Ευοίωνες διαγράφονται οι προοπτικές της αγοράς κατσικίσιου γάλακτος – Οφέλη από το γάλα Κατσίκας

Ευοίωνες διαγράφονται οι προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου παραγωγής κατσικίσιου γάλακτος, υπό την προϋπόθεση ότι οι εμπλεκόμενοι φορείς θα επιταχύνουν τις απαραίτητες εκείνες διαδικασίες προκειμένου να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν να πρωταγωνιστήσει το εν λόγω προϊόν στις διεθνείς αγορές.

Τις εκτιμήσεις αυτές διατύπωσαν μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθύνων σύμβουλος της Global Greece Μπάμπης Φιλαδαρλής και ο τεχνολόγος – γεωπόνος, Δημήτρης Μηνόπουλος, ιδιοκτήτης της πρότυπης κτηνοτροφικής- αιγοτροφικής μονάδας “Αμάλθεια”, με έδρα στην Άνω Καλλίνικη Φλώρινας.

«Οι περισσότεροι επιστρέφουν από το ταξίδι του μέλιτος, μεταφέροντας στις αποσκευές τους σουβενίρ από τη χώρα την οποία επισκέφθηκαν. Τα νιόπαντρα, όμως, πλούσια ζευγάρια της Κίνας που επιλέγουν να πετάξουν στη Νέα Ζηλανδία, φορτώνουν τις βαλίτσες τους με κατσικίσιο γάλα, είτε φρέσκο, είτε σε σκόνη, αφού γνωρίζουν τις επιστημονικές μελέτες που αποδεικνύουν ότι η κατανάλωσή του είναι άκρως ευεργετική, ιδίως για την ανάπτυξη των παιδιών», είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθύνων σύμβουλος της Global Greece, Μπάμπης Φιλαδαρλής. Υπογραμμίζοντας τις τεράστιες προοπτικές για τους Έλληνες παραγωγούς, αλλά και τις θετικές τάσεις που προοιωνίζονται για το προϊόν στο άμεσο μέλλον, σημείωσε ότι η Ελλάδα «στην παραγωγή κατσικίσιου γάλακτος- αναλογικά με την έκταση και τον πληθυσμό της -κατατάσσεται στην 1η θέση στη Δύση και στην 3η παγκοσμίως». Τούτο, όπως είπε, προκύπτει από μελέτη της παγκόσμιας αγοράς τυροκομικών, που πραγματοποιεί η εταιρεία που εξειδικεύεται στην παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών και εκπαίδευσης προς εξαγωγείς “GLOBALGREECE” και πρόσθεσε ότι στο σύνολό της η μελέτη για το παγκόσμιο εμπόριο τυριών, θα ανακοινωθεί εντός του επόμενου μήνα.

Σύμφωνα, πάντως, με τα πρώτα στοιχεία, όπως επισήμανε ο κ. Φιλαδαρλής, παρατηρείται ότι ως προς την παραγωγή και το διεθνές εμπόριο κατσικίσιων τυριών, μόνο δύο χώρες μπορούν να ανταγωνιστούν την Ελλάδα, η Γαλλία και η Ισπανία, οι οποίες έχουν και μεγαλύτερη παραγωγή, ενώ πρόσθεσε ότι «δυνητικά στο μέλλον αυτό μπορεί να συμβεί και με την Τουρκία».

Όπως ανέφερε, αν κάνουμε μια αναγωγή στον πληθυσμό της κάθε χώρας, θα δούμε ότι η Ελλάδα είναι μεν τρίτη χώρα στον κόσμο σε παραγωγή κατσικίσιου γάλακτος ανά κάτοικο, μετά από το Μάλι και το Σουδάν, αλλά οι χώρες οι οποίες μπορούν να την ανταγωνιστούν διεθνώς στο κατσικίσιο γάλα, γιαούρτι και τυρί υπολείπονται πολύ σε αυτήν την κατάταξη. «Η ίδια εικόνα σχηματίζεται αν κάνουμε μια διαίρεση με την έκταση της κάθε χώρας», είπε και πρόσθεσε ότι «η Ελλάδα είναι πρώτη στην Ευρώπη σε πληθυσμό κατσικιών».

Με βάση τη μελέτη, στην Ελλάδα εκτρέφονται περίπου 4,5 εκατομμύρια κατσίκια και η Ελλάδα είναι πρώτη στη γιδοτροφία της ΕΕ, με 47,6% των αρμεγόμενων κατσικιών. Ερωτηθείς γιατί τότε η παραγωγή γάλακτος σε απόλυτα νούμερα είναι μεγαλύτερη στη Γαλλία και στην Ισπανία, εξήγησε ότι από τη μελέτη προκύπτει η απάντηση είναι ότι «εκεί οι εκτροφές είναι πιο συστηματικές και λιγότερο εκτατικές, ενώ παράλληλα οι ράτσες των ζώων τους αποδίδουν περισσότερο ημερήσιο γάλα». Όμως, το ελληνικό γάλα, αν και με λιγότερη παραγωγή ανά ζώο, παρουσιάζει μεγάλα ποιοτικά πλεονεκτήματα, ειδικά ως προς την παραγωγή τυριών, λόγω της μικροχλωρίδας και των αρωματικών στοιχείων.

