Συνέντευξη Τύπου του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη μετά την έκτακτη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου
ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Φθάσαμε στη λήξη της έκτακτης συνόδου η οποία παρά τις φιλότιμες προσπάθειες και τις ολονύχτιες διαπραγματεύσεις δυστυχώς δεν κατέληξε σε αποτέλεσμα. Με άλλα λόγια δεν μπορέσαμε να συμφωνήσουμε για το ύψος και την κατανομή του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για την επόμενη εξαετία 2021-2027.
Νομίζω ότι είναι χρήσιμο σε αυτές τις περιπτώσεις να αποφεύγει κανείς την υπερβολική δραματοποίηση. Γνωρίζαμε εξ αρχής ότι αυτή θα ήταν μια πολύ δύσκολη διαπραγμάτευση. Επίσης η ιστορία μας διδάσκει ότι τέτοιες σύνθετες συμφωνίες, που αφορούν την καρδιά των πολιτικών μας, τους πόρους δηλαδή τους οποίους είμαστε διατεθειμένοι να διαθέσουμε ως Ευρώπη για την επόμενη εξαετία, δεν επιτυγχάνονται κατά κανόνα στην πρώτη προσπάθεια.
Αυτή είναι η ιστορία της Ευρώπης. Καταλήγει σε λύσεις μετά από διαδικασίες οι οποίες μερικές φορές παίρνουν αρκετό χρόνο, πολύ κόπο και πολλή προσπάθεια.
Τώρα γιατί βρεθήκαμε σε αυτή την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, νομίζω ότι αυτό είναι γνωστό. Από τη μια μεριά η απουσία πια, η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου στερεί από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό μία σημαντική χώρα συνεισφοράς.
Η ίδια η Ευρώπη και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχουν θέσει ένα πλαίσιο εξαιρετικά φιλόδοξων πολιτικών που αφορούν το μέλλον της Ευρώπης. Πολιτικές που έχουν να κάνουν με τη μετάβαση σε μία οικονομία τελικά μηδενικών εκπομπών άνθρακα το 2050, πολιτικές που έχουν να κάνουν με τον ψηφιακό μετασχηματισμό των κοινωνιών μας, πολιτικές οι οποίες έχουν να κάνουν με την προστασία των συνόρων μας. Όλες αυτές οι πολιτικές χρειάζονται πρόσθετους πόρους για να μπορέσουν να χρηματοδοτηθούν.
Από την άλλη, επιμένουμε και θεωρούμε αδιαπραγμάτευτη τη στήριξη των δύο παραδοσιακών πυλώνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως τουλάχιστον τη γνωρίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες: αναφέρομαι στην Κοινή Αγροτική Πολιτική και στις πολιτικές Συνοχής. Αυτές είναι πολιτικές οι οποίες είναι αδιαπραγμάτευτες, αφορούν όλους τους πολίτες μας και πρέπει να εξακολουθούν να στηρίζονται, και με ενισχυμένο τρόπο από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό.
Και βέβαια, σε αυτό το σύνθετο μείγμα, προστέθηκε η επιμονή τεσσάρων μεσαίων Ευρωπαϊκών χωρών, συνεισφορέων, στην άποψη τους ότι ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός δεν έπρεπε με τίποτα να ξεπεράσει το 1% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με άλλα λόγια, κάποιοι επέμειναν ότι θα πρέπει να κάνουμε περισσότερα με λιγότερους πόρους. Αυτό λοιπόν, τελικά, δεν κατέστη εφικτό, με αποτέλεσμα να μην μπορέσουμε να συμφωνήσουμε, όπως σας είπα, στον τελικό προϋπολογισμό.
Θέλω να επαναλάβω και εδώ τις βασικές θέσεις με τις οποίες η χώρα μας προσήλθε σε αυτήν τη συζήτηση. Την ανάγκη να προστατεύσουμε το εισόδημα των αγροτών μας, αλλά να τους βοηθήσουμε κιόλας να κάνουν τη μετάβαση σε μία αγροτική παραγωγή, σε μία παραγωγική διαδικασία η οποία να είναι πιο φιλική προς το περιβάλλον, την ανάγκη να εξασφαλίσουμε περισσότερους πόρους από αυτούς που είχαμε στην προηγούμενη προγραμματική περίοδο για τις πολιτικές Συνοχής. Με απλά λόγια να το πω, να έχουμε στη διάθεση μας ένα μεγαλύτερο ΕΣΠΑ, εμπροσθοβαρές, το οποίο θα υποστηρίξει την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και θα δημιουργήσει πολλές καλές, νέες θέσεις απασχόλησης.
Την ανάγκη να εξασφαλίσουμε σημαντικούς πόρους για να κάνουμε πράξη τη δίκαιη μετάβαση που αφορά την απολιγνιτοποίηση σε περιοχές της χώρας που είναι, μέχρι και σήμερα, εξαρτημένες από την εξόρυξη και την καύση του λιγνίτη. Και βέβαια την ανάγκη να έχουμε πολιτικές οι οποίες στηρίζουν τις χώρες εκείνες που αποτελούν εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης, πολιτικές που αφορούν τη μετανάστευση, τη φύλαξη των συνόρων, τη Frontex.
Θέλω να εξηγήσω ότι επειδή ποτέ δεν επετεύχθη συμφωνία για το ύψος του προϋπολογισμού δεν μπήκαμε και σε ουσιαστική συζήτηση για τις εθνικές πολιτικές. Αλλά οι εθνικές γραμμές αυτές, οι «κόκκινες γραμμές» αυτές είναι γραμμές που είναι αδιαπραγμάτευτες, και δεν θεωρώ σε καμία περίπτωση ότι δε θα υποστηριχθούν και στις επόμενες συζητήσεις οι οποίες θα γίνουν για το συνολικό πλαίσιο του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού.
Είχαμε, λοιπόν, μία πρώτη απόπειρα επίλυσης αυτού του εξαιρετικά δύσκολου σταυρόλεξου. Οι χώρες της Συνοχής, αποφασίσαμε να μετονομαστούμε σε χώρες που υποστηρίζουν μια πιο φιλόδοξη Ευρώπη. 17 χώρες κράτησαν μία σταθερή γραμμή διεκδικώντας το αυτονόητο, αυτό που σας είπα πριν: περισσότερους πόρους για να μπορούμε να κάνουμε πράξη τις φιλόδοξες πολιτικές για τις οποίες σας μίλησα, σε όλα τα επίπεδα.
Τις επόμενες εβδομάδες θα διαβουλευτούμε και μεταξύ μας αλλά και με τα ευρωπαϊκά όργανα ώστε ελπίζουμε την επόμενη φορά που θα ξαναβρεθούμε στις Βρυξέλλες να μπορούμε να καταλήξουμε σε μία συμφωνία η οποία θα είναι προς όφελος των ευρωπαίων πολιτών και θα μπορέσει να τοποθετήσει την Ευρώπη στο επίπεδο που της αναλογεί.
Δεν μας αξίζει μία μικρότερη Ευρώπη με μικρότερη παρέμβαση στα διεθνή πράγματα αλλά για να μπορέσουμε να υποστηρίξουμε τους φιλόδοξους στόχους μας -ας μην κοροϊδευόμαστε- χρειαζόμαστε και περισσότερους πόρους.
Σταματάω εδώ και είμαι στη διάθεσή σας για ερωτήσεις.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Πρωθυπουργέ, η αίσθησή σας μετά τη διαπραγμάτευση ποια είναι; Ότι την επόμενη φορά που θα βρεθούμε θα είμαστε πιο κοντά στο 1,069%, το 1,074%, όσο λένε ουσιαστικά από την πλευρά του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή θα πάμε περισσότερο σε αυτά τα οποία πρότειναν οι τέσσερις «ολιγαρκείς», να το πω έτσι;
Και, εν πάση περιπτώσει, η Κομισιόν είχε προβλέψει ότι εάν καθυστερήσουμε σήμερα, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος για τις θέσεις εργασίας και τα προγράμματα. Αυτός ο κίνδυνος ισχύει;
ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κοιτάξτε, ας είμαστε ρεαλιστές. Νομίζω ότι οι προσδοκίες να πετύχουμε μία συμφωνία στην πρώτη απόπειρα ήταν εξαιρετικά περιορισμένες. Η δική μας θέση είναι γνωστή ως προς το ύψος του προϋπολογισμού.
