Η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ καταδίκασε χθες Τρίτη το βράδυ την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, εξέφρασε την εμπιστοσύνη της στους χειρισμούς του διαδόχου της Όλαφ Σολτς, απέρριψε ωστόσο την υπόθεση ότι η ίδια άσκησε πολιτική κατευνασμού έναντι του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν. Αρνήθηκε επίσης να ζητήσει συγγνώμη τόσο για τις Συμφωνίες του Μινσκ, όσο και για τον αποκλεισμό της Ουκρανίας από το ΝΑΤΟ.
Αυτή που η Μόσχα αποκαλεί «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» στην Ουκρανία είναι «βάναυση επίθεση, η οποία παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και για την οποία δεν υπάρχει καμία δικαιολογία», τόνισε η κυρία Μέρκελ κατά τη διάρκεια συνέντευξης διάρκειας 100΄ που παραχώρησε σε δημοσιογράφο του περιοδικού Der Spiegel στη σκηνή του θεάτρου Berliner Ensemble, εμβληματικής σκηνής του πρώην ανατολικού Βερολίνου.
Η πρώην καγκελάριος, κληθείσα να απαντήσει εάν θα μπορούσε ασκώντας διαφορετική πολιτική να είχε αποτρέψει τον σημερινό πόλεμο στην Ουκρανία, δήλωσε ευθέως: «Δεν κατηγορώ τον εαυτό μου». «Δεν ήταν δυνατό να δημιουργηθεί αρχιτεκτονική ασφαλείας που θα μπορούσε να είχε αποτρέψει» την επίθεση, εξήγησε.
Η κυρία Μέρκελ υπερασπίστηκε ακόμη πτυχές της πολιτικής της οι οποίες επικρίνονται σήμερα, όπως οι Συμφωνίες του Μινσκ. «Θα μπορούσε κανείς να είχε κάνει περισσότερα για να αποτρέψει μια τέτοια τραγωδία; Θεωρώ ότι αυτή η υπόθεση είναι ήδη μεγάλη τραγωδία. Θα μπορούσε να είχε αποτραπεί; Φυσικά, συνεχίζω να κάνω κι εγώ αυτές τις ερωτήσεις στον εαυτό μου», παραδέχθηκε.
Η Άγγελα Μέρκελ δέχθηκε ερώτηση από τον πρέσβη της Ουκρανίας στο Βερολίνο, Αντρίι Μέλνικ, ο οποίος ήθελε να μάθει πώς τοποθετείται η πρώην καγκελάριος όσον αφορά την κατηγορία που της προσάπτει πως άσκησε κατευναστική πολιτική έναντι της Ρωσίας. «Δεν είναι αυτή η άποψή μου. Αν αποτύχει η διπλωματία, δεν σημαίνει ότι ήταν λάθος», απάντησε χαρακτηριστικά.
«Αν δεν είχε επιτευχθεί τότε η Συμφωνία του Μινσκ, η κατάσταση θα είχε πραγματικά κλιμακωθεί. Το ίδιο θα ίσχυε εάν η Ουκρανία είχε γίνει μέλος του ΝΑΤΟ», επιχειρηματολόγησε η πρώην καγκελάριος, θυμίζοντας ότι η Ουκρανία τότε ήταν διαφορετική χώρα, πολιτικά διχασμένη, με μεγάλη επιρροή ολιγαρχών. Επιπλέον, τόνισε, η ένταξή της στο NATO θα ισοδυναμούσε για τον Βλαντίμιρ Πούτιν, με κήρυξη πολέμου. «Δεν θεωρώ ότι ήταν λάθος και δεν θα ζητήσω συγγνώμη για αυτό (…) Μετά την Κριμαία, χρειάστηκε να συζητήσουμε έξι μήνες για την επέκταση των κυρώσεων. Και πολλοί ζητούσαν να τις κάνουμε πιο ελαφριές (…) Η Συμφωνία του Μινσκ το 2015 μπορεί να μην ανταποκρινόταν απολύτως στα συμφέροντα της Ουκρανίας, αλλά είχε στόχο να τερματίσει την ένοπλη σύρραξη στην ανατολική Ουκρανία. Αυτό δεν επιτεύχθηκε», ανέφερε και έκρινε ότι έπρεπε να είχαν επιβληθεί από τότε πιο αυστηρές κυρώσεις. Υπενθύμισε πάντως ότι το κόμμα της (CDU) ήταν το μόνο που είχε συμπεριλάβει στο προεκλογικό του πρόγραμμα τον στόχο της επένδυσης του 2% του ΑΕΠ στην άμυνα: «Μόνο αυτή τη γλώσσα καταλαβαίνει (σ.σ. ενν. ο Βλαντίμιρ Πούτιν)».
