Η περίοδος από τα τέλη Φεβρουαρίου 2022 μέχρι σήμερα χαρακτηρίζεται από την όξυνση της ενεργειακής κρίσης λόγω των πολεμικών επιχειρήσεων στο μέτωπο της Ουκρανίας και των συνεπακόλουθων κυρώσεων στη Ρωσία από τις χώρες της Δύσης. Παράλληλα, τα περιοριστικά μέτρα που εφαρμόζονται στην Κίνα για την καταπολέμηση της πανδημίας δημιουργούν επιπρόσθετα εμπόδια στο διεθνές εμπόριο και εν τέλει στην προσφορά.
Οι εν λόγω πραγματικές διαταραχές (real shocks) αναμένεται να έχουν επιπτώσεις στον ρυθμό μεγέθυνσης των περισσοτέρων οικονομιών παγκοσμίως. Σύμφωνα με τις προκαταρτικές εκτιμήσεις της Eurostat, ο τριμηνιαίος πραγματικός ρυθμός μεγέθυνσης στην Ευρωζώνη επιβραδύνθηκε οριακά στο 0,2% το 1ο τρίμηνο 2022 από 0,3% το 4ο τρίμηνο 2021 (βλέπε Σχήμα 1).
Στις 7 από τις 11 χώρες της ΕΕ-27 για τις οποίες η Eurostat παρέθεσε στοιχεία, η τριμηνιαία μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ κατέβασε ταχύτητα το 1ο τρίμηνο 2022, σε άλλες ήπια (Βέλγιο και Τσεχία) σε άλλες περισσότερο απότομα (Ισπανία και Γαλλία), σε δύο ήταν αρνητική (Ιταλία και Σουηδία) και μόνο σε τρεις ισχυρά θετική (Λετονία, Αυστρία και Πορτογαλία).
Στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας, η διαταραχή της ανόδου των τιμών ενέργειας αποτυπώνεται ήδη στη χειροτέρευση του ισοζυγίου εμπορευμάτων λόγω της αύξησης των τιμών εισαγωγών σε σχέση με τις αντίστοιχες των εξαγωγών, στην επιβράδυνση της παραγωγής στη μεταποίηση λόγω της ενίσχυσης του κόστους παραγωγής και στην επιδείνωση του οικονομικού κλίματος και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης λόγω της μεγάλης αύξησης του πληθωρισμού.
Τα εν λόγω αποτελέσματα αναμένεται να αντισταθμίσουν σε έναν βαθμό τη θετική επίδραση στον ρυθμό μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας το 2022, 1ον από τη στατιστική επίδραση βάσης του 2021, 2ον από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και 3ον από την ισχυρή ανάκαμψη της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης.
Σε ιστορικό υψηλό για δεύτερο τρίμηνο στη σειρά η διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου εμπορευμάτων
Η ελληνική οικονομία λόγω του υψηλού βαθμού εξάρτησής από τις εισαγωγές ενέργειας επωμίζεται ένα σημαντικό κόστος από την αύξηση των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η διατήρηση του ίδιου επιπέδου εισαγωγών απαιτεί τη θυσία περισσότερων πόρων. Σύμφωνα με τα στοιχεία εμπορευματικών συναλλαγών της ΕΛΣΤΑΤ, οι εξαγωγές εμπορευμάτων (ζήτηση εγχώριων προϊόντων από την αλλοδαπή) διαμορφώθηκαν στα €11,6 δισεκ. σε τρέχουσες τιμές το 1ο τρίμηνο 2022, ενισχυμένες σε ετήσια βάση κατά 32,0% ή €2,8 δισεκ.
Την ίδια περίοδο, οι εισαγωγές εμπορευμάτων (ζήτηση προϊόντων της αλλοδαπής από εγχώριους φορείς) ανήλθαν στα €20,1 δισεκ. σε τρέχουσες τιμές, καταγράφοντας ετήσια αύξηση 48,3% ή €6,5 δισεκ. Η εν λόγω μεταβολή προήλθε κατά 46,6% από τα πετρελαιοειδή (€3,0 δισεκ.) και κατά 53,1% από την κατηγορία των εκτός πετρελαιοειδών και πλοίων (€3,5 δισεκ.), αντανακλώντας την άνοδο των τιμών του πετρελαίου και το υψηλό περιεχόμενο των εισαγωγών στις συνιστώσες της εγχώριας ζήτησης και στις εισροές της εγχώριας παραγωγής.
Ως εκ τούτου, το έλλειμμα του ισοζυγίου εμπορευμάτων διευρύνθηκε σε ετήσια βάση κατά 78,7% ή €3,7 δισεκ το 1ο τρίμηνο 2022. Το προαναφερθέν άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στις εισαγωγές και τις εξαγωγές εμπορευμάτων είναι το υψηλότερο που έχει καταγραφεί στο διάστημα από τον Ιανουάριο 2005 μέχρι τον Μάρτιο 2022. Το αμέσως προηγούμενο ιστορικό υψηλό σημειώθηκε το 4ο τρίμηνο 2021, δηλαδή το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο, με διεύρυνση του ελλείμματος κατά €3,3 δισεκ. (βλέπε Σχήμα 2). Ως εκ τούτου, το ισοζύγιο εμπορευμάτων εκτιμάται ότι θα έχει αρνητική συνεισφορά στον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης του 1ου τριμήνου 2022, όπως συνέβη το 4ο τρίμηνο 2021.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου.