«Η παραβατικότητα ανηλίκων λαμβάνει πλέον ανησυχητικές διαστάσεις, χαρακτηρίζεται από γεωγραφική διασπορά και διαταξικότητα, καθώς φαίνεται πως αγγίζει όλα τα κοινωνικά στρώματα, όλες τις γειτονιές ανεξαρτήτως εισοδήματος.
Έτσι ξεκινάει μια αλυσίδα βίας που αφορά πλέον όλη την κοινωνία: μεταφέρεται στα πανεπιστήμια, στις οικογένειες, δημιουργώντας μια εκρηκτική ύλη» τόνισε στη Βουλή σήμερα ο βουλευτής Επικρατείας και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος Προστασίας του Πολίτη του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής Γιώργος Καμίνης, κατά τη συζήτηση σχετικής επίκαιρης ερώτησής του προς τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη κ. Τάκη Θεοδωρικάκο.
Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής παρουσίασε στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας που έχουν δημοσιευτεί στον Τύπο, τα οποία καταδεικνύουν ραγδαία άνοδο της παραβατικότητας ανηλίκων: από την αρχή του έτους έχει σημειωθεί διπλασιασμός των θυμάτων ληστείας, τριπλασιασμός των ξυλοδαρμών και τετραπλασιασμός των ανήλικων θυμάτων. Τόνισε επίσης πως το φαινόμενο είναι πολυπαραγοντικό, απαιτώντας έτσι τη συνεργασία των Υπουργείων Προστασίας του Πολίτη, Δικαιοσύνης, Παιδείας και Κοινωνικών Υποθέσεων και την εκπόνηση ενός Εθνικού Σχεδίου Δράσεως που να διευρύνει την οπτική γωνία πέραν της αυστηρά αστυνομικής.
Ο Γιώργος Καμίνης χαρακτήρισε την επίκαιρη ερώτηση ως την πιο σημαντική που έχει καταθέσει κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής του θητείας: «Είναι ένα θέμα που αγγίζει το μέλλον της ίδιας της χώρας. Δεν μπορούμε να μη συνδέσουμε την παραβατικότητα ανηλίκων με τις άλλες μορφές εγκλημάτων που βλέπουν το φως της δημοσιότητας πρόσφατα, τις γυναικοκτονίες και την παιδική κακοποίηση. Η παρατεταμένη οικονομική κρίση και η πανδημία έχουν οδηγήσει στην αποσύνθεση των οικογενειακών δεσμών. Οι νέοι ζουν σε μια κοινωνία που δεν τους δίνει περιθώρια κοινωνικής και οικονομικής ανέλιξης, τους αποστερεί τη δυνατότητα να γίνουν δημιουργικοί. Είναι προφανές πως το φαινόμενο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο από την αστυνομία, οφείλουν και άλλα Υπουργεία να ενεργοποιηθούν. Χρειαζόμαστε ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης που να εμπλέκει όλα τα Υπουργεία και να διευρύνει την οπτική γωνία με την οποία αντιμετωπίζουμε το ζήτημα».
Από την πλευρά του, ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη κ. Θεοδωρικάκος παραδέχθηκε πως τα φαινόμενα παραβατικότητας ανηλίκων έχουν λάβει ανησυχητικές διαστάσεις και αναφέρθηκε στις προληπτικές δράσεις που έχει αναλάβει η Ελληνική Αστυνομία, οι οποίες περιλαμβάνουν 1.100 διαλέξεις και εκπαιδευτικές δράσεις για bullying και βία στα σχολεία σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας και τη δημιουργία πέντε γραφείων προστασίας ανηλίκων σε διαφορετικά σημεία της χώρας.
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της δευτερολογίας του Γιώργου Καμίνη:
«Από τις 9 Οκτωβρίου, ημερομηνία κατά την οποία άντλησα από ένα δημοσίευμα κυριακάτικης εφημερίδας τα στοιχεία που παρέθεσα -μεταξύ άλλων – καταμέτρησα 13 περιστατικά επίσης στον ημερήσιο Τύπο.
Από αυτά διαπιστώνουμε πρώτα απ’ όλα ότι το φαινόμενο έχει προσλάβει μια τρομακτική έκταση.
Διαπιστώνουμε επίσης ότι το φαινόμενο αυτό έχει και γεωγραφική διασπορά. Δεν είναι μόνο στο νομό Αττικής. Έχουμε περιστατικά σε Κοζάνη, Έδεσσα, Θεσσαλονίκη.