Μπορώ να σας πω ότι το πλαίσιο το οποίο τέθηκε ως σημείο αφετηρίας στη διαπραγμάτευση, η πρόταση δηλαδή του Προέδρου του Συμβουλίου, το 1,074%, είναι το ελάχιστο το οποίο μπορεί κάποιος να δεχτεί.
Λαμβάνοντας υπόψη και μία διάσταση για την οποία δεν έχουμε μιλήσει πολύ και αυτή αφορά τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προσέρχεται σε αυτή τη συζήτηση ζητώντας 1,3% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος της Ευρώπης ως το ύψος του προϋπολογισμού και μας λέει ξεκάθαρα: προσέξτε, αν πέσετε πολύ χαμηλά, το ίδιο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα απορρίψει τον προϋπολογισμό ο οποίος θα έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο.
Άρα θα επιστρέψουμε πίσω στο «σημείο μηδέν», έχοντας επωμιστεί και ένα πάρα πολύ σημαντικό τραύμα ενός διχασμού στο επίπεδο των κορυφαίων θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρα αυτή είναι μια πραγματικότητα την οποία πρέπει να λάβουμε υπόψη μας και είναι μία πραγματικότητα η οποία απηχεί και όλες τις βασικές Ευρωομάδες, δεν απηχεί μόνο κάποιες Ευρωομάδες. Άρα και το ίδιο το Συμβούλιο δεν μπορεί να αγνοήσει αυτή την πραγματικότητα.
Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος άμεσος κίνδυνος δραματοποίησης από την καθυστέρηση την οποία συνεπάγεται η μη λήψη απόφασης. Εξάλλου, θέλω να σας θυμίσω ότι λίγοι ήταν αυτοί οι οποίοι προέβλεπαν εξ αρχής ότι θα είχαμε ένα έκτακτο Συμβούλιο τόσο νωρίς για να μπορέσουμε να συζητήσουμε τα θέματα του προϋπολογισμού.
Θέλω να πιστεύω ότι ο χρόνος θα είναι βάλσαμο και θα μας επιτρέψει την επόμενη φορά να είμαστε πιο έτοιμοι για μια συμφωνία.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, επειδή φαίνεται ότι δεν υπάρχουν και πολλές ειδήσεις λόγω της μη συμφωνίας, θα μου επιτρέψετε να σας ρωτήσω κάτι που απασχολεί πάρα πολύ την επικαιρότητα στην Ελλάδα όλες αυτές τις ημέρες που εσείς βρίσκεστε εδώ για αυτή την διαπραγμάτευση. Και αυτή είναι η ιστορία με τους προστατευόμενους μάρτυρες.
Με την σπουδή του ΣΥΡΙΖΑ να τους υπερασπιστεί, με τις αιχμές αν τους βρήκε εγκαίρως ή δεν τους βρήκε η αστυνομία, υπάρχει κάποιο σχόλιο από τη δική σας πλευρά για όλη αυτή τη διαδικασία στην προανακριτική επιτροπή και την πολιτική αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει;
ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κανένα σχόλιο. Ο Πρωθυπουργός, η Κυβέρνηση, κάνουν τη δουλειά τους σε μια εξαιρετικά περίπλοκη διαπραγμάτευση. Νομίζω ότι η Ελλάδα ήταν στο κέντρο των σημαντικών συζητήσεων οι οποίες έγιναν αυτές τις τελευταίες 24 ώρες όχι μόνο -το τονίζω- για να μιλήσουμε για τα εθνικά μας συμφέροντα.
Προφανώς θα μιλήσουμε για τα εθνικά μας συμφέροντα. Αλλά γιατί η γνώμη μας στην Ευρώπη συνολικά είναι μια γνώμη η οποία μετράει. Και η προκαταρκτική επιτροπή θα κάνει τη δουλειά της.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να σας ρωτήσω για το μεταναστευτικό. Δεδομένου ότι η πρόταση τουλάχιστον που έχουμε στα χέρια μας προβλέπει μειωμένα κονδύλια για τη FRONTEX κάτι που το έχετε θέσει και εσείς, αν σας ανησυχεί αυτό και αν χρειαστεί τελικά να δώσουμε μια μάχη στους 4 βασικούς στόχους που έχουμε θέσει, αν υπάρχει κάποια προτεραιότητα από την ελληνική πλευρά.
ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κοιτάξτε, ναι το κονδύλι συνολικά για τη μετανάστευση και την προστασία των συνόρων σε σχέση με την αρχική πρόταση είναι μειωμένο. Από τα 31 δισεκατομμύρια πέσαμε στα 21 αλλά είναι σίγουρα πολύ αυξημένο σε σχέση με αυτό το οποίο είχαμε.
Εξέφρασα την ανησυχία μου γι’ αυτή τη μείωση στη συζήτηση την οποία είχαμε εχθές όταν μιλήσαμε όλες οι χώρες για τις εθνικές μας προτεραιότητες, εξηγώντας ότι μια Ευρώπη η οποία προστατεύει τους πολίτες της -που αποτελεί κεντρικό πυλώνα και της Επιτροπής αλλά και πιστεύω όλων των κρατών μελών- δεν μπορεί να κάνει πράξη αυτές τις πολιτικές εάν δεν έχει εργαλεία και πόρους για να μπορεί να φυλάσσει αποτελεσματικά τα σύνορα της.
Σε κάθε περίπτωση, ασχέτως της συζήτησης η οποία γίνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αυτό που ήθελα να σας πω είναι ότι η πολιτική της κυβέρνησης στο ζήτημα του προσφυγικού-μεταναστευτικού υλοποιείται σύμφωνα με τα αυστηρά χρονοδιαγράμματα τα οποία έχουμε θέσει. Δεν πρόκειται να υπάρξει καμία καθυστέρηση στις εξαγγελίες της κυβέρνησης σε σχέση με τα μέτρα τα οποία ήδη έχουμε ανακοινώσει, και τα οποία θα αρχίσουν να υλοποιούνται άμεσα, από τις αρχές της επόμενης εβδομάδας.
Από εκεί και πέρα, με ρωτήσατε για προτεραιότητες. Και οι τέσσερις βασικοί πυλώνες είναι κεντρικές προτεραιότητες. Δε θα χάσουν οι αγρότες μας πόρους και θα πάρουμε περισσότερα χρήματα από αυτά τα οποία είχαμε πάρει για τις πολιτικές Συνοχής, για το ΕΣΠΑ, αναπτυξιακούς πόρους, και για πρώτη φορά θα έχουμε και πόρους στη διάθεση μας, σημαντικούς -με τη μόχλευση η οποία γίνεται, θα είναι ακόμα πιο σημαντικοί- για τη δίκαιη μετάβαση, και θα υπάρχουν και σημαντικοί πόροι, θα θέλαμε περισσότερους, για την προστασία των συνόρων.
Για αυτά είμαι αρκετά έως πολύ σίγουρος, αλλά για να μπορέσουμε όλα αυτά να τα αποτυπώσουμε και στο χαρτί, χρειαζόμαστε μία τελική συμφωνία για το ύψος του προϋπολογισμού.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ήθελα να ρωτήσω αν το μέτωπο των «τεσσάρων φειδωλών», ή όπως θέλουμε να τους πούμε, τους Frugal Four, παρέμεινε αρραγές μέχρι τέλους, και αν η αποτυχία τελικά της Συνόδου οφείλεται περισσότερο στη διαφωνία των φίλων της συνοχής ή της φιλόδοξης Ευρώπης, ή περισσότερο στην αντίσταση των τεσσάρων του Βορρά.
ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Η εκτίμηση μου είναι ότι οι τέσσερις χώρες προσήλθαν με μία εξαιρετικά μαξιμαλιστική θέση, η οποία δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή. Μαξιμαλιστική και ως προς το ύψος του προϋπολογισμού, μαξιμαλιστική και ως προς το ύψος των επιστροφών τις οποίες διεκδικούσαν, οι οποίες, κατά την άποψη μας, μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου, είναι παντελώς αδικαιολόγητες.
Από εκεί και πέρα, δεν θέλω, και δεν νομίζω ότι είναι χρήσιμο σε αυτή τη συγκυρία, πάντα να δείχνουμε με το δάχτυλο ποιον θεωρούμε υπαίτιο για το γεγονός ότι δεν μπορέσαμε να πετύχουμε συμφωνία. Νομίζω όμως ότι είναι κοινός τόπος ότι αυτή η θέση δεν είναι αντικειμενικά υποστηρίξιμη.
Και να σας πω και κάτι ακόμα, το οποίο νομίζω ότι αξίζει να εξηγηθεί, μίλησα και γι’ αυτό χθες στο Συμβούλιο. Μιλάμε για τις χώρες που πληρώνουν και για τις χώρες που παίρνουν πόρους. Έχουμε σκεφτεί, όμως, ότι οι χώρες οι οποίες πληρώνουν είναι οι μεγάλες ωφελημένες από τις πολιτικές της ενιαίας αγοράς, που αποτελούν το άλλο πόδι των πολιτικών Συνοχής; Έχουμε σκεφτεί ότι πολλά από τα χρήματα των πολιτικών Συνοχής, των ΕΣΠΑ, τελικά καταλήγουν να επιστρέφουν πίσω σε αυτές τις χώρες;
Έχουμε σκεφτεί ότι με τη λογική της χρηματοδότησης εμείς ως χώρα έχουμε χάσει εκατοντάδες χιλιάδες νέους ανθρώπους τους οποίους τους έχουμε εκπαιδεύσει, τους έχουμε πληρώσει και έχουν καταλήξει να πάνε σε αυτές τις χώρες και να εργαστούν όντας εκπαιδευμένοι και πληρωμένοι από τον Έλληνα φορολογούμενο ως αποτέλεσμα της πολιτικής της ενιαίας αγοράς και της ελεύθερης δυνατότητας σε εγκατάσταση και εργασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλα αυτά τα έχουμε συνυπολογίσει;
Άρα, αυτός ο διαχωρισμός μεταξύ των χωρών που υποτίθεται ότι πληρώνουν και είναι οι καλοί και των χωρών που αποδέχονται πόρους και είναι οι κακοί, τα κακά παιδιά που γκρινιάζουν, επιτρέψτε μου να πω, είναι μια πολύ απλοϊκή ανάλυση από την οποία νομίζω ότι πρέπει πια να ξεφύγουμε.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πόσο κοντά ή πόσο μακριά είμαστε σε μία συμφωνία για τον προϋπολογισμό; Με την έννοια ότι μας είπατε ότι ακολουθούμε τις παραδόσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν κλείσαμε στην πρώτη Σύνοδο Κορυφής, θα κλείσουμε στη δεύτερη; Ποια είναι η δική σας εκτίμηση;
Και μια ακόμα ερώτηση, αν μου επιτρέπετε, για την Τουρκία. Επειδή είναι η πρώτη Σύνοδος νομίζω -και επειδή είναι έκτακτη και θεματική- που δεν συζητείται η Τουρκία, αλλά παρόλα αυτά θέλω να σας ρωτήσω γιατί υπάρχει επικαιρότητα, τι θα κάνει η Ελλάδα σε περίπτωση που τελικά η Τουρκία στείλει το ερευνητικό της σκάφος νότια της Κρήτης; Θα απαντήσει διπλωματικά ή στρατιωτικά;
ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Θα μου επιτρέψετε να περιορίσω τις απαντήσεις μου στο αντικείμενο της έκτακτης Συνόδου. Αν ήμασταν κοντά σε συμφωνία, φαντάζομαι ότι θα επιλέγαμε να ξενυχτίσουμε ακόμα ένα βράδυ και να την πετύχουμε. Το γεγονός ότι δεν συμφωνήσαμε δείχνει ότι τελικά δεν ήμασταν κοντά σε συμφωνία.
Από εκεί και πέρα, το μόνο που θα πω είναι ότι προφανώς η Τουρκία δεν ήταν αντικείμενο αυτής της Συνόδου, ήταν ενδεχομένως αντικείμενο εμμέσως διότι η Τουρκία είναι “παίκτης” -μερικές φορές όχι πάντα πολύ παραγωγικός- στα ζητήματα που αφορούν τη μετανάστευση και τις πολιτικές τις οποίες πρέπει να ακολουθήσουμε στο αντικείμενο αυτό.
Δεν θα κάνω καμία άλλη τοποθέτηση για τα εθνικά θέματα. Ούτως ή αλλιώς έχω τοποθετηθεί πολύ συχνά και νομίζω ότι όλοι γνωρίζουν, εντός και εκτός Ελλάδος, ποιες είναι οι θέσεις της χώρας μας ως προς τα ζητήματα της προστασίας των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.