Τα τελευταία 16 χρόνια η ελληνική οικονομία διανύει έναν μεγάλο, τόσο σε διάρκεια όσο και σε ένταση, οικονομικό κύκλο. Μετά την κορύφωση της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας το 2007, επίδοση που συνοδεύτηκε από υψηλά και παρατεταμένα ελλείμματα στο δημοσιονομικό και το εξωτερικό ισοζύγιο, ακολούθησε η μεγάλη προσαρμογή και ύφεση της 6τίας 2008-2013 (βλέπε Σχήμα 1).[1]
Στη συνέχεια, η ελληνική οικονομία παγιδεύτηκε σε ένα μονοπάτι στασιμότητας, από το οποίο άρχισε σταδιακά να εξέρχεται τη διετία 2018-2019, επιτυγχάνοντας ωστόσο σχετικά χαμηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης. Το 2020 η διαταραχή της πανδημίας προκάλεσε βαθιά ύφεση τόσο στην Ελλάδα όσο και στις περισσότερες οικονομίες της Ευρωζώνης, ακολουθούμενη τη διετία 2021-2022 από ισχυρή ανάκαμψη, με το σύνολο των προαναφερθεισών οικονομιών, πλην της Ισπανίας, να υπερκαλύπτει τις απώλειες της πανδημίας.[2] Τέλος, το α’ εξάμηνο 2023 η ελληνική οικονομία συνέχισε να μεγεθύνεται (2,4% YoY), υπεραποδίδοντας έναντι της Ευρωζώνης (0,8% ΥοΥ).
[1] Σύμφωνα με τους εθνικούς λογαριασμούς της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), το πραγματικό ΑΕΠ στην Ελλάδα από τα €239,7 δισεκ. το 2007 μειώθηκε στα €175,9 δισεκ. το 2013 (-€63,8 δισεκ., -26,6%).
[2] Την καλύτερη επίδοση πέτυχε η Κροατία με αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ το 2022 σε σύγκριση με το 2019 κατά 9,8% και ακολούθησαν: η Μάλτα (9,2%), η Σλοβενία (9,0%), η Λιθουανία (8,1%), η Κύπρος (8,0%), η Εσθονία (6,2%), το Λουξεμβούργο (5,9%), η Ολλανδία (5,3%), η Λετονία (4,7%), η Ελλάδα (4,5%), το Βέλγιο (3,9%), η Πορτογαλία (3,2%), η Σλοβακία (3,0%), η Αυστρία (2,7%), η Φινλανδία (2,7%), η Ευρωζώνη (2,4%), η Γαλλία (1,0%), η Ιταλία (1,0%), η Γερμανία (0,6%) και η Ισπανία (-1,3%).
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο Eurobank 478_7DE_6_10_23