«Είναι δέσμευσή μας να απελευθερώσουμε τον ιδιωτικό τομέα από τη θηλιά που του έχει περάσει ο κ. Τσίπρας»
Εισαγωγική Τοποθέτηση του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυριάκου Μητσοτάκη σε συνάντηση που είχε σήμερα με παραγωγικούς και επιστημονικούς φορείς της Βορείου Ελλάδος.
Κυρίες και κύριοι, καλημέρα σας.
Χαίρομαι πολύ που ξαναβρισκόμαστε σε αυτήν τη συνάντηση, στην οποία πια έχει καθιερωθεί να βρισκόμαστε ως Νέα Δημοκρατία, λίγες μέρες πριν από τη Δ.Ε.Θ. Να συζητούμε με τους παραγωγικούς φορείς και, στη συνέχεια, με τους επιστημονικούς φορείς της πόλης. Να κάνουμε μια ανοιχτή συζήτηση για τα προβλήματα και τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία.
Είχα την ευκαιρία χθες να το πω -και θέλω να το επαναλάβω και εδώ σήμερα στη Θεσσαλονίκη- ότι θα ευχόμουν πραγματικά να βρισκόμασταν φέτος σε μία καλύτερη κατάσταση. Δυστυχώς, όμως, η πραγματικότητα είναι πολύ σκληρή και ακυρώνει, εν τοις πράγμασι, τους κυβερνητικούς πανηγυρισμούς. Η Κυβέρνηση μετά την 20η Αυγούστου πανηγυρίζει για τη δήθεν έξοδο της χώρας μας από τα μνημόνια. Η μόνη πραγματικότητα είναι ότι πράγματι, στις 20 Αυγούστου, έληξε η δανειακή σύμβαση, η οποία είχε υπογραφεί τον Αύγουστο του 2015 και είχε εξαρχής τριετή διάρκεια. Βγήκε, όμως, η χώρα πραγματικά από τα μνημόνια; Ποιος ήταν ο αρχικός σκοπός των μνημονίων; Γιατί κατέστη απαραίτητο και το 3ο αχρείαστο, -όπως φαινόταν τουλάχιστον από τις αρχές του 2015- μνημόνιο; Γιατί η χώρα μας, πολύ απλά, δεν είχε πρόσβαση στις αγορές. Ποιος ήταν ο σκοπός του προγράμματος; Μετά τη λήξη του η χώρα να μπορεί να έχει κανονική πρόσβαση στις αγορές και να δανείζεται με λογικά επιτόκια. Αυτός εξάλλου ήταν και ο στόχος τον οποίον η Νέα Δημοκρατία είχε θέσει από την αρχή και καθώς παρακολουθούσε την πορεία υλοποίησης του 3ου μνημονίου.
Λέγαμε πάντα στον κ. Τσίπρα: κάνε ό,τι πρέπει, φρόντισε να κάνεις ό,τι χρειάζεται ώστε, μετά τη λήξη του προγράμματος, η χώρα να μπορεί να δανείζεται από τις αγορές. Σήμερα, λοιπόν, η χώρα είναι εκτός αγορών, με τα επιτόκια στο δεκαετές ομόλογο να έχουν ξεπεράσει το 4,6%. Η χώρα δεν έχει πρόσβαση στις αγορές. Ταυτόχρονα δεν έχει και πρόσβαση στη φθηνή χρηματοδότηση των προγραμμάτων. Τι έμεινε; Οι μνημονιακές δεσμεύσεις, η αυστηρή λιτότητα, τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2022, υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας και ένα πλαίσιο αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής το οποίο εκτείνεται μέχρι το 2060. Και αυτά εσείς, οι άνθρωποι της αγοράς, τα γνωρίζετε πολύ καλά. Διότι απέναντι στην εικονική πραγματικότητα την οποία επιμένει να παρουσιάζει ο κ. Τσίπρας υπάρχουν στοιχεία, δεδομένα τα οποία δεν επιδέχονται αμφισβήτησης.
