Αν κάποιος μελετήσει την ιστορία μας και πιο συγκεκριμένα τη στρατιωτική μας ιστορία, δεν θα δυσκολευθεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο Ιωάννης Μεταξάς υπήρξε ο κορυφαίος στρατιωτικός νους της σύγχρονης Ελλάδας. Κι ήταν ο άνθρωπος που εξέφραζε στον Βενιζέλο κι αργότερα στη φιλομοναρχική κυβέρνηση τις βαθύτατες αντιρρήσεις του. Τόσο για την εκστρατεία στη Μικρά Ασία, όσο κι αργότερα στα βάθη της Ανατολής προς την Άγκυρα.
Να τα πάρουμε από την αρχή.
Όταν προέκυψε το ζήτημα (Ιανουάριος 2015) παραχωρήσεων από τους Άγγλους στη μικρασιατική ακτή, ο Μεταξάς ήταν αρχηγός του Επιτελείου κι ο Βενιζέλος ζήτησε τη γνώμη του σε στρατιωτικό επίπεδο. Πώς, δηλαδή, η Ελλάδα θα μπορεί να σταθεί στη Μικρά Ασία στην περίπτωση που οι σύμμαχοι προχωρήσουν στη «διανομή» της. Ο Μεταξάς, εξέφρασε αμέσως τις αντιρρήσεις του. Όχι σε εθνικό μα σε στρατιωτικό επίπεδο. Κι αυτές τις αντιρρήσεις τις κατέγραψε σε έγγραφα που έστειλε στον Βενιζέλο.
Γιατί ήταν αρνητικός ο Μεταξάς;
Η θέση του ήταν ότι η Μικρά Ασία αποτελούσε μια ενιαία γεωγραφική και οικονομική ενότητα. Ακόμη κι αν αυτή διαμελιζόταν, πάντα θα επιζητούσε παντοιοτρόπως την αποκατάστασή της. Επιπλέον, στις αντιρρήσεις του προέβαλε και το γεγονός ότι για να μπορέσει να κρατηθεί το δυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας, θα έπρεπε να υπάρχει ασφαλές βάθος προς το ανατολικό τμήμα, δηλαδή σχεδόν μέχρι την Άγκυρα! Όμως σ’ αυτό το εύρος, έλεγε ο Μεταξάς, θα έχουμε τεράστιο πρόβλημα αφού οι Τούρκοι υπερτερούν συντριπτικά πληθυσμιακά.
Ο Μεταξάς έγραφε και κάτι ακόμη: Η μορφολογία του εδάφους στη Μικρά Ασία, ουσιαστικά δεν επιτρέπει φυσικά σύνορα, άρα δεν είναι δυνατή η επαρκής οχύρωση κι άμυνα. Πρόσθετε μάλιστα στον Βενιζέλο ότι για να υπάρξει ασφαλής κατοχή της περιοχής της Σμύρνης, θα πρέπει να υπάρχει ελληνικός στρατός σε μεγάλο βάθος και να διοικηθούν από την Ελλάδα τουρκικοί, άρα εχθρικοί, πληθυσμοί. Που θα έκαναν τα πάντα για την απελευθέρωσή τους. Αν συνέβαινε αυτό θα απαιτούνταν τεράστιοι οικονομικοί πόροι που δεν υπήρχαν. Όπως θα απαιτούνταν και τεράστιες στρατιωτικές δυνάμεις, που επίσης δεν υπήρχαν. Χώρια που με τόσο στρατό στην Ανατολή, η Ελλάδα θα ήταν ευάλωτη απέναντι στη Βουλγαρία.
Προσέξτε: Αυτές ήταν οι αντιρρήσεις που προέβαλλε ο Μεταξάς το 1915.
Συναινούσε μόνο αν η οθωμανική αυτοκρατορία διαμελιζόταν μια και καλή, με συνθήκες και υπογραφές.
Όμως, το 1919-1920, με τη συνθήκη της Ειρήνης στο Παρίσι και τη συνθήκη των Σεβρών, ουσιαστικά και τυπικά αυτό έγινε, δηλαδή διαμελιζόταν η αυτοκρατορία. Κι ο Βενιζέλος, δηλαδή η Ελλάδα, πέραν των εθνικών στόχων, ΔΕΝ μπορούσε να αφήσει ακάλυπτους τους ελληνικούς πληθυσμούς στην Μικρά Ασία. Έτσι κι έγινε η εκστρατεία.
Μα η ιστορία έχει συνέχεια.
Όταν οι συγκυρίες άλλαξαν στην Ελλάδα με την καταψήφιση Βενιζέλου στις εκλογές του 1920, την εκλογή κυβέρνησης Γούναρη, την επιστροφή του βασιλιά Κωνσταντίνου που ήταν «κόκκινο πανί» για τους συμμάχους, αλλά και την καλή προετοιμασία των δυνάμεων του Κεμάλ, άλλαξε συνολικά κι ο ρους της ιστορίας στη Μικρά Ασία. Η κυβέρνηση Γούναρη αποφάσισε τότε την επιχείρηση προς την Άγκυρα! Θεωρήθηκε ότι «προτιμωτέρα η ήττα, παρά να διακόψωμεν εις την μέσην τον αγώνα. Τα ηθικά αποτελέσματα θα είναι ολιγότερον κακά».
Στις 25 Μαρτίου 1921, ζητήθηκε από τον Μεταξά ν’ αναλάβει την αρχηγία του Στρατού. Κι εκείνος αρνήθηκε, αναρωτώμενος ποιος αποφάσισε τόσο άφρονα επιχείρηση με τόσο λίγο και κουρασμένο στράτευμα. Σε τόσο αχανές μέτωπο, ανέφερε, ακόμη κι αν καταληφθεί η Άγκυρα, θα χρειάζονταν τεράστιες δυνάμεις για να αμύνονται συστηματικά στις εξεγέρσεις των Τούρκων. Πολύ περισσότερο αφού η συνθήκη των Σεβρών έπνεε τα λοίσθια.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό, ότι στις συζητήσεις που είχε με κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης Γούναρη, όπως ο υπουργός Οικονομικών Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης (εκτελέστηκε αργότερα με τους έξι) ισχυριζόταν ότι η «ήττα το 1897 θα ήταν παιγνιδάκι εμπρός εις εκείνην η οποία θα επέλθει τώρα»…