Την Κυριακή 11 Ιουλίου κορυφώνονται στο Ζάππειο οι εκδηλώσεις του Διεθνούς Φεστιβάλ «Άγγελος Σικελιανός» στο πλαίσιο του νέου πολιτιστικού θεσμού που τιτλοφορείται «Ημέρες Δελφικής Πολιτιστικής Κληρονομιάς».
Kεντρική ομιλήτρια στην εκδήλωση θα είναι η ποιήτρια Ελένη Σικελιανού, δισέγγονη του Άγγελου Σικελιανού, ακαδημαϊκή δάσκαλος και ποιήτρια, η οποία μιλάει με την ευκαιρία στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τον προπάππο και τον πατέρα της, για τις Δελφικές Γιορτές, αλλά και την ίδια την ποίηση.
ΕΡ: Πόσο εξοικειωμένο είναι το αγγλόφωνο κοινό με έναν λυρικό και φιλοσοφικό ποιητή όπως ο Άγγελος Σικελιανός; Ποια ακριβώς είναι η απήχησή του και με ποιον τρόπο τον κατανοούν οι σύγχρονοι αναγνώστες;
ΑΠ: Το αγγλόφωνο κοινό δεν είναι ιδιαιτέρως εξοικειωμένο με το ποιητικό έργο του Άγγελου, εν πολλοίς λόγω των λιγοστών μεταφράσεών του. Ένας τόμος με επιλογή ποιημάτων του σε μετάφραση Edmund Keeley και Philip Sherrard και μετά ένα μικρό βιβλίο με τα «Ακριτικά» του (1942), μεταφρασμένο από τη Frances Lefevre, την πρώτη γυναίκα του παππού μου, του Γλαύκου.
Υπάρχουν δυσκολίες επικοινωνίας του σημερινού αγγλόφωνου αναγνώστη με την ποίηση του Άγγελου και μια από αυτές είναι κατά τη γνώμη μου ο εθνικισμός του, που υψώνει απαγορευτικά τείχη γύρω από τους στίχους του, ιδίως κατά την εποχή μας, η οποία θέτει ερωτήματα για την αποικιακή, τη μετααποικιακή και τη νεοαποικιακή κληρονομιά. Είναι δύσκολο να αναλογιστούμε υπό αυτή την έννοια τα πραγματικά του κίνητρα, τα οποία ήταν προφανώς εντελώς διαφορετικά απ’ ό,τι μπορούμε να υποθέσουμε σήμερα. Ένα άλλο ζήτημα είναι η ιδεολογία του σχετικά με την αρρενωπότητα.
Δεν ξέρω πώς πρέπει να τη σταθμίσω. Μήπως ήταν ένας τρόπος για να ζήσει στην πραγματικότητα μια πιο περίπλοκη ζωή, ένας τρόπος έκφρασης για την ορμή του και το πνεύμα του; Τον τελευταίο καιρό έχω αρχίσει να σκέφτομαι την ποίησή του με οικολογικούς όρους, αναζητώντας τις εικόνες του περιβάλλοντος στα ποιήματά του, τη σύνδεσή τους με όσα μας απασχολούν τώρα.
ΕΡ: Τι μπορεί να διασωθεί στις ημέρες μας από το πνεύμα των Δελφικών Γιορτών και πώς μπορεί να συνδεθεί με τη διεθνή εικόνα του ελληνισμού;
ΑΠ: Υπάρχουν τόσα πράγματα από τις Δελφικές Γιορτές που μπορούμε να αξιολογήσουμε και να προωθήσουμε σήμερα. Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι οι καλλιτεχνικές εγκαταστάσεις σε φυσικά τοπία, μια ιδέα που μου έχει προτείνει η φίλη μου Μαρία Κοτζαμάνη. Πρόκειται για προσπάθεια που γίνεται σε σχέση με τη φυσιογνωμία ενός συγκεκριμένου τόπου και των ανθρώπων του. Με ενδιαφέρει το πώς μπορεί να συνδεθεί μια τέτοιου τύπου προσπάθεια με την ανασύσταση του ελληνικού παρελθόντος.
«Το παρελθόν είναι άπειρο γιατί εμπεριέχει το μέλλον» έγραψε κάποτε σε ένα γράμμα της προς την Εύα η αγαπημένη της Natalie Barney. Και η ανασύσταση του παρελθόντος με όρους του παρόντος είναι κάτι με το οποίο δούλεψαν πολύ και η Εύα και ο Άγγελος. Πώς να εμπλακούμε με καλλιτεχνικές δράσεις που προσβλέπουν στο μέλλον, σε ένα βιώσιμο μέλλον; Όταν ήμουν νεότερη θεωρούσα την ουτοπία τους σκέτη αποτυχία, κάτι καταδικασμένο να μην αποκτήσει καμία συνέχεια.
Τώρα βλέπω πώς η ουτοπία αυτή είναι πιθανόν να αλλάξει τον τρόπο της σκέψης μας, να μας προσφέρει ένα προσχέδιο για τις μελλοντικές καλλιτεχνικές και περιβαλλοντικές μας προοπτικές. Ένας ετήσιος καλλιτεχνικός και περιβαλλοντικός είναι εφικτός προσεχώς στους Δελφούς, αν βρεθεί η αναγκαία χρηματοδότηση. Ελπίζω πως μπορούμε να κάνουμε κάτι τουλάχιστον για το 2027, το έτος της επετείου των εκατό χρόνων από τις Δελφικές Γιορτές. Κάτι σύμφωνο με τα ζητούμενα της Εύας, που θα εδραιώσει τον οικολογικό μας στοχασμό.
ΕΡ: Ο Σικελιανός ήταν ο προπάππος σας. Πείτε μου για τον πατέρα σας. Το βιβλίο που έχετε γράψει για τον ίδιο, έχει μεταφραστεί στα ελληνικά και ενδιέφερε πολλούς Έλληνες αναγνώστες.
ΑΠ: Ο πατέρας μου ήταν μοναδική εμπειρία. Το να ζεις μαζί του ήταν περιπέτεια, αλλά και καταστροφή. Ήταν σαν να τον περιέβαλλε ένα μαγνητικό πεδίο που προσείλκυε κάθε ζωντανή ύπαρξη. Αγαπούσε τα παιδιά και τα ζώα, ήταν παθιασμένος μουσικός και αναγνώστης, όπως και λάτρης των περιπετειών, αλλά παντελώς ανίκανος να αναμετρηθεί με την καθημερινότητα. Έχανε κάθε τόσο πράγματα ή πράγματα έσπαζαν στα χέρια του. Στο «Βιβλίο του Τζον» (μετάφραση Κατερίνα Σχινά, εκδόσεις Πατάκη 2014) αγωνίζομαι να καταλάβω, να δείξω ή να υποδείξω, την αποτυχία της ποίησης να συλλάβει το ρευστό και το ακανόνιστο.
Αυτό το ρευστό και ακανόνιστο ήταν η ζωή του πατέρα μου. Άστεγος τα τελευταία χρόνια της ζωής του, πέθανε από υπερβολική δόση ναρκωτικών το 2000. Θα μπορούσαμε να πούμε πως ήταν ένας αντιφρονών της πραγματικότητας, συμπιέζοντας τη διάρκεια του ανθρώπινου χρόνου στο διάστημα μιας ημέρας. Και υπό αυτή την έννοια, έμοιαζε στον παππού του, τον Άγγελο, μόνο που ο ίδιος ήταν πολύ πιο αυτοκαταστροφικός.
Διαγνώστηκε ως διπολικός λίγο προτού επέλθει το τέλος και πολλές φορές έχω σκεφτεί αν δεν συνέβαινε και με τον Άγγελο κάτι ανάλογο. Όχι πως τέτοιες ετικέτες έχουν βάρος μια και πολλές φορές τις χρησιμοποιούμε για να ξεχωρίσουμε το κανονικό από το μη κανονικό. Αλλά πρέπει να ξέρει κανείς με τι έχει να κάνει κάθε φορά και από αυτή την άποψη η διάγνωση μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμο εργαλείο.
ΕΡ: Μιλώντας για το «Βιβλίο του Τζον», είναι ένα βιβλίο που αποκαλύπτει πολλά και για τον εαυτό σας.
ΑΠ: Δεν ξέρω αν θα το χαρακτήριζα «auto-fiction», αλλά υπολήπτομαι βαθιά δασκάλους του είδους όπως η Annie Ernaux. Με ενδιαφέρουν πολύ όσα κληροδοτούνται γιατί εξηγούν τι είμαστε εν πολλοίς. Υπάρχει μια σκοτεινή αποικιακή κληρονομιά με την οποία είμαστε αντιμέτωποι στις ΗΠΑ, το ίδιο ισχύει και για τις πρώην αποικιακές δυνάμεις της Ευρώπης. Υπάρχει, όμως, και η μακρά κληρονομιά των ζώων την οποία οφείλουμε να τιμήσουμε (δουλεύω μια ομάδα ποιημάτων για τις φυσικές δομές που έχουν επινοήσει διάφορα είδη ζώων, και από τις οποίες αποκομίζουμε συνεχώς κέρδη – οι ώμοι και οι γοφοί μας, για παράδειγμα, προέρχονται από αμφίβια).
Η οικογένεια είναι ένα άλλο κληρονομικό στοιχείο, όπως και οι οικογενειακοί μύθοι – έχω γράψει δύο βιβλία σχετικά. Το να ζεις κοντά σε έναν πατέρα εξηρτημένο από την ηρωίνη είναι ένας από τους λόγους που άρχισα να γράφω. Από την άλλη μεριά, οι ελευθερίες που επέτρεψε ο πατέρας μου στην καθημερινότητά του, μου έμαθαν πώς να προχωρήσω στις δικές μου, εντελώς ανεξάρτητες επιλογές.
ΕΡ: Πώς αντιμετωπίζετε την κληρονομιά του Άγγελου Σικελιανού και της Εύας Πάλμερ; Τι κρατάτε και τι αφήνετε πίσω σας;
ΑΠ: Επειδή δεν μεγάλωσα στην Ελλάδα, ήταν κάτι που δεν χρειάστηκε να αντιμετωπίσω ευθέως. Χρειαζόταν πιο πολύ να συνδυάσω τα ιστορικά δεδομένα με μια οικογενειακή υπόθεση. Κι η υπόθεση του Άγγελου και της Εύας αποσιωπήθηκε, ιδίως της Εύας. Το θέμα των σεξουαλικών της σχέσεων, που απέκρυψε κυρίως η Άννα Σικελιανού, αλλά και το ζήτημα των Δελφικών Γιορτών η διοργάνωση των οποίων της χρωστάει τα πάντα. Δούλεψε για να συνταιριάξει τα κοστούμια, τον χορό και τη μουσική σε ένα ενιαίο σύνολο.
Οι Δελφικές Γιορτές έγιναν πραγματικότητα χάρη στο δικό της καλλιτεχνικό όραμα. Εκείνο που έμαθα και από τους δυο ήταν το πώς να αποφασίζω για τον χρόνο μου, το πώς να με νοιάζει ο κόσμος μέσα στον οποίο ζω και το πώς να εκφράζω την ομορφιά και τον πόνο του. Μου ενέπνευσαν επίσης την ιδέα για την ολιστική τέχνη, καθώς και το να συνενώνω τους ανθρώπους εν όψει μιας καινούργιας προοπτικής. Δεν θέλω να μιλήσω για τον εθνικισμό, αλλά καλό είναι να μην ξεχνάμε πως το κράτος-έθνος θέλει να δώσει σε κάθε ζώντα οργανισμό ένα πιστοποιητικό υπηκοότητας. Για κάθε αμύγδαλο που ακουμπάμε στα χείλη μας υπάρχει μια μέλισσα. Αυτό είναι το ασύνορο πεδίο εντός του οποίου μπορούμε να αναπτύξουμε τον στοχασμό μας.
ΕΡ: Πώς συνδυάζετε την ποίηση με την ακαδημαϊκή σας καριέρα και ποιες είναι οι προσδοκίες σας από την ποίηση;
ΑΠ: Διδάσκω σε Τμήμα Τεχνών την τέχνη της γραφής. Το να εποπτεύω νεαρούς μελλοντικούς ποιητές και συγγραφείς μού προσφέρει μεγάλη ικανοποίηση. Παρόλα αυτά, χρειάζεται να ξεφεύγει κανείς κάποτε από τη σωρεία των κανόνων. Το Πανεπιστήμιο είναι ένα άλλο κράτος-έθνος κι η ίδια προτιμώ το καλλιτεχνικό όραμα από τα διοικητικά καθήκοντα. Το πρώτο πράγμα που με έλκει στην ποίηση είναι η ελευθερία. Και η μεγαλύτερη αυστηρότητα υποχωρεί στην ποίηση όταν πέσουμε σε κενό αέρος.
Ο αποπροσανατολισμός και η σύγχυση δεν μας ικανοποιούν, αλλά το να μην ξέρεις τι ακριβώς να κάνεις με τη γλώσσα σε ένα ποίημα, το να σε μεταφέρει ένα ποίημα σε έναν ασταθή τόπο, σημαίνει ότι ψάχνεις κάτι. Ψάχνω στην ποίηση τα πάντα: το χιούμορ, τον ήχο, τη μουσική, την πολιτική διαφωνία, την έμπνευση της εικόνας, την αιώρηση της σκέψης και της γλώσσας. Η ελευθερία, ωστόσο, αποτελεί την ύψιστη αξία και ελευθερία σημαίνει κάποτε το να μη δεσμεύουμε το νόημα των πράγματων.
ΑΠΕ-ΜΠΕ / Β. Χατζηβασιλείου