Κυρίες και κύριοι,
Να ευχηθώ σε όλους και όλες καλή χρονιά.
Το 2018 είναι το έτος κατά το οποίο, κλείνει οριστικά και αμετάκλητα, η σκληρή περίοδος των μνημονίων και της λιτότητας, η οποία αφήνει, όμως μεγάλες πληγές στην ελληνική κοινωνία και οικονομία.
Όμως, από το τελευταίο τρίμηνο του 2018 και έπειτα, η Ελλάδα θα επιταχύνει τα βήματα προς την ανάκαμψη της οικονομίας αλλά βεβαίως και την αποκατάσταση των αδικιών που προκλήθηκαν εντός της προηγούμενης οκταετίας. Αναφέρομαι σε επιτάχυνση αυτής της προσπάθειας και όχι σε αφετηρία, διότι αυτή η αφετηρία βρίσκεται στη μεγάλη προσπάθεια που έχει ξεκινήσει η παρούσα κυβέρνηση την τελευταία τριετία.
Μια προσπάθεια η οποία έχει οδηγήσει στην διαρκή υπεραπόδοση έναντι των δημοσιονομικών στόχων του προγράμματος που συμφωνήθηκε τον Αύγουστο του 2015, την ανάκτηση της εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία και την επίτευξη θετικών ρυθμών ανάπτυξης. Φυσικά, αυτή η θετική πορεία αντανακλάται και σε πολύ απτά, για την καθημερινότητα των πολιτών, αποτελέσματα.
Συγκεκριμένα, στη μείωση της ανεργίας κατά επτά μονάδες και τη δημιουργία 300.000 περισσότερων νέων θέσεων εργασίας, στην αύξηση του μέσου διαθέσιμου εισοδήματος, στην ανασυγκρότηση των δομών του κοινωνικού κράτους και βεβαίως, στην για πρώτη φορά στα χρόνια της κρίσης, έμπρακτη στήριξη των πλέον αδύναμων. Σημειωτέον ότι τις δύο τελευταίες χρονιές, έχουμε παράσχει ποσό που αθροιζόμενο ξεπέρασε τα 2 δις ευρώ και προήλθε από τη δημοσιονομική υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας.
Φυσικά, δεν πρόκειται η παρούσα κυβέρνηση να υποπέσει στην ύβρη των πανηγυρισμών και της αναπαραγωγής φαντασιακών success story, καθώς γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, συνεχίζει να αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες.
Και είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο εργαζόμαστε εντατικά ώστε να κλείσει με ασφάλεια και ομαλότητα, η περιπέτεια στην οποία έβαλαν τη χώρα οι πολιτικές δυνάμεις που αποτελούν συνώνυμο της καταστροφής και της χρεοκοπίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, όπως γνωρίζετε ολοκληρώθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα οι διαπραγματεύσεις για την τρίτη αξιολόγηση. Και την ερχόμενη Δευτέρα, η Εθνική Αντιπροσωπεία θα κληθεί να ψηφίσει το νομοσχέδιο στο οποίο περιλαμβάνονται τα προαπαιτούμενα για την ολοκλήρωση.
Δηλαδή μια σειρά από παρεμβάσεις που αφορούν τα ζητήματα της ενέργειας, του εξορθολογισμού των οικογενειακών επιδομάτων, τα εργασιακά, τα θέματα της υγείας και μια σειρά από ζητήματα διαδικαστικού χαρακτήρα στον τομέα της δημόσιας διοίκησης και του φορολογικού μηχανισμού.
Αυτό που σίγουρα δεν υπάρχει στον ορίζοντα ενόψει της τρίτης αξιολόγησης, είναι νέα δημοσιονομικά μέτρα. Δεν υπάρχει δηλαδή ουδεμία νέα επιβάρυνση προς τους πολίτες, και αυτός αν θέλετε ήταν και ο λόγος για τον οποίο η διαπραγμάτευση προχώρησε και ολοκληρώθηκε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Ακριβώς επειδή απουσίαζαν παράλογες απαιτήσεις, που θα υπονόμευαν εν τέλει την απολύτως επιτυχημένη δημοσιονομική πορεία της χώρας αλλά και την αναπτυξιακή της δυναμική.
Η ψήφιση των προαπαιτούμενων θα ολοκληρωθεί τις επόμενες μέρες και στις 22 Ιανουαρίου θα συγκληθεί το προγραμματισμένο Eurogroup το οποίο θα κληθεί να εγκρίνει την τελική συμφωνία και να δώσει το πράσινο φως στον ESM για την επόμενη εκταμίευση.
Από κει και πέρα, με την τυπική ολοκλήρωση και της τρίτης αξιολόγησης, θα ξεκινήσουν οι προβλεπόμενες διαπραγματεύσεις για την περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, τα οποία θα τεθούν σε εφαρμογή μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018.
Αυτή άλλωστε αποτελεί και την τελευταία σημαντική εκκρεμότητα για τη χώρα, ώστε από τον Αύγουστο και μετά να μπορεί να βρεθεί σε θέση να χρηματοδοτεί τις υποχρεώσεις και τις ανάγκες της, αυτοδύναμα και χωρίς τη στήριξη του επίσημου τομέα.
Η Ελλάδα εισέρχεται στη νέα χρονιά με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις και με μια ιεραρχημένη και επεξεργασμένη στρατηγική εξόδου από την οκταετή περιπέτεια.
Είναι δεδομένο ότι η υλοποίηση αυτής της στρατηγικής προκαλεί παροξυσμό σε αυτούς που βλέπουν το ένα μετά το άλλο τα σενάρια αποσταθεροποίησης να καταλήγουν στο καλάθι των αχρήστων.
Η αλήθεια είναι ότι το μοναδικό πράγμα που αποσταθεροποιείται με θαυμαστή συνέπεια τα τελευταία χρόνια, είναι η πολιτική στρατηγική της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και όσο η πραγματικότητα θα βελτιώνεται για την κοινωνική πλειοψηφία, τόσο δυσμενέστερη θα γίνεται για τους εκπροσώπους μιας ελίτ που έφεραν τη χώρα και την κοινωνία στα όρια τους.
Κάθε μέρα που περνά, σε αυτή την εξαιρετικά κρίσιμη χρονιά για την Ελλάδα, θα δικαιώνεται η επιλογή του ελληνικού λαού να δώσει την εντολή διεξόδου από τη μνημονιακή περιπέτεια σε μια κυβέρνηση που τιμά αυτή την εντολή.
Παρακαλώ τις ερωτήσεις σας.
ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΣ: Χαίρετε, κύριε εκπρόσωπε και χρόνια πολλά. Θέλω να σας ρωτήσω για το θέμα της πΓΔΜ. Υπάρχουν δημοσιεύματα, κυρίως στον αλβανικό Τύπο, που επικαλούνται πηγές από την Ελλάδα, τα οποία μιλούν για συμφωνία στο όνομα «Δημοκρατία Νέας Μακεδονίας». Εάν θέλετε να το σχολιάσετε και πώς το σχολιάζετε;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μπω στην ονοματολογία. Αυτό το οποίο μπορώ να σας πω είναι ότι η διαπραγμάτευση θα ενταθεί τις επόμενες ημέρες. Ξέρετε ότι εντός του 2018, για λόγους που έχουμε εξηγήσει όλο το προηγούμενο διάστημα, έχει ανοίξει ένα παράθυρο ευκαιρίας, ειδικά μετά την ανασκευή από τους γείτονες διαφόρων ακραίων θέσεων που είχαν υιοθετήσει στο παρελθόν. Αυτό το οποίο ενδιαφέρει την ελληνική κυβέρνηση δεν είναι μία ακατάσχετη ονοματολογία. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να προχωρήσουμε στις διαπραγματεύσεις με συγκροτημένο και σοβαρό τρόπο, έτσι ώστε εντός των επόμενων μηνών να έχουμε καταφέρει να καταλήξουμε σε μία λύση στο πρόβλημα αυτό, το οποίο ταλαιπωρεί την Ελλάδα την τελευταία 25ετία. Πρόκειται για ένα πρόβλημα το οποίο μας κληροδότησαν πολιτικές δυνάμεις, που όταν έπρεπε να το έχουν επιλύσει, το διαχειρίστηκαν με βασικό γνώμονα το μικροπολιτικό συμφέρον και την εξυπηρέτηση μιας εθνικιστικής ιδεολογίας και στο πλαίσιο ενός εθνικιστικού παροξυσμού, που είχε στην πραγματικότητα πυροδοτηθεί από το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Αυτό, λοιπόν, που μας ενδιαφέρει είναι να προχωρήσουν με συντεταγμένο τρόπο οι διαπραγματεύσεις με τους γείτονές μας, έτσι ώστε να μπορέσουμε το επόμενο διάστημα να κάνουμε και σχετικές ανακοινώσεις.
ΜΑΝΗ: Επ’ αυτού. Εσείς, προσωπικά, έχετε μιλήσει τις τελευταίες ημέρες για σύνθετη ονομασία με γεωγραφική προέλευση και ενιαία χρήση. Ο κύριος Κοτζιάς, επίσης, τις τελευταίες ημέρες -και χθες το βράδυ σε συνέντευξή του- μίλησε για σύνθετη ονομασία με ενιαία χρήση. Άφησε τον γεωγραφικό προσδιορισμό και τις δύο φορές εκτός. Είναι κάτι που είναι υπό συζήτηση ο γεωγραφικός προσδιορισμός; Σε σχέση με τον επιθετικό, εννοώ.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Γνωρίζετε ποια είναι η εθνική θέση. Δεν πρόσεξα αυτήν την ιδιαιτερότητα που μου λέτε στη φράση του κυρίου Κοτζιά. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε διαμηνύσει, σε όλους τους τόνους, ότι αυτό το οποίο προέχει αυτήν τη στιγμή είναι, στο πλαίσιο των θέσεων που αποτελούν εθνικό κεκτημένο ήδη από το 2007-2008, να προχωρήσουμε στις διαπραγματεύσεις με τους γείτονες.
ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ: Κύριε εκπρόσωπε, η κυβέρνηση έχει κοινή θέση; Το λέω αυτό γιατί γνωρίζουμε και από εσάς και από τον κύριο Κοτζιά για γεωγραφικό προσδιορισμό για όλες τις χρήσεις. Αλλά, ο κύριος Κοτζιάς είπε χθες ότι ο κύριος Καμμένος δεν δέχεται τον όρο «Μακεδονία» στην ονομασία. Αυτές είναι δύο διαφορετικές απόψεις. Υπάρχει κοινή θέση;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας ξαναλέω: Η κυβέρνηση έχει συγκεκριμένη θέση, η οποία αποτελεί συνέχεια της θέσης που αποτέλεσε εθνικό κεκτημένο από το 2007-2008, πράγμα το οποίο εκφράστηκε και στην κοινή σύσκεψη των υπουργών που έγινε πριν από περίπου μία εβδομάδα, με τις δηλώσεις του κυρίου Κοτζιά, αλλά και με τη δήλωση του κυρίου Καμμένου ότι έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στον υπουργό Εξωτερικών, ώστε να συνεχίσει και να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις με τη γείτονα. Από εκεί και πέρα, ο κύριος Καμμένος, όπως ξέρετε, έχει κάνει μια πάρα πολύ σοβαρή και υπεύθυνη δήλωση, σύμφωνα με την οποία ο ίδιος δεν θα δημιουργήσει κανένα πρόβλημα, εφόσον υπάρξει η μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση μεταξύ των πολιτικών κομμάτων. Η μεγαλύτερη δυνατή, η ευρύτερη δυνατή, κοινοβουλευτική συναίνεση. Άρα, λοιπόν, αυτό που θα πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι όλα τα πολιτικά κόμματα -και χαιρετίζουμε το γεγονός ότι κάποια από αυτά έχουν ήδη τοποθετηθεί με σαφήνεια στο συγκεκριμένο ζήτημα- θα πρέπει να τηρήσουν μία σαφή συγκεκριμένη στάση, λέγοντας ευθέως τη θέση τους πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα, πάνω στο συγκεκριμένο πρόβλημα. Και να μην ξεχνάμε ότι αυτοί οι οποίοι κατά κύριο λόγο κατηγορούν την κυβέρνηση για μία υποτιθέμενη διγλωσσία, επί του συγκεκριμένου, είναι η Ν.Δ.
Προφανώς, δεν σας ταυτίζω με τον οποιοδήποτε τρόπο με όλα όσα λέει η αξιωματική αντιπολίτευση. Εσείς κάνετε μία ερώτηση από τη θέση της δημοσιογράφου. Όμως, η αξιωματική αντιπολίτευση θα πρέπει να θυμάται ότι στο συγκεκριμένο ζήτημα δεν έχει και το καλύτερο δυνατό παρελθόν. Να θυμίσω ότι το 1992, στο Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών, η τότε μονοκομματική κυβέρνηση της Ν.Δ. είχε προσέλθει με δύο διαφορετικές εισηγήσεις. Μία εισήγηση του τότε Πρωθυπουργού, του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και μία εισήγηση του τότε υπουργού Εξωτερικών, ο οποίος χειριζόταν, μάλιστα, τα ζητήματα της διαπραγμάτευσης, κυρίου Σαμαρά. Άρα, λοιπόν, αυτήν τη στιγμή το ζήτημα δεν είναι το ποιος θα καταφέρει να αξιοποιήσει πιθανές διαφορετικές ερμηνείες, πιθανές διαφορετικές οπτικές επί του ζητήματος, αλλά να δημιουργηθούν οι όροι για την ευρύτερη δυνατή συναίνεση, για να αφήσουμε πίσω μας ένα πρόβλημα που ταλαιπωρεί τη χώρα, αλλά και την ευρύτερη περιοχή, για μία 25ετία. Αυτό είναι το βασικό μέλημα και η βασική μέριμνα της κυβέρνησης και νομίζω ότι αυτή είναι μία απολύτως υπεύθυνη, αλλά και τολμηρή στάση. Θέλω να σταθώ, κλείνοντας αυτήν την απάντηση, στο εξής συγκεκριμένο: Υπήρχε μία αντίληψη μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, που κυβέρνησαν τη χώρα επί μια τριακονταετία – τεσσαρακονταετία, ότι η καλύτερη τακτική για την επίλυση εθνικών ζητημάτων ήταν να μην κάνουμε τίποτα και να καλλιεργούμε την αίσθηση στους εαυτούς μας ή τη φαντασίωση ότι μην κάνοντας τίποτα, κάποια στιγμή τα ζητήματα που μας απασχολούν θα επιλυθούν