Στο πλαίσιο αυτό, υπογράμμισε τις μεγάλες προοπτικές του ελληνικού κατσικίσιου γάλακτος, ειδικά για την αγορά της Ευρώπης, «με δεδομένο ότι σήμερα σημειώνεται μεγάλη παγκόσμια τάση προς το κατσικίσιο γάλα και τα προϊόντα αυτού, όπως τα τυριά και το γιαούρτι και η κρέμα. Φυσικά το προϊόν με τη μεγαλύτερη υπεραξία, είναι η σκόνη γάλακτος».

Μεταξύ άλλων, ο κ. Φιλαδαρλής επισήμανε ότι «δυστυχώς, μεγάλες ποσότητες ελληνικού κατσικίσιου γάλακτος εξάγονται στη Γαλλία, όπου οι παραγωγοί των γαλλικών τυριών σέβρ το χρησιμοποιούν κυρίως για τη βελτίωση της ποιότητας του δικού τους γάλακτος, λόγω μεγάλων ποσοτήτων θετικής μικροχλωρίδας και αρωματικών στοιχείων από τα πολυποίκιλα βότανα της ελληνικής γης και των βουνών μας με τα οποία εκτρέφονται τα ελληνικά κατσίκια».

Πάντως, εκφράζοντας τη πεποίθησή του ότι οι Έλληνες παραγωγοί κατσικίσιου γάλακτος μπορούν να πρωταγωνιστήσουν παγκοσμίως, ο κ. Φιλαδαρλής υπογράμμισε την ανάγκη συστράτευσης όλων των εμπλεκομένων, λέγοντας χαρακτηριστικά «πουθενά και σε κανένα πεδίο δεν θα μπορεί κάποιος να διαπρέψει μόνος του. Χρειάζεται και απαιτείται ενότητα. Η ισχύς εν τη ενώσει λέει το γνωμικό και είναι απόλυτα αληθές».

Με τη φράση «χωρίς ένα ισχυρό Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης δεν θα κάνουμε ούτε ένα βήμα προς τα μπρος», ο κ. Μηνόπουλος εξέφρασε τον προβληματισμό και δυσαρέσκειά του για την υστέρηση που παρουσιάζει η χώρα μας, σε τομείς που όπως είπε, «θα μπορούσε όχι μόνο να πρωταγωνιστεί, αλλά να δείχνει το δρόμο σε σημερινούς ανταγωνιστές, που ενώ δεν είναι ευλογημένοι με την ελληνική γη, ωστόσο κάνουν άλματα, κυρίως λόγω της οργάνωσης και αποφασιστικότητας που επιδεικνύουν».

Αφού ανέφερε ότι πριν 30 χρόνια είχε εντοπίσει την τεράστια δυνατότητα της παραγωγής κατσικίσιου γάλακτος, ο κ. Μηνόπουλος σημείωσε «πολύ φοβάμαι ότι θα χάσουμε την ευκαιρία που έχουμε, γιατί ποτέ ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη».

Επισήμανε ότι για την αξιοποίηση των ευοίωνων προοπτικών, νούμερο ένα προτεραιότητα αποτελεί η λειτουργία ενός ισχυρού Κέντρου Γενετικής Βελτίωσης στη χώρα μας. «Η επιστήμη, οι ερευνητές κάνουν διατριβές και μελέτες που συνωστίζονται στα γραφεία κάποιων και εν συνέχεια κλειδώνονται σε συρτάρια. Η έρευνα δεν κεφαλαιοποιείται στον πρωτογενή τομέα, ο κόσμος του οποίου εάν δεν εμπλουτιστεί με γνώσεις και κατάρτιση, δυστυχώς δεν θα πάει μακριά», υπογράμμισε.

Κατά τον ίδιο, απαιτούνται ισχυρή πολιτική βούληση για την υλοποίηση και εφαρμογή ενός εθνικού στρατηγικού σχεδίου για το μέλλον του κλάδου της κτηνοτροφίας, χρηματοδοτικά εργαλεία που θα βοηθήσουν τους ανθρώπους του πρωτογενούς τομέα και «ομαδικότητα, συνεργατικότητα και σύμπνοια, έννοιες που στη χώρα μας λείπουν».