Χθες, δόθηκαν στη δημοσιότητα τα σχετικά στοιχεία. Ξεκινώ με το ιδιωτικό χρέος. Οφειλές των Ελλήνων στην εφορία: Αγγίζουν τα 102 -επαναλαμβάνω- τα 102 δισ. ευρώ. Τέσσερα εκατομμύρια Έλληνες έχουν, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, κάποια φορολογική εκκρεμότητα. 1.143.000 Έλληνες έχουν ήδη υποστεί κατασχέσεις. Ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου: Παραμένουν κολλημένες στα 2,7 δισ. ευρώ. Οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων -δαπάνες με πολύ υψηλό πολλαπλασιαστή- έχουν σημαντική απόκλιση έναντι του στόχου κατά 760 εκατομμύρια. Οι ιδιωτικές επενδύσεις μειώνονται σήμερα στη χώρα. Και όλα αυτά σε μια ζοφερή πραγματικότητα, όπου οι ιστορίες επιχειρηματικής επιτυχίας -και υπάρχουν τέτοιες και θέλω να τις χαιρετίσω- είναι, δυστυχώς, εξαιρέσεις. Δεν είναι ο κανόνας.
Γνωρίζετε πάρα πολύ καλά, ειδικά οι εκπρόσωποι των παραγωγικών τάξεων, τι σημαίνει σήμερα να επιχειρείς στην Ελλάδα μέσα σε ένα ασφυκτικό πλαίσιο πολύ υψηλών φορολογικών υποχρεώσεων και με ένα ασφαλιστικό σύστημα το οποίο επιβάλλει πρόσθετες επιβαρύνσεις για τη μισθωτή εργασία. Γνωρίζετε, επίσης, τι σημαίνει να επιχειρείτε σε ένα περιβάλλον, όπου η επιχειρηματικότητα δεν αναγνωρίζεται και δεν χαιρετίζεται ως κινητήρια δύναμη της οικονομίας. Ένα περιβάλλον βαθιά γραφειοκρατικό, όπου η άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας καθίσταται δύσκολη από το κράτος, διότι επί της ουσίας καμία πραγματική προσπάθεια απλοποίησης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος δεν έχει δρομολογηθεί από αυτήν την Κυβέρνηση.
Εδώ στη Βόρειο Ελλάδα υπάρχει και ένα πρόσθετο σύννεφο το οποίο σκιάζει την ατμόσφαιρα, δίπλα στο σύννεφο των φόρων, των εισφορών, της διάλυσης του κράτους. Αναφέρομαι στο Σκοπιανό. Δυστυχώς η συμφωνία την οποία υπέγραψε ο κ. Τσίπρας, ο κ. Κοτζιάς και ο κ. Καμμένος είναι μια κακή συμφωνία για τη χώρα. Είναι μια συμφωνία που προσβάλλει όλους τους Έλληνες, όχι μόνο τους Μακεδόνες, καθώς ικανοποιεί τις πάγιες επιδιώξεις της σκοπιανής πλευράς, που δεν ήταν άλλες από την παραχώρηση της «μακεδονικής γλώσσας» και της «μακεδονικής εθνότητας». Δηλαδή επί της ουσίας της «μακεδονικής ταυτότητας» στους γείτονές μας. Και αυτό, ξέρετε, δεν είναι μόνο μια διπλωματική, μια πολιτική ήττα των κ. Τσίπρα και Κοτζιά, οι οποίοι έδρασαν υπόγεια και ερήμην της εθνικής γραμμής, ερήμην του λαού, ερήμην των κομμάτων. Το Σκοπιανό από μόνο του αποτελεί και ένα τεράστιο αυτοτελές οικονομικό πλήγμα για τις επιχειρήσεις και τα προϊόντα της Βορείου Ελλάδος. Ήδη -το γνωρίζετε καλά- αντιμετωπίζετε ζητήματα ανταγωνισμού, ζητήματα πιστοποίησης που εγείρουν βέβαια και την αμοιβαία καχυποψία η οποία μετατρέπεται τελικά σε εμπόδιο στις διακρατικές και εμπορικές σχέσεις. Που όπως είχα την ευκαιρία να πω, όταν μίλησα στο Σύνδεσμο Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος, είχαν βρει, παρά τη δυσκολία της μη επίλυσης του ονοματολογικού θέματος, τη δική τους ισορροπία. Αλλά και κάτι άλλο το οποίο θέλω να το τονίσω, από τη Θεσσαλονίκη, από τη Μακεδονία: Αυτοί οι χειρισμοί τελικά δηλητηριάζουν την ίδια την κοινωνία, προκαλούν εύλογες αρνητικές αντιδράσεις. Ταυτόχρονα, όμως, οδηγούν και κάποιους σε παλιά ακραία συνθήματα. Και προσβάλλοντας την εθνική συνείδηση ενίσχυσαν εθνικιστικές φωνές. Χλευάζοντας τον αγνό πατριωτισμό τροφοδότησαν την ακροδεξιά πατριδοκαπηλία. Ξέρετε, οι πραγματικοί πατριώτες δεν είναι εθνικιστές. Και οι ακραίοι εθνικιστές δεν είναι πατριώτες. Να μην το ξεχνάμε ποτέ αυτό. Και να μην συγχέουμε αυτές τις δύο έννοιες. Και είναι εξαιρετικά προσβλητικό για έναν ολόκληρο λαό και ειδικά για τον λαό της Μακεδονίας, όποιος διαφωνεί με αυτή τη συμφωνία να χαρακτηρίζεται συλλήβδην ως ακροδεξιός και ως εθνικιστής.