μόνα τους, διότι θα αναγκαστούν όλοι όσοι εκφράζουν διαφωνίες με την ελληνική πλευρά να έρθουν στις δικές μας θέσεις απολύτως. Αυτή η πολιτική τακτική, πολιτική τακτική στρουθοκαμηλισμού -αν θέλετε- ή μιας φαντασίωσης μεγαλείου, την οποία καλλιεργούσε το πολιτικό σύστημα για πάρα πολλά χρόνια, αποδείχτηκε πλήρως αποτυχημένη και αυτό έχει γίνει απολύτως σαφές από δηλώσεις των ίδιων των συμμετεχόντων στις κάθε φορά διαπραγματεύσεις που γίνονταν είτε στα ζητήματα που αφορούσαν το Σκοπιανό είτε στα ζητήματα που αφορούσαν την Αλβανία. Αντιθέτως, αυτή η κυβέρνηση υιοθετεί μια εντελώς διαφορετική στάση. Μια τολμηρή στάση, μια γενναία στάση, η οποία λέει ότι το κεντρικό σε αυτή τη φάση είναι να επιλυθούν ζητήματα που δημιουργούν, ούτως ή άλλως, μία προβληματική κατάσταση με γείτονες, έτσι ώστε να μπορέσουμε να περάσουμε σε μία νέα φάση συνανάπτυξης στα Βαλκάνια και να δικαιώσουμε τον ρόλο της Ελλάδας ως ηγετικής δύναμης στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και ως πυλώνα σταθερότητας, όχι μόνο στην περιοχή των Βαλκανίων, αλλά ευρύτερα.
ΚΑΡΑΛΗΣ: Κύριε εκπρόσωπε, καλή χρονιά και από μένα. Όσον αφορά την ενιαία χρήση, το erga omnes, δηλαδή, προκειμένου να υπάρξει και να ισχύσει, θα πρέπει η σκοπιανή πλευρά να προχωρήσει σε αλλαγή του Συντάγματος και της συνταγματικής ονομασίας. Έχει τεθεί από την ελληνική πλευρά με τον τρόπο αυτόν ως απαραίτητη προϋπόθεση προς τη σκοπιανή πλευρά να δεσμευθεί η τελευταία ότι θα προχωρήσει σε αλλαγή του Συντάγματος των Σκοπίων και σε αλλαγή της συνταγματικής ονομασίας της χώρας αυτής.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας έχω πει και προηγουμένως ποια είναι η θέση της ελληνικής κυβέρνησης και νομίζω ότι αυτό έχει καταστεί σαφές όλες τις προηγούμενες ημέρες. Από εκεί και πέρα, δεν θα προχωρήσω σε σχόλια που αφορούν την ίδια την ουσία της διαπραγμάτευσης. Στόχος είναι να βρεθεί μια κοινώς αποδεκτή λύση και από τη μεριά της ελληνικής κυβέρνησης αποδεκτό είναι ένα όνομα, το οποίο θα χρησιμοποιείται erga omnes. Αυτή είναι η θέση με την οποία προσερχόμαστε στη διαπραγμάτευση. Από εκεί και πέρα, περαιτέρω σχόλια δεν μπορώ να κάνω.
ΤΣΙΓΟΥΡΗΣ: Κύριε εκπρόσωπε, μιλήσατε για «στρουθοκαμηλισμό» που διέκρινε την τακτική, αν θέλετε, προηγούμενων κυβερνήσεων στο δύσκολο θέμα της ονομασίας της γειτονικής χώρας. Με δεδομένο ότι ο διάλογος απαιτεί τη συμμετοχή δύο παικτών και με δεδομένο ότι στην αντίπερα όχθη δεν ήταν πάντα οι πιο ευέλικτες κυβερνήσεις –θυμίζω την προηγούμενη που είχε μια πιο σκληρή στάση- θα ήθελα να ξέρω αν πιστεύετε ότι υπήρξαν υπουργοί Εξωτερικών που επιχείρησαν να λύσουν το θέμα και δεν ακολούθησαν τακτική «στρουθοκαμηλισμού». Μπορείτε να μας αναφέρετε;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κοιτάξτε να δείτε, εγώ μίλησα για μια γενική τακτική που αφορούσε τον τρόπο διαχείρισης σειράς εθνικών ζητημάτων. Επί του συγκεκριμένου, αυτό το οποίο μπορώ να σας πω, κύριε Τσιγουρή, είναι ότι από τη στιγμή που διαμορφώθηκε μια εθνική θέση, η οποία θα μπορούσε, σε μεγάλο βαθμό, να γίνει αποδεκτή και από την άλλη πλευρά, άρχισαν να αλλάζουν οι όροι με τους οποίους είχε διαμορφωθεί η όλη κατάστρωση των διαπραγματεύσεων. Εκτιμώ ότι από το 2007 και το 2008, όταν δηλαδή εκφράστηκε για πρώτη φορά ως εθνική θέση η σύνθετη ονομασία με γεωγραφική προέλευση erga omnes, διαμορφώθηκαν διαφορετικοί όροι και διαφορετικές προϋποθέσεις για την επίλυση του ζητήματος.