Εκφράζοντας τον φόβο του ότι «και πάλι δεν θα καταφέρουμε τίποτα, παρά τις δυνατότητες που έχουν οι παραγωγοί κατσικίσιου γάλακτος», είπε: «Πάντα και συνέχεια είμαστε πλούσιοι σε ιδέες, αλλά στην πράξη δεν κάνουμε τίποτα στη χώρα μας». Στο πλαίσιο αυτό, διατύπωσε την εκτίμηση και θέση του ότι η Ολλανδία που σήμερα ξεχωρίζει για την αγελαδοτροφία της, μεταξύ άλλων, «σε λίγα χρόνια θα δείτε ότι θα μετεξελιχθεί σε χώρα της μικρής κατσίκας και θα το πράξουν με επιτυχία. Αυτό, γιατί επενδύουν στην επιστήμη και έχουν έναν δομημένο κτηνοτροφικό κλάδο και πρωτογενή τομέα συνολικά».

Πάντως, ο κ. Μηνόπουλος διατυπώνει την ελπίδα του για «την αλλαγή νοοτροπίας στη χώρας μας», λέγοντας χαρακτηριστικά «πλέον εκτιμώ ότι καθίσταται ολοένα και πιο έντονα και ευρέως σαφές, ότι είναι μονόδρομος για την επιβίωσή μας».

Αναφορικά με την πρότυπη κτηνοτροφική- αιγοτροφική μονάδα “Αμάλθεια” που διατηρεί, ο κ. Μηνόπουλος επισήμανε ότι σήμερα αριθμεί 500 ζώα, με την ετήσια παραγωγή κατσικίσιου γάλακτος να ανέρχεται σε 260 τόνους. Μεταξύ των προϊόντων που διαθέτει η καθετοποιημένη μονάδα, συμπεριλαμβάνονται το γάλα, βούτυρο και κατσικίσιο παγωτό, αλλά και το τυρί. Αρχές του 2019 η “Αμάλθεια” θα τοποθετήσει στην αγορά και γιαούρτι κατσικίσιου γάλακτος.

Οφέλη από το γάλα Κατσίκας

Παρά το γεγονός ότι δεν είναι (σύντομα θα λέμε: “δεν ήταν”) τόσο δημοφιλές όσο το αγελαδινό γάλα, το γάλα κατσίκας έχει οφέλη και διατροφικές αξίες που το αγελαδινό γάλα στερείται.  Αρκετές κλινικές έρευνες πιστοποιούν ότι είναι υποαλλεργικό και σε αντίθεση με το αγελαδινό γάλα, το γάλα κατσίκας προκαλεί λιγότερη φλεγμονή στο στομάχι. Οι γενναιόδωρες ποσότητες πρωτεϊνών στο γάλα κατσίκας προάγουν την ανάπτυξη. Το γάλα κατσίκας περιέχει πολύ περισσότερο ασβέστιο από οποιοδήποτε άλλο γάλα που είναι ιδανικό για ισχυρά οστά.

Τα πλεονεκτήματα της εκτροφής κατσικιών, σε σύγκριση με τις αγελάδες, είναι ότι είναι έχουν μικρότερο κόστος εκτροφής και απαιτούν μικρότερο χώρο. Επιπλέον, από την εκτροφή κατσικιών προκαλείται πολύ λιγότερη περιβαλλοντική επιβάρυνση. Τα αιγοπρόβατα εκτρέφονται κυρίως από άτομα με χαμηλό εισόδημα, στην ύπαιθρο και η συμβολή τους στο εισόδημα είναι σημαντική.

Μεταξύ άλλων, το κατσικίσιο γάλα, το οποίο ειδικοί θεωρούν ότι είναι το πιο πολύτιμο γάλα για την ανάπτυξη των παιδιών μετά το μητρικό, έχει τα εξής οφέλη:

*έχει μικρότερη περιεκτικότητα σελακτόζη, κάτι που το καθιστά πιο εύπεπτο από το αγελαδινό και ενδεδειγμένο σε περιπτώσεις δυσανεξίας στη λακτόζη

*Έχει μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε βιταμίνη Α, βοηθώντας στην υποστήριξη της όρασης και σε ασβέστιο, που ευνοεί την υγεία των οστών, σε σχέση με το αγελαδινό

*Ωφελεί  στην οστεοπόρωση και την οστεοπενία, λόγω καλύτερης απορροφητικότητας στα μεταλλικά του στοιχεία (μαγνήσιο, κάλιο και φώσφορο)

*Είναι πλούσιο σε βιταμίνες Β1, Β3 και Κ που παίζουν σημαντικό ρόλο σε διάφορες λειτουργίες του οργανισμού, από το νευρικό σύστημα μέχρι την υγεία της καρδιάς

*Δεν προκαλεί αλλεργίες και συμβάλλει στη θεραπεία του γαστρικού έλκους

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Προηγούμενο άρθροΚτηνοτροφία – Νέοι τρόποι ελέγχου για την πάταξη των «ελληνοποιήσεων» γάλακτος
Επόμενο άρθροΠοδόσφαιρο – Super League (7η αγωνιστική): Αρης – ΠΑΟΚ 1-2