Με ελλείψεις αναισθησιολόγων, αλλά και με κενές θέσεις ειδικευόμενων, βρίσκει η σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Αναισθησιολογίας τα δημόσια νοσοκομεία της Ελλάδας, όπου ο αριθμός των αναισθησιολόγων είναι δυσανάλογα μικρός σε σχέση με τον αριθμό των χειρουργών, αναφέρει η πρόεδρος της Εταιρείας Αναισθησιολογίας και Εντατικής Ιατρικής Βορείου Ελλάδος Θεοδώρα Αστέρη και παράλληλα σημειώνει ότι περίπου οι μισές θέσεις για ειδικότητα στην αναισθησιολογία είναι κενές.
«Από το 1846 που ο οδοντίατρος William Morton πραγματοποίησε την πρώτη δημόσια επίδειξη γενικής αναισθησίας σε ασθενή με χρήση αιθέρα για χειρουργική επέμβαση στο γενικό νοσοκομείο της Μασσαχουσέτης η αναισθησιολογία εξελίχθηκε ραγδαία με αποτέλεσμα να δώσει άλλη ώθηση και στις χειρουργικές ειδικότητες. Έτσι, σήμερα χρειαζόμαστε πάρα πολλούς αναισθησιολόγους. Δυστυχώς, λόγω της κρίσης, ο αριθμός τους έχει συρρικνωθεί. Από την άλλη μεριά, χάνουμε πολλούς νέους γιατρούς επειδή φεύγουν στο εξωτερικό. Έτσι έχουμε μία υποστελέχωση παρόλο που το υπουργείο Υγείας αυτή τη στιγμή κάνει προσπάθεια ενίσχυσης των νοσοκομείων προκηρύσσοντας θέσεις εργασίας για αναισθησιολόγους. Εκείνο που θέλουμε είναι να κινητοποιήσουμε τους νέους γιατρούς να επιλέξουν την αναισθησιολογία, γιατί αν δημιουργηθεί ένα κενό δεν θα μπορούν καλυφθούν οι ανάγκες των χειρουργείων. Γιατί για να είναι μια χειρουργική επέμβαση ασφαλής και ανώδυνη, θα πρέπει να υπάρχει αναισθησιολόγος. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν κενές θέσεις ειδικευομένων αυτή τη στιγμή και σε μεγάλα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης, δηλαδή είμαστε περίπου στο 50%. Είναι ένα ποσοστό που σας το δίνω λίγο αόριστα, αλλά αυτό είναι όσον αφορά τη λήξη ειδικότητας σε όλη την Ελλάδα» σημειώνει η κ. Αστέρη.
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Αναισθησιολογίας, η Εταιρεία Αναισησιολογίας και Εντατικής Ιατρικής Βορείου Ελλάδος διοργανώνει σήμερα (16 Οκτωβρίου στις 18.00) στην Αίθουσα Τελετών της Παλιάς Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ, ημερίδα στη διάρκεια της οποίας θα δώσουν διαλέξεις ειδικοί και ειδικευόμενοι αναισθησιολόγοι, φοιτητές Ιατρικής, ενώ θα καταθέσουν την εμπειρία τους από την επαφή με την ειδικότητα και μη ειδικοί.
Καμία χειρουργική επέμβαση δεν μπορεί να γίνει χωρίς αναισθησιολόγο
Χειρουργική επέμβαση δεν μπορεί να γίνει χωρίς την παρουσία αναισθησιολόγου, όπως επίσης δεν μπορεί να γίνει και επώδυνη ή δυσάρεστη για τον ασθενή διαγνωστική παρέμβαση. Ωστόσο, η δουλειά του αναισθησιολόγου δεν περιορίζεται μόνο σε αυτές τις περιπτώσεις. Επεκτείνεται και στην αντιμετώπιση του πόνου.
«Ο αναισθησιολόγος πρέπει να δει τον άρρωστο από πριν και να εκτιμήσει την κλινική του κατάσταση. Πρέπει να ξέρει τι επέμβαση θα κάνει για να μπορέσει να εφαρμόσει την κατάλληλη τεχνική. Πρέπει κατά τη διάρκεια της αναισθησίας να δώσει τα κατάλληλα φάρμακα. Η αναισθησία είναι μια παροδική και αναστρέψιμη μεταβολή της κατάστασης από την εγρήγορση στην ύπνωση. Η ύπνωση επηρεάζει όλα τα ζωτικά του όργανα και πρέπει όλα αυτά να τα φροντίσουμε. Πρέπει να υπάρχει μια σφαιρική εικόνα του αρρώστου, άρα πρέπει να ξέρουμε πολύ καλά την προεγχειρητική του κατάσταση. Πρέπει να ξέρουμε λίγο πολύ όλες τις ειδικότητες που άπτονται του ανθρώπου. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται προκαλούν προκαθορισμένου χρόνου φαρμακευτική καταστολή αντίληψης του πόνου αλλά και άλλων αντιδράσεων, όπως είναι οι αντανακλαστικές κινήσεις, οι οποίες μπορεί να είναι σε όλα ή και σε μέρος του σώματος» εξηγεί η κ. Αστέρη και προσθέτει ότι οι αναισθησιολόγοι, εκτός από τα χειρουργεία όπου είναι ο κύριος όγκος της δουλειάς τους, δουλεύουν και στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, στην επείγουσα ιατρική, στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών, στα επείγοντα χειρουργεία στα Ιατρεία Πόνου.
Τα Ιατρεία Πόνου
«Κύρια λειτουργία ιατρείου πόνου είναι το pain management, δηλαδή η αντιμετώπιση πόνου. Στην Ελλάδα λειτουργούν σήμερα περίπου 45 ιατρεία ανακούφισης ασθενών, που υποφέρουν από χρόνιο πόνο. Τα Ιατρεία Πόνου αποτελούν συνήθως τμήμα του αναισθησιολογικού τομέα των νοσοκομείων. Οι αναισθησιολόγοι αντιμετωπίζουν τον πόνο κατά τη διάρκεια της εγχείρησης και μετά από αυτήν, διότι εκπαιδεύονται κατά τη διάρκεια της πενταετούς ειδίκευσής τους, για όλα τα αναλγητικά αλλά και τις παρεμβατικές τεχνικές που απαιτούνται για αντιμετώπιση του πόνου» αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η διευθύντρια της ΜΕΘ και του Ιατρείου Πόνου του Θεαγενείου – αντιπρόεδρος της Εταιρείας Αναισθησιολογίας και Εντατικής Ιατρικής Βορείου Ελλάδος Σουζάνα Ανίσογλου.
Όπως επισημαίνει, στη Θεσσαλονίκη το μοναδικό Ιατρείο Πόνου που λειτουργεί καθημερινά βρίσκεται στο Θεαγένειο, ενώ Ιατρεία Πόνου που λειτουργούν δύο φορές την εβδομάδα υπάρχουν στο Ιπποκράτειο και το ΑΧΕΠΑ. Μάλιστα, στο Θεαγένειο ο αριθμός των επισκέψεων στο Ιατρείο Πόνου από 100 που ήταν το 2010, έφτασε σε 7.000 το 2016. Φέτος, στο διάστημα από 1/1 έως 12/10, πραγματοποιήθηκαν 6.170 επισκέψεις.
ΑΠΕ-ΜΠΕ