Τοποθέτηση του Διευθύνοντος Συμβούλου της Eurobank κ. Φωκίωνα Καραβία σε συζήτηση στο πλαίσιο του συνεδρίου του Κύκλου Ιδεών με θέμα «Μακροοικονομικό πλαίσιο: Η συνύπαρξη πληθωρισμού και ανάπτυξης»
Ερώτηση: Είχαμε έναν υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, πάνω από 8% το 2021 και πάνω από 7,5% το πρώτο εξάμηνο του 2022, μετά από τη βουτιά του 2020. Τι προβλέπετε για την επόμενη χρονιά, υπάρχει κίνδυνος ύφεσης;
Το 2022 η αλήθεια είναι πως η ανάπτυξη στη χώρα μας έχει εκπλήξει θετικά. Οι δικές μας εκτιμήσεις μιλούν για μια ανάπτυξη κοντά στο 6% και δεν είναι μόνο η επίδοση του τουρισμού που έχει οδηγήσει σε αυτή την επίδοση. Είναι και η αύξηση των εξαγωγών, που δείχνουν και κάποια δομική βελτίωση στην οικονομία ενώ είναι και οι σημαντικές επενδύσεις που συμβάλλουν στο ΑΕΠ.
Βέβαια το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα παραμείνει έντονα αρνητικό παρά την εξαιρετική επίδοση του τουρισμού. Σίγουρα αυτό είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό σημείο ανησυχίας ενώ ενδεχομένως να είναι χειρότερο και από τις περσινές επιδόσεις. Για το 2023 οι προοπτικές τουλάχιστον σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι ζοφερές. Υπάρχει ένα σύννεφο ύφεσης πάνω από όλη την Ευρώπη. Μεγάλες οικονομίες στην Ευρώπη με προεξάρχουσα τη Γερμανία θα είναι με αρνητικό πρόσημο, ενώ έχουμε τη γειτονική μας Ιταλία η οποία αντιμετωπίζει μια πολιτική αναταραχή η οποία θα επηρεάσει και εμάς καθώς τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου διαπραγματεύονται ως ένα spread σε σχέση με τα Ιταλικά.
Επομένως οποιαδήποτε άνοδος στις αποδόσεις των βρετανικών ομολόγων έχει αντίκτυπο και σε εμάς. Παράλληλα, η Μ. Βρετανία βιώνει μια έντονη οικονομική αναταραχή, θυμίζοντας μας ότι ακόμη και μεγάλες οικονομίες δεν μπορούν να αγνοούν τη δυναμική των αγορών. Και η δική μας οικονομία το 2023 θα επηρεαστεί. Οι χώρες που ανέφερα είναι βασικοί εμπορικοί εταίροι της χώρας μας είναι οι μεγαλύτεροι πελάτες μας, και στην τουριστική κίνηση και στις εξαγωγές μας. Επομένως, μια αρνητική επίδραση θα έχουμε και εμείς.
Νομίζω πως σε στιγμές σαν κι αυτές δεν πρέπει να ξεχνούμε τα διδάγματα της δεκαετούς κρίσης που βιώσαμε. Θα έλεγα πως οι καιροί απαιτούν μια πολύ σοβαρή δημοσιονομική σύνεση λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι έχουμε και ένα σταθερό και μεγάλο έξοδο πλέον, μάλλον σε μόνιμο χαρακτήρα για τις δαπάνες εθνικής άμυνας. Πρέπει να λύσουμε τη δημοσιονομική εξίσωση λαμβάνοντας υπόψη και αυτό πλέον. Άρα θα έλεγα πως πρέπει να αποφύγουμε οριζόντια μέτρα, να αποφύγουμε μέτρα μόνιμου χαρακτήρα. Σίγουρα πρέπει σε στιγμές κρίσης το Κράτος να υποστηρίξει τους πιο αδύναμους αλλά λαμβάνοντας υπόψη τα δημοσιονομικά περιθώρια της χώρας και την κατάσταση της οικονομίας.
Παρά τις διεθνείς προκλήσεις, πιστεύω ότι το 2023 η χώρα μας δεν θα είναι σε ύφεση, η εκτίμηση είναι ότι θα έχουμε μια ανάπτυξη της τάξης του 2 – 2,5% το οποίο στο ευρωπαϊκό περιβάλλον θα είναι μια επιτυχία. Νομίζω πως οι επενδύσεις θα παίξουν σημαντικό ρόλο.