Σε ό,τι αφορά τη σχέση της με τον ρώσο πρόεδρο, με τον οποίο, όπως είπε, συζητήσουν συνήθως στα γερμανικά, καθώς «εκείνος μιλάει καλύτερα γερμανικά από ό,τι εγώ ρωσικά», η Άγγελα Μέρκελ δήλωσε ότι σε όλη τη διάρκεια της θητείας της ανησυχούσε για τις συνέπειες της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης. Όπως είπε, το 2007, σε επίσκεψή της στο Σότσι, ο κ. Πούτιν είχε περιγράψει την κατάρρευση της ΕΣΣΔ ως τη μεγαλύτερη καταστροφή του 20ού αιώνα. Εκείνη είχε αντιτείνει πως ήταν η ευτυχέστερη στιγμή στη ζωή της, διότι απέκτησε την ελευθερία να κάνει αυτό που ήθελε.
«Ήταν ξεκάθαρο ότι υπήρχε διαφωνία. Και αυτή η διαφωνία οφειλόταν σε εντελώς διαφορετική αντίληψη για τον κόσμο, η οποία συνέχισε να αναπτύσσεται. Δεν ήταν δυνατό να τελειώσει εκεί ο Ψυχρός Πόλεμος (…). Ο Πούτιν βλέπει ολόκληρη τη Δύση ως εχθρό του, θεωρεί ότι τον εξευτελίζει διαρκώς (…)».
«Έχουμε εντελώς διαφορετική αντίληψη αξιών. Θεωρεί τη δημοκρατία λάθος», υπογράμμισε η πρώην καγκελάριος και ξεκαθάρισε ότι δεν συμμερίζεται καθόλου αυτές τις απόψεις, όμως «γνώριζα πώς σκέφτεται και θεωρούσα ότι προς το συμφέρον της χώρας μου ήταν να βρούμε τρόπο συνύπαρξης».
Ερωτηθείσα για το πολυσυζητημένο περιστατικό με την παρουσία του σκύλου του ρώσου προέδρου σε συνάντηση με την καγκελάριο παρότι είναι γνωστός ο φόβος της για τα σκυλιά, η Άγγελα Μέρκελ σχολίασε χαριτολογώντας: «Η γερμανίδα καγκελάριος οφείλει να είναι γενναία, ακόμη και με ένα σκυλί».
Ερωτηθείσα αν θεωρεί τον Βλαντίμιρ Πούτιν τρελό, σημειώνει ότι «αξίζει τον κόπο να δώσουμε βάση, διότι ξεπερνάει το ένα όριο μετά το άλλο».
Αναφερόμενη στην κλιμάκωση της κατάστασης στην Ουκρανία, η κυρία Μέρκελ αποκάλυψε ότι τον Ιούνιο του 2021, όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν συναντήθηκε με τον ρώσο πρόεδρο, εκείνη είπε στον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν ότι πρέπει να επιδιωχθεί ευρωπαϊκός διάλογος με τη Μόσχα. «Ένοιωθα ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά σχετικά με τις Συμφωνίες του Μινσκ. Αλλά στο εσωτερικό της ΕΕ δεν υπήρχε τότε συναίνεση για αυτό. Υπήρχε η πανδημία, στη Γαλλία θα γίνονταν εκλογές. Τότε σκέφτηκα ότι όλοι γνώριζαν πως φεύγω σύντομα. Μερικά χρόνια πριν, ίσως να το είχα καταφέρει», σημείωσε.
Αναφερόμενη στην προσωπική της σχέση με τη Ρωσία, η κυρία Μέρκελ παραδέχθηκε ότι πάντα τη γοήτευε η χώρα αυτή, τόνισε ωστόσο ότι είναι σε θέση να διαχωρίσει τη Ρωσία και τον πολιτισμό της από αυτό που κάνει τώρα ο ρώσος πρόεδρος στην Ουκρανία. «Αυτό απλώς επιτείνει την τραγωδία», δήλωσε σχετικά, ενώ όταν ρωτήθηκε αν θα καλούσε και πάλι τη ρωσίδα λυρική καλλιτέχνιδα Άννα Νετρέμπκο σε δείπνο, όπως στο παρελθόν, απάντησε: «Όχι — αυτά που κάνει σε σχέση με την πολιτική, τα καταδικάζω ρητά».
