δείχνει την άμεση σύνδεση των αποτελεσμάτων με την κοινωνικο-οικονομική προέλευση των μαθητών. (SES: κοινωνικοοικονομική τάξη).
Τα αποτελέσματα των εξετάσεων της PISA αλλά και άλλων πανομοιότυπων τύπων, όπως είναι τα SAT’s στην Αγγλία, δε μας δείχνουν απλά το προφανές, ότι μέσα στο σχολείο αντανακλώνται οι ταξικές ανισότητες της κοινωνίας, αλλά τις οξύνουν κιόλας, αφού τα σχολεία κατηγοριοποιούνται με βάση αυτές μέσω της σύγκρισης των επιδόσεων των μαθητών του σχολείου με το μέσο όρο.
Η απάντηση του ΟΟΣΑ, της ΕΕ αλλά και της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στις ανισότητες και στην αποτύπωσή τους στα αποτελέσματα των διαγνωστικών εξετάσεων, είναι ο διαχωρισμός των μαθητών και η διοχέτευση αυτών που προέρχονται από τα πιο χαμηλά κοινωνικά στρώματα σε σχολεία υποβαθμισμένα, με περιεχόμενο πιο προσιτό στο επίπεδό τους, στο όνομα της «θετικής διάκρισης». Έχει αποδειχθεί σε όλες τις χώρες που εφαρμόστηκε, ότι αυτή η τακτική λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία για αυτούς τους μαθητές: όχι μόνο δε βοηθά στη γνωστική ανάπτυξη αυτών των μαθητών, πολλώ δε μάλλον δε λειαίνει τις ταξικές ανισότητες, όπως οι ίδιοι ευαγγελίζονται, αλλά τις αποτυπώνει, παγιώνοντάς τες. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, σε πολλές Πολιτείες των ΗΠΑ, οι μαθητές τοποθετούνται σε τμήματα στο Δημοτικό Σχολείο με βάση την επίδοσή τους στη γραφή και την ανάγνωση. Εννιά στους δέκα μαθητές που τοποθετούνται στο χαμηλό επίπεδο, παραμένουν και αποφοιτούν από αυτό. Γι’ αυτή την προοπτική ανοίγουν δρόμο!
Οι εκπαιδευτικοί της τάξης, όλοι εμείς που κρατήσαμε όρθια τα σχολεία τα τελευταία χρόνια κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες, γνωρίζουμε ότι η διδασκαλία δεν είναι ένα μονόπρακτο έργο που κρίνεται μέσα σε ένα δίωρο εξετάσεων, με ενιαίους ισοπεδωτικούς όρους, ανεξάρτητα από την κοινωνική προέλευση, τις συνθήκες διαβίωσης, την οικογενειακή κατάσταση των μαθητών που συμμετέχουν σε αυτές. Αξιολογούμε τους μαθητές μας και τη δουλειά μας όχι ισοπεδωτικά, αλλά τον καθένα ξεχωριστά, με κάθε τρόπο: με τη συζήτηση, με δραστηριότητες ομαδικές ή ατομικές, ακόμα και με ένα γραπτό διαγώνισμα. Αν το ΥΠΑΙΘ ήθελε πράγματι να εξάγει αντικειμενικά αποτελέσματα για την εκπαιδευτική πραγματικότητα, θα αξιοποιούσε αυτά τα δεδομένα. Όμως οι στόχοι του είναι άλλοι. Οι εκπαιδευτικοί αποτιμούμε τα αποτελέσματα, βασανίζουμε τον εαυτό μας, συζητάμε με τους συναδέλφους μας για το πώς θα γίνουμε καλύτεροι στη δουλειά μας, αλλά και το πώς θα βοηθήσουμε κάθε μαθητή χωριστά με βάση και την κοινωνική του ένταξη.
Εμείς, οι εκπαιδευτικοί δε θέλουμε οι εξετάσεις να χρησιμοποιούνται για να διαχωρίζονται οι μαθητές σε παιδιά και αποπαίδια, δε θέλουμε ένα σχολείο υποβαθμισμένο για τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών, ένα σχολείο που θα σηκώνει τεράστια εμπόδια απέναντι σε αυτά τα παιδιά που θέλουν να σπουδάσουν. Θέλουμε ένα σχολείο που να μορφώνει ολόπλευρα όλους τους μαθητές, θα τους βοηθά να συγκροτήσουν την προσωπικότητά τους, θα τους δίνει τη δυνατότητα να αναπτύξουν τα ταλέντα τους και να σπουδάσουν, όσοι το επιθυμούν, ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση της οικογένειάς τους. Αυτό το σχολείο είναι εκ διαμέτρου αντίθετο με την πολιτική της κυβέρνησης τους σχεδιασμούς της ΕΕ, που υπηρέτησαν αδιαλείπτως όλες οι κυβερνήσεις, τις βέλτιστες πρακτικές του ΟΟΣΑ, αλλά και τα εργαλεία που χρησιμοποιούν, όπως η λεγόμενη αξιολόγηση και οι εξετάσεις τύπου PISA. Είναι χρέος μας απέναντι στους μαθητές μας να αντισταθούμε σε αυτό.
- Εδώ και τώρα απαιτούμε από το ΥΠΑΙΘ να σταματήσει κάθε διαδικασία που σχετίζεται με τη λεγόμενη «ελληνική PISA».
- Καλούμε όλους τους ΣΕΠΕ και τις ΕΛΜΕ να καταδικάσουν αυτούς τους σχεδιασμούς, να ενημερώσουν τους εκπαιδευτικούς, τους γονείς και τους μαθητές για τις πραγματικές τους στοχεύσεις.
- Τα Δ.Σ. ΔΟΕ και ΟΛΜΕ οφείλουν να καταδικάσουν αυτή τη μεθόδευση του ΥΠΑΙΘ και να αναλάβουν την ευθύνη ώστε, με συλλογικό και συντονισμένο τρόπο, να ακυρωθεί στην πράξη, πανελλαδικά, η εφαρμογή της «ελληνικής PISA».
- Να καλύψουν όλους τους συναδέλφους που τα σχολεία τους έχουν επιλεγεί για αυτές τις εξετάσεις, να μη συμμετέχουν με κάθε τρόπο. Να προκηρύξουν, πανελλαδική στάση εργασίας για τις ώρες διεξαγωγής των εξετάσεων.
Τα σχέδια της κυβέρνησης να μείνουν στα χαρτιά!
Δυναμώνουμε την αντίσταση στα σχέδια για κατηγοριοποίηση μαθητών, σχολείων και εκπαιδευτικών. Συμμετέχουμε ακόμα πιο αποφασιστικά στην απεργία – αποχή από την «ατομική αξιολόγηση»!!