Ερώτηση: Η άνοδος των επιτοκίων, λόγω της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ για να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό μπορεί να επιβραδύνει την πιστωτική επέκταση και την ανάπτυξη; Κι ακόμη, ανησυχείτε για μια νέα γενιά μη εξυπηρετούμενων δανείων, λόγω των δύο κρίσεων;
Τα υψηλότερα επιτόκια σημαίνουν χαμηλότερη ζήτηση και χαμηλότερες επενδύσεις. Έχει ήδη διατυπωθεί κριτική στις Κεντρικές Τράπεζες που προχωρούν με γοργές αυξήσεις επιτοκίων, ότι τουλάχιστον στην Ευρώπη οι πληθωριστικές πιέσεις δεν οφείλονται τόσο σε υπερβάλλουσα ζήτηση όσο σε διαταραχή της προσφοράς η οποία για να αποκατασταθεί θα απαιτούσε επιπλέον επενδύσεις ιδίως στο χώρο της ενέργειας. Οι οποίες όμως γίνονται δυσκολότερες με ένα υψηλότερο κόστος επιτοκίων. Σε κάθε περίπτωση πάντως πρέπει να αναμένουμε ότι τις επόμενες λίγες εβδομάδες, δηλαδή τέλος Οκτωβρίου η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αυξήσει τα επιτόκια μάλλον κατά 75 μονάδες βάσης.
Στην Ελλάδα, το 2022 η πιστωτική επέκταση κινήθηκε σε καλά επίπεδα. Κρίνοντας από τα στοιχεία της δικής μας τράπεζας περιμένουμε αύξηση των δανειακών υπολοίπων προς επιχειρήσεις περίπου κατά 3 δισεκατομμύρια ευρώ, με το μεγαλύτερο ποσοστό να προορίζεται σε επενδύσεις.
Εύλογα θα αναρωτηθείτε. Δεν υπάρχει ορατός πλέον κίνδυνος, αυτή η επενδυτική τάση να επιβραδυνθεί από την αύξηση στο κόστος χρήματος. Όπως είπαμε ναι. Αλλά στην Ελλάδα έχουμε ένα εργαλείο που λέγεται Ταμείο Ανάκαμψης το οποίο εν μέρει αμβλύνει το πρόβλημα αυτό. Όπως γνωρίζετε για το 50% των δανειακών κεφαλαίων κάθε επένδυσης που εντάσσεται σε αυτό, το επιτόκιο είναι χαμηλό και σταθερό για όλη τη διάρκεια της επένδυσης.
Για παράδειγμα για τα 1,5 δις επενδυτικά πλάνα που έχουν ήδη συμβασιοποιηθεί, εξασφαλίστηκε επιτόκιο 0,90% σταθερό, για όλη τη διάρκεια της επένδυσης. Δηλαδή για 5, 7 ή 12 χρόνια. Το επιτόκιο αυτό φυσικά θα αυξηθεί για τα επόμενα έργα που θα συμβασιοποιηθούν στο άμεσο μέλλον, θα παραμείνει όμως εξαιρετικά ελκυστικό και κυρίως σταθερό για όλη τη διάρκεια της επένδυσης. Αρα ενθαρρύνουμε τις επιχειρήσεις να δοκιμάσουν να μπουν στο Ταμείο.
Σχετικά με τον κίνδυνο δημιουργίας μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων. Ασφαλώς, και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για αυτό οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί είναι σε μεγάλη πίεση. Υπάρχει πίεση στο καλάθι της νοικοκυράς, υπάρχει πίεση στις τιμές ενέργειας και πλέον λόγω της αύξησης επιτοκίων τα νοικοκυριά θα πρέπει να καταβάλουν πλέον υψηλότερη δόση για τα δάνεια τους. Επομένως ο κίνδυνος αύξησης των επισφαλειών είναι υπαρκτός και εμείς οι τράπεζες πρέπει να το παρακολουθούμε αυτό πάρα πολύ στενά. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, μιλώντας με στοιχεία για τους πρώτους εννέα (9) μήνες του 2022, δεν έχουμε δει κάποιες ανησυχητικές ενδείξεις.
Υπάρχουν επίσης κάποια γεγονότα στην οικονομία που αξιολογούνται θετικά από πιστωτικής πλευράς:
- Η ανάπτυξη της οικονομίας, που όπως είπαμε ήταν μια ευχάριστη έκπληξη για φέτος ενώ και το 2023 περιμένουμε θετικό πρόσημο στην ανάπτυξη,
- Η σταθερή μείωση της ανεργίας,
- Οι καταθέσεις σε ονομαστικές τουλάχιστον τιμές σε σχέση με τις αρχές του 2022 και παρόλες τις πληθωριστικές πιέσεις, όχι μόνο δεν έχουν μειωθεί αλλά έχουν αυξηθεί,
- Οι τιμές των ακινήτων, που οπωσδήποτε επιδρούν θετικά στη διάθεση του δανειολήπτη να εξυπηρετήσει το δάνειο του, έχουν κινηθεί έντονα ανοδικά τα δύο τελευταία χρόνια και δε διαβλέπω κάποια σημεία υποχώρησης των τιμών αυτών.