Η πρώην καγκελάριος σχολίασε ακόμη την κατηγορία που της προσάπτεται ότι κατά τη διάρκεια της θητείας της οι ένοπλες δυνάμεις βρέθηκαν σε «καταστροφική κατάσταση»: την απέρριψε κατηγορηματικά. «Οι ένοπλες δυνάμεις χρειάζονται ενίσχυση, αλλά καμία περαιτέρω κριτική δεν είναι δικαιολογημένη. Τα γερμανικά στρατεύματα έχουν πολύ καλή φήμη μεταξύ των εταίρων», επέμεινε. Εξήρε την απόφαση για τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων μέσω ειδικού ταμείου.
Για τον αγωγό Nord Stream 2, ο οποίος εγκαταλείφθηκε από τη Γερμανία λίγο πριν τεθεί σε λειτουργία, λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η κυρία Μέρκελ παραδέχθηκε ότι είχε ενοχληθεί από τις κυρώσεις που επέβαλαν οι ΗΠΑ. «Αυτό το κάνεις με το Ιράν, όχι με έναν σύμμαχο», είχε δηλώσει τότε, είπε και περιγράφοντας τη γερμανοαμερικανική συμφωνία του περασμένου καλοκαιριού με τον όρο «κβαντικό άλμα».
Σήμερα, δήλωσε, παρότι παραμένει «πολιτικό ον» και «δεν ιδιωτεύει ακριβώς», θεωρεί, όπως τόνισε, ότι δεν είναι δουλειά της να σχολιάζει την επικαιρότητα και να ασκεί κριτική στην κυβέρνηση από το περιθώριο. «Αλλά, βεβαίως, δεν είμαι ουδέτερη σε αυτή τη διένεξη».
«Ελπίδα μου είναι ότι θα μπορώ, έπειτα από τέσσερις θητείες, να κάνω κάτι που θα με ευχαριστεί και ταυτόχρονα θα είναι καλό για τη χώρα», είπε ακόμη.
Η κυρία Μέρκελ εκλήθη ακόμη να σχολιάσει τη δήλωση του ουκρανού πρέσβη ότι θα έπρεπε, αντί για τον ήλιο της Ιταλίας, να είχε προτιμήσει τον περασμένο Μάρτιο μια επίσκεψη στην Μπούτσα της Ουκρανίας, προκειμένου να διαπιστώσει η ίδια τις φρικαλεότητες των Ρώσων. «Αναρωτήθηκα κι εγώ αν έπρεπε να πάω στην Ιταλία», αναγνώρισε η πρώην καγκελάριος, ωστόσο συμπλήρωσε ότι την ενδιαφέρει η ιστορία της Αναγέννησης και τελικά είπε στον εαυτό της: «Κάντο!», επισημαίνοντας ότι πρέπει να καταστεί σαφές ότι δεν είναι πλέον εν ενεργεία πολιτικός και ότι για την ίδια το ταξίδι ήταν πολύ σημαντικό διότι εντασσόταν στη «διαδικασία αποχωρισμού» από την πολιτική.
Η κυρία Μέρκελ αποκάλυψε επίσης ότι μετά την αποχώρηση από την πολιτική, έμεινε στα παράλια της Βαλτικής Θάλασσας, στην πρώην εκλογική της περιφέρεια, πέντε εβδομάδες, κυρίως διαβάζοντας. Εξερεύνησε μάλιστα, όπως είπε, τον κόσμο των ηχογραφημένων βιβλίων, ακούγοντας το «Μακμπέθ». Στην αρχή φοβόταν ότι θα βαρεθεί, ομολόγησε, αλλά αυτό δεν συνέβη.
«Είναι όμως μύθος ότι μπορείς να αναπληρώσεις τις χαμένες ώρες ύπνου», αστειεύτηκε.
Παραδέχθηκε ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία της προκαλεί κατάθλιψη, όπως και σε πολλούς άλλους. «Είναι ωραίο συναίσθημα να έχεις αποχωρήσει επειδή αυτό ήθελες, αλλά κάπως αλλιώς φανταζόμουν την εποχή μετά τη θητεία μου», κατέληξε.
ΑΠΕ-ΜΠΕ