Το Συμβούλιο Υπουργών συζήτησε τη μελέτη που εκπόνησε η Επιτροπή για την παραγωγή και εμπορία φυτικού αναπαραγωγικού υλικού και τις νέες γονιδιωματικές τεχνικές, με στόχο να εξεταστεί η επάρκεια της ισχύουσας νομοθεσίας, λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες τεχνικές εξελίξεις αλλά και τις νέες απαιτήσεις αναφορικά με το περιβάλλον, το κλίμα και την επισιτιστική ασφάλεια.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Γιάννης Οικονόμου, μίλησε για την επικαιροποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας για τις γονιδιωματικές αλλαγές σε ό,τι αφορά τον τομέα των φυτών και του αναπαραγωγικού υλικού.
Κατά την παρέμβασή του στο κρίσιμο αυτό θέμα τόνισε ότι: «Μία σειρά από ανάγκες όπως η διατροφική επάρκεια, η ανθεκτικότητα, ο περιορισμός σπατάλης φυσικών πόρων και η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος καθιστούν αναγκαία την επανεξέταση και την επικαιροποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας σχετικά με τις γονιδωματικές αλλαγές που αφορούν τα φυτά, σύμφωνα και με τις επιταγές της εποχής. Ιδιαίτερα δε για προϊόντα που δεν είναι εφικτό να προσδιοριστεί εργαστηριακά αν έχουν παραχθεί μέσω νέων τεχνικών ή μέσω φυσικής μετάλλαξης».
Ο κ. Οικονόμου υπογράμμισε ότι η χώρα μας διαχρονικά αντιτίθεται στην καλλιέργεια και κυκλοφορία των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών και προϊόντων ωστόσο όπως τόνισε: «Αντιλαμβανόμαστε ότι οφείλουμε να δούμε κάποια νέα δεδομένα που φέρνουν οι επιστημονικές εξελίξεις».
Η μελέτη της Επιτροπής εντόπισε πολλά και ποικίλα προβλήματα, όπως είναι η ύπαρξη ενός πολύπλοκου και κατακερματισμένου νομοθετικού νομικού πλαισίου το οποίο χρήζει επικαιροποίησης. Ενδεικτικό της πολυπλοκότητας αποτελεί η ύπαρξη δώδεκα οδηγιών εμπορίας από το 1960, η μη συνοχή με τον κανονισμό φυτοϋγείας, η πολυπλοκότητα και δυσκαμψία στις διαδικασίες, η έλλειψη εναρμονισμένων κανόνων για τους επίσημους ελέγχους, καθώς και ελλείψεις σχετικά με τις τεχνικές και επιστημονικές εξελίξεις. “Κατά βάση όμως, προβλήματα κατακερματισμού δημιουργεί και το πρόβλημα της ακαμψίας του ισχύοντος νομικού πλαισίου φαίνεται να έχει τις μεγαλύτερες επιπτώσεις, καθώς περιπλέκει
τη δημιουργία συνεργιών με άλλες πολιτικές, ιδίως με την Πράσινη Συμφωνία και τις συναφείς στρατηγικές της” υπογράμμισε ο Υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης.
«Πιστεύουμε ότι η λήψη των αποφάσεων θα πρέπει να βασίζεται σε επιστημονικά δεδομένα λαμβάνοντας πρωτίστως υπόψη τους κινδύνους για την υγεία των ανθρώπων αλλά και την προστασία του περιβάλλοντος» είπε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι απαραίτητη προϋπόθεση για τις όποιες αλλαγές είναι η διασφάλιση μιας ανοιχτής και συμμετοχικής συζήτησης σχετικά με το σχεδιασμό νέων νομοθετικών μέτρων. «Για το σκοπό αυτό προτείνεται η δημιουργία ενός σχετικού επίσημου ιστότοπου της Επιτροπής, όπου οι πολίτες θα μπορούν να βρουν απαντήσεις και να κατανοήσουν καλύτερα ομολογουμένως δύσκολα θέματα», συμπλήρωσε κατά την τοποθέτησή του.
Τέλος, ο κ. Οικονόμου αναφέρθηκε και στις προτεραιότητες της ΕΕ για τη Σύνοδο κορυφής των Ηνωμένων Εθνών 2021 για τα συστήματα τροφίμων, και τόνισε την ανάγκη να θωρακιστούν τα συστήματα παραγωγής τροφίμων καθώς ερχόμαστε αντιμέτωποι με προκλήσεις όπως η επισιτιστική ασφάλεια, η κλιματική αλλαγή, η πανδημία και οι επιπτώσεις της αλλά και οι τριβές στο παγκόσμιο εμπόριο.
«Η σύνοδος αυτή μπορεί να αποτελέσει βήμα για την ανάδειξη του ευρωπαϊκού και φυσικά του ελληνικού μοντέλου παραγωγής τροφίμων. Ενός μοντέλου που προάγει την ισότιμη και χωρίς αποκλεισμούς πρόσβαση των ανθρώπων στην τροφή και τη μετάβαση προς τη βιώσιμη παραγωγής τροφίμων» τόνισε ο κ. Οικονόμου.