Κυρίες και κύριοι, θέλω να επαναλάβω και εδώ αυτό το οποίο είπα χθες στους Κοινωνικούς Εταίρους, με αφορμή τη Δ.Ε.Θ. τη δική μου παρέμβαση, αλλά και την παρέμβαση, την ομιλία του Πρωθυπουργού. Θέλω να καταστήσω απολύτως σαφές ότι το να επιδοθούν σήμερα οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας σε ένα άκρατο κρεσέντο λαϊκισμού και παροχολογίας θα βλάψει σοβαρά τα εθνικά συμφέροντα. Δεν έχω πρόθεση, να ακολουθήσω τον Πρωθυπουργό σε αυτή την κατεύθυνση. Και πρέπει να σας πω ότι είναι πρωτοφανές -εγώ τουλάχιστον δεν θυμάμαι να έχει ξανασυμβεί- η αντιπολίτευση να φέρεται με την σοβαρότητα και την υπευθυνότητα που θα έπρεπε να χαρακτηρίζει την Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση να χαρακτηρίζεται από την ανευθυνότητα και τον λαϊκισμό που συνήθως, αλλά όχι πάντα, διακρίνει την αντιπολίτευση.
Και, επειδή διαβάζω και σήμερα στις εφημερίδες ότι δήθεν ο κ. Τσίπρας σκέφτεται να προνομοθετήσει ένα πακέτο παροχών για την επόμενη τετραετία, του λέω από εδώ, από τη Θεσσαλονίκη, να μην μπει στον κόπο, διότι οι δεσμεύσεις αυτής της Κυβέρνησης τελειώνουν την ημέρα των εκλογών. Η Νέα Δημοκρατία έρχεται με το δικό της αναπτυξιακό σχέδιο, το οποίο θα θέσει στην κρίση του ελληνικού λαού και εφόσον, όπως πιστεύω, την εμπιστευθεί ο ελληνικός λαός, θα κληθεί να το εφαρμόσει με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα από την επόμενη ημέρα των εθνικών εκλογών. Με πολλούς από σας, το έχουμε συζητήσει και στην Αθήνα αλλά και στα κατά τόπους επιμελητήρια σας. Γνωρίζετε το ενδιαφέρον που έχω και για τον επιμελητηριακό θεσμό και πόση σημασία αποδίδω στις απόψεις των επιχειρήσεων, που καλούνται να τα βγάλουν πέρα σε εξαιρετικά δύσκολες συγκυρίες.
Η μείωση της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών βρίσκονται στο επίκεντρο του προγραμματικού μας λόγου. Μείωση της φορολογίας εισοδήματος στο 20% εντός μίας διετίας, της φορολογίας στα μερίσματα στο 5% στο ίδιο χρονικό διάστημα, μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30%, εισαγωγικός φορολογικός συντελεστής 9%, μείωση του Φ.Π.Α. στην εστίαση από το 24% στο 13%. Θα μπορούμε να τα εφαρμόσουμε άμεσα και εφόσον η οικονομία πάρει μπροστά όπως εκτιμούμε ότι θα γίνει με ένα μεγάλο κύμα επενδύσεων το οποίο μπορούμε να δρομολογήσουμε, σε βάθος τετραετίας μπορούμε να προχωρήσουμε και σε περαιτέρω μειώσεις φόρων, πάντα χωρίς να διακινδυνεύσουμε τη δημοσιονομική σταθερότητα.
