Η μάχη κατά της COVID-19 σημαίνει επενδύσεις εκατομμυρίων στην έρευνα και πολύ περιοριστικά μέτρα για την καθημερινή ζωή. Όμως εξαρτάται επίσης από μια κίνηση εντελώς απλή και που δεν κοστίζει τίποτε: το άνοιγμα των παραθύρων.
Ο αερισμός των κλειστών δωματίων μειώνει τον κίνδυνο μετάδοσης του κορονοϊού μέσω πολύ μικρών σταγονιδίων που εκπνέει ένας άνθρωπος ο οποίος έχει μολυνθεί από τον ιό, υπογραμμίζει η πλειονότητα των ειδικών.
Αυτά τα σύννεφα ιικών σωματιδίων, τα επονομαζόμενα αεροζόλ, θεωρείται ότι μπορεί να παραμένουν στον αέρα για μακρά διαστήματα που μπορεί να φθάνουν έως και αρκετές ώρες. Εξ ου και η σημασία της ανανέωσης του εσωτερικού αέρα και της δημιουργίας ρευμάτων αέρα.
«Γνωρίζουμε όλοι πολύ καλά ένα άλλο αεροζόλ, τον καπνό του τσιγάρου. Όταν έχετε έναν καπνιστή σε ένα δωμάτιο, τι κάνετε; Ανοίγετε το παράθυρο για να φύγει το σύννεφο του καπνού! Με το αόρατο νέφος των αεροζόλ του κορονοϊού, πρέπει να κάνε το ίδιο πράγμα», εξηγεί στο Γαλλικό Πρακτορείο ο επιδημιολόγος Αντουάν Φλαό.
«Αποφύγετε τους εσωτερικούς χώρους με πολύ κόσμο και βεβαιωθείτε πως οι εσωτερικοί χώροι αερίζονται σωστά και φέρνουν όσο γίνεται περισσότερο εξωτερικό αέρα», συνιστούν από την πλευρά τους τα Αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης των Ασθενειών (CDC) που επικαιροποίησαν τις συστάσεις τους τη Δευτέρα, 5 Οκτωβρίου.
Τα CDC προσέθεσαν επίσημα τα αεροζόλ στον κατάλογο των πιθανών τρόπων διάδοσης του κορονοϊού, αν και ο κύριος (τρόπος) παραμένει όπως λένε τα σταγονίδια από το αναπνευστικό του σύστημα που εκπέμπει σε κοντινή απόσταση κάποιος που έχει μολυνθεί.
Η αμερικανική αρχή αποδέχθηκε έτσι τη γνώμη πολλών επιστημόνων που ζητούσαν εδώ και μήνες να ληφθεί περισσότερο υπόψη ο κίνδυνος των αεροζόλ, που είχε αγνοηθεί στις αρχές της πανδημίας.
Αντίθετα με άλλες χώρες, η σύσταση να αερίζονται συχνά τα δωμάτια περιλαμβάνεται εδώ και πολλούς μήνες σε όλα τα μηνύματα της γερμανικής κυβέρνησης για την αναχαίτιση της πανδημίας της COVID-19.
«Μπορεί οι άνθρωποι συχνά να χαμογελάνε σε ό,τι αφορά τον αερισμό, αλλά αυτό μπορεί να είναι ένα από τα λιγότερο ακριβά και πιο αποτελεσματικά μέτρα για να σταματήσουμε την εξάπλωση της πανδημίας», είχε εξηγήσει η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ στα τέλη Σεπτεμβρίου έπειτα από διαδικτυακή σύσκεψη με τους πρωθυπουργούς των κρατιδίων.
Με COVID ή χωρίς, οι Γερμανοί είναι συνηθισμένοι εδώ να αερίζουν τα δωμάτια όπου βρίσκονται, στη δουλειά ή στο σπίτι, κάτι που μπορεί να είναι ωφέλιμο εναντίον και άλλων ιών, όπως εκείνος της γρίπης.
Οι γιατροί συνιστούν επίσης να αφήνουμε τα παράθυρα ανοικτά, ακόμη και τον χειμώνα. «Στην περίπτωση αυτή, δεν φοράμε ένα κοντομάνικο μπλουζάκι αλλά πουλόβε»”, λέει ο γιατρός Μπέρνχαρντ Γιούνγκε-Χούλσινγκ.
Μια συμβουλή που μπορούμε να κρατήσουμε στο μυαλό μας όταν το κρύο αρχίσει να κυριαρχεί στο βόρειο ημισφαίριο και άρα θα έχουμε λιγότερο την τάση να αερίζουμε απ΄ό,τι το καλοκαίρι.
Όμως, πόσο συχνά πρέπει να αερίζουμε αν δεν μπορούμε να αφήσουμε μόνιμα ανοικτά τα παράθυρα; «Συνιστάται η πλήρης ανανέωση του αέρα ενός δωματίου τουλάχιστον έξι φορές την ώρα. Είναι πολύ απαιτητικό», απαντά ο καθηγητής Φλαό, διευθυντής του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Υγείας στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης.
Σε ορισμένους χώρους όπου υπάρχει ειδικός εξοπλισμός, αυτή η ανανέωση του αέρα μπορεί να διασφαλιστεί από συσκευές μηχανικού εξαερισμού, των οποίων τα φίλτρα πρέπει να συντηρούνται καλά.
«Έξι φορές την ώρα, αυτό είναι που βρίσκουμε στα TGV ή στα αεροπλάνα, όπου ο αέρας είναι πολύ ασφαλής από άποψη μικροβιακής ποιότητας. Στην πλειονότητα των συνηθισμένων κλειστών χώρων, δεν φθάνουμε σε αυτό το επίπεδο εξαερισμού. Άρα το καλύτερο είναι να αερίζουμε όσο πιο συχνά γίνεται τα κλειστά δωμάτια», εκτιμά ο Φλαό.
Ωστόσο, όπως και στην περίπτωση των άλλων μέτρων, μόνο ο εξαερισμός δεν αρκεί.
Για τον καθηγητή Φλαό, πρέπει «το ένα μέτρο προστασίας να προστίθεται στο άλλο: να μειωθεί στο ελάχιστο ο αριθμού των ανθρώπων που βρίσκονται σε ένα δωμάτιο, να μην παραμένουμε εκεί για πολύ, να διατηρούμε φυσική απόσταση, να φοράμε μόνιμα μάσκα, να πλένουμε τα χέρια τακτικά και να αποφεύγουμε να μιλάμε, να τραγουδάμε ή να φωνάζουμε πολύ» για να εκπνεύσουμε όσο λιγότερα ιιακά σωματίδια είναι δυνατό, αν έχουμε μολυνθεί.
ΑΠΕ-ΜΠΕ