Είμαι εξ εκείνων που δεν τους έχει αγγίξει το καρκίνωμα του ευρωσκεπτικισμού, πιστός στις αρχές της Ευρώπης. Είμαι, επίσης, εξ εκείνων που εκτιμούν ότι η κορύφωση της Ενωμένης Ευρώπης θα είναι η πραγματική της Ένωση, με μια ενιαία διακυβέρνηση, ενιαίους υπουργούς, ενιαία οικονομική και κοινωνική πολιτική. Επιπλέον, εκτιμώ ότι χωρίς την Ευρώπη και τα προγράμματα βοήθειας που εκπονήθηκαν, η χώρα μας θα είχε πέσει στον καιάδα της πτώχευσης και της καταστροφής της.
Όμως δεν μπορώ να μένω αδιάφορος στα αντιφατικά μηνύματα που εκπέμπονται από κάποιες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Να εξηγήσω τι εννοώ:
Υποτίθεται ότι αφού εξοστρακίστηκαν οι κίνδυνοι της ακροδεξιάς σε Γαλλία, Ολλανδία, Γερμανία, αφού έγινε αποτελεσματική διαχείριση του Brexit, αφού αποφεύχθηκε η διάλυση της Ισπανίας, όλα θα ήταν καλύτερα και θα άνοιγαν οι λεωφόροι της επανεκκίνησης προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Με μπροστάρηδες τους Μακρόν, Γιούνγκερ, Σουλτς και άλλες λαμπερές προσωπικότητες.
Ας μη ξεχνάμε ότι ο Μακρόν έχει προτείνει θεσμικές αλλαγές. Κορυφαία εκ των οποίων είναι η δημιουργία θέσης υπουργού Οικονομικών για την Ευρωζώνη.
Ε, μια που το είπε, μια που το ξέχασε. Αποφεύγοντας μάλιστα, να γίνει πιο συγκεκριμένος αναφορικά με την πρόσθετη χρηματοδότηση των νέων δεδομένων. Αυτό το ζήτημα έχει τεράστια σημασία για την Ελλάδα όσο και για τις άλλες «φτωχές» χώρες της Ευρωζώνης και γενικότερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Από την πλευρά του, είναι δεδομένο ότι ο Γιούνγκερ στηρίζει τις ιδέες του Μακρόν, αλλά δείχνει διστακτικός να τις υιοθετήσει αφού θα ήταν σαν να πυροβολεί τα πόδια του, ψαλλιδίζοντας τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ο δε Σουλτς, πέραν του ότι έχει μπλέξει στα ζητήματα συμμετοχής ή όχι του κόμματός του στην γερμανική κυβέρνηση, αυτή τη στιγμή είναι αδύναμος κρίκος, αφού δεν κατέχει ευρωπαϊκό αξίωμα.
Όμως δεν είναι μόνο αυτά.
Κάποιες χώρες αναπτύσσουν ευρωσκεπτικιστικές σκέψεις και τάσσονται υπέρ της λιγότερης Ευρώπης. Χώρες όπως η Αυστρία, η Δανία, η Ιταλία, η Αυστρία, η Ουγγαρία κι η Πολωνία. Αυτό υπονομεύει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αφού αν αυτή επιταχυνθεί ελλοχεύει ο κίνδυνος αποχωρήσεων ή και κρίσης αξιοπιστίας.
Οφείλω να πω και κάτι ακόμη.
Μας κακοφάνηκε –και σωστά για τα στενά μας συμφέροντα- η άποψη του προέδρου του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, του Τουσκ, για κατάργηση των ποσοστώσεων στην κατανομή των προσφύγων και των μεταναστών.
Μα αυτές, ούτως ή άλλως δεν εφαρμόζονται.
Κι εμείς δεν σκεφτήκαμε καν –παρασυρόμενοι από τον αυθορμητισμό μας- ότι το κάνει για να μπορέσει να συγκρατήσει την ευρωπαϊκή αντιπαράθεση της Πολωνίας, της Ουγγαρίας, της Τσεχίας, της Σλοβακίας και άλλων πρώην ανατολικών χωρών που αρνούνται να πάρουν πρόσφυγες και μετανάστες με τις Βρυξέλλες κι άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Ας μη λησμονούμε, ότι η αυστηρή αντιμετώπιση των πρώην ανατολικών χωρών από το Ευρωκοινοβούλιο και την Γερμανία, έχει συμβάλλει στην άνοδο εθνικιστικών και ξενοφοβικών δυνάμεων. Η Ουγγαρία με την ακροδεξιά κυβέρνηση είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η Πολωνία το ίδιο. Εκεί, η ακροδεξιά αντικατέστησε την Κεντροδεξιά κι επιβραβεύεται από τους Πολωνούς για τις αντιευρωπαϊκές της στοχεύσεις.
Η παρέμβαση λοιπόν του Τουσκ, μπορεί εμάς να μας κακοκάρδισε, αλλά έχει σημαντική σημασία για να μη μεγαλώσει το χάσμα ανάμεσα στη «Δυτική» και την «Ανατολική» Ευρώπη.
Κι αν το ήδη υπάρχον χάσμα μεγαλώσει, είναι βέβαιο ότι θα καταστεί αδύνατη η συνεννόηση για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.