Πέραν της προσωπικής παντοδυναμίας του Κυριάκου Μητσοτάκη που είναι πασίδηλη εδώ και χρόνια στην πολιτική μας σκηνή, ένα βασικό χαρακτηριστικό των σημερινών εκλογών είναι ότι γνωρίζουμε τα τέσσερα πρώτα κόμματα. Κι ότι οι προβλέψεις κάνουν λόγο, ότι το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο κόμμα μαζί, θα έχουν μικρότερο ποσοστό από το πρώτο!!
Το ερώτημα που προκύπτει είναι πόσο ψηλά θα τραβήξει τη ΝΔ ο Μητσοτάκης. Κι αν θα καταφέρουν τελικά να περάσουν το κατώφλι του 3%, τα κόμματα/εταιρείες των επικεφαλής τους. Όπως του Βαρουφάκη, του Βελόπουλου, της Κωνσταντοπούλου, των ναζιστών μα και … Του Θεού!
Το ζητούμενο είναι η ισχυρή αυτοδυναμία της ΝΔ. Αν μπροστά από το ποσοστό της έχει το «4» κι αυτό φτάνει το 42%, τότε με ποσοστό 8% των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής, θα εξασφαλίσει περίπου 160 έδρες. Αν το ποσοστό της ΝΔ είναι υψηλότερο, όπως είναι πολύ πιθανό, τότε η αυτοδυναμία θα είναι πιο μεγάλη και συνεπώς άνετη. Έτσι το εν κυβερνών κόμμα δεν θα είναι ευάλωτο σε περιπτώσεις τύπου Πατσή ή εξωφρενικών απαιτήσεων διαφόρων δελφίνων που μπορεί να τη δουν αρχηγοί…
Από την άλλη μεριά, ζητούμενο είναι και το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ. Αν φτάσει πιο χαμηλά από τον Μάιο, ίσως πυροδοτηθούν μεγάλες ή μικρότερες εντάσεις στα όργανα της Κουμουνδούρου.
Προσέξτε: Όσο κι αν ο Αλέξης Τσίπρας θέλει να φαντάζει παντοδύναμος στον ΣΥΡΙΖΑ, με τη σημερινή του ήττα θα μετρά έξι συνεχόμενες! Κι αν συνυπολογίσει κάποιος τις δυο επερχόμενες σε αυτοδιοικητικές και ευρωεκλογές, μάλλον θα δημιουργήσει ακατάρριπτο ρεκόρ στο Γκίνες. Στις πόσες ήττες άραγε, πρέπει να πάει σπίτι του;
Πριν από λίγο και καιρό είχαμε αναφερθεί στην αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη, που είχε πει στον Ανδρέα Παπανδρέου «δεν αρέσουμε πια, πρόεδρε!», για να αιτιολογήσει την πτωτική πορεία του ΠαΣοΚ και του ίδιου του προέδρου του. Είναι ξεκάθαρο ότι κάτι παρόμοιο πρέπει να εκστομίσει κι ο Αλέξης Τσίπρας στον εαυτό του, κατανοώντας ότι αυτό συμβαίνει από τη στιγμή που αντίπαλός του τέθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Η διαφορά του ενός με τον άλλον είναι χαώδης και δη σε όλους τους τομείς σύγκρισης. Από την μόρφωση και την πολιτική αντίληψη, μέχρι την αποτελεσματικότητα και τον χειρισμό των βαριδιών καθενός.
Προσέξτε: Ο Μητσοτάκης, ΔΕΝ ψήφισε το βαρίδι «Προκόπης Παυλόπουλος», μόνος από το κόμμα του, για πρόεδρο της Δημοκρατίας. Κι έγραψε υποθήκες, ψήλωσε σ’ ένα βράδυ. Ενώ, ο Τσίπρας, όχι μόνο υποδέχτηκε το συγκεκριμένο βαρίδι και τη Δεξιά συνιστώσα, αλλά ανέχθηκε την κομματική του τοξικότητα. Από τον Πολάκη μέχρι τους …παλαιοπασόκους, ενώ συνάμα τη διηύθυνε ο ίδιος! Για να μη πούμε ότι το μέγιστο βαρίδι του κόμματός του είναι ο ίδιος…
Προσέξτε κι αυτό: Σύσσωμη η αντιπολίτευση, εξέπεμψε/ εκπέμπει συστηματικά μια άρνηση και πολιτικές θέσεις που δεν είχαν/έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Μιλούσαν/μιλάνε και νομίζει κάποιος ότι έχουν μείνει σε μια άλλη εποχή, που έχει παρέλθει οριστικά εδώ και πολλά χρόνια. Συμπεριφέρονταν ως να μην είναι η Ελλάδα μια φιλελεύθερη-αστική- ευρωπαϊκή κοινοβουλευτική δημοκρατία, αλλά μια λατινοαμερικάνικη χώρα, σαν του συντρόφου Μαδούρο. Η δε Αριστερά –συμπεριλαμβανομένου και του αναχρονιστικού και γραφικού ΚΚΕ- ονειρεύεται επανάσταση, σε μια Ελλάδα που δεν χρειάζεται επανάσταση, παρά μόνο μεταρρυθμίσεις, σταθερότητα, δουλειά και αγώνα ταχύτητας προς το μέλλον.
Το βράδυ κι ες αύριον τα νεότερα και σπουδαία.
Καλό βόλι σε όλους.
Για την Ελλάδα ρε γαμώτο, που έλεγε κι η Βούλα…