ΣΤΡΑΤΑΚΗΣ: Θα αλλάξω θέμα, αλλά θα παραμείνω στον κ. Κοτζιά. Ο κ. Κοτζιάς με την κίνησή του «ΠΡΑΤΤΩ», που συνεδρίασε την προηγούμενη εβδομάδα, είπε ότι θα προχωρήσει σε νομοθετική ή θα ζητήσει τη νομοθετική ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς. Υπάρχει κάποια τέτοια σκέψη από την κυβέρνηση;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Έχουμε πει πάρα πολλές φορές και από αυτό εδώ το βήμα ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας έτσι όπως αυτό διαμορφώνεται από τους νόμους Κατσέλη – Σταθάκη, το οποίο δημιουργεί μία πραγματική ασπίδα για τα ακίνητα πρώτης κατοικίας των λαϊκών τάξεων. Αυτή είναι η βασική δέσμευση της κυβέρνησης. Από εκεί και πέρα, στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου κατατίθενται προτάσεις, ακούγονται, συζητούνται, λαμβάνονται υπόψη και η κυβέρνηση προχωρά με συγκεκριμένα βήματα και πάντοτε με απόλυτη συνοχή σε όλες τις πολιτικές τις οποίες καλείται να εφαρμόσει.
ΦΑΣΟΥΛΑΣ: Οι καλές προθέσεις του κ. Ζάεφ είναι αρκετές για να φτάσουμε στη λύση; Το ένα είναι αυτό. Και το δεύτερο που θέλω να ρωτήσω: επειδή βλέπω παράπονα από την αντιπολίτευση σε σχέση με την ενημέρωση από την πλευρά της κυβέρνησης ως προς τις συνομιλίες και τις διαπραγματεύσεις, ο Πρωθυπουργός θα καλέσει το επόμενο διάστημα τους πολιτικούς αρχηγούς για να τους ενημερώσει για το θέμα;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σε ό,τι αφορά το πρώτο σκέλος του ερωτήματός σας, θεωρώ ότι οι τοποθετήσεις του κ. Ζάεφ, αλλά και της πολιτικής ηγεσίας της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας ανοίγουν, δημιουργούν, μάλλον, ένα διαφορετικό έδαφος και διαμορφώνουν προϋποθέσεις για την επίλυση. Από εκεί και πέρα, προφανώς θα προχωρήσουμε σε διαπραγματεύσεις των οποίων το αποτέλεσμα δεν μπορεί κανείς να προεξοφλήσει. Αυτό το οποίο επιμένουμε να τονίζουμε διαρκώς ως ελληνική κυβέρνηση είναι ότι υπάρχει παράθυρο ευκαιρίας για την επίλυση. Αυτό εξαρτάται και από τις δύο πλευρές, δηλαδή, αν και κατά πόσο οι πολιτικές, αν θέλετε, δηλώσεις θα εκφρασθούν και στο επίπεδο των διαπραγματευτικών θέσεων με τις οποίες θα προσέλθει η γειτονική μας χώρα στο τραπέζι.
Τώρα, σε ό,τι αφορά το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος: Εμείς έχουμε καλέσει το σύνολο της αντιπολίτευσης και όπως σας είπα προηγουμένως χαιρετίζουμε τα πολιτικά κόμματα εκείνα τα οποία πήραν με σαφήνεια θέση. Έχουμε ζητήσει, λοιπόν, από το σύνολο της αντιπολίτευσης να εκφράσει τις πολιτικές της τοποθετήσεις. Εφόσον έχουμε εξέλιξη στις διαπραγματεύσεις, εφόσον υπάρξουν θετικά βήματα, με δεδομένο ότι όλοι γνωρίζουν τη θέση με την οποία προσερχόμαστε, προφανώς και θα ενημερωθούν αρμοδίως οι πολιτικοί αρχηγοί, όμως τη μορφή αυτής της ενημέρωσης δεν μπορώ να την προεξοφλήσω. Σε κάθε περίπτωση, αυτό το οποίο θεωρώ ότι πρέπει να κρατήσετε είναι την απόλυτη βούληση της κυβέρνησης να δημιουργήσουμε τους όρους για την ευρύτερη δυνατή κοινοβουλευτική συναίνεση.
