Οι επενδύσεις δεν έρχονται με ευχές – Γράφει ο Χάρης Θεοχάρης

H κυβέρνηση αναλώνεται συνεχώς σε μια διαπραγμάτευση. Πότε με το ΔΝΤ, πότε με τον κ. Σόιμπλε, πότε με τους υπόλοιπους θεσμούς για τα μέτρα που πρέπει ή δεν πρέπει να παρθούν.

Δυστυχώς για εκείνη, πλησιάζει η ώρα που οι αυταπάτες της θα έρθουν να συντρίψουν τα σχέδιά της.

Γιατί η χώρα δε χρειάζεται λιγότερα ή περισσότερα μέτρα. Ούτε και η ελάφρυνση του χρέους είναι αυτή τη στιγμή το κυρίαρχο ζήτημα γιατί τα αποτελέσματα δε θα φανούν άμεσα στην καθημερινότητα των πολιτών.

Η χώρα χρειάζεται δουλειές

Κανονικές δουλειές. Όχι μαύρη εργασία. Όχι άλλα να γράφονται στα χαρτιά και άλλα να δείχνει η πραγματικότητα.

Για να έρθουν όμως οι δουλειές αυτές, πρέπει να γίνουν επενδύσεις

Και για να γίνουν επενδύσεις, χρειάζονται συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Για αυτές τις προϋποθέσεις δείχνει να αδιαφορεί η κυβέρνηση ή ενδεχομένως και να αγνοεί ποιες είναι. Συνεπώς, μοιραία, όταν θα προσπαθήσει να πουλήσει στον ελληνικό λαό το δικό της success story, θα προσκρούσει στο γεγονός ότι οι πολίτες δε διαπιστώνουν καμία βελτίωση των οικονομικών συνθηκών. Φαινόμενο συχνό για κυβερνήσεις που είναι αποκομμένες από την κοινωνία και τα πραγματικά της προβλήματα.

Ποιες είναι όμως αυτές οι προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση επενδύσεων;

Πρώτον, το σταθερό πολιτικό περιβάλλον. Δεν είναι δυνατόν την επομένη των εκλογών να συζητάμε για το πότε θα ξαναγίνουν εκλογές. Σε κάθε χώρα η προεκλογική περίοδος σταματάει τις διαδικασίες των αποφάσεων από τη δημόσια διοίκηση καθώς αναμένουν τις νέες πολιτικές κατευθύνσεις. Όμως ειδικά στην Ελλάδα, η παράλυση διαρκεί πολύ περισσότερο και είναι πολύ μεγαλύτερη γιατί η δημόσια διοίκηση εξαρτάται από το κυβερνών κόμμα.

Πρέπει επιτέλους συνταγματικά να κατοχυρώσουμε σταθερή κυβερνητική θητεία και να απογαλακτίσουμε το δημόσιο από την κομματική κηδεμονία.

Δεύτερον, γρήγορη και αμερόληπτη απονομή δικαιοσύνης. Η Δικαιοσύνη δημιουργεί την εμπιστοσύνη που είναι βασική επιχειρηματική προϋπόθεση. Το κόστος του επιχειρείν αυξάνει αν δε μπορείς να αναγκάσεις τον αντισυμβαλλόμενο να τηρήσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε στo πλαίσιo της συνεργασίας. Το αποτέλεσμα είναι να ευνοούνται οι « κακοί επιχειρηματίες» που ξέρουν πως θα είναι δύσκολο να κυνηγηθούν από τον καλόπιστο επιχειρηματία.

Και εδώ τα προβλήματα είναι βαθύτερα και φτάνουν ως το Σύνταγμα και την κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης που στη χώρα μας είναι προβληματική. Οι απλοποιήσεις των δικονομικών κωδίκων, η καλύτερη προστασία του καλόπιστου μέρους μιας συναλλαγής, η υποστήριξη σε υλικό επίπεδο και σε έμψυχο δυναμικό μπορούν να δώσουν λύσεις μόνιμου χαρακτήρα.

Τρίτον, σταθερό νομικό και κανονιστικό περιβάλλον. Στα χρόνια του μνημονίου τα πράγματα χειροτέρεψαν. Η συνεχής αλλαγή του πλαισίου δεν επιτρέπει μακροχρόνιο σχεδιασμό και αποτρέπει την επιχειρηματική προσπάθεια λόγω αβεβαιότητας.

Η εμπέδωση της πεποίθησης πως δε γίνονται βιαστικές κινήσεις μπορεί να επέλθει μόνο σταδιακά από την πρακτική κυβερνήσεων που δε θα αιφνιδιάζουν.

Τέταρτον, μειωμένη γραφειοκρατία. Το κόστος της γραφειοκρατίας καθιστά πολλά επενδυτικά σχέδια ασύμφορα.

Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στην προσπάθεια μείωσης της γραφειοκρατίας. Από την εμπειρία μου, οι αλλαγές που κάναμε στην ΓΓΠΣ και στην ΓΓΔΕ είχαν και έχουν θετικότατη απήχηση και συνεπώς δε δικαιολογείται καμία κυβέρνηση να μην προωθεί την ηλεκτρονική διακυβέρνηση.

Πέμπτον, έλλειψη διαφθοράς. Η διαφθορά αποτελεί τροχοπέδη και παράγοντα στρέβλωσης της οικονομικής δραστηριότητας.

Είναι εξαιρετικά πολύπλοκη η μεθοδολογία καταπολέμησης της διαφθοράς και χρήζει ξεχωριστής ανάλυσης. Όμως επιγραμματικά μπορούμε να δώσουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορεί να αντιμετωπιστεί: ηλεκτρονικά εργαλεία στους πολίτες, ανεξαρτησία δικαιοσύνης, ανεξαρτησία ΜΜΕ, μείωση γραφειοκρατίας, άνοιγμα εμπορίου, διαφανείς προϋπολογισμοί.

Έκτον, μειωμένους φόρους και κόστη. Η σημερινή υπερφορολόγηση και ιδιαίτερα οι νέες αυξημένες εισφορές, οδηγούν σε αποεπένδυση (μεταφορά επιχειρήσεων στο εξωτερικό), αντί σε νέες επενδύσεις.

Πρέπει για μεγάλο χρονικό διάστημα να στοχεύσουμε στην μείωση του κόστους του δημοσίου και την αντίστοιχη μεταφορά των πόρων στη μείωση της φορολογίας και των εισφορών.

Τέλος, αποτροπή οικονομικών εκπλήξεων. Οι πιθανότητες γεγονότων- όπως το Grexit ή μια ενδεχόμενη πτώχευση της χώρας μας -αποθαρρύνουν τα όποια επιχειρηματικά σχέδια. Χαρακτηριστική ήταν η περίοδος του 2012 που κάθε σκέψη για επενδύσεις είχε παγώσει στην πιθανότητα του Grexit.

Η κυβέρνηση προσπαθεί να καλύψει τον έβδομο αυτόν παράγοντα με τη συζήτηση περί χρέους.

Όπως είδαμε το ζήτημα αυτό έχει τη σημασία του, όμως δεν είναι το σημαντικότερο για τη χώρα μας. Αν μη τι άλλο, αν είναι να μιλάμε για χρέος, ίσως καλύτερα να μιλούσαμε περισσότερο για το τεράστιο ιδιωτικό, εσωτερικό χρέος και πώς θα μπορούσαμε να το μειώσουμε διασώζοντας τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Αλλά αυτό προϋποθέτει μια κυβέρνηση που καταλαβαίνει τα προβλήματα των πολιτών και κυρίως, ξέρει πώς να τα λύσει.

 

Προηγούμενο άρθροΑλέξης, Πάνος κι οι υποκριτές «53»… – Γράφει ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Επόμενο άρθροΟ Γιάννης Καφάτος σχολιάζει την επικαιρότητα που μερικές φορές είναι από μόνη της επιθεωρησιακό νούμερο. (και όταν δεν είναι την κάνει!)