Είναι λογικό, θεμιτό και αναμενόμενο να γίνεται λόγος για τις εκλογές στον δήμο Αλεξάνδρειας, σύμφωνα με την απόφαση Α7/2024 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Βέροιας.
Απαιτείται όμως κατά την γνώμη μου άνεση χρόνου, για να μπορέσουν διαχυθούν στην κοινωνία οι αιτίες για τις οποίες αμφισβητούνται οι τελευταίες εκλογές στον δήμο μας (που μέχρι τώρα συγκαλύπτονται).
Οι βεβιασμένες κινήσεις και η άμεση εκ νέου προσφυγή στις κάλπες, θα θολώσουν ακόμα περισσότερο το τοπίο. Κανονικά λοιπόν, και εφόσον έχουμε νέες εκλογές, θα περίμενε κανείς να καταρτιστούν και νέοι συνδυασμοί. Αυτό θα λειτουργούσε πρώτιστα προς όφελος του αισθήματος εκπροσώπησης, εφόσον δυνητικά ο καθένας θα ήταν σε θέση και πάλι να θέσει υποψηφιότητα. Βέβαια τότε ποιούς/ποιές θα βρίσκατε να βάλετε για δεύτερη φορά στα ψηφοδέλτιά σας; Το καλό με το να συμμετέχεις στις εκλογές είναι ότι κανείς δεν μπορεί πια να σε πείσει ότι όλα είναι τόσο ωραία όσο φαίνονται. Ευτυχώς λοιπόν που ο νόμος προβλέπει την επανάληψη των εκλογών και όχι την διενέργεια κατ’ εξαίρεση νέων εκλογών. Έζησα την προεκλογική περίοδο του 2023 εκ των έσω και είμαι σε θέση να πω ότι τα 2/3 των υποψηφίων όλων των συνδυασμών είναι κατά 50% επαγγελματίες του είδους και κατά 50% μπάζα, που στην γλώσσα του πολιτικού καφενείου πάει να πει υποψηφιότητες που έδωσαν απλά το όνομά τους. Δεν τους είδε ποτέ κανείς.
Εκτός όμως των νομικών θεμάτων, υπάρχει ένα επιπλέον ζήτημα και θα πρέπει να το δούμε. Αυτό δεν είναι άλλο από την ποινικοποίηση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Κατά την γνώμη μου, είναι λάθος να αποφασίζει ένα δικαστήριο για το ποιός μπορεί και ποιός δεν μπορεί να συμμετάσχει στις εκλογές, και σε αυτή την κατεύθυνση, αργά ή γρήγορα, θα δούμε και άλλες αμφισβητήσεις εκλογικών διαδικασιών και αποτελεσμάτων. Ήδη και πριν από την εξέλιξη στον δήμο μας υπήρξε το ζήτημα Κασιδιάρη, που για να μην γελιόμαστε, ο κ. Κασιδιάρης εκπροσωπείται σήμερα και στην Βουλή και στην κοινωνία με άλλους τρόπους, παρά δηλαδή τον αποκλεισμό του από τον Άρειο Πάγο. Κανένα δικαστήριο δεν μπορεί να σταματήσει τις εξελίξεις. Αυτό που το δικαστήριο καλείται να κάνει είναι να προλάβει τις εξελίξεις. Αυτές τις εξελίξεις, εν προκειμένω στον δήμο μας, δεν τις πρόλαβε. Ακόμα λοιπόν και αν το ΣτΕ κάνει δεκτή την αίτηση αναίρεσης της απόφασης Α7/2024 και συνεπώς δεν πάμε σε επαναληπτικές εκλογές, οι εξελίξεις τρέχουν ήδη και δεν είναι καθόλου θετικές.
Είναι αλήθεια ότι υπάρχει (και διογκώνεται) το αίσθημα της μη εμπιστοσύνης απέναντι στους θεσμούς, άρα και στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης. Αυτό είναι σωστό. Είναι δηλαδή υγιές. Δείχνει ότι η κοινωνία έχει αντανακλαστικά, μνήμη και θυμικό. Κι εγώ το ίδιο θα σου πω αν με ρωτήσεις. Δεν εμπιστεύομαι την ελληνική δικαιοσύνη. Δεν εμπιστεύομαι ένα σύστημα μέσα στο οποίο μπορείς να δικαιωθείς μόνο αν έχεις χρήματα και διάσημο δικηγόρο, αν έχεις τύχη, μέσον, κλπ. Δεν θέλω να πω ότι δεν υπάρχουν σωστές αποφάσεις, απλά λέω ότι δεν έχουν υπάρξει για εμένα. Πρέπει βέβαια να πούμε ότι υπάρχουν μέλη του δικαστικού σώματος που διώχθηκαν με τον άλφα ή βήτα τρόπο, ενώ απειλήθηκε ακόμα και η ζωή τους, ώστε να μην ασχοληθούν με υποθέσεις δημοσίου συμφέροντος (Novartis, Siemens, κλπ.). Την ίδια στιγμή όμως, δεκάδες συνάδελφοί τους δέχτηκαν να υπηρετήσουν μια δικαιοσύνη μη ανεξάρτητη και μη αμερόληπτη (τα παραδείγματα πολλά). Έτσι, ένα σύστημα που επιτρέπει στους διεφθαρμένους να ενυπάρχουν μέσα σε αυτό και να το διοικούν κιόλας, άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο, είναι εκ των πραγμάτων αποτυχημένο. Οπωσδήποτε πάντως, η απόφαση Α7/2024 αναγνωρίζει με την νομική της γλώσσα ότι η κ. Κουρκουτά όντως αδικήθηκε.
Σε κάθε περίπτωση, οι εκλογές -παρά την αποτυχία του πολιτικού συστήματος- είναι μια “ευκαιρία” να απαιτήσουμε μια καλύτερη καθημερινότητα. Η δε δικαίωση της Δώρας Κουρκουτά ήταν επιβεβλημένη, υπό την έννοια ότι ο/η δικαστής έπρεπε εξ αρχής να αποφασίσει στην βάση του ότι στο πρόσωπο ενός επικεφαλής συνασπίζονται τα αιτήματα χιλιάδων πολιτών. Άρα η απόρριψη της Δώρας Κουρκουτά ήταν επί της ουσίας απόρριψη μιας μεγάλης κοινωνικής μερίδας, των αναγκών της και των επιλογών της. Δια τούτο και δεν πρέπει να επαναληφθεί. Είναι άλλο να απορρίπτονται μεμονωμένοι υποψήφιοι, που και αυτό όπως προανέφερα είναι λάθος κατά την γνώμη μου, έστω και εν μέρει, και άλλο να απορρίπτονται ολόκληροι συνδυασμοί. Η γνώμη μου είναι ότι η πλευρά του δημάρχου θα απορριφθεί από το ΣτΕ, υπό την έννοια ότι η απόφαση Α7/2024 βασίζεται στην πάγια νομολογία του ανώτατου δικαστηρίου. Βέβαια από το ΣτΕ τα έχουμε δει όλα, μέχρι και την απόφαση με μία ψήφο διαφορά υπέρ της απόσπασης του βυζαντινού μνημειακού συνόλου της οδού Ελευθερίου Βενιζέλου στην Θεσσαλονίκη, τμήματος της ρωμαϊκής Εγνατίας Οδού που περνούσε από τις αυτοκρατορικές επαρχίες της Μακεδονίας και της Θράκης και κατέληγε στην Κωνσταντινούπολη. Η Εγνατία Οδός ήταν ένας από τους μεγαλύτερους στρατιωτικούς και εμπορικούς δρόμους του αρχαίου κόσμου, ενώ ιδιαίτερα στους νομούς Ξάνθης και Ροδόπης η διαδρομή της αρχαίας Οδού ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με την σύγχρονη Εγνατία. Εμείς φυσικά χτίζουμε και γκρεμίζουμε ό,τι γουστάρουμε, επειδή εμείς εφηύραμε τον πολιτισμό.
Είναι γεγονός ότι η Δώρα Κουρκουτά είχε λιγότερες γυναικείες υποψηφιότητες από όσες ορίζει ο νόμος, έστω έως και τις 31 Αυγούστου, αλλά κανένας δεν κάθισε να δει το γιατί. Μήπως επειδή ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται να θέσει υποψηφιότητα; Ίσως εδώ είναι το πιο μελανό σημείο όλης της υπόθεσης. Αυτό φυσικά το γνωρίζει ο αντίπαλος και κινείται αναλόγως. Λυπηρός είναι, τέλος, ο κατήφορος του δημοσίου διαλόγου στον δήμο μας, όπως τουλάχιστον αποτυπώνεται στις ανακοινώσεις της παράταξης του δημάρχου, με αποδέκτη κατά βάση την προσωπικότητα της αντιπάλου του και όχι την πολιτική της ατζέντα. Το πιο λυπηρό απ’ όλα όμως είναι ότι υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν ρωγμές στις δικλείδες ασφαλείας των κανόνων που διέπουν τις ζωές μας. Στο βάθος φαίνεται σαν κάποιοι να έχουν εργαστεί καλά ως προς αυτό.
O κ. Γ. Τσίπης έχει διατελέσει αιρετός τοπικός σύμβουλος νέων του πρώην δήμου Αντιγονιδών.