ΓΚΟΥΤΖΑΝΗΣ: Σαν συνέχεια της ερώτησης του συναδέλφου, ο κ. Μητσοτάκης κατηγόρησε σήμερα την κυβέρνηση ότι διαπραγματεύεται εν κρυπτώ, ξεκαθάρισε τη δική του θέση ότι είναι η θέση του Βουκουρεστίου και μάλιστα είπε ότι η κυβέρνηση το ελάχιστο που έχει να κάνει είναι να προασπίσει την θέση του Βουκουρεστίου και κάλεσε την κυβέρνηση να ενημερώσει τον ελληνικό λαό και τα πολιτικά κόμματα. Δεν ξέρω, αν το έχετε υπόψη σας και αν σκοπεύετε, να το κάνετε κάπως πιο άμεσα.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως το έχω υπόψη μου. Μισό λεπτό τώρα. Ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να διευκρινίσει εάν εκφράζει την προσωπική του θέση. Η Νέα Δημοκρατία, αν δεν κάνω λάθος, είναι κόμμα, έχει αντιπροέδρους. Αυτή τη στιγμή, εγώ δεν κάνω ενημέρωση ως εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εν πάση περιπτώσει έχουμε πει ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει συγκεκριμένη και σαφή θέση. Η θέση αυτή πρέπει να εξηγήσει ο κ. Μητσοτάκης αν είναι προσωπική του θέση και αν με αυτή τη θέση συμφωνούν οι κ.κ. Σαμαράς και Γεωργιάδης, για παράδειγμα. Από εκεί και πέρα, μπορούμε να προχωρήσουμε και σε ευρύτερο διάλογο σε σχέση με τα ζητήματα της διαπραγμάτευσης. Αλλά, όπως σας είπα, από τη μεριά τη δική μας έχει γίνει σαφής η θέση με την οποία προσερχόμαστε στις διαπραγματεύσεις. Όταν υπάρξουν εξελίξεις επί του ζητήματος αυτού, όταν προχωρήσουν οι συζητήσεις, όταν δούμε αν και κατά πόσον υπάρχουν πιθανότητες και υπάρχει δυνατότητα για την εξεύρεση λύσης, φυσικά και θα ενημερώσουμε. Μέχρι τότε, ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να κάνει υπομονή, να επιλύσει τα εσωκομματικά του ζητήματα με τους αντιπροέδρους και τους πρώην πρωθυπουργούς οι οποίοι φιλοξενούνται στην κοινοβουλευτική του ομάδα.
ΓΚΑΝΤΩΝΑ: Ήθελα να ρωτήσω, κύριε εκπρόσωπε, επειδή είδαμε την κυρία Μεγαλοοικονόμου, το βράδυ της ψήφισης του Προϋπολογισμού, να δίνει θετική ψήφο, αν περιμένετε κάποια αντίστοιχη κίνηση, όχι μόνο από την ίδια βέβαια, στην ψήφιση του πολυνομοσχεδίου και γενικότερα αν ο στόχος σας είναι η διεύρυνση της πλειοψηφίας;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θα σας πω το εξής: Θεωρούμε ότι η στρατηγική, την οποία έχουμε υιοθετήσει και η στρατηγική την οποία υλοποιούμε είναι η μοναδική που μπορεί να εγγυηθεί την έξοδο της χώρας από τη μνημονιακή επιτροπεία. Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, θα ήταν παράλογο να μη ζητάμε την ευρύτερη δυνατή στήριξη, όχι μόνο από μεμονωμένους βουλευτές, οι οποίοι έχουν ανεξαρτητοποιηθεί, αλλά και από το σύνολο των πολιτικών κομμάτων. Ζητάμε, λοιπόν, προφανώς να στηριχθεί ένα πολυνομοσχέδιο. Γι’ αυτό, εξάλλου, το εισηγούμαστε στο ελληνικό Κοινοβούλιο, ζητώντας από το σύνολο των βουλευτών να το στηρίξουν, καθώς αποτελεί, κατά τη γνώμη μου και κατά τη γνώμη της ελληνικής κυβέρνησης, τη μοναδική πολιτική πρόταση, η οποία μπορεί να εγγυηθεί την έξοδο της χώρας από τη μνημονιακή επιτροπεία. Επομένως, οποιαδήποτε πολιτική στήριξη, από τη δική μας μεριά, είναι προφανώς καλοδεχούμενη.