Επομένως αυτά είναι στοιχεία που είναι στη θετική πλευρά. Σίγουρα πρέπει να παρακολουθήσουμε με προσοχή το φαινόμενο αλλά πιστεύω πως ακόμη κι αν έχουμε αύξηση των επισφαλειών το 2023 θα είναι σε ποσά διαχειρίσιμα, σίγουρα δεν θα πάμε σε μια νέα γενιά κόκκινων δανείων.
Ερώτηση: Επενδυτική βαθμίδα-το Ιερό Δισκοπότηρο της κυβέρνησης. Πότε βλέπετε να επιτυγχάνεται, μετά την επιβράδυνση που είχαμε τελευταία με τη Moody’s και την DBRS. Μετά τις εκλογές; Προϋποθέσεις.
Κα Χρυσολωρά επιτρέψτε μου να θυμίσω τη συζήτηση που είχαμε πέρυσι στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών. Είχα πει τότε ότι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας δεν ήταν οικονομικός, αλλά πρέπει να είναι εθνικός στόχος. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο σήμερα, που οι προκλήσεις έχουν αυξηθεί. Τα αριθμητικά στοιχεία επί του παρόντος δεν απέχουν πολύ από την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας, απόδειξη πως σε δύο από τους τέσσερις οίκους είμαστε μόνο μια κλίμακα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Νομίζω πως εάν δεν υπήρχαν οι εξωτερικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα, εφόσον δεν υπήρχε ο πόλεμος στην Ουκρανία, η αυξημένη μεταβλητότητα στις αγορές, ενδεχομένως να μπορούσαμε να είχαμε την επενδυτική βαθμίδα μέσα στο χρονικό παράθυρο που είχαμε προσδιορίσει πέρσι, δηλαδή στις αρχές του 2023.
Σημειώνω τα ακόλουθα στοιχεία, τα οποία έχουν εξελιχθεί προς το θετικότερο σε σχέση με την περσινή μας συζήτηση.
- Πέρσι δεν αναμέναμε ότι η ανάπτυξη του 2022 θα κινηθεί κοντά στο 6% και επίσης θα παραμείνει θετική και το 2023 παρά τις εξωτερικές δυσκολίες που υπάρχουν
- Οι ξένες άμεσες επενδύσεις εκπλήσσουν στο θετικό. Βρισκόμαστε σε επίπεδα ρεκόρ 20ετίας, δείχνουν μια εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών για την ελληνική οικονομία που είναι ένας παράγοντας που οι οίκοι αξιολόγησης λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους.
- Η απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων κινείται με μεγαλύτερη ταχύτητα από ότι στο παρελθόν και νομίζω πηγαίνει και με καλύτερη στόχευση σε σχέση με το παρελθόν
- Τα φορολογικά έσοδα, κυρίως λόγω πληθωρισμού, πηγαίνουν πολύ καλύτερα από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού
- Πάλι λόγω πληθωρισμού έχουμε μια σημαντικότερη υποχώρηση του λόγου του χρέους προς ΑΕΠ, κοντά στα επίπεδα του 170%, φυσικά πριν συνυπολογίσουμε την επίπτωση που ενδεχομένως έρθει από τη Eurostat λόγω των εγγυήσεων του Ηρακλή.
- Το τραπεζικό σύστημα ήταν συνεπές στο να τηρήσει τη δέσμευση που είχε αναλάβει να πάμε σε μονοψήφιο δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων εντός του 2022.
Αυτά είναι όλα θετικά στοιχεία τα οποία δεν τα είχαμε πέρσι και σήμερα είναι παρόντα. Θα μου πείτε βέβαια πως σήμερα υπάρχει το στοιχείο της πολιτικής αβεβαιότητας το οποίο επιβαρύνει ενδεχομένως την ψυχολογία στις αγορές, επιβαρύνει την ψυχολογία των επενδυτών αλλά νομίζω στη χώρα μας έχουμε επιλύσει το θέμα αυτό στο πλαίσιο των δημοκρατικών θεσμών τον τελευταίο μισό αιώνα και με τον ίδιο τρόπο, τον Α ή Β τρόπο θα το επιλύσουμε και τώρα.
Θα ήθελα να προτείνω πως καλό θα ήταν να εκπλήξουμε θετικά τις αγορές και τους οίκους επιτυγχάνοντας ένα έλλειμα για το 2022, χαμηλότερο ακόμη και από την αναθεώρηση που είδαμε στο προσχέδιο του προϋπολογισμού. Η αρχική πρόβλεψη ήταν 2%, η αναθεώρηση ήταν στο -1,7%, νομίζω υπάρχει δυνατότητα λόγω των πολύ σημαντικών φορολογικών εσόδων να πάμε ακόμη χαμηλότερα.