Για το ασφαλιστικό έχω μιλήσει αναλυτικά, θα τα ξαναπώ και αναλυτικά στην ομιλία μου. Συγκρατείστε τη δέσμευσή μας για μείωση των εισφορών στην κύρια ασφάλιση από το 20% στο 15%. Γιατί επιμένω σε αυτό; Όχι μόνο γιατί αυξάνει το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων, αλλά κυρίως γιατί μειώνει το κόστος της εργασίας μιας επιχείρησης. Σκοπός μας σήμερα πρέπει να είναι να δημιουργήσουμε πολλές καλές νέες θέσεις απασχόλησης. Γνωρίζω πάρα πολύ καλά πόσο δυσβάσταχτο είναι το κόστος εργασίας για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Γνωρίζω επίσης πώς ο συνδυασμός υψηλών εισφορών και υψηλής φορολογίας οδηγεί τελικά πολλά άξια νέα παιδιά στο εξωτερικό στην αναζήτηση καλύτερου διαθέσιμου εισοδήματος. Αυτό που πρέπει να μας ενδιαφέρει τελικά είναι τι μένει στην τσέπη του Έλληνα. Και δυστυχώς, σήμερα, δεν είμαστε ανταγωνιστικοί. Και υπάρχουν πολλές επιχειρήσεις δυναμικές, εξωστρεφείς -το έχω συζητήσει και με τον πρόεδρο- οι οποίες βρίσκονται στη δυσάρεστη θέση να μην μπορούν να βρουν καταρτισμένο προσωπικό επειδή πάρα πολλοί, εκατοντάδες χιλιάδες νέοι συμπολίτες μας, έχουν φύγει στο εξωτερικό επειδή πολύ απλά οι επιχειρήσεις δεν αντέχουν να τους πληρώνουν και οι ίδιοι δεν αντέχουν να βλέπουν ένα μεγάλο μέρος του κόπου τους να καταλήγει στο κράτος και την εφορία. Αυτό πρέπει να αλλάξει.
Έχουμε πει πολλά περισσότερα για το αναπτυξιακό μας σχέδιο και για τη Βόρεια Ελλάδα. Θα έχουμε την ευκαιρία να τα συζητήσουμε και σήμερα. Αλλά αυτό το οποίο θέλω να συγκρατήσετε είναι την απόλυτη δέσμευσή μας και τη δική μου προσωπική δέσμευση να απελευθερώσω τον ιδιωτικό τομέα από αυτή τη θηλιά που έχει περάσει στο λαιμό σας ο κ. Τσίπρας. Ο ιδιωτικός τομέας θα είναι η κινητήριος δύναμη ανάπτυξης της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Είναι αυτός ο οποίος, όταν αφεθεί ελεύθερος να δημιουργήσει, θα μπορέσει να παράγει εκείνες τις εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις απασχόλησης που χρειαζόμαστε σήμερα περισσότερο παρά ποτέ στη χώρα. Κι εδώ η Θεσσαλονίκη, η Βόρειος Ελλάδα, η Μακεδονία, έχει πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα, τα οποία επιτέλους πρέπει να μπορέσει να αξιοποιήσει. Αλλά μέσα σε ένα πλαίσιο τέτοιο που ενώ θα είναι φιλικό στην επιχειρηματικότητα, θα προστατεύει ταυτόχρονα την εργασία. Αλλά με έναν τρόπο σύγχρονο και αποτελεσματικό και μακριά από τις παλιές, κατά την άποψή μου, ξεπερασμένες, αντιλήψεις ότι τα συμφέροντα των εργαζομένων είναι στην αντίθετη πλευρά του φράχτη από τα συμφέροντα των εργοδοτών. Καλές και υγιείς επιχειρήσεις είναι οι επιχειρήσεις που φροντίζουν τελικά τους ίδιους τους εργαζόμενους. Και εμείς θα σας βοηθήσουμε να δημιουργήσετε και να επενδύσετε. Και η απαίτηση την οποία έχουμε είναι να είστε συνεπείς στις φορολογικές σας υποχρεώσεις, να φροντίζετε και να προσέχετε τους εργαζόμενούς σας, να τους κάνετε συμμέτοχους στην επιχειρηματική σας επιτυχία. Και φυσικά να αναλαμβάνετε και τις ευρύτερες υποχρεώσεις που αντιστοιχούν σε κάθε επιχείρηση προς την τοπική της κοινωνία. Γιατί παίζετε έναν ευρύτερο ρόλο από το να είστε απλά εργοδότες. Αυτά θέλω να συζητήσουμε σήμερα.
Σας ευχαριστώ και πάλι για την παρουσία σας.