Τρίτο, διαπιστώνουμε ότι το φαινόμενο αυτό -ας μου επιτρέψετε να πω- έχει μια διαταξικότητα, διατρέχει πια όλα τα κοινωνικά στρώματα. Βλέπουμε ότι η ιστορία που απασχολεί τις τελευταίες ημέρες την κοινή γνώμη, είναι του ιδιωτικού σχολείου στη Θεσσαλονίκη, του ελληνογαλλικού. Είναι ένα σχολείο με μεγάλη παράδοση, όπου κατά τεκμήριο φοιτούν παιδιά από εύπορες οικογένειες ή τουλάχιστον μεσαίου εισοδήματος.
Βλέπουμε επίσης, στα περιστατικά που διαθέτω και δεν θέλω να αναφερθώ λεπτομερώς, να υπάρχουν απόπειρες ληστειών και ληστείες με μαχαίρι ακόμα και στην Κηφισιά.
Το φαινόμενο είναι πάρα πολύ σοβαρό γιατί εμφανίζει ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά: της έντασης -του πολλαπλασιασμού των περιστατικών- της γεωγραφικής διασποράς και το ότι διατρέχει όλο το κοινωνικό σώμα.
Δεν μπορεί παρά κανείς να το συνδέσει με τις άλλες δύο μορφές εγκληματικότητας που απασχολούν τον τελευταίο καιρό την κοινή γνώμη. Αναφέρομαι στις γυναικοκτονίες και στην παιδική κακοποίηση. Ο πυρήνας εντοπίζεται ακριβώς πρώτα απ’ όλα μέσα στην οικογένεια. Η οικονομική κρίση, η πανδημία έχουν προκαλέσει μια αποσύνθεση σε σημαντικό βαθμό των οικογενειακών δεσμών. Και στη συνέχεια βλέπουμε αυτό να εκδηλώνεται στο σχολείο και σε κάποιο πολύ σημαντικό βαθμό και στο πανεπιστήμιο.
Το φαινόμενο είναι ουσιαστικά αλυσίδα και σαν μια αλυσίδα πρέπει να το αντιμετωπίσουμε.
Προφανώς και δεν είναι μόνο θέμα της Αστυνομίας. Στην Αστυνομία ουσιαστικά εμφανίζεται την τελευταία στιγμή με την ακραία μορφή της εγκληματικότητας, αλλά έχουν προηγηθεί φυσικά άλλα πράγματα στα οποία πρέπει να δούμε τα Υπουργεία να ενεργοποιούνται.
Ακούσαμε τον Πρωθυπουργό προ ημερών να μας μιλά για το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Προστασία της Παιδικής Ηλικίας από κακοποίηση. Εδώ είτε πρέπει να διευρύνουμε την οπτική γωνία υπό την οποία θα εξετάσουμε το πρόβλημα της παιδικής και εφηβικής παραβατικότητας, είτε πρέπει να υπάρξει -κι εσείς το υπαινιχθήκατε- ένα άλλο Εθνικό Σχέδιο Δράσης γιατί βλέπουμε αυτά τα φαινόμενα να προσλαμβάνουν αυτή την ακραία έκταση. Θα ήθελα λοιπόν κι εδώ να ακούσω για ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης. Δεν είστε ο αρμόδιος να το εξαγγείλει, είστε όμως εκείνος ο οποίος έχει κάθε συμφέρον να το προωθήσει γιατί εμπλέκονται πάρα πολλά Υπουργεία και πολλοί οργανισμοί. Είναι ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο και δεν είναι φυσικά κάτι το οποίο ανέκυψε τα τελευταία χρόνια. Τα μηνύματα υπήρχαν και από τα προηγούμενα χρόνια, αλλά τώρα έχουν συσσωρευθεί όλα αυτά και μιλάμε πια για μια εκρηκτική ύλη.
Μιλάμε για το μέλλον της χώρας. Μιλάμε για τα παιδιά και τους εφήβους τα οποία βλέπουν αυτή τη στιγμή και πιστεύω ότι αυτός είναι ο βασικότερος λόγος, αυτή τη γυάλινη οροφή. Να ζουν δηλαδή σε μια κοινωνία που δεν τους δίνει προοπτικές κοινωνικής ανέλιξης, όπως τους έδωσε η ελληνική κοινωνία τις προηγούμενες δεκαετίες, έστω και τον πλουτισμό τον επίπλαστο.
Για μένα τουλάχιστον, θεωρώ ότι είναι η πιο σημαντική ερώτηση που έχω καταθέσει ως βουλευτής στην ελληνική Βουλή, γιατί αντιλαμβάνομαι πόσο βαθιά έχει ριζώσει αυτό το πρόβλημα και φοβάμαι πως διακυβεύει το μέλλον της χώρας μας ακριβώς επειδή αποστερεί από κάθε δημιουργική προοπτική το πιο σημαντικό τμήμα του πληθυσμού, την ελληνική νεολαία».