Και πρέπει να το κάνουμε αυτό να δώσουμε ένα μήνυμα προς τα έξω. Και φυσικά πρέπει να τηρήσουμε τη δέσμευση, που είναι πολύ σοβαρή δέσμευση, ότι η χώρα θα κινηθεί σε θετικά πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια. Νομίζω πως η χώρα έχει μια ευκαιρία, δεν πρέπει για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας να απωλέσουμε την ευκαιρία αυτή. Πρέπει να πάμε στην επενδυτική βαθμίδα.
Ερώτηση: Πώς προβλέπετε να εξελιχθεί η απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης; Θα αξιοποιήσει η Ελλάδα τα δάνεια και σε τι είδους επενδύσεις;
Να συμφωνήσω με τον κ. Γιαννίτση πόσο κρίσιμος είναι τομέας των επενδύσεων για το οικονομικό μέλλον της χώρας. Υπάρχει ιδίως τα τελευταία χρόνια, αλλά ακόμη απέχουμε πολύ από εκεί που θέλουμε να βρεθούμε. Τώρα όσον αφορά στο Ταμείο Ανάκαμψης νομίζω πως η εικόνα που βλέπουμε μέχρι τώρα είναι ιδιαίτερα θετική. Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες -αν όχι η πρώτη- χώρα που κατέθεσε το σχετικό πρόγραμμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ήταν από τις πρώτες που ζήτησαν και έλαβαν την πρώτη δόση των ποσών που της αναλογούν και ήδη υπέβαλε αίτηση και για τη δεύτερη δόση.
Θα ήθελα να κάνω μια ειδική αναφορά στη χρήση του τμήματος του Ταμείου Ανάκαμψης που είναι τα δάνεια όπου η χώρα μας έχει μια προσέγγιση πολύ διαφορετική από τις υπόλοιπες χώρες, μια προσέγγιση που πραγματικά μέχρι στιγμής δουλεύει πάρα πολύ καλά. Ουσιαστικά το Δημόσιο εκχώρησε στον ιδιωτικό τομέα την διαχείριση των κεφαλαίων αυτών. Τράπεζες, ελεγκτικές εταιρείες και επιχειρήσεις συνεργάζονται αρμονικά– χωρίς την παρέμβαση του Δημοσίου και της γραφειοκρατίας του, με αποτέλεσμα να βλέπουμε καλές εκταμιεύσεις και καλή πρόοδο στα επενδυτικά έργα τα οποία υπάγονται στο Ταμείο Ανάκαμψης.
Με βάση τα στοιχεία που είδαμε πριν από λίγες μέρες ήδη 150 επενδυτικά σχέδια, με συνολικό προϋπολογισμό κοντά στα 7 δισ. ευρώ, έχουν ήδη υπαχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης ενώ η εκτίμηση μας είναι ότι έως το τέλος του έτους τα 7 θα έχουν γίνει 10. Δεν είναι όμως μόνο το Ταμείο Ανάκαμψης. Σε λίγες εβδομάδες θα έχουμε την προκήρυξη του ΕΣΠΑ, θα έρθει 1 δισ. για μικρές επιχειρήσεις εκεί που θα είναι κυρίως σε δύο δράσεις, ψηφιακό μετασχηματισμό και πράσινη μετάβαση. Αυτό με την κατάλληλη μόχλευση μπορεί να δώσει 2 ή 2,5 δις. επενδύσεις, άρα είμαι αισιόδοξος πως και το 2023 θα κινηθούμε θετικά στην κατεύθυνση αυτή.
Πριν κλείσω να πω ότι είναι σημαντικό ότι ο τραπεζικός κλάδος είναι πολύ πρόθυμος αυτή τη στιγμή, υπάρχει έντονος ανταγωνισμός στη χρηματοδότηση αυτών των επενδυτικών έργων. Νομίζω ότι δικαιώνεται η επιλογή για εμπροσθοβαρή εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών. Η Eurobank ήταν η πρώτη τράπεζα που ξεκίνησε την εμπροσθοβαρή μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τέλη του 2018, αρχές του 2019 και η τάση αυτή επιταχύνθηκε και με το Πρόγραμμα Ηρακλής. Είναι ευτύχημα που στο σημερινό περιβάλλον έχουμε αφήσει πίσω αυτό το πρόβλημα γιατί φανταστείτε μέσα σε ένα περιβάλλον διεθνούς αστάθειας, οι τράπεζες να μην μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στη χρηματοδότηση των επενδυτικών έργων της οικονομίας.