ΜΑΝΗ: Στα προαπαιτούμενα που είναι να ψηφιστούν τις επόμενες ημέρες για την τρίτη αξιολόγηση είναι και η επέκταση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και χρέη προς εφορία και Ταμεία. Για τα χρέη προς τις τράπεζες υπάρχει αυτή η προφορική συμφωνία, «συμφωνία κυρίων», όπως τη λέμε, κυβέρνησης-τραπεζών να μην εκπλειστηριάζεται η πρώτη λαϊκή κατοικία. Γι΄ αυτήν την περίπτωση, για τα χρέη προς εφορία και Ταμεία, η κυβέρνηση θα κάνει συμφωνία με τον εαυτό της ως προς τα Ταμεία ή με την ΑΑΔΕ και με την ΑΑΔΕ μάλλον ως προς την εφορία;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ακούστε κυρία Μάνη: Το ελληνικό Δημόσιο δεν έχει υιοθετήσει ποτέ μια επιθετική τακτική για την είσπραξη των οφειλών προς αυτό. Αντιθέτως, λειτουργεί πάντοτε με εξαιρετικά μεγάλη προσοχή και με εξαιρετικά μεγάλη επιείκεια, προστατεύοντας τις κοινωνικές δυνάμεις εκείνες, οι οποίες έχουν πληγεί από την οικονομική κρίση. Επομένως, η αλλαγή αυτή, εφόσον λέω συμφωνηθεί, διότι δεν έχουμε ακόμη καταλήξει πλήρως σε κάποιες τεχνικές λεπτομέρειες με τους θεσμούς, δεν θα αποτελέσει και σήμα ότι αλλάζει κάτι σε σχέση με τη γενική πολιτική του Δημοσίου ως προς τη διαχείριση των οφειλών προς αυτό.
ΜΑΝΗ: Δεν θα είναι στο πολυνομοσχέδιο, δηλαδή;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας ξαναλέω ότι αυτό δεν μπορώ να σας το απαντήσω με 100% βεβαιότητα. Υπάρχουν κάποιες τεχνικές λεπτομέρειες που πρέπει να συμφωνηθούν με τους θεσμούς. Ωστόσο, η πρόθεση της κυβέρνησης είναι ακριβώς αυτή. Από εκεί και πέρα, το αν και κατά πόσο θα συμπεριληφθεί στο πολυνομοσχέδιο είναι ένα ζήτημα, το οποίο θα απαντηθεί εντός των επόμενων ωρών.
ΤΣΙΚΡΙΚΑ: Επ΄ αυτού, κύριε εκπρόσωπε: Γιατί κρίθηκε αναγκαία η επαναδιατύπωση ότι, δηλαδή, αν δεν πιαστεί ο στόχος του πλεονάσματος τον Μάιο του 2018, τότε θα έρθει πιο μπροστά έναν χρόνο η μείωση του αφορολόγητου; Γιατί κρίνεται αναγκαία αυτή η επαναδιατύπωση και μπαίνει στο πολυνομοσχέδιο; Και, τέλος πάντων, θα κρίνει κάποιος άλλος, πέρα από την ελληνική κυβέρνηση, αν πιάνονται οι στόχοι ή όχι;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Στο πολυνομοσχέδιο; Τι εννοείτε;
ΤΣΙΚΡΙΚΑ: Σύμφωνα με τις πληροφορίες από τη χθεσινή τηλεδιάσκεψη, οι θεσμοί ζήτησαν να μπει νομοθετική ρήτρα που θα λέει ότι αν τον Μάιο κριθεί ότι δεν πιάνουμε τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5%, τότε θα έρθει έναν χρόνο πιο μπροστά η μείωση του αφορολόγητου, δηλαδή το 2019, αντί για το 2020. Ζήτησαν επαναδιατύπωση στην πραγματικότητα. Γιατί;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θα σχολιάσουμε όλες τις διατάξεις που εμπεριέχονται στο πολυνομοσχέδιο, άμα τη καταθέσει του πολυνομοσχεδίου. Από εκεί και πέρα, σε τεχνικά ζητήματα που αφορούν μια νομοθετική ρύθμιση, στην οποία αναφέρεστε, δεν μπορώ να κάνω περισσότερα σχόλια.
ΠΕΡΔΙΚΑΡΗΣ: Κύριε εκπρόσωπε, τι έχει αλλάξει και μιλάτε για «αυτοδύναμη» έξοδο μετά το τέλος του προγράμματος και όχι για «καθαρή» έξοδο;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτοδύναμη έξοδος στις αγορές σημαίνει έξοδος χωρίς στήριξη του επίσημου τομέα. Αυτός είναι και ο πολιτικός στόχος της κυβέρνησης. Αν θέλετε τη δική μου άποψη, για καθαρή έξοδο δεν έχουν μιλήσει μόνο στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης. Έχει μιλήσει ο κ. Ντάισελμπλουμ, έχει μιλήσει ο κ. Μοσκοβισί. Από εκεί και πέρα, αν το ζήτημα της ορολογίας σας απασχολεί, θα μπορούσα να σας πω ότι αυτοδύναμη έξοδος είναι συνώνυμη της καθαρής εξόδου.
ΚΕΧΑΓΙΑ: Κύριε εκπρόσωπε, σε σχέση με έναν διάλογο που είχατε με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, τον κ. Στουρνάρα, μέσω του facebook, ήθελα να σας ρωτήσω… όχι;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εντάξει, εντάξει, πείτε μου.
ΚΕΧΑΓΙΑ: Ήθελα να ρωτήσω, υπάρχει μια διχογνωμία ως προς το πού φτάνουν οι αρμοδιότητες της Κεντρικής Τράπεζας ή του διοικητή της;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εξ όσων γνωρίζω, ο κ. Στουρνάρας δεν έχει τοποθετηθεί επί του συγκεκριμένου.
ΚΕΧΑΓΙΑ: Ως προς τις αρμοδιότητες της Τραπέζης;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ως προς τις αρμοδιότητες της Τραπέζης, ο κύριος Στουρνάρας δεν έχει ποτέ εκφράσει καμία διαφορετική άποψη από αυτήν την οποία εκφράζει η ελληνική κυβέρνηση. Αν θέλει να εκφράσει, μπορούμε να το συζητήσουμε.
ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΥ: Κύριε εκπρόσωπε, θέλω να γυρίσω στην αρχική σας τοποθέτηση, γιατί με μπερδέψατε λίγο. Το 2018 είπατε ότι θα είναι ένα έτος που κλείνει τη σκληρή περίοδο του μνημονίου και της λιτότητας. Ενώ, το 2019 δεν θα έχουμε λιτότητα. Και πώς αυτό ταυτίζεται με αυτό που έρχεται σε αντίθεση με αυτό που λέτε πιο κάτω ότι δεν θα μπείτε σε μια διαδικασία να περιγράψετε ένα success story.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κοιτάξτε να δείτε, το success story στην πολιτική ιστορία αυτής της χώρας έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Αφορά τον τρόπο με τον οποίο ο κ. Σαμαράς παρουσίαζε την αποτυχία της κυβέρνησής του ως μια τεράστια εθνική επιτυχία, η οποία έχει και άμεσες κοινωνικές συνέπειες που βελτιώνουν την καθημερινότητα των πολιτών. Εμείς αυτό το οποίο λέμε είναι ότι βρισκόμαστε σε μια δύσκολη οικονομική κατάσταση. Αυτό δεν το αμφισβητεί κανείς. Υπάρχουν πληγές, υπάρχουν συσσωρευμένα βάρη στην ελληνική κοινωνία και με αυτή την έννοια, δεν θα μπούμε ποτέ στη λογική των πολιτικών πανηγυρισμών. Αυτό είναι ένα πράγμα. Το δεύτερο είναι –και επιμένουμε σε αυτό- ότι η δημοσιονομική προσαρμογή ολοκληρώνεται εντός του 2018. Δηλαδή, πλέον δεν θα χρειάζεται η επιβολή νέων μέτρων, αλλά αντιθέτως αυτό το οποίο θα έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε, με βάση και τις προβλέψεις για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας είναι να δημιουργούμε δημοσιονομικό χώρο, που θα δίνει τη δυνατότητα για την αποκατάσταση πληγών, για την αποκατάσταση κοινωνικών αδικιών. Επομένως, περνάμε από μια φάση διαρκούς προσαρμογής για τους δημοσιονομικούς στόχους και για την αύξηση των εσόδων και τη μείωση των δαπανών του ελληνικού Δημοσίου, σε μια περίοδο δημιουργίας μεγαλύτερων δυνατοτήτων δημοσιονομικών παρεμβάσεων προς θετική κατεύθυνση. Με αυτή την έννοια, λοιπόν, εκκινεί μία πορεία που σαφώς βρίσκεται εκτός του πεδίου της επιβεβλημένης λιτότητας.
ΡΑΠΑΝΑΚΗΣ: Καλή χρονιά, κύριε εκπρόσωπε. Θέλω να σας πάω κάπου αλλού. Φαντάζομαι, έχετε διαβάσει το χθεσινό non paper που κυκλοφόρησε από τη συνέντευξη που έδωσε ο κ. Μαρινάκης, ο οποίος εξαπολύει μια πολύ σφοδρή επίθεση στη Δικαιοσύνη, στην κυβέρνηση, μιλά για «χούντα», για «λογικές Μαδούρο». Θα ήθελα ένα σχόλιο επ΄ αυτού, γιατί, διαβάζοντάς το, τουλάχιστον δημιουργεί έναν προβληματισμό αυτή η δήλωση.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Ραπανάκη, ο κ. Μαρινάκης είναι υπόδικος. Ο κ. Μαρινάκης επιχειρεί, για άλλη μία φορά, να βάλει μπροστά τον κόσμο του Ολυμπιακού για να προστατεύσει τον εαυτό του. Ο κόσμος, όμως, του Ολυμπιακού έχει γνώση, έχει σκέψη και κατανοεί ακριβώς ποια είναι η τακτική, την οποία ακολουθεί ο κύριος αυτός. Από εκεί και πέρα, αυτό το οποίο θέλω να σας πω είναι ότι πιθανόν ούτε για τον ίδιο αυτόν κύριο να είναι θετικό το γεγονός ότι ταυτίζεται τόσο στενά και προσπαθεί να ταυτίσει τόσο στενά τον κόσμο του Ολυμπιακού με τις απόψεις και τις τοποθετήσεις της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και του συγγενή του, του κ. Μητσοτάκη.
Σας ευχαριστώ πολύ. Να είστε καλά και καλή χρονιά.