«Η έξοδος από τα μνημόνια δεν είναι μια τυπική διαδικασία αλλά είναι ένα ιστορικό ορόσημο (…) τελειώνει μια οδυνηρή εποχή και μπαίνουμε σε μια κατάσταση καινούργια», σημειώνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας-Ανάπτυξης Γιάννης Δραγασάκης, με κεντρικό ζήτημα -όπως επισημαίνει-, «η έξοδος από τα μνημόνια πρέπει να έχει και θα έχει -σταδιακά βεβαίως- αντίκρισμα στη ζωή και στην προοπτική των πολιτών, στο εισόδημά τους, στην απασχόλησή τους, στις προσδοκίες για το μέλλον»
Όμως, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κάνει ένα βήμα πιο πέρα, μέσω της συνέντευξής του στο Πρακτορείο, υπογραμμίζοντας ότι ο βασικός στόχος της περιόδου «δεν συνάδει με μέτρα όπως είναι η περικοπή των συντάξεων (…) και θα κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για αυτό, ούτως ώστε να μην υπάρξει περικοπή συντάξεων», διαμηνύει χαρακτηριστικά.
Ο κ. Δραγασάκης ξεδιπλώνει επίσης την κυβερνητική στρατηγική της τρέχουσας περιόδου, αρχής γενομένης από τον ανασχηματισμό, και μετά η ΔΕΘ και η κατάθεση του προϋπολογισμού, και επισημαίνει ότι από προϋπολογισμούς περικοπών, τώρα από εδώ και πέρα θα μιλάμε για «στοχευμένες φοροελαφρύνσεις, στοχευμένες στηρίξεις των κοινωνικά αδύνατων και του κοινωνικού κράτους». Άλλωστε, συμπληρώνει, «οι δυνατότητες που θα έχουμε το 2019 θα είναι υπαρκτές, οι δυνατότητες που θα έχουμε το 2020 θα είναι ακόμα μεγαλύτερες και οι δυνατότητες που θα έχουμε το 2021 και 2022 ακόμα μεγαλύτερες».
Παραλλήλως στη συνέντευξή του στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων μιλά διεξοδικά για το ρόλο που κατά την άποψή του πρέπει να παίζει ένα κόμμα στις μέρες μας: «πρέπει να προσπαθεί διαρκώς να διευρύνει τους συσχετισμούς, να χτίζει συμμαχίες, να δημιουργεί γέφυρες, να προβάλλει τα προβλήματα της κοινωνίας, να εγκαλεί την κυβέρνηση για τις ελλείψεις της, να στηρίζει μέτρα θετικά».
Ενώ αναφορικά με το διακύβευμα των εθνικών εκλογών, ο Γιάννης Δραγασάκης εκτιμά, στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, πως ο πολίτης θα πρέπει να επιλέξει ανάμεσα σε πολιτικές που θεωρούν προτεραιότητα την απασχόληση, τη μείωση της ανεργίας, τη στήριξη του κοινωνικού κράτους από τη μια, και σε λογικές που όλα αυτά θεωρούν ότι πρέπει να υποταχθούν στη λογική του κέρδους, στη λογική των αγορών, του μικρού κράτους.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Οικονομίας-Ανάπτυξης Γιάννη Δραγασάκη στον Νίκο Παπαδημητρίου για το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:
Ερ.: Διανύουμε τα πρώτα βήματα της μεταμνημονιακής εποχής, κύριε αντιπρόεδρε. Μιας εποχής που ξεκίνησε με έναν ανασχηματισμό. Ποια, όμως, είναι τα επόμενα βήματα;
Απ.: Στην πραγματικότητα, όπως και εσείς λέτε, μπαίνουμε σε μια νέα φάση. Δηλαδή η έξοδος από τα μνημόνια δεν είναι μια τυπική διαδικασία αλλά είναι ένα ιστορικό ορόσημο, με την έννοια ότι τελειώνει μια οδυνηρή εποχή και μπαίνουμε σε μια κατάσταση καινούργια. Κατάσταση που έχει καινούργια στοιχεία, τα οποία πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ποια είναι, χωρίς να σημαίνει βέβαια ότι δεν υπάρχουν και υποχρεώσεις, αλλά είναι άλλου τύπου. Άρα μιλάμε για ένα σχεδιασμό συνολικότερο ο οποίος περιλαμβάνει και τον κυβερνητικό ανασχηματισμό που έγινε ήδη, και μια αναβάθμιση του ρόλου που πρέπει να παίξει το κόμμα μέσα στην κοινωνία. Και από εκεί και πέρα ακολουθεί η Διεθνής Έκθεση της Θεσσαλονίκης που θα δώσει την ευκαιρία στην κυβέρνηση και ειδικά στον πρωθυπουργό να κάνουν ακόμα πιο σαφές και συγκεκριμένο αυτό το νέο μεταμνημονιακό πλαίσιο και φυσικά τις πολιτικές οι οποίες θα εφαρμοσθούν από εδώ και πέρα. Πρέπει να σας πω εδώ ότι σχεδιάζουμε με ορίζοντα τετραετίας και δεκαετίας θα έλεγα. Το γεγονός βέβαια ότι έχουμε εκλογές, οπωσδήποτε θα υπάρξουν αναφορές ειδικά και για το 2019, αλλά δεν περιοριζόμαστε σε αυτό. Διότι πολλές δράσεις, πολλές αλλαγές, πολλοί μετασχηματισμοί ή το να πετύχουμε μια σύγκλιση με τα ευρωπαϊκά στάνταρτς από τα οποία έχουμε ξεφύγει λόγω των μνημονίων -όλα αυτά απαιτούν χρόνο σχετικά μακρύ, τέσσερα και σε ορισμένες περιπτώσεις δέκα χρόνια. Μετά, θα έχουμε τον προϋπολογισμό, μετά τη ΔΕΘ, ο οποίος θα αποσαφηνίσει την πολιτική που θα ασκηθεί μέσα στο 2019. Θα αποσαφηνιστούν κάποια ερωτήματα που υπάρχουν και τίθενται και μετά τον προϋπολογισμό, ο οποίος θα κατατεθεί την πρώτη εβδομάδα του Οκτωβρίου. Το κυρίαρχο στοιχείο θα είναι η αναπτυξιακή στρατηγική ως ο βασικός άξονας της πολιτικής που θα εφαρμόζεται από εδώ και πέρα.
Ερ.: Να τα εξειδικεύσουμε λοιπόν. Είπατε ότι στον προϋπολογισμό τίθενται κάποια ζητήματα, υποθέτω ότι υπονοείτε και το θέμα των συντάξεων. Συχνά πυκνά από το ΣΥΡΙΖΑ αλλά και εσείς προσωπικά, υποστηρίζετε ότι υπάρχουν εγχώριες πολιτικές δυνάμεις που επιθυμούν την περικοπή των συντάξεων. Ποιες είναι αυτές οι δυνάμεις, κύριε αντιπρόεδρε;
Απ.: Δεν είναι μυστικό ότι η ΝΔ αλλά και το Κίνημα Αλλαγής όπως λέγεται τώρα το ΠΑΣΟΚ, έχουν καταστήσει εδώ και μήνες κεντρικό θέμα την περικοπή των συντάξεων. Στη βάση αυτή οικοδομούν αφήγημα ότι δεν βγήκαμε από τα μνημόνια αλλά έχουμε 4ο μνημόνιο και όλα αυτά. Πιστεύω θα διαψευστούν για μια ακόμη φορά. Αλλά να το θέσω το θέμα γενικότερα. Η έξοδος από τα μνημόνια πρέπει να έχει και θα έχει -σταδιακά βεβαίως- αντίκρισμα στη ζωή και στην προοπτική των πολιτών, στο εισόδημά τους, στην απασχόλησή τους, στις προσδοκίες για το μέλλον. Αυτό είναι το κεντρικό. Καθήκον της δικής μας κυβέρνησης λοιπόν, είναι τώρα που βγάλαμε τη χώρα από τα μνημόνια, να κάνουμε πράξη αυτό που μόλις σας είπα: ότι δηλαδή η έξοδος από τα μνημόνια θα αρχίσει από τώρα να μεταφράζεται σε μια βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, άρα μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα κινηθούμε. Ο κ. Βάιντμαν, ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας, της Μπούντενσμπανκ, ήταν εδώ και έτυχε να παρευρεθώ σε μια ομιλία που έκανε. Ακόμα λοιπόν και ο κ. Βάιτμαν αναγνώρισε ότι είναι επιτυχία το ότι ολοκληρώσαμε τα προγράμματα αλλά ακόμα ο πληθυσμός, ο λαός, η κοινωνία, δεν το έχει αισθανθεί στην καθημερινότητα του. Άρα, θέλω να πω ότι αυτό το οποίο περιγράφω είναι θα έλεγα σήμερα ο κεντρικός στόχος. Αυτός ο στόχος δεν συνάδει με μέτρα όπως είναι η περικοπή των συντάξεων. Βεβαίως εδώ υπάρχει ένα «γκρίζο τοπίο» διότι υπό την πίεση τότε, μιας δυσκολίας που προκλήθηκε και από έξω και από μέσα με στόχο να μην κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση και να καταρρεύσει ενδεχομένως η κυβέρνηση, υποχρεωθήκαμε τότε να θεσμοθετήσουμε κάποια μέτρα και κάποια αντίμετρα. Τώρα όμως με τα δεδομένα που έχουμε η προσπάθειά μας θα είναι και θα κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για αυτό, ούτως ώστε να μην υπάρξει περικοπή συντάξεων.
Ερ.: Εσείς, κύριε αντιπρόεδρε, είσθε επικεφαλής του χαρτοφυλακίου της ανάπτυξης αλλά και εκ των συντακτών του ντοκουμέντου για την αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας. Νομίζω πως στη σκέψη όλων των Ελλήνων είναι δύο ερωτήματα. Πότε θα μπει σε αναπτυξιακή τροχιά η χώρα; Πότε θα γίνουν αντιληπτά τα αποτελέσματά της στους πολίτες;
Απ.: Το βαθύτερο σημείο της κρίσης ήταν το 2013, μετά ακολούθησε μια πορεία σχετικής στασιμότητας και σταθεροποίησης, και από το 2017 έχουμε μπει σε μια φάση ανάκαμψης. Πέρσι ο αριθμός ανάκαμψης ήταν 1,4%, φέτος προβλέπεται γύρω από το 2% και του χρόνου και τα επόμενα χρόνια. Δηλαδή έχουμε μπροστά μας τώρα μια περίοδο μέτριας ίσως και ισχυρής ανάκαμψης, πια έχουμε μπει σε αυτή την πορεία. Το δεύτερο είναι ότι η ανεργία επίσης έχει σταματήσει να αυξάνεται και αντίθετα είμαστε σε μια πορεία μείωσής της από τα πολύ ψηλά επίπεδα όμως που ήταν. Και τρίτον, οι αρνητικές τάσεις που είχαμε όπου κάθε χρόνο βλέπαμε να μειώνονται οι δαπάνες για την υγεία, για την παιδεία, για την έρευνα κλπ, αυτή η τάση τώρα έχει αντιστραφεί και είτε έχουμε σταθεροποίηση είτε έχουμε και μικρές αυξήσεις. Άρα αυτό τώρα το οποίο σας έλεγα πριν, συνδέεται με αυτές τις διαπιστώσεις ότι από εδώ και πέρα λοιπόν σχεδιάζουμε σε ορίζοντα τετραετίας, τι και πότε μπορεί να γίνει. Πρέπει να σας πως λοιπόν ότι ένα από αυτά που αλλάζει από εδώ και πέρα είναι ότι μέχρι ενώ τώρα είχαμε προϋπολογισμούς περικοπών, δηλαδή κάθε χρόνο συζητούσαμε τι περικοπές θα γίνουν και πόσες, τώρα από εδώ και πέρα δεν μιλάμε πια για περικοπές αλλά μιλάμε για στοχευμένες δημοσιονομικές επεκτάσεις. Που σημαίνει στοχευμένες φοροελαφρύνσεις, στοχευμένες στηρίξεις των κοινωνικά αδύνατων και του κοινωνικού κράτους κλπ. Είμαι βέβαιος ότι ο πρωθυπουργός θα εξειδικεύσει κάποια από αυτά στη ΔΕΘ. Όμως θέλω να υπογραμμίσω αυτό: πρέπει να δούμε αυτή την πορεία σε ένα χρόνο όχι μηνών αλλά ετών, δηλαδή οι δυνατότητες που θα έχουμε το 2019 θα είναι υπαρκτές, οι δυνατότητες που θα έχουμε το 2020 θα είναι ακόμα μεγαλύτερες και οι δυνατότητες που θα έχουμε το 2021 και 2022 ακόμα μεγαλύτερες. Άρα, πρέπει να δούμε ένα σχέδιο τι κάνουμε τον έναν χρόνο, τι κάνουμε το δεύτερο, τι κάνουμε τον τρίτο.
Ερ.: Είναι γνωστό από παλιά ότι εσείς είστε υπέρ του μακροχρόνιου, μακροπρόθεσμου σχεδιασμού…
Απ.: Γενικά χρειάζονται και οι τρεις χρόνοι, δηλαδή τι κάνεις άμεσα, τους επόμενους μήνες, και στα επόμενα χρόνια, και σε ορισμένα πράγματα πρέπει να δούμε λίγο πιο πέρα. Διότι ζούμε και σε έναν κόσμο που οι αλλαγές σε πολλούς τομείς απαιτούν μακροχρόνιο σχεδιασμό.
Ερ.: …Και καταλαβαίνω ότι δεν θα είναι πλέον έκτακτα τα μέτρα ελάφρυνσης των πολιτών αλλά θα έχουν έναν μόνιμο χαρακτήρα εφεξής…
Απ.: Ακριβώς. Ένα πράγμα που αλλάζει λοιπόν είναι ότι από προϋπολογισμούς περικοπών περνάμε σε προϋπολογισμούς επεκτάσεων και ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους. Το δεύτερο είναι αυτό που είπατε τώρα ότι αποκτούμε τη δυνατότητα σχεδιασμού της πολιτικής. Πριν δεν την είχαμε κακά τα ψέματα, η χώρα ήταν σε μια κατάσταση πλήρους εξάρτησης ως προς τη χάραξη της πολιτικής. Θυμάστε ότι κάθε φορά για να κάνουμε ένα μέτρο πέρα από τα μνημονιακά -και ευτυχώς κάναμε πολλά αλλά πάντα ήταν αποτέλεσμα μεγάλης προσπάθειας, τριβών συγκρούσεων κλπ. Τώρα λοιπόν έχουμε την ευχέρεια εμείς να σχεδιάζουμε την πολιτική, λαμβάνοντας βεβαίως υπ’ όψιν μας τους περιορισμούς που υπάρχουν για όλες τις χώρες της Ευρώπης και ειδικά για τις χώρες που έχουμε περάσει από προγράμματα. Πριν τι γινόταν; Άρχιζε ο προϋπολογισμός ενός έτους στο τέλος διαπιστώναμε ότι υπήρχε ένα περίσσευμα και το δίναμε με τη μορφή έκτακτου βοηθήματος. Αυτό που θα γίνεται από εδώ και πέρα είναι ότι γνωρίζοντας, προβλέποντας λίγο πολύ την πορεία του προϋπολογισμού, μπορούμε λοιπόν να εκτιμήσουμε από τώρα, ότι το 2019 θα έχουμε ένα δημοσιονομικό χώρο όπως λέγεται, της τάξης των 700, 800, 500 εκατ., 1 δισ., θα δούμε ακριβώς πόσο θα είναι. Αντί να περιμένουμε να βγει αυτό το πλεόνασμα και το δώσουμε ως ένα έκτακτο μέτρο, αυτό θα γίνει με σχεδιασμένη πολιτική, το οποίο ξέρετε ότι: πρώτον είναι μόνιμο αυτό που θα γίνει και δεύτερον θα είναι και πιο δίκαιο και ορθολογικό, δηλαδή αυτή τη στιγμή ακριβώς γίνεται αυτή η συζήτηση. Τι θα κάνουμε με τη φορολογία; Τι θα κάνουμε με την υγεία ή την παιδεία; Πώς θα κατανείμουμε αυτή τη δυνατότητα που έχουμε σήμερα. Αυτό δείτε γενικότερα ότι δηλαδή από εδώ και πέρα από τα έκτακτα μέτρα θα περνάμε σε μόνιμα μέτρα και από τα επιμέρους μέτρα θα περνάμε σε πιο συστημικά και ολοκληρωμένα σχέδια.
Ερ.: Κλείνοντας να αλλάξουμε θέμα. Ποιος είναι ο ρόλος που καλείται να παίξει το κόμμα σας ο ΣΥΡΙΖΑ σε μια χρονιά τεσσάρων εκλογικών αναμετρήσεων;
Απ.: Τα κόμματα γενικά μπορούμε να πούμε στην εποχή μας ζουν μια κρίση του κομματικού φαινομένου. Δηλαδή όλα τα κόμματα έχουν δυσκολίες σήμερα να βρουν το νέο τους ρόλο σε μια εποχή που κυριαρχεί το ίντερνετ, που κυριαρχούν άλλα κανάλια ενημέρωσης ή παραπληροφόρησης καμιά φορά, όπου οι πολίτες βλέπουν, οι νέοι άνθρωποι κατανοούν την πολιτική με έναν διαφορετικό τρόπο. Αυτά πολύ περισσότερα αφορούν την Αριστερά. Εμείς ειδικά στο ΣΥΡΙΖΑ νομίζω ότι υποτιμήσαμε το ρόλο του κόμματος τα τελευταία χρόνια θέλοντας να υπογραμμίσουμε τη σημασία των κινημάτων. Και σωστό ήταν αυτό αλλά το ένα δεν αναιρεί το άλλο, δηλαδή χρειάζεται η κοινωνία να βρίσκει τρόπους να αντιδρά με συλλογικές μορφές αλλά χρειάζεται και τα κόμματα να παίζουν ένα ρόλο. Σε εμάς λοιπόν τώρα πρέπει να υπάρξει μια αναζωογόνηση συνολικότερα και μια συζήτηση. Για εμένα η κυβέρνηση πρέπει να κυβερνά εντός των υφιστάμενων συσχετισμών, το κόμμα όμως πρέπει να προσπαθεί διαρκώς να διευρύνει τους συσχετισμούς, να χτίζει συμμαχίες, να δημιουργεί γέφυρες, να προβάλλει τα προβλήματα της κοινωνίας, να εγκαλεί την κυβέρνηση για τις ελλείψεις της, να στηρίζει μέτρα θετικά, επομένως δεν είναι δηλαδή μόνο εκλογικός ο ρόλος του κόμματος. Το γεγονός ότι έχουμε μπροστά μας πολλές εκλογικές αναμετρήσεις είναι μια ευκαιρία για να ξαναδούμε συνολικά, όπως είπα, το ρόλο του κόμματος και των κομμάτων στην εποχή μας, τις σχέσεις τους με τη νέα γενιά και τους νέους ανθρώπους, το ρόλο τους στην προώθηση των ώριμων, την ανάδειξη της ανάγκης για τις ώριμες αλλαγές στην κοινωνία, την εμπλοκή της κοινωνίας στην αναπτυξιακή διαδικασία. Για εμάς είναι κρίσιμο, πέρα από το κράτος και πέρα από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις να υπάρξουν και άλλες μορφές οικονομικής και παραγωγικής οργάνωσης, είτε κοινότητες στον τομέα της ενέργειας είτε μορφές κοινωνικής οικονομίας σε άλλους τομείς, είτε μικροπιστώσεις στον τομέα των πιστώσεων. Δηλαδή πρέπει να δημιουργήσουμε δρόμους και ευκαιρίες, η κοινωνία να δρα όχι ως παρατηρητής αλλά ως υποκείμενο τελικά της ανάπτυξης, να το πω έτσι.
Ερ.: Και, τέλος, με ποιο κεντρικό διακύβευμα εκτιμάτε ότι θα γίνει η «μητέρα των μαχών» όπως είπε και ο πρωθυπουργός, οι εθνικές εκλογές δηλαδή;
Απ.: Θα το δούμε. Τα βασικά προβλήματα είναι, νομίζω, τα κοινωνικά προβλήματα, είναι μια βάση δηλαδή. Θα προκρίνει ο λαός πολιτικές, οι οποίες εξ ορισμού, αξιακά και έμπρακτα, θεωρούν προτεραιότητα την απασχόληση, τη μείωση της ανεργίας, τη στήριξη του κοινωνικού κράτους; Ή, θα επικρατήσουν λογικές που όλα αυτά θεωρούν ότι πρέπει να υποταχθούν στη λογική του κέρδους, στη λογική των αγορών, του μικρού κράτους, όπως λέει η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία; Θα μιλάμε μόνο για απελευθέρωση των αγορών ή θα μιλάμε για απελευθέρωση των δυνατοτήτων των ανθρώπων και βελτίωση των δυνατοτήτων και των ικανοτήτων των ανθρώπων; Μπαίνουν και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη ζητήματα προσανατολισμού. Μιλάμε για μια Ελλάδα περίκλειστη, φοβική κλπ ή θα μιλήσουμε και θα δράσουμε για μια Ελλάδα ανοιχτή, πρωταγωνιστή των εξελίξεων, με πρωτοβουλίες για την επίλυση των προβλημάτων της περιοχής μας; Θα μιλήσουμε για μια Ευρώπη κλεισμένη στον εαυτό της με εσωτερικούς ανταγωνισμούς ποιός θα διώξει πρώτους τους μετανάστες και τους πρόσφυγες ή θα μιλήσουμε για μια Ευρώπη που η αλληλεγγύη θα γίνει πράξη; Επομένως τα διλήμματα είναι πολλά και μεγάλα και για αυτό έχει σημασία να τεθεί και από τώρα ένας διάλογος πάνω σε θέσεις, σε επιχειρήματα, σε προγράμματα, και όχι αυτό το οποίο βλέπουμε πολλές φορές να κυριαρχεί, ας πούμε, μια λογομαχία, χαρακτηρισμοί, ύβρεις και ούτω κάθε εξής.
ΑΠΕ-